«Τα χρονικά του Άρη»: Επανακυκλοφορεί το εμβληματικό βιβλίο του Ρέι Μπράντμπερι

Photo Credit: Nasa

Επανακυκλοφορεί το αριστούργημα του Ρέι Μπράντμπερι «Τα χρονικά του Άρη» από τις εκδόσεις Άγρα σε μετάφραση του Δημήτρη Αρβανίτη και με πρόλογο του Χόρχε Λουίς Μπόρχες.

Το προφητικό βιβλίο του Μπράντμπερι, που τοποθετούσε την εποίκηση του Άρη το 2036, επανακυκλοφορεί σε μια στιγμή που συζητιούνται επιτακτικά οι επιστημονικές αποστολές καθώς και οργανωμένα διαπλανητικά ταξίδια στον Άρη ήδη από το 2026.

Ο πλανήτης Άρης του Μπράντμπερι είναι τόπος ελπίδας, ονείρων και ποιητικής μεταφοράς –κρυστάλλινες κολόνες και απολιθωμένες θάλασσες–, όπου ένα λεπτό πέπλο σκόνης καλύπτει τις μεγάλες άδειες πόλεις ενός σιωπηρά κατεστραμμένου πολιτισμού. Αυτόν τον τόπο λοιπόν έρχονται οι εισβολείς από τη Γη να τον λαφυραγωγήσουν και να τον εμπορευματοποιήσουν, να τον αναπτύξουν και να τον μάθουν, φέρνοντας μαζί τους τους πανάρχαιους φόβους τους και τις πιο μύχιες επιθυμίες τους. Πρώτα σε μικρές ομάδες και έπειτα σαν χείμαρρος που ορμά από έναν κόσμο στα πρόθυρα της καταστροφής προς μια υπόσχεση για το αύριο.

Ο άνθρωπος της Γης κατακτά τον Άρη… και κατακτιέται με τη σειρά του από τον Κόκκινο Πλανήτη. Ο παράξενος νέος κόσμος με την αρχαία ετοιμοθάνατη φυλή και τις αχανείς χρυσοκόκκινες ερήμους τον μάγεψαν, εισχώρησαν στα όνειρά του και τον άλλαξαν δια παντός.

Τα Χρονικά του Άρη είναι ένα κλασικό έργο της λογοτεχνίας του 20ού αιώνα· η δύναμη και η φαντασία του δεν έχουν σβήσει με την πάροδο του χρόνου. Μέσα από αλληλένδετες, σε χρονολογική σειρά ιστορίες, ένας πραγματικός δεξιοτέχνης στην αφήγηση μας αιχμαλωτίζει, μας τέρπει και μας προκαλεί να αναμετρηθούμε με το όραμα και την καρδιά του – αφήνοντας το κουράγιο μας, την αδυναμία μας, την επιπολαιότητα και την οδυνηρή ανθρωπιά μας εκτεθειμένες στο λαμπρό αστρικό φως, σε έναν παράξενο και συναρπαστικό κόσμο όπου η «ανθρωπιά” περισσεύει.

Ακολουθεί σχόλιο του Χόρχε Λουίς Μπόρχες για το βιβλίο:

Το Somnium Astronomicum, προεξοφλώντας εξ ορισμού ένα εφικτό ή πιθανό μέλλον, προετοιμάζει, αν δεν απατώμαι, το νέο αφηγηματικό είδος που οι Βορειοαμερικανοί αποκαλούν science fiction ή επιστημονική φαντασία, θαυμάσιο παράδειγμα της οποίας αποτελούν τα εν λόγω Χρονικά του Άρη. Θέμα τους είναι η κατάκτηση και ο εποικισμός του πλανήτη. Αυτή η επίπονη επιχείρηση των ανθρώπων του μέλλοντος μοιάζει να επεκτείνεται σε μακρινή εποχή, αλλά ο Ρέι Μπράντμπερι προτίμησε (ασυνείδητα, ίσως, και μέσω μυστικής έμπνευσης της ιδιοφυΐας του) έναν ελεγειακό τόνο.

Οι Αρειανοί, οι οποίοι στην αρχή του βιβλίου είναι απαίσιοι, αξιώνονται την ευσπλαχνία του όταν θα φτάσουν στο χείλος της εκμηδένισης. Μπορεί να νικούν οι άνθρωποι, αλλά ο συγγραφέας δεν θριαμβολογεί για τη νίκη τους. Αναγγέλλει με λύπη και απογοήτευση τη μέλλουσα επέκταση της ανθρωπότητας στον κόκκινο πλανήτη – που μας τον αποκαλύπτει σαν μια έρημο από θαμπή γαλαζωπή άμμο, με ερείπια από ζατρικιώδεις πολιτείες, κίτρινα δειλινά και παμπάλαια πλοία που επιπλέουν στην άμμο. […]

