Ταϊβάν: Το Στενό της έντασης

Η αλλαγή στη στρατηγική των ΗΠΑ και η μετατόπιση της προσοχής τους από τη Μέση Ανατολή στη νοτιανατολική Ασία έχει αυξήσει αισθητά την ένταση στις ήδη τεταμένες σχέσεις της Κίνας και των ΗΠΑ.

Επίκεντρο του ενδιαφέροντος την περασμένη εβδομάδα ήταν το νησί της Ταϊβάν και κυρίως το Στενό που τη χωρίζει από την ενδοχώρα της Κίνας.

Για αιώνες το Στενό της Ταϊβάν ήταν σημαντικό για τις κατά καιρούς υπερδυνάμεις. Η ντροπιαστική ήττα και παραχώρηση του νησιού στους Ιάπωνες το 1895 κατέστησε την επιστροφή του νησιού στην Κίνα εθνικό απωθημένο.

Οι ΗΠΑ και η Κίνα διαγκωνίζονται για το νησί σε μια περιοχή κρίσιμη για σημαντικό ποσοστό του παγκόσμιου εμπορίου. Το ίδιο το νησί είναι σημαντικός παραγωγός ημιαγωγών, στοιχείου σημαντικού στη βιομηχανία. Ενδεχόμενη σύγκρουση μεταξύ της Κίνας και των ΗΠΑ αυξάνει την ανησυχία των αναλυτών για τη σταθερότητα της περιοχής.

Πώς φτάσαμε εδώ

Η αρχή έγινε με τη στρατιωτική συμφωνία AUKUS μεταξύ της Αυστραλίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και των ΗΠΑ στα μέσα Σεπτεμβρίου. Σκοπός της ήταν η στρατιωτική αναβάθμιση της Αυστραλίας ώστε να παίζει εξισορροπητικό ρόλο στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού στην αντιλαμβανόμενη απειλή της Κίνας.

Οι ΗΠΑ στέλνουν αρκετά συχνά πολεμικά σκάφη στο Στενό για να κάνουν διέλευση, προκαλώντας τις αντιδράσεις της Κίνας που θεωρεί τη θαλάσσια περιοχή χωρικά της ύδατα καθώς ακολουθεί την πολιτική της «μίας Κίνας», σύμφωνα με την οποία η Ταϊβάν είναι μέρος της με διαφορετικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα. Ομως στα τέλη Σεπτεμβρίου πέρασε από το στενό βρετανική φρεγάτα για πρώτη φορά από το 2019. Νωρίτερα τον ίδιο μήνα ο Τόνι Ράντακιν, ναύαρχος στο ναυτικό της Βρετανίας, δήλωσε στον ιστότοπο Nikkei Asia ότι είναι «σαφές ότι το Στενό της Ταϊβάν είναι διεθνή ύδατα, είναι μια πλωτή οδός που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από διαφορετικές χώρες».

Προφανώς το περιστατικό ήρθε ως συνέπεια της συμφωνίας AUKUS καθώς και της συνεχιζόμενης προσπάθειας της Δύσης να ενισχύσει την Ταϊβάν, η οποία ισχυρίζεται ότι είναι ανεξάρτητη, δημοκρατική χώρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο πλαίσιο της επικοινωνιακής υποστήριξης του αμερικανικού παράγοντα το περιοδικό «Foreign Affairs» φιλοξένησε την περασμένη εβδομάδα άρθρο της προέδρου της Ταϊβάν Τσάι Ινγκ-γουέν για τον αγώνα της δημοκρατίας στη χώρα. Επισημαίνει ότι οι δυτικές χώρες «πρέπει να θυμούνται ότι αν πέσει η Ταϊβάν, οι συνέπειες θα ήταν καταστροφικές για την περιφερειακή ειρήνη και το σύστημα δημοκρατικής συμμαχίας».

