Τα σβησμένα γκράφιτι «μιλούν» ακόμη

Με αφορμή την «εξαφάνιση» της προσωπογραφία του Θόδωρου Αγγελόπουλου από το ΑΠΘ θυμηθήκαμε ανάλογα περιστατικά

«Ξέρεις τι είναι να ξυπνάς το πρωί και ο γκρίζος τοίχος απέναντί σου να έχει χαθεί, να έχει γίνει σκέτο χρώμα; Νιώθεις… Το γκράφιτι δεν είναι μόνο χρώμα, είναι λόγος και στάση ζωής. Οταν βάφεις έναν γκρίζο τοίχο που τον θέλουν γκρίζο, κάνεις μια δήλωση» γράφει ο συγγραφέας Κυριάκος Ιωσηφίδης στο βιβλίο του με τίτλο «Το graffiti στην Ελλάδα (Το χρώμα της πόλης)». Τα λόγια αυτά έρχονται να πλαισιώσουν απόλυτα τις αντιδράσεις που γέννησε το τελευταίο διάστημα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης η «εξαφάνιση» του γκράφιτι που δημιούργησε στο ΑΠΘ ο Γιώργος Κόφτης, το οποίο αναπαριστούσε τον σπουδαίο Θόδωρο Αγγελόπουλο και το οποίο καλύφθηκε τελικά από γκρι μπογιά. Ο ζωγράφος έκανε γνωστή την είδηση μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο Facebook αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «έσβησαν την προσωπογραφία του Αγγελόπουλου που είχα κάνει ένα μήνα πριν. Προφανώς τέτοιου είδους επεμβάσεις είναι παράτυπες. Παρ’ όλα αυτά, το ζήτημα για μένα είναι οι αποφάσεις. Ποια επιλέγεις να κρατήσεις και ποια όχι. Πώς στο κάτω κάτω, ένας οργανισμός που θα μπορούσε να αποθεώνει την ελευθερία, τον νου, τη μελέτη, την ανάγκη για διερεύνηση του κόσμου αλλά και του εαυτού μας καταλήγει μίζερο ίδρυμα που δεν διαφέρει πολύ από την αισθητική της χούντας».

Στο επίκεντρο του κόσμου

Εδώ και πάνω από μία δεκαετία, από τότε δηλαδή που ξέσπασε η καθίζηση της ελληνικής οικονομίας, τα γκράφιτι άρχισαν να πρωταγωνιστούν από τις μεγάλες λεωφόρους και κτίρια μέχρι τα σοκάκια και τις γειτονιές. Η Αθήνα έγινε μια απ’ τις πιο πολύχρωμες πόλεις της Ευρώπης, με τους «New York Times» να τη χαρακτηρίζουν «Μέκκα της street art». Παρ’ όλα αυτά, μπορεί τα γκράφιτι να γέμισαν τα κατεβασμένα ρολά των μαγαζιών που έβαλαν λουκέτο κατά τη διάρκεια της κρίσης, θα ήταν όμως άδικο να θεωρήσουμε ότι η συγκεκριμένη μορφή τέχνης αποτελεί αποκλειστικά έκφραση οργής, χωρίς να προσδώσουμε στο σύνθετο αυτό φαινόμενο την πολιτική πολυπλοκότητα και την πολιτισμική αισθητική της παρέμβασης στο αστικό τοπίο.

Εχει σημασία λοιπόν να δούμε σε τι αποσκοπεί η αφαίρεση ενός γκράφιτι από τον δημόσιο χώρο, χαρακτηρίζοντάς τα κατά καιρούς «μουντζούρες» ή «λεκέδες», τη στιγμή που δεν είναι λίγες οι φορές που μέσω αυτής της τέχνης βρίσκουν συμπαράσταση κάθε λογής καταπιεσμένοι.

Δεν κρύβει το σκοτάδι

Ο άγραφος κανόνας του δρόμου είναι αυτός που ακολουθούν πολλοί street artists και αφορά τη διεκδίκηση του καλύτερου χώρου, της μεγαλύτερης επιφάνειας κ.λπ., με τη μοίρα των γκράφιτι να είναι να σβήνονται από άλλους street artists. Οταν όμως γκράφιτι σβήνονται με θεσμική εντολή καταδεικνύονται ολοφάνερα οι προτεραιότητες που θέτει κάθε αρχή και η αντίληψή της γύρω από το ζήτημα της σύγχρονης τέχνης και τι πραγματικά αυτή εκφράζει.

