Τάνια Τσανακλίδου: «Δεν νικάει ο θάνατος αλλά η ζωή. Πάντα»

Τάνια Τσανακλίδου: «Δεν νικάει ο θάνατος αλλά η ζωή. Πάντα»

Μια σύντομη συζήτηση με τη γνωστή ερμηνεύτρια λίγες ημέρες προτού συμμετάσχει στην αντιπολεμική συναυλία στα Προπύλαια

Σκηνικό: ένα άδειο δωµάτιο του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης στο backstage. Χρόνος: λίγο πριν από τις 7.30 το απόγευµα και την πρόβα τζενεράλε της παράστασης «Το µουσικό κουτί – Μέρος δεύτερο» της Τάνιας Τσανακλίδου. Από δω άλλωστε, από τη Θεσσαλονίκη, ξεκίνησαν όλα πριν από 26 χρόνια µε το πρώτο «Μαγικό κουτί» της πιο αισθαντικής ερµηνεύτριας του ελληνικού τραγουδιού. Βρισκόµαστε οι δυο µας, µοιραζόµαστε ένα ουίσκι σε πλαστικά ποτηράκια και νιώθω πως η Τάνια θέλει και έχει πολλά να πει για µια από τις πιο ταραγµένες περιόδους της παγκόσµιας ιστορίας. Αυτό δεν το κάνει φυσικά µόνο µε τον δηµόσιο λόγο της. Το κάνει και µε τα τραγούδια που ενέταξε στην παράσταση, όπως η «Παράγκα» του ∆ιονύση Σαββόπουλου για τη φτώχεια που ταλαιπωρεί τους Νεοέλληνες τα τελευταία χρόνια ή το σπαραξικάρδιο «Τραγούδι της νύχτας» της Φλέρυς Νταντωνάκη για τη γυναικεία κακοποίηση.

Μα η Τάνια που ανέκαθεν δήλωνε «πολιτικό ον» δεν θα µπορούσε να κάνει αλλιώς µε την ψυχική καλλιέργεια που τη χαρακτηρίζει· θα δώσει το παρών στη µεγάλη αντιπολεµική συναυλία στα Προπύλαια.

«Ο πόλεµος είναι µια ακραία κατάσταση και πάντα στις ακραίες καταστάσεις δεν γίνεται να µην πάρεις θέση, δεν γίνεται να κάνεις ότι δεν συµβαίνει» την ακούω να µου λέει µε φωνή σταθερή, σχεδόν αποφασιστική. Θεωρεί την ειρήνη περίοδο ανάπαυσης, ενώ στον πόλεµο υποχρεώνεσαι να τοποθετηθείς. Αναρωτιέται αν είναι µε τη σωστή πλευρά της Ιστορίας, αν θέλει να τα έχει καλά µε τον εαυτό της. Το θεωρώ λογικό, ειδικά στην εποχή του µιντιακού κανιβαλισµού ακόµη και σε τόσο λεπτά ζητήµατα όπως η προσφυγιά και οι ζωές που χάνονται. Σύµφωνα µε την Τάνια, η σωστή πλευρά της Ιστορίας είναι αυτή που διέπεται από δικαιοσύνη, ανθρωπισµό, ελευθερία, αλληλεγγύη και ισότητα. «Ολα τ’ άλλα είναι για να κάνουµε κουβέντες και να πλακωνόµαστε µεταξύ µας» καταλήγει και επιστρατεύει το χιούµορ της για να ελαφρύνει λίγο τη βαριά συζήτηση.

Τη ρωτάω αν ο πόλεµος αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της ανθρώπινης πορείας, όσο δύσκολη συνθήκη κι αν είναι. Ανατρέχει στον Ηράκλειτο και στη ρήση του «Πόλεµος πατήρ πάντων», αποδίδοντας ένα πιο ενδοσκοπικό νόηµα στην αρχαιοελληνική φιλοσοφική ρήση: «∆εν σηµαίνει ότι σε σκοτώνω, αλλά ότι πολεµώ και µε τα µέσα µου θεριά». Πρόκειται για µια συνεχόµενη πάλη ώσπου ο ανθρώπινος πολιτισµός να φτάσει σε ένα επίπεδο που οι πόλεµοι δεν θα χρειάζονται πια. Αυτό λέει και αυτό εύχεται να ζήσουν τα παιδιά που θα έρθουν, αν και προσπαθώ να την επαναφέρω στη σκληρή πραγµατικότητα. Επιµένει: «Οχι, δεν πιστεύω ότι είναι µόνο ένα ουτοπικό όνειρο αυτό».