Στο πλαίσιο αυτό της αμερικανικής στήριξης η εφημερίδα «Wall Street Journal» αποκάλυψε ότι εδώ και τουλάχιστον ένα χρόνο υπάρχει στη νήσο μια μικρή ομάδα επίλεκτων στρατιωτικών που εκπαιδεύουν τα στρατεύματα της Ταϊβάν, ενώ οι ΗΠΑ έχουν σχέδιο πώλησης εξοπλισμών ύψους $750 εκατ. Παράλληλα, ο αρχηγός της CIA Ουίλιαμ Μπερνς είπε ότι συστήνει μια οργάνωση μες στην υπηρεσία που θα ασχολείται αποκλειστικά με την Κίνα. Η κίνηση έρχεται σε μια γενικότερη στροφή της υπηρεσίας προς τη συλλογή πληροφοριών για την Κίνα.

Η Κίνα απάντησε με παραπάνω από 500 πτήσεις στην αρχή της εβδομάδας πάνω από αυτό που θεωρεί δικό της έδαφος. H εφημερίδα-φερέφωνο του Πεκίνου «Global Times» σε εντιτόριαλ την περασμένη Δευτέρα έγραψε ότι «ο πόλεμος είναι υπαρκτός» και ότι η προσπάθεια των ΗΠΑ να χρησιμοποιήσουν την Ταϊβάν ως προκεχωρημένο φυλάκιο για την ανάσχεση της Κίνας και την απόσχιση της Ταϊβάν δεν θα γίνει ανεκτή από το Πεκίνο, προειδοποιώντας τες «να μην παίζουν με τη φωτιά».

Αποκορύφωμα της έντασης ήταν η σύγκρουση του αμερικανικού πυρηνικού υποβρυχίου «USS Connecticut» την Παρασκευή σε διεθνή ύδατα της Νότιας Σινικής Θάλασσας με «άγνωστο αντικείμενο». Το «USS Connecticut» επιχειρούσε σε μια από τις πιο αμφισβητούμενες περιοχές στον κόσμο. Η Κίνα διεκδικεί το μεγαλύτερο μέρος της Θάλασσας της Νότιας Κίνας, αλλά οι γύρω χώρες και οι ΗΠΑ διαφωνούν.

Η Κίνα διεκδικεί ως χωρικά της ύδατα την πλειονότητα της περιοχής, προσπαθώντας να περάσει μια αμφιλεγόμενη νομική ερμηνεία για την ΑΟΖ ως χωρικά ύδατα. Οι Φιλιππίνες, το Μπρουνέι, η Μαλαισία, η Ταϊβάν και το Βιετνάμ αμφισβητούν τον ισχυρισμό της για σχεδόν όλη τη θάλασσα εδώ και δεκαετίες, αλλά η ένταση αυξάνεται σταθερά τα τελευταία χρόνια. Οι ΗΠΑ υποστηρίζουν πολλές από αυτές τις χώρες σε αυτή την εδαφική διαμάχη.

Η Κίνα στην προσπάθειά της να καθιερώσει την παρουσία της στην περιοχή έχει οχυρώσει κοραλλιογενείς υφάλους, μετατρέποντάς τους σε στρατιωτικές βάσεις με αεροδρόμια και λιμάνια.

Προσπάθειες προσέγγισης

Παρ’ όλα αυτά, οι δυο χώρες δείχνουν σημάδια προσέγγισης. Παρά τη συνέχιση της έντασης με την Κίνα που ξεκίνησε ο προκάτοχός του με τις οικονομικές κυρώσεις, ο πρόεδρος Μπάιντεν φαίνεται να θέλει να βρει κοινό έδαφος με το Πεκίνο σε ορισμένα ζητήματα.

Σε συνάντηση κεκλεισμένων των θυρών την Τετάρτη στη Ζυρίχη διπλωματικές αντιπροσωπείες των δύο χωρών συμφώνησαν να διεξαχθεί μια διαδικτυακή συνάντηση κορυφής μεταξύ του Μπάιντεν και του Σι Τζινπίνγκ μέχρι το τέλος του έτους. Οι διαφορές τους σε άλλα ζητήματα εκτιμάται ότι δεν θα σταθούν εμπόδιο σε μια συμφωνία για την κλιματική αλλαγή.

Ετικέτες