Εδώ και μια εβδομάδα η Βρετανία βιώνει πρωτοφανείς καταστάσεις στην οικονομία της, αφού η ανακοίνωση της κατάργησης των φόρων στα υψηλά εισοδήματα προκάλεσε ένα ντόμινο αντιδράσεων στις αγορές χρηματοοικονομικών προϊόντων. Η οικονομική πολιτική της νέας πρωθυπουργού Λιζ Τρας, τα λεγόμενα Trussonomics, έχουν ελκύσει την κριτική από μεγάλους οργανισμούς του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος, όπως το ΔΝΤ και ο οίκος αξιολόγησης Moody’s. Μετά από όλο το σάλο, η Τρας αυτή την Πέμπτη θα κάνει έναν επικοινωνιακό μαραθώνιο σε 24 περιφερειακούς ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς ώστε να πείσει τους πολίτες ότι η πολιτική της είναι στέρεη, ενώ παράλληλα αρνείται εκκλήσεις να απολύσει τον υπουργό Οικονομικών, Κουάζι Κουαρτένγκ. Παράλληλα, η Τράπεζα της Αγγλίας παρενέβη στην αγορά ομολόγων για να συγκρατήσει την άνοδο των επιτοκίων των βρετανικών ομολόγων, που επηρεάζουν και τα επενδυτικά ταμεία που έχουν ως κεφάλαιο τις συντάξεις των πολιτών, ενώ υποσχέθηκε να χαλιναγωγήσει τον πληθωρισμό και να συγκρατήσει την πτώση της αξίας της λίρας στερλίνας.
Στο χάος αυτό μπορεί κανείς να διακρίνει τους σπασμούς μιας άκρως φιλελευθεροποιημένης οικονομίας που τίθεται σε διόρθωση τιμών μετά από μια εποχή «παχιών αγελάδων» για τα εταιρικά αλλά και τα χρηματοοικονομικά κέρδη. Σε μια κατάσταση που χρειάζεται να τονωθεί η αγοραστική δύναμη των πλατιών μαζών της βρετανικής κοινωνίας, το οικονομικό επιτελείο της βρετανικής κυβέρνησης, μέσα στην ιδεοληπτική αγκύλωση που το χαρακτηρίζει, φροντίζει να κάνει το ακριβώς αντίθετο, ενώ η λαϊκίστικη στροφή, που έχει κάνει το πολιτικό κατεστημένο των Συντηρητικών από την εποχή του Τζόνσον στο τιμόνι, φαίνεται να έχει βάλει τη χώρα σε τροχιά καταστρεπτικών για την οικονομία επιλογών, ώστε να ικανοποιήσει το σοβινιστικό αίσθημα των δεξιών ψηφοφόρων.
Ιδεοληπτική προσέγγιση
Ο καθηγητής οικονομικών στο πανεπιστήμιο του Μπρίστολ, Στιούαρτ Λάνσλεϊ, γράφει στο blog της Σχολής Οικονομικών του Λονδίνου (London School of Economics – LSE) ότι η Τρας απεκδύθηκε το ιμάτιο της ντροπής, που φορούσαν οι προκάτοχοί της και ανακοίνωσε μέτρα, όπως η κατάργηση του φόρου 45% στα υψηλά εισοδήματα και η κατάργηση του περιορισμού των μπόνους των τραπεζιτών, που ευνοούν ξεκάθαρα τους πολύ πλούσιους.
Σύμφωνα με τον Λάνσλεϊ «το εισοδηματικό χάσμα πλούτου πρόκειται να συνεχίσει να διευρύνεται, με την εξαιρετικά αμφισβητήσιμη υπόθεση ότι οι πλούσιοι κάνουν πολύ μεγαλύτερες οικονομικές και κοινωνικές συνεισφορές από άλλους». Αυτή η αντίληψη της οικονομικής διαχείρισης, που έχει τον εύηχο τίτλο trickle-down economics, έχει ως πυρήνα της την άποψη ότι τα οφέλη στην κορυφή της οικονομίας θα έχουν ευεργετικά αποτελέσματα κάθετα προς τη βάση της.
