Βαγγέλης Γεωργάκης: Τα κόκκινα μάτια του Ελ Καπιτάν

Βαγγέλης Γεωργάκης: Τα κόκκινα μάτια του Ελ Καπιτάν

Με την ευκαιρία της κυκλοφορίας του νέου βιβλίου του «Μικρού Αρχηγού» ο συγγραφέας Βαγγέλης Γεωργάκης γράφει για την επιστροφή ενός χάρτινου θρύλου, του Ελ Καπιτάν, που στοίχειωσε τον ύπνο του Τζιμ Ανταμς, της Ντιάνα Μόρισον, του Πεπίτο Γκονζάλες και του Τσιπιρίπο και γεννήθηκε από την υπέροχη φαντασία του Θέμου Ανδρεόπουλου, του Γιώργου Μαρμαρίδη και του Κωνσταντίνου Ραμπατζή στα 70s.

Η µορφή του Ελ Καπιτάν γεννήθηκε στην υπέροχη φαντασία του Θέµου Ανδρεόπουλου και πήρε σάρκα και οστά από τη στιβαρή γραφή του Γιώργου Μαρµαρίδη και τα ψυχεδελικά, απόκοσµα σκίτσα του «Ντα Βίντσι» των εικονογραφηµένων, του Κωνσταντίνου Ραµπατζή. Στο τεύχος 377 του «Μικρού Κάου-µπόυ» τον Μάιο του 1973 µε τίτλο «Οι γύπες του Ελ Καπιτάν» ο αρχετυπικός κακός εµφανίζεται για πρώτη φορά αποφασισµένος να εξαφανίσει τη Θρυλική Τετράδα –τον Τζιµ Ανταµς, την Ντιάνα Μόρισον, τον Πεπίτο Γκονζάλες και τον Τσιπιρίπο– και να γίνει ο κυρίαρχος στη Βόρεια Αµερική.

Ενας σατανικός τύπος στα όρια του εξπρεσιονισµού

Στις πρώτες ιστορίες ο Ελ Καπιτάν είναι πιο γήινος. Ενας σκληρός παράνοµος του Μεξικού µε µαύρα µάτια, µακριά µαύρα µαλλιά, µουστάκι και κυνηγετικό σακάκι. Είχε ωστόσο από την αρχή τους γύπες του, γι’ αυτό άλλωστε και το πρώτο τεύχος µε το οποίο εµφανίστηκε είχε τον τίτλο «Οι γύπες του Ελ Καπιτάν» (µάλιστα η πρώτη επίθεση γύπα γίνεται στον Μπικ, τον σκύλο των τεσσάρων παιδιών, καθώς αυτά πλησιάζουν στο Λάµποκ).

Οµως όσο περνούσαν τα τεύχη και οι ιστορίες η µορφή του Ελ Καπιτάν σκοτείνιαζε, συµβαδίζοντας µε την έκρηξη των πωλήσεων των περιοδικών της Θρυλικής Τετράδας, καθώς το κοινό πραγµατικά λάτρεψε τον πιο γοητευτικό κακό που έπλασε η φαντασία Ελλήνων δηµιουργών, που δεν είχε τίποτε να ζηλέψει από «συναδέλφους» του του εξωτερικού (µάλλον εκείνοι είχαν να ζηλέψουν από τον Ελ Καπιτάν).

Το πρόσωπό του έγινε ωχρό, η σιλουέτα του µακρόστενη σαν του Χάρου. Τα καουµπόικα ρούχα του αντικαταστάθηκαν από µια ολόµαυρη φορεσιά, το κυνηγετικό σακάκι από µια µαύρη µπέρτα. Σκοτείνιαζε η µορφή του µεγάλου κακού, όχι όµως και τα µάτια του. Το πιο πετυχηµένο χαρακτηριστικό πάνω του αναµφίβολα ήταν τα κόκκινα µάτια του, χαρακτηριστικό που δεν συναντάµε στη µυθολογία της λογοτεχνίας του φανταστικού και των κόµικ.

«Η µορφή και οι κινήσεις αυτού του ανθρώπου είναι επιβλητικές, υποβλητικές, θαρρείς υπνωτιστικές, µα από το µακρόστενο πρόσωπο του µε τα έντονα ζυγωµατικά και τη γαµψή σαν του γερακιού µύτη φαίνεται να λείπει η ζωή. Είναι ωχρό σαν του πεθαµένου, σαν να το ζωγράφισε µε τις ξεβαµµένες µπογιές του ο ίδιος ο θάνατος. Οµως το πιο τροµερό αναµφίβολα πάνω του είναι τα κόκκινα µάτια του, καθώς αίµα έχει πληµµυρίσει τις κόρες τους, σαν να υποφέρει από κάποια σοβαρής µορφής αλλεργία. Εκείνος όµως φαίνεται να µην υποφέρει καθόλου· στα αλλόκοτα µάτια του αντίθετα φωτογραφίζεται ένας σκοτεινός ενθουσιασµός, που αυτές τις στιγµές του προσδίδει κάποια διεστραµµένη γοητεία… Κρατάει σταθερά, πιο πολύ για στιλ, καθώς η λυγερή κορµοστασιά του δεν προδίδει ανάγκη υποστήριξης, το κοµψό µπαστούνι του µε την εβένινη επένδυση, ισιώνει το ηµίψηλο, µαύρο γυαλιστερό καπέλο που φορεί µε τα αδύνατα, µακρουλά, σαν του Xάρου δάχτυλά του και εξετάζει τα πάντα γύρω του µε το τροµερό του βλέµµα. Παρά τα κόκκινα µάτια του, η σκοτεινιά του έχει κάτι απ’ το µαύρο της αβύσσου. Κοιτάζει αχόρταγα τη Λόνελυ Τάουν, σαν να την καταβροχθίζει. Είναι ένα βλέµµα που θα αλλάξει τα πάντα στην αποµακρυσµένη πόλη· για πάντα…» (απόσπασµα από την πρώτη ιστορία του νέου βιβλίου του «Μικρού Αρχηγού»).