Πώς αυτός ο άνθρωπος από το Ιλινόι, αναρωτήθηκα κλείνοντας τις σελίδες του βιβλίου του, κατάφερε ώστε τα επεισόδια της κατάκτησης ενός άλλου πλανήτη να με γεμίσουν τρόμο και μοναξιά; Πώς έγινε αυτά τα αποκυήματα της φαντασίας να με αγγίξουν, και μάλιστα σε τόσο βάθος ; […]

Γύρω στο 1909, στο σύθαμπο ενός απέραντου σπιτιού που δεν υπάρχει πια, διάβασα συνεπαρμένος από αγωνία το «Οι πρώτοι άνθρωποι στη Σελήνη» του Ουέλς. Χάρη σ’ αυτά τα Χρονικά, τελείως διαφορετικής σύλληψης και κατασκευής, μου δόθηκε να ξαναζήσω, τις τελευταίες φθινοπωρινές μέρες του 1954, εκείνους τους υπέροχους τρόμους.

Ξαναδιαβάζω με αναπάντεχο θαυμασμό τις «Αλλόκοτες ιστορίες» (1840) του Πόου, σημαντικότερες μάλλον ως σύνολο παρά μία προς μία χωριστά. Ο Μπράντμπερι είναι κληρονόμος της αχανούς φαντασίας του δασκάλου, όχι όμως και του κραυγαλέου και κάποτε φοβερού ύφους του.

Ο Ρέι Μπράντμπερι περιγράφει πώς γράφτηκαν τα «Χρονικά του Άρη»

«Μη μου πεις τί κάνω· δεν θέλω να ξέρω !» Δεν είναι δικά μου λόγια αυτά. Τα είπε ο φίλος μου ο Φεντερίκο Φελίνι, ο Ιταλός σκηνοθέτης. Καθώς κινηματογραφούσε τα σενάριά του, τη μια σκηνή μετά την άλλη, αρνιόταν να δει αυτά που είχε καταγράψει η κάμερα και είχαν τυπωθεί στο εργαστήριο στο τέλος κάθε μέρας. Ήθελε να παραμένουν οι σκηνές του μυστηριώδεις provocateurs, προκλήσεις που θα τον δελεάζουν να συνεχίσει.

Αυτό συνέβαινε και με τα διηγήματά μου, τα θεατρικά και τα ποιήματά μου, στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Αυτό συνέβη και με τα «Χρονικά του Άρη», που τα ξεκίνησα στα χρόνια πριν από το γάμο μου το 1947, για να τα τελειώσω το καλοκαίρι του 1949, με μια σειρά διηγήματα που τα έγραφα το ένα μετά το άλλο και το καθένα τους ήταν μια έκπληξη ακόμα και για μένα. Αυτό που ξεκίνησε σαν ένα περιστασιακό διήγημα ή κάποιου είδους «θεατρικός μονόλογος» σχετικά με τον Κόκκινο Πλανήτη κατέληξε σε μια έκρηξη, σαν ρόδι που σκάει, τον Ιούλιο και τον Αύγουστο εκείνου του χρόνου, όταν ορμούσα στη γραφομηχανή μου κάθε πρωί για ν’ ανακαλύψω ποιό θαυμαστό καινούργιο πράγμα ήταν πρόθυμη να μου προσφέρει η Μούσα μου. […]

Τότε συνέβη ένα ευτυχές γεγονός. Ο Νόρμαν Κόρουιν, ο μεγαλύτερος σεναριογράφος-σκηνοθέτης του ραδιοφώνου, επέμενε να επισκεφτώ τη Νέα Υόρκη για να με «ανακαλύψουν». Υποκύπτοντας στις πιέσεις του, πήρα το λεωφορείο για το Μανχάταν, έμεινα σε έναν θλιβερό ξενώνα της ΧΑΝ, και συνάντησα τον Ουόλτερ Μπράντμπερι, καμία συγγένεια, τον καλό επιμελητή της Doubleday, ο οποίος υπαινίχθηκε πως ίσως να είχα υφάνει ένα αόρατο υφαντό. Όλες αυτές τις ιστορίες του Άρη, πρότεινε, δεν μπορείς να τις πιάσεις μαζί, να τις συρράψεις στα Χρονικά του Άρη;

«Ω Θεέ μου », ψιθύρισα. «Ουάινσμπεργκ, Οχάιο!»
«Τί;» είπε ο Ουόλτερ Μπράντμπερι.
Την επόμενη μέρα έδωσα το προσχέδιο των Χρονικών στον Ουόλτερ Μπράντμπερι, μαζί με την ιδέα για τον Εικονογραφημένο άνθρωπο. Πήρα το τρένο της επιστροφής με μια επιταγή χιλίων πεντακοσίων δολαρίων στο πορτοφόλι μου, που μου πλήρωσε το νοίκι (τριάντα δολάρια το μήνα) για δύο χρόνια και τη γέννα της πρώτης μας κόρης.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Ρέι Μπράντμπερι γεννήθηκε στο Ουωκίγκαν του Ιλινόι το 1920. Η οικογένειά του μετακόμισε στο Τουσόν στην Αριζόνα και το 1934 εγκαταστάθηκε στο Λος Άντζελες, όπου ο Ρέι τελείωσε το γυμνάσιο. Μια και δεν μπορούσε να συνεχίσει τις σπουδές του για οικονομικούς λόγους, πουλούσε εφημερίδες για να ζήσει και συνέχισε μια συνήθεια από το Ιλλινόι για τη μόρφωσή του : επισκεπτόταν τις δημόσιες βιβλιοθήκες.

