Τα «Σεμινάρια Κινηματογράφου με τον Νίκο Σαββάτη» επιστρέφουν με αφιέρωμα στον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ

Τα «Σεμινάρια Κινηματογράφου με τον Νίκο Σαββάτη» επιστρέφουν με αφιέρωμα στον Ζαν-Λυκ Γκοντάρ

Μετά, από δύο χρόνια αναγκαστικής διακοπής εξαιτίας των υγειονομικών μέτρων τα «Σεμινάρια Κινηματογράφου με τον Νίκο Σαββάτη» επιστρέφουν στην Εταιρεία Διαπολιτισμικών Σπουδών.

Από τη δεύτερη Παρασκευή του Νοεμβρίου, στις 19:00 ξεκινάει ένας κύκλος 20 εβδομαδιαίων συναντήσεων με τίτλο «Φιλμική Ανάλυση 1». Όπως θα μας εξηγήσει και στη συζήτηση μας ο θεωρητικός του κινηματογράφου και πρώην καθηγητής στο Θεατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Πατρών (1994-2001), Νίκος Σαββάτης η φιλμική ανάλυση είναι κάτι διαφορετικό από την κριτική κινηματογράφου.

Το δεύτερο σκέλος των σεμιναρίων είναι αφιερωμένο σε έναν σημαντικό κινηματογραφιστή που στις 13 Σεπτεμβρίου έφυγε από τη ζωή αφήνοντας πίσω του ένα σπουδαίο έργο. Ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος του χρωστάει πολλά και για αυτό μέσα από 9 ταινίες -διαμάντια- του παγκόσμιου σινεμά θα γίνει μια προσπάθεια διερεύνησης του έργου του Ζαν-Λυκ-Γκοντάρ. Ο κύκλος των σεμιναρίων θα ολοκληρωθεί με την ανάλυση του «Ζούσε τη ζωή της», ένα από τα σημαντικότερα και πιο αγαπημένα έργα του Γκοντάρ και του γαλλικού Νέου Κύματος, που εξακολουθεί ακόμη και σήμερα να αποτελεί σημείο αναφοράς κάθε νέου κινηματογραφιστή.

Μερικές από τις ταινίες που θα συμμετέχουν στα «Σεμινάρια Κινηματογράφου με τον Νίκο Σαββάτη» είναι «Ο Σημαδεμένος» του Χάουαρντ Χωκς, «Ο Δικτάτορας» του Τσάπλιν, «Τζώνυ Γκιτάρ» του Νίκολας Ρέυ, «Ο Πορτοφολάς» του Μπρεσσόν, «Η ηδονή» του Οφύλς ή «Ο δρόμος της ντροπής» του Μιζογκούτσι. Ταινίες αγαπημένες που μέσα από την τεχνική της φιλμικής ανάλυσης αποκαλύπτουν όχι μόνο τους μηχανισμούς της κινηματογραφικής απόλαυσης, αλλά και συμπυκνώνουν μια καινούργια θεώρηση  της περιπέτειας του κινηματογράφου από το «σινεμά του είδους» στο «σινεμά του δημιουργού».

Συζήτηση με τον Νίκο Σαββάτη

Σε ποιους απευθύνονται τα σεμινάρια; Μπορεί ο οποιοσδήποτε να τα παρακολουθήσει;

Τα σεμινάρια απευθύνονται σε όσους αγαπούν το σινεμά. Σε όσους επιθυμούν να ξαναγεννηθεί το σινεμά μέσα τους. Να αποκτήσουν τις κατάλληλες γνώσεις που στην κυριολεξία θα τους κάνουν να δουν ήδη γνωστά τους έργα με άλλα μάτια. Το κοινό το οποίο έρχεται είναι κινηματογραφιστές κυρίως μικρού μήκους και αυτό είναι ελπιδοφόρο. Επίσης, βλέπουμε και πολλούς εκπαιδευτικούς, νομικούς και γενικώς ανθρώπους που προέρχονται από ετερόκλητους χώρους. Όλους τους συνδέει η αγάπη για το σινεμά και φαντάζομαι η κοινή αίσθηση πως ο κινηματογράφος μπορεί να μας μάθει κάτι για τον κόσμο.

