Ερχόμενη αντιμέτωπη με την πανδημία της Covid-19 η Ευρωπαϊκή Ενωση αποκαθήλωσε τοτέμ που φάνταζαν ιερά και απαραβίαστα. Ωστόσο η ενδοευρωπαϊκή σύγκρουση στη Σύνοδο Κορυφής κάθε άλλο παρά αναίμακτη ήταν με αποτέλεσμα να σημειωθούν πολύ σοβαρές υποχωρήσεις.
Προφανώς η ομάδα των τεσσάρων φειδωλών (Αυστρία, Δανία, Ολλανδία, Σουηδία) κατάφερε να ορθώσει σοβαρά αναχώματα αποσπώντας ταυτόχρονα για τα μέλη της προνομιακές μειώσεις των ποσών που συνεισφέρουν στην ΕΕ, θυμίζοντάς μας την εποχή των British rebates και το μπούλινγκ της Θάτσερ στην ΕΕ. Ανέτρεψαν δραστικά την αναλογία επιχορηγήσεων – δανείων από 2:1 σε 1,08:1. Κατακρεούργησαν μια σειρά από σημαντικές κοινοτικές παρεμβάσεις όπως το πολύ χρήσιμο για την Ελλάδα πρόγραμμα του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, που θα βοηθούσε την προσαρμογή της χώρας στη μεταλιγνιτική εποχή.
Οι πόροι του συγκεκριμένου ταμείου μειώθηκαν δραστικά από τα 30 στα 10 δισ. ευρώ χωρίς ο Ελληνας πρωθυπουργός να πει κουβέντα, σε αντίθεση με τον Πολωνό ομόλογό του ο οποίος εξασφάλισε πόρους από το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης, ενώ είναι ο μόνος που δεν έχει καν υπογράψει την ευρωπαϊκή συμφωνία για μηδενικούς ρύπους άνθρακα το 2050: ο ρυπαίνων αμείβεται. Το πρόγραμμα Horizon για την έρευνα και την καινοτομία κατακρημνίστηκε από τα 13,5 στα 5 δισ. ευρώ, το InvestEU από τα 30,3 πήγε στα 5,6 δισ. ευρώ, ενώ κατεδαφίστηκε ολοσχερώς το πρόγραμμα για την υγεία EU4Health (!) ύψους 7,7 δισ., όπως και το χρηματοδοτικό εργαλείο SSI ύψους 26 δισ. ευρώ που θα βοηθούσε τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων που επλήγησαν από την Covid-19.
Το μπλοκ των φειδωλών κατάφερε δύο στόχους: αφενός να κάνει το πρόγραμμα λιγότερο ελκυστικό αλλά και λιγότερο ρηξικέλευθο, αυξάνοντας το μερίδιο των δανείων εις βάρος των επιχορηγήσεων, αφετέρου να αφαιρέσει από την Κομισιόν ζωτικό προγραμματικό χώρο μειώνοντας το μερίδιο των προγραμμάτων της στο συνολικό πρόγραμμα, τονίζοντας έτσι τον έκτακτο και προσωρινό χαρακτήρα της καινοφανούς αυτής παρέμβασης.
Παρά όμως αυτές τις σοβαρές απώλειες, το Ταμείο Ανάκαμψης αδιαμφισβήτητα αποτελεί έναν Ρουβίκωνα που η ΕΕ διάβηκε για πρώτη φορά στα χρονικά της. Καταγράφονται τρεις σημαντικές εξελίξεις που θα ήταν επιπόλαιο να υποτιμήσουμε.
Πρώτον, η «σιδηρά» οροφή που δεν επέτρεπε στις δαπάνες του κοινοτικού προϋπολογισμού να υπερβούν το 1,2% του συνολικού ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος της ΕΕ δεν θα υφίσταται για τα επόμενα χρόνια. Δεν είναι βέβαια μόνιμο, αλλά δεν είναι και βραχυπρόθεσμο.