Ο Μπράντμπερι έγραφε από πολύ νεαρή ηλικία και είκοσι ετών είδε την πρώτη του ιστορία να δημοσιεύεται στο περιοδικό Weird Tales. Έκτοτε δημοσιεύτηκαν περίπου 500 διηγήματα, μυθιστορήματα, θεατρικά έργα και ποιήματά του. Τα περισσότερα από τα βιβλία που τον έκαναν διάσημο, όπως «Τα χρονικά του Άρη» (The Martian Chronicles, 1950), «Ο εικονογραφημένος άνθρωπος» (The Illustrated Man, 1952), «Κρασί από πικραλίδα» (Dandelion Wine, 1957), «Κάτι κολασμένο έρχεται προς τα δω» (Something Wicked This Way Comes, 1962) και βέβαια το «Φαρενάιτ 451», είχαν τη φόρμα του μυθιστορήματος.

Για αρκετά χρόνια συνεργάστηκε στο σενάριο τηλεοπτικών εκπομπών «Ο Άλφρεντ Χίτσκοκ παρουσιάζει» (Alfred Hitchcock Presents) και «Η ζώνη του λυκόφωτος» (The Twilight Zone), ενώ το 1953 υπέγραψε το σενάριο για την κινηματογραφική διασκευή του Μόμπυ Ντικ από τον Τζων Χιούστον. Ανέβασε ο ίδιος στη σκηνή δύο από τα θεατρικά του έργα, έγραψε δύο μιούζικαλ, δύο καντάτες διαστημικής θεματολογίας, σε συνεργασία με τον Lalo Schifrin και τον Jerry Goldsmith, και συνεργάστηκε σε μια ταινία κινουμένων σχεδίων, με τίτλο Icarus Montgolfier Wright, η οποία προτάθηκε για Όσκαρ το 1962.

Το 1963 ήταν σύμβουλος για την κατασκευή του περιπτέρου των ΗΠΑ στη Διεθνή Έκθεση της Νέας Υόρκης, ενώ παρείχε συμβουλές κατά την ανέγερση του Disney World και σε άλλα πολεοδομικά έργα. Σε μια από τις προσσεληνώσεις πληρώματος του Apollo, οι αστροναύτες βάφτισαν έναν από τους κρατήρες της Σελήνης Dandelion, προς τιμήν του μυθιστορήματος Dandelion Wine. Το Something Wicked This Way Comes μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη και η σειρά του Ray Bradbury Theater για την καλωδιακή τηλεόραση έλαβε επτά βραβεία. Το «Φαρενάιτ 451» γυρίστηκε ταινία από τον Francois Truffaut το 1966.

Παντρεμένος από το 1946 με τη Marguerite, την οποία γνώρισε σε ένα βιβλιοπωλείο, έζησε μαζί της έως το θάνατό της, το 2003, και από το γάμο τους απέκτησαν τέσσερις κόρες. Ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, το 1999, τον καθήλωσε σε αναπηρικό καροτσάκι.

Τιμήθηκε με διάφορες διακρίσεις, μεταξύ άλλων και από την αμερικανική και τη γαλλική κυβέρνηση, ενώ το 2000 του απένειμε μετάλλιο το Εθνικό Ίδρυμα Βιβλίων της Αμερικής για την εξέχουσα συνεισφορά του στην αμερικανική λογοτεχνία. Υποστήριξε με πάθος σε όλη του τη ζωή το θεσμό των ανοιχτών δημόσιων βιβλιοθηκών ως παράγοντα μόρφωσης όλων των ανθρώπων. Πέθανε στο Λος Άντζελες στις 5 Ιουνίου 2012, σε ηλικία 91 ετών, κατά τη διέλευση της Αφροδίτης από τη Γη.

Στις Εκδόσεις Άγρα κυκλοφορούν επίσης τα βιβλία του: «Φαρενάιτ 451» και «Πέθανε ο σκύλος, κατά τ’ άλλα όλα καλά», ενώ θα κυκλοφορήσει σύντομα «Ο εικονογραφημένος άνθρωπος», και τα τρία σε μετάφραση του Βασίλη Δουβίτσα.

Ετικέτες