Η παρρησία του Μάνου Χατζιδάκι

Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε εκ νέου ο τόμος με τα πεντάλεπτα σχόλια του Μάνου Χατζιδάκι στο Τρίτο Πρόγραμμα.

Όταν το 1978 ο Μάνος Χατζιδάκις άρχισε τα πεντάλεπτα σχόλια στο Τρίτο Πρόγραμμα της ελληνικής ραδιοφωνίας δεν είχε κατασταλάξει ούτε στο ύφος της γραφής ούτε στους στόχους του. Αυτό που ήξερε με σιγουριά ήταν ότι ήθελε να μιλήσει για όσα έβλεπε γύρω του όχι όμως με τον τρόπο που το έκανε η παραδημοσιογραφία, όπως εξηγεί ο ίδιος στον πρόλογο του βιβλίου «Τα σχόλια του Τρίτου» που επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος. Το ύφος των κειμένων χτίστηκε σταδιακά και τα σχόλια είχαν μεγάλη επιτυχία, καθώς το κοινό ολοένα και μεγάλωνε.

Όπως συνέβη και με τα κείμενα που συγκροτούν τον «Καθρέφτη και το μαχαίρι» μέλημα του Χατζιδάκι δεν ήταν μέσω των σχολίων αυτών να χαϊδέψει αυτιά για να γίνει αρεστός, αλλά να μιλήσει για τον βασιλιά που ήταν γυμνός. Για όσα όλοι έβλεπαν αλλά λίγοι παραδέχονταν και ακόμη λιγότεροι τολμούσαν να θίξουν ανοιχτά. Η ελευθερία ως γνωστόν θέλει αρετή και τόλμη και σπανίως έρχεται χωρίς επακόλουθα. Στην περίπτωση του Χατζιδάκι, η παρρησία κόστισε αποκλεισμό και αντίποινα με πόλεμο λάσπης από μερίδα του Τύπου. Μιλάμε για μια ολόκληρη περίοδο η οποία λειτουργεί έως σήμερα ως παράδειγμα προς αποφυγή για όποιον θέλει να γίνει δημοσιογράφος.

Τα σχόλια αυτά συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά σε μορφή βιβλίου τον Νοέμβριο του 1980. «Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά. […] Από την ώρα που ο Φρανκενστάιν γίνεται στόλισμα νεανικού δωματίου, ο κόσμος προχωράει μαθηματικά στην εκμηδένισή του. Γιατί δεν είναι που σταμάτησε να φοβάται, αλλά γιατί συνήθισε να φοβάται» γράφει ο Χατζιδάκις τον Ιούλιο του 1978.

Τα αποσπάσματα αυτά θα τα συναντήσουμε συχνά στις δεκαετίες που θα ακολουθήσουν. Τα τελευταία χρόνια τα μάθαμε απ’ έξω. Τα είπαμε και τα ξαναείπαμε τη στιγμή που ανακοινώθηκε ότι η Χρυσή Αυγή εισέβαλε στη Βουλή, όταν μάθαμε για τις δολοφονίες του Σαχζάτ Λουκμάν και του Παύλου Φύσσα, τις φορές που είδαμε τάγματα εφόδου της εγκληματικής οργάνωσης να ψάχνουν για πρόσφυγες ακόμη και στην Ερμού, αλλά και όσες φορές έπαιξε το βίντεο με την δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου.

Το βλέμμα του Χατζιδάκι λειτουργεί σαν την κάμερα του Τζίγκα Βερτόφ. Βλέπει το μεγάλο πλάνο ενώ ταυτόχρονα απομονώνει τη λεπτομέρεια. Θέματά του ο φασισμός, η κλασική μουσική, το ρεμπέτικο, τα ωδεία και τα καφωδεία, το χάος της ΕΡΤ (τη χαρακτηρίζει ναό της νεοελληνικής αποτυχίας), το διαχρονικό «σπορ» του διαδρομισμού, η νεολαία της εποχής του, οι πολιτικές παρατάξεις, η πνευματική απελευθέρωση που προσφέρει η τέχνη.

«Η Αθήνα είναι άσχημη πόλις, γιατί την κατοικούν άσχημοι πολίτες, χωρίς παιδεία, χωρίς ντροπή, χωρίς ευθύνη, χωρίς ευαισθησία, συγκεντρωμένοι απ’ όλη την Ελλάδα, όσοι ήσαν άρρωστοι, μισοί, και δεν μπορούσανε να γνωρίσουνε τον κόσμο, μέσ’ απ’ την αγάπη των δικών τους. […] Η Αθήνα αυτή δεν έχει γιατρειά. Μονάχα σαν χαθεί μπορεί να ξαναγεννηθεί». Αυτά έγραφε ο Χατζιδάκις τον Αύγουστο του 1978, για μια πόλη που θα πέθαινε και θα ξαναγεννιόταν δεκάδες φορές τις δεκαετίες που θα ακολουθούσαν.


ΙΝFO
To βιβλίο «Τα σχόλια του Τρίτου» επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ίκαρος