Δεύτερον, με το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο (ΠΔΠ) 20212027 εισάγεται μια πρωτοφανής διάκριση για την ΕΕ. Εως τώρα ο κοινοτικός προϋπολογισμός που ποτέ δεν ξεπέρασε την οροφή του 1,2% τώρα ανυψώνεται σημαντικά στο 2%. Αυτό σημαίνει ότι για πρώτη φορά η ΕΕ αποδέχεται την κατάρτιση ελλειμματικών προϋπολογισμών ως μέσο αντιμετώπισης της κρίσης. Φυσικά δεν το λέει, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα έστω και για την καχεκτική δημοσιονομία που χαρακτηρίζει τον χωλό κοινοτικό προϋπολογισμό μιας Ενωσης που, αν και είναι νομισματική, καλείται να λύσει τα προβλήματα που θα έλυνε μια δημοσιονομική ένωση.
Τρίτον, η ΕΕ θα χρηματοδοτήσει αυτό το έλλειμμα μεταξύ εσόδων και δαπανών χρησιμοποιώντας το ύστατο χαρτί που έχει στα χέρια του ο κάθε δημόσιος δανειολήπτης της νεωτερικότητας, δηλαδή τον δανεισμό με εγγύηση τα θεσμοθετημένα έσοδα.
Ταυτόχρονα εγκαταλείπεται το δόγμα της μη αμοιβαιοποίησης του χρέους καθώς η ΕΕ θα δανειστεί για λογαριασμό των κρατών-μελών. Πέραν των δανείων που θα μεταβιβαστούν ως επιχορηγήσεις στις εθνικές οικονομίες (390 δισ.), ένα άλλο μέρος τους (360 δισ.) θα χορηγηθεί με τη μορφή δανείων. Το μέρος αυτό που θα δανειστεί η ΕΕ για λογαριασμό των κρατών-μελών θα τους το δανείσει με τους ίδιους ακριβώς όρους που το δανείστηκε η ίδια: με το ίδιο κουπόνι στο ομόλογο, με την ίδια ονομαστική αξία και την ίδια ωρίμανση. Η ΕΕ δεν γίνεται δανειστής ύστατης καταφυγής, αλλά σαφώς γίνεται δανειστής έκτακτης ανάγκης.
Ομως την ώρα που αρκετά τοτέμ καθηλώνονται στην ΕΕ η ελληνική κυβέρνηση έχει βάλει την κοινωνία στην κατάψυξη περιμένοντας τα χρήματα που θα αρχίσει να στέλνει η ΕΕ το 2021. Με το ΑΕΠ να εμφανίζει υποχώρηση ήδη από το δ΄ τρίμηνο του 2019, με τις πολύ δυσοίωνες προβλέψεις της Κομισιόν για το 2020 και το 2021 και με τα στοιχεία να είναι απογοητευτικά στο μέτωπο της απασχόλησης, η κυβέρνηση έχει περιπέσει σε απόλυτη αμεριμνησία. Ηδη έκλεισε σχεδόν ερμητικά το παράθυρο ευκαιρίας που είχε για εμπροσθοβαρείς παρεμβάσεις. Το βασικό περίγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης ήταν ήδη γνωστό από τον Απρίλιο. Ομως η εργατικότητα και η αποτελεσματικότητα δεν ήταν ποτέ προσόντα των αργόσχολων τάξεων. Εκτός και αν η προσπάθεια πρόκειται να καταβληθεί υπέρ των ίδιων των αργόσχολων τάξεων. Οι οποίες όμως έχουν πάντα την πολυτέλεια να μπορούν να περιμένουν την έλευση της «κατάλληλης» στιγμής. Εως τότε η κοινωνία θα σκληραγωγείται «παίρνοντας κάμψεις» καθώς οξύνονται και τα ελληνοτουρκικά, για τα οποία η ελληνική κυβέρνηση δεν θεώρησε σκόπιμο να ενοχλήσει τη θυελλώδη αυτή Σύνοδο Κορυφής.
*Ο Ηλίας Γεωργαντάς είναι αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης, τέως γενικός γραμματέας υπουργείου Παιδείας