Αυτό που μου περιγράφεται έχει την ποιότητα σπουδής. Τι γίνεται με τις σχολές Κινηματογράφου;

Έχει την ποιότητα μεταπτυχιακού θα μου επιτρέψετε να πω. Δεν ξέρω ακριβώς τι γίνετε γιατί δεν διδάσκω σε σχολές. Φαντάζομαι ότι γίνονται καλύτερα πράγματα από την κινηματογραφική εκπαίδευση που πήραμε εμείς στα νιάτα μας. Θέλω να πιστεύω ότι η ποιότητα της κινηματογραφικής μας κουλτούρας έχει προχωρήσει, αν και δεν είμαι και πολύ σίγουρος για αυτό, αλλά σίγουρα το επιθυμώ και το εύχομαι. Αυτό που έχει χειροτερέψει είναι η  γενικότερη αντίληψη για το σινεμά. Νομίζω πως το θεωρούμε πολύ δεδομένο. Διαβάζω κριτικές και πως το κοινό αντιδρά στη θέαση μιας ταινίας και διακρίνω τα ίδια ιδεολογήματα που υπήρχαν και στην εποχή μου. Παλιά υπήρχε έντονα η πεποίθηση πως το σινεμά πρέπει να το δούμε με πολύ προσοχή γιατί είναι καθρέπτης όχι της πραγματικότητας αλλά της ιδεολογίας. Και μάλιστα, της κυρίαρχης ιδεολογίας. Από την άλλη είχαμε εκείνους που ήθελαν να αποδομήσουν αυτή την ιδεολογία, όπως ο Γκοντάρ. Αυτό είναι κάτι που αξίζει ο κόπος να το προσπαθούμε ακόμα γιατί το σινεμά είναι μια συμπυκνωμένη εμπειρία της ανθρώπινης ζωής.

Όλη αυτή η προχειρότητα που αντιμετωπίζεται αρκετές φορές ο κινηματογράφος αφορά και τις άλλες τέχνες; 

Δυστυχώς, αυτή η φάση του πολιτισμού που διανύουμε είναι αποκαρδιωτική. Όσο περισσότερο αυξάνεται η προσβασιμότητα και ο εκδημοκρατισμός των μέσων τόσο μειώνεται και η ποιότητα του αποτελέσματος. Από τη μια μπορούμε να κάνουμε ταινίες με ένα κινητό αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι κάνουμε κινηματογράφο. Ούτε ότι όλοι μπορούμε να γίνουμε σκηνοθέτες. Υπάρχει μια μέση κατάσταση. Πρέπει να ξεκαθαρίσει αυτή η σύγχυση και ο ευτελισμός που υπάρχει. Δεν είναι μόνο ότι τα κριτήρια μας έχουν φτωχύνει επειδή κανέναν δεν συμφέρει η κριτική σκέψη αλλά είναι ότι αυτή η ιστορία της υπερπροσφοράς του θεάματος ρίχνει και τα κριτήρια μας ακόμα περισσότερο.