Μιλάει για την τεχνογνωσία και την επιστήµη που εξελίχτηκαν σε απίστευτο βαθµό, παρόλο που από δίπλα τους έχουν γκρεµιστεί όλοι οι ανθρωπιστικοί πυλώνες. «∆εν υπάρχουν θεµέλια, δεν υπάρχει µια αντίστοιχη ηθική να στηρίξει όλο αυτό» υποστηρίζει, µε µόνη διέξοδο την ταυτόχρονη εξέλιξη του πολιτισµού. Ελπίζει ότι θα γίνουµε όλοι πλάσµατα γεµάτα αποδοχή, καλοσύνη, κατανόηση και συµπόνια. Την αισιοδοξία της διακόπτει µια αναλαµπή απαισιοδοξίας στα όρια του νιχιλισµού: «Οταν φτάσουµε στο µηδέν, που σίγουρα θα φτάσουµε καθώς η κατρακύλα µας συνεχίζεται, τότε το κοντέρ θα µετρήσει από την αρχή».

Μήπως τα ίδια δεν έλεγαν και οι άνθρωποι τις δεκαετίες του 1930 και του 1940 όταν το άθυρµα των καπιταλιστών, ο ρατσιστής µακελάρης Χίτλερ, κατέσφαζε την υφήλιο; Συννεφιάζει το βλέµµα της. «Ναι, ήταν και τότε για κάποιους η συντέλεια των αιώνων, όµως τα επόµενα χρόνια υπήρξαν όνειρα που τελικά καλυτέρεψαν τη ζωή των ανθρώπων». Θυµάται τα κινήµατα της δεκαετίας του 1960 στην τέχνη και την πολιτική. «∆εν νικάει ο θάνατος αλλά η ζωή. Πάντα. Εχει τροµερή δύναµη η ζωή».

Μου αφηγείται ένα περιστατικό που της συνέβη στο Πήλιο: είχε περάσει από ένα δάσος που κάηκε. Την επόµενη χρονιά, όταν ξαναπέρασε, είδε τα καµένα πεύκα να έχουν πετάξει στην κορυφή τους τις πιο λαµπερές πευκοβελόνες. Σταµάτησε µε το αυτοκίνητο µένοντας άναυδη και τότε είπε: «Πάντα η ζωή νικάει». Συνεχίζει µε το πώς ξεπέρασε τον φόβο του θανάτου. Κάποτε είχε επισκεφτεί µε έναν αγαπηµένο φίλο της ένα κοιµητήριο στα Βαρδούσια. Είδε απλούς τάφους µε σταυρούς από ξυλαράκια… ούτε µάρµαρα ούτε τίποτε. Από έναν τάφο, στο σηµείο της καρδιάς ενός ενταφιασµένου σώµατος, είχε φυτρώσει ένας υπέροχος έλατος φορτωµένος από πουλιά και πεταλούδες.

Για την Τάνια η συµµετοχή σε µια αντιπολεµική συναυλία είναι επιτακτική εσωτερική της ανάγκη. Οχι µόνο τώρα που πλησιάζει τα 70 της χρόνια και έχει γίνει πιο σοφή, αλλά από τότε που συνειδητοποίησε πως σωστός άνθρωπος σηµαίνει πάντα σωστός πολίτης. Γνωρίζει ότι µπορεί να της ασκηθεί σκληρή κριτική, όπως ασκήθηκε και στη νεότερη συνάδερφό της Νατάσσα Μποφίλιου, αλλά δεν έχει κανένα πρόβληµα µε αυτό. Το έχει «λουστεί» άλλωστε µε κακόβουλα σχόλια στα social media για τις κατά καιρούς δηµόσιες πολιτικές τοποθετήσεις της.

«∆εν µπορούµε να αρέσουµε σε όλους, µωρό µου» µου λέει και σηκώνεται όρθια. «Εγώ θα είµαι εκεί γιατί πλήττεται η έννοια άνθρωπος και καλό θα είναι να παίρνουµε το µέρος του ανθρώπου όποτε βάλλεται και υποφέρει, ειδικά αν άλλοι αποφασίζουν για τη δική του µοίρα».

Ο Πετρονικολός, σταθερός συνεργάτης της στον ήχο, τη φωνάζει να ανέβει στη σκηνή για την πρόβα. Ακούγεται ένα φανταστικό κοµµάτι της Αν Κλαρκ ως intro της παράστασης. Ο Μάνεσης, ο Νικολόπουλος και ο Παπαϊωάννου, δηλαδή ο πιανίστας, ο κιθαρίστας και ο τσελίστας της, ήδη έχουν πάρει τις θέσεις τους. Κάθοµαι κι εγώ από κάτω, µόνος στην αχανή παντέρηµη αίθουσα του Μεγάρου, και εκείνη απέναντί µου στο ένα µέτρο µε κοιτάει κατάµατα και µου τραγουδάει πριβέ Γιάννη Αγγελάκα, Μάνο Λοΐζο, Μάνο Χατζιδάκι και Μιχάλη ∆έλτα.

Documento Newsletter