Τα παιδιά του Ντίκενς ξανάρχονται

Τα παιδιά του Ντίκενς ξανάρχονται

Για εκατομμύρια παιδιά σε όλο τον κόσμο δεν χτύπησε το κουδούνι του σχολείου. Τα βρήκε να δουλεύουν, να παραμορφώνουν τα χέρια τους ράβοντας μπάλες και φτιάχνοντας ρούχα και παπούτσια πολυεθνικών κολοσσών, να υφαίνουν μπουχάρες ή να ματώνουν τα δάχτυλά τους κόβοντας διαμάντια. Δυστυχώς, οι ασπρόμαυρες ξεθωριασμένες φωτογραφίες εξαθλιωμένων παιδιών, κρυμμένα στα ορυχεία και τα εργοστάσια του αιώνα της Βιομηχανικής Επανάστασης, δεν αποτελούν παρελθόν. Τα έβγαλε από τις σελίδες του Καρόλου Ντίκενς και τα επανέφερε στο προσκήνιο η «φεγγαρόφωτη» Δόμνα Μιχαηλίδου. Οσα είχε περιγράψει στο βιβλίο του «Αιώνες παιδικής ηλικίας» ο Γάλλος ιστορικός Φιλίπ Αριές, με τις ενοικιάσεις παιδιών από τα ορφανοτροφεία και τα πτωχοκομεία, η Ελλάδα τα είχε ζήσει με τη «φιλάνθρωπη» Φρειδερίκη. Οι παιδουπόλεις της με την πειθαρχημένη διαβίωση γέμιζαν τα βασιλικά ταμεία. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το Βασιλικό Ιδρυμα της Φλώρινας, με τιμές 1949, όταν ένα σπίτι πουλιόταν για 50 δραχμές, είχε κέρδη 1.005.000 δραχμές απ’ την πώληση φορεμάτων και υφασμάτων.

Σήμερα δεκάδες Ολιβερ Τουίστ, που πετάχτηκαν βιαίως έξω από το κουκούλι των οικογενειών τους, παραδόθηκαν στο ιδιωτικό λοιμοκαθαρτήριο της οικονομίας, αβγαταίνοντας τις ξενοδοχειακές μπίζνες, με πρώτη και καλύτερη τη γερμανική ΤUI.

Τον ίδιο όμορφο κόσμο της ελεύθερης αγοράς ετοίμασε για τους εργαζόμενους και το νομοσχέδιο του Χατζηδάκη, αρχής γενομένης από τους ντελιβεράδες. Ο άκαρδος κύριος Μπαμπλ του Ντίκενς, που έκανε ό,τι ήθελε τους μικρούς μαθητευόμενους, ακούει σήμερα στο όνομα Παμίνος Κυρκίνης. Εχτισε το δικό

του success story πληρώνοντας με το κομμάτι τους διανομείς που δεν δικαιούνται άδειες, που τη βενζίνη την πληρώνουν από την τσέπη τους και που όταν ένας τρακάρει οι υπόλοιποι κάνουν έρανο για τα νοσήλια. Ομως, ουδέν κακόν αμιγές καλού. Η περίπτωση της efood έκανε γνωστό ότι πίσω από την ιλουστρασιόν βιτρίνα της ψηφιακής πλατφόρμας κρύβεται μια γαλέρα αναλώσιμων εργαζoμένων. Αποκαλύφθηκε ότι αυτοί που κάθονται συναθροισμένοι στην αγορά δεν περιμένουν τους βαρβάρους για να νομοθετήσουν. Οι βάρβαροι είναι ήδη εδώ. Αλλάζοντας τη σημασία των λέξεων και υιοθετώντας τις λεκτικές πιρουέτες του Οργουελ, αντικατέστησαν τον απεχθή για αυτούς όρο του μισθωτού με τον κομψότερο χαρακτηρισμό του συνεργάτη.

Το 1848 ο Αλεξίς ντε Τοκβίλ προειδοποιούσε τη γαλλική Εθνοσυνέλευση ότι «καθόμαστε πάνω σε ένα ηφαίστειο» και τον άκουγαν

απαθείς. Και ξέσπασαν απανταχού επαναστάσεις. Μπορεί τoν γυάλινο πύργο του Μαξίμου να μην τον διαπερνά ο ήχος από τα μηχανάκια των ντελιβεράδων. Μπορεί κανένα πληκτρολόγιο να μην ανατρέπει καθεστώτα, ωστόσο οι αντιδράσεις των χρηστών στα social media έδωσαν ισχυρό ράπισμα στην εταιρεία, ρίχνοντας δραματικά τις υπηρεσίες της. Γιατί το μέλλον δεν το πουλούν ούτε το αγοράζουν τα αφεντικά.. Αν οι κυβερνώντες εννοούν έτσι την ανάπτυξη και αν δεν διαθέτουν τις σωστές αναλογίες λογικής και ευαισθησίας, θα καταλάβουν έγκαιρα ότι δεν υπάρχει ούτε τρίτος ούτε δεύτερος δρόμος προς τη θάλασσα και θα καταγραφούν ως ατύχημα της Ιστορίας. Οι πολίτες ένωσαν τις φωνές τους, έβαλαν στη διαπασών το «I will survive» κι έτσι ο εργοδοτικός εκβιασμός έγινε αμέσως «λανθασμένη διατύπωση».

Είναι κι αυτό μια μικρή άνοιξη μες στο φθινόπωρο.

H Χρύσα Κακατσάκη είναι φιλόλογος ιστορικός Τέχνης

Documento Newsletter