Έχετε ξεχωρίσει κάποιους νέους δημιουργούς;

Φυσικά, αλλά δεν είναι αυτό που έχει σημασία. Ευτυχώς, έχω αποδεσμευτεί από τη μανία της ταξινόμησης κριτικής για το σήμερα. Δεν πηγαίνω σινεμά για να δω ένα πρόσωπο που θα γίνει διάσημο αλλά για να δω ένα έργο που θα εξελιχθεί με δυναμικούς τρόπους χωρίς να αναφωνήσω «Αριστούργημα». Δεν με ενδιαφέρει αυτό. Πρέπει να πούμε επίσης πως τα πράγματα στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολα. Το επίπεδο της παραγωγής είναι πολύ φτηνό. Αντιστοιχεί όσο οι καφέδες των συνεργείων στο εξωτερικό. Είναι εξωφρενικά λίγα τα λεφτά και εξωφρενικά ταπεινωτικός ο τρόπος με τον οποίο πρέπει κάποιος να κάνει μια ταινία θυσιάζοντας όλη του την έμπνευση στο μέγεθος του προϋπολογισμού του. Δεν μπορούν όλοι να κάνουν μεγαλοφυείς ταινίες με λίγα χρήματα. Υπάρχει για παράδειγμα ο Κορεάτης σκηνοθέτης Χονγκ Σανγκ Σου που η τελευταία του ταινία κόστισε 54.000 δολάρια. Λιγότερα από μια ελληνική μικρού μήκους. Αυτό το είδος του σινεμά δεν μπορούν να το κάνουν όλοι. Σκηνοθέτες που έχουν βρει τον τρόπο η μια τους ταινία να χρηματοδοτεί την άλλην είναι ένα είδος σινεμά που στην Ελλάδα δεν μπορούμε ακόμα να κάνουμε. Η Ελλάδα είναι εχθρική προς το σινεμά και για αυτό οι πτήσεις μας είναι χαμηλές.

Η ταινία «Ζούσε τη ζωή της» του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ πρόκειται για ένα μανιφέστο ελευθερίας. Γιατί την διαλέξατε;

Πρόκειται όντως για ένα μανιφέστο απελευθέρωσης του ίδιου του δημιουργού και του ίδιου του κινηματογράφου από μια λογική την οποία αυτή η ταινία κάνει κομμάτια. Μετά παίρνει αυτά τα κομμάτια και συνθέτει μια νέα αλήθεια. Οπότε, ναι, μιλάμε για μια ταινία ελευθερίας και ο λόγος που την διάλεξα είναι γιατί έχουμε ανάγκη από ένα τέτοιον ριζοσπαστισμό όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε όλο τον κόσμο. Έχουμε γίνει λιγότερο περίεργοι και επαναστατικοί από ότι ήμασταν τη δεκαετία του ΄60.

Η πρωταγωνίστρια σε μια σκηνή επαναλαμβάνει «Είμαι δυστυχισμένη-Είμαι υπεύθυνη. Κλείνω τα μάτια μου-Είμαι υπεύθυνη. Καπνίζω ένα τσιγάρο-Είμαι υπεύθυνη». Είμαστε υπεύθυνοι για τη ζωή μας;

Ναι, είμαστε. Είναι λίγο υπαρξιακή ταυτολογία αυτό που συζητάμε, αλλά ναι. Είμαστε υπεύθυνοι για τη ζωή μας και αυτό είναι μια μορφή ελευθερίας.

Βιογραφικό Νίκου Σαββάτη

Ο Νίκος Σαββάτης δημοσιεύει θεωρητικά δοκίμια για τον κινηματογράφο και τη μουσική από το 1975 (Σύγχρονος Κινηματογράφος). Σε συνεργασία με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης έχει επιμεληθεί 12 μονογραφίες (ΚενΛόουτς, Φριτς Λανγκ, Ουσμάν Σεμπέν κ.ά.). Επίσης έχει εργαστεί ως ραδιοφωνικός παραγωγός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης μιας ταινίας μεγάλου μήκους. Από το 1994 ως το 2001 δίδασκε κινηματογράφο στο Θεατρικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Πατρών.

*Πληροφορίες για τα σεμινάρια μπορείτε να βρείτε στη σελίδα της Εταιρείας Διαπολιτισμικών Σπουδών και στη σελίδα «Σεμινάρια Κινηματογράφου με τον Νίκο Σαββάτη» στο Facebook.

Documento Newsletter