Ο Wild Drawing είναι απ’ το Μπαλί, ζει όμως εδώ και χρόνια στην Ελλάδα. Ο ίδιος έχει επιμεληθεί μερικά από τα πιο όμορφα και διάσημα γκράφιτι της πόλης, μεταξύ αυτών και την «Κουκουβάγια» που κοσμούσε την εσωτερική σκάλα της κεντρικής βιβλιοθήκης του ΕΜΠ. Κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η «νέα κανονικότητα», όπως ανέφερε ο καλλιτέχνης, επέβαλε να καλυφθεί το εντυπωσιακό έργο με γκρι λαδομπογιά ούτε καν δηλαδή το χρώμα του αρχικού αρχιτεκτονικού σχεδίου.

Την ίδια χρονιά, το 2020, ο Ηλίας Στύλος με το ψευδώνυμο Hayate δημιούργησε στον πίσω τοίχο του 3ου Δημοτικού Σχολείου της Καλαμαριάς ένα γκράφιτι που απεικόνιζε τον Μαραντόνα, ο οποίος φορούσε τη φανέλα την εθνικής Αργεντινής. Παρόλο που το γκράφιτι θεωρήθηκε ένα από τα καλύτερα που έχουν γίνει στον κόσμο για τον μεγάλο ποδοσφαιριστή, η διευθύντρια του σχολείου μαζί με κάποιους γονείς είχαν διαφορετική άποψη θεωρώντας ότι ο Μαραντόνα δεν αποτελεί καλό πρότυπο για τα παιδιά. Ο δήμαρχος Καλαμαριάς χαρακτήρισε το έργο, που καλύπτει έναν τοίχο 8 x 5μ. και που χρειάστηκε ένα κιβώτιο σπρέι για να δημιουργηθεί, αριστούργημα και δεσμεύτηκε ότι θα παραμείνει στη θέση του. Ο καλλιτέχνης, που είχε πάρει άδεια για το συγκεκριμένο έργο, όταν είχε ερωτηθεί τι θα ζωγραφίσει στον συγκεκριμένο τοίχο είχε απαντήσει: «Θα κάνω ένα θεό».

Ενα αστικό σκάνδαλο ξέσπασε το 2015, όταν η ομάδα Icos & Case, γνωστή για τα ασπρόμαυρα γκράφιτί της, κάλυψε μέσα σε μία μόνο νύχτα το κτίριο του Πολυτεχνείου. Το πιο αμφιλεγόμενο street art κομμάτι της ιστορίας δημιουργήθηκε με εξωφρενική ταχύτητα, χωρίς σπρέι, αλλά με ρολό και πλαστικά χρώματα. Ο τότε δήμαρχος της Αθήνας Γιώργος Καμίνης χαρακτήρισε το έργο «απαράδεκτη επέμβαση» και σε συνεργασία με άλλους φορείς το «εξαφάνισαν» λίγες ημέρες μετά.

Ενα μήνα πριν, σε νηπιαγωγείο της Λευκωσίας, ένα γκράφιτι αναπαριστούσε δύο παιδιά του ίδιου φύλου να φιλιούνται, έχοντας για φόντο την πολύχρωμη σημαία των ΛΟΑΤΚΙ+. Οι αντιδράσεις δεν άργησαν να έρθουν, με τους πιο «ψύχραιμους» να μουντζουρώνουν το γκράφιτι και να το αντικαθιστούν με το θρησκευτικό σύμβολο «Ιησούς Χριστός Νικά».

Τέλος, είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι τον Νοέμβριο του 2022 ακροδεξιοί βανδάλισαν το έργο του Noless.one, μια προσωπογραφία της Μάγδας Φύσσα, που έγινε στο πλαίσιο του 1ου Chalandri Street Αrt Festival. Αυτή ίσως είναι και η μεγαλύτερη απόδειξη για τους λόγους που το γκράφιτι οφείλει να βρίσκεται στους δρόμους, δημιουργώντας πολιτικούς κραδασμούς και κοινωνικούς προβληματισμούς, απέναντι στο γκρι που βάφουν για να κρύψουν το σκοτάδι.