Βέβαια, αυτή η αντίληψη –που λανθασμένα της αποδίδεται η ιδιότητα της θεωρίας- δοκιμάστηκε επί Ρίγκαν και Θάτσερ, χωρίς ιδιαίτερα ενθαρρυντικά αποτελέσματα για τους πολλούς. Ακόμα και ο Τζο Μπάιντεν έχει εκφραστεί αρνητικά για την αντίληψη αυτή της βρετανίδας πρωθυπουργού.
Διόρθωση των τιμών
Είναι αλήθεια ότι μέσα στην κρίση που επέφερε η πανδημία, η δημόσια επέμβαση στην αγορά λειτούργησε σωτήρια για την οικονομία και την κοινωνία. Όμως, όπως όλα τα καλά, η σχεδόν κεϋνσιανιστική προσέγγιση στην αντιμετώπιση της κρίσης κάποτε έπρεπε να τελειώσει. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα στη Βρετανία είναι οι αξίες των ακινήτων, οι οποίες εκτιμάται ότι θα πέσουν έως και 15% τους επόμενος μήνες. Όμως και στην ηπειρωτική Ευρώπη η κατάσταση δεν διαφέρει πολύ. Εκκλήσεις για χαλιναγώγηση του δημόσιου χρέους ακούγονται σε όλη την Ευρώπη, η αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ καθώς και η ανησυχία από την Κομισιόν, έχουν δώσει ήδη το μήνυμα ότι το φθηνό χρήμα για όλους θα αρχίσει να εκλείπει.
Αυτό σημαίνει ότι οι αξίες σε περιουσιακά στοιχεία, άυλα και υλικά, που διατηρήθηκαν ψηλά λόγω της παρέμβασης του κράτους θα «διορθωθούν» προς τα κάτω, για να βρουν μια σχετική ισορροπία γύρω από το σημείο που η αγορά θεωρεί βάσιμο. Αυτό, όπως είναι φυσικό θα επιφέρει κοινωνικό πόνο, καθώς η απώλεια των δημόσιων εσόδων και η διοχέτευση πόρων σε πεδία διαφορετικά από εκείνα της κοινωνικής πολιτικής θα έχει αντίκτυπο στις επιδοματικές πολιτικές που στήριζαν όλο αυτό το διάστημα τα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα.
Το επιτελείο της Τρας πιστεύει και επιμένει να στηρίζει την πολιτική της, παρά τον κοινωνικό πόνο που θα προκαλέσει, καθώς είναι ιδεολογικά αντίθετη με την απλόχερη διάθεση φθηνού χρήματος στην αγορά που φουσκώνει τις τιμές. Δεν είναι τυχαίο ότι σε μια από τις πιο υποστηρηκτικές εφημερίδες προς την Τρας, την Daily Telegraph, γράφτηκε την Τετάρτη ότι η πρωθυπουργός πρέπει να συνεχίσει την πορεία που χάραξε με τον μίνι-προϋπολογισμό, αφού η σημερινή ευρωστία του οικονομικού συστήματος στηρίζεται σε ένα «προσωπείο» που βασίζεται σε καταπιεσμένα επιτόκια, υπερτιμημένα περιουσιακά στοιχεία και αυξανόμενο δανεισμό και υπερχρέωση, όλα χωρίς να έχουν πραγματική αξία ως αντίκρισμα. Το δημοσίευμα επιχειρεί να εξηγήσει την επερχόμενη ύφεση που αναμένεται να βιώσουν οι περισσότερες χώρες ως αποτέλεσμα της διόρθωσης των τιμών όσο η παγκόσμια οικονομία παλεύει να παραγάγει πραγματική αξία στην οποία να στηρίξει την ανάπτυξή της.
Διαβάστε επίσης:
Ισραήλ: Τη μεταφορά της βρετανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ σκέφτεται η Τρας