Στο Νο 3 του «Μικρού Αρχηγού», το νέο βιβλίο που κυκλοφορεί, ο Ελ Καπιτάν επιστρέφει όπως τον αγάπησαν γενεές αναγνωστών: παρέα µε τους γύπες του και πιο σκοτεινός από ποτέ, µε µάτια κόκκινα, κατακόκκινα, από τη λύσσα της ψυχής του, καθώς διψά: διψά για χρήµα, διψά για εξουσία, διψά για δύναµη.

Μας θυµίζει άραγε κάτι αυτό;

Το µακρινό 1989 στην οδό Πραξιτέλους

Τον Μάιο του 1989 ήµουν ένας έφηβος 15 χρόνων ερωτευµένος µε ένα κορίτσι, άκουγα Pet Shop Boys, Γιάννη Πουλόπουλο και Dire Straights και έδινα εξετάσεις στο –της µόδας τότε– Lower. Για το κορίτσι δεν µπορούσα να κάνω και πολλά πέρα από το να τη σκέφτοµαι, αλλά για το Lower υπήρχε λύση: έπρεπε για κάποιες µέρες να καθίσω να διαβάσω εντατικά. Αυτό δηµιουργούσε ένα άλλο πρόβληµα: έψαχνα να βρω τρόπο να αγοράσω νωρίτερα το επόµενο τεύχος του «Μικρού Αρχηγού» και του «Μικρού Κάου-µπόυ» για να τα διαβάσω προτού αρχίσω το τελικό διάβασµα για τις εξετάσεις.

Ετσι στις 17 Μαΐου –θυµάµαι την ακριβή ηµεροµηνία, καθώς τη σηµείωσα σε έναν από τους σπάνιους, σκληρόδετους τόµους που εκείνη τη µέρα οι συντελεστές των περιοδικών µου χάρισαν– πήρα την απόφαση και έκανα τη µία και µοναδική µου επίσκεψη στα γραφεία των περιοδικών της Θρυλικής Τετράδας. Εκεί δεν πήρα φυσικά το επόµενο τεύχος, που ακόµη δεν είχε τυπωθεί, αλλά διάλεξα ένα µε τίτλο «Εκείνος που δεν λύγισε». Η αγέρωχη µορφή του Τζιµ Ανταµς που κυριαρχούσε στο εξώφυλλο µε εντυπωσίασε. Αυτός ο ήρωας φαινόταν να βυθίζεται, αλλά να αντέχει, να µη λυγίζει. Το αξιοπερίεργο ήταν ότι στην ιστορία που περιείχε εκείνος που δεν λύγισε ήταν ο Ελ Καπιτάν, ο µεγάλος µα τόσο γοητευτικός κακός, σύµφωνα κιόλας µε τα ίδια τα λόγια του Τζιµ Ανταµς: «…εκείνος που δεν λύγισε, ούτε µπροστά στο θάνατο…». Καλό και κακό λοιπόν σφιχτά αγκαλιασµένα στην αιώνια πάλη τους.

Είναι κάποια περιστατικά στη ζωή µας που τη µεταβάλλουν, την αλλάζουν, τις περισσότερες φορές χωρίς να το συνειδητοποιείς τη στιγµή που συµβαίνουν παρά ύστερα από καιρό. Ενα τέτοιο ήταν για µένα και η επίσκεψή µου στα γραφεία της οδού Πραξιτέλους.

Από το κορίτσι µε το οποίο ήµουν ερωτευµένος δεν θυµάµαι πλέον και πολλά, το «Εκείνος που δεν λύγισε» όµως έγινε κάτι παραπάνω από µια φράση-κλειδί βαθιά εντυπωµένη µέσα µου, που πάντα µε βοηθούσε να ξεπεράσω τις δυσκολίες της ζωής τα επόµενα χρόνια.

Το τελευταίο διάστηµα η µοίρα τα έφερε έτσι ώστε να είµαι εκείνος που θα είχε την πολύ µεγάλη ευθύνη να συνεχίσει τον µύθο της Θρυλικής Τετράδας. Η ιστορία «Εκείνος που δεν λύγισε» απασχολούσε τώρα για ένα λόγο παραπάνω το µυαλό µου. Ενιωθα ότι της χρωστάω τόσο πολλά. Ρίσκαρα όχι να τη γράψω από την αρχή, αλλά να διασκευάσω ορισµένα σηµεία της. Η υπέροχη γραφή του Γιώργου Μαρµαρίδη µου έδωσε την τέλεια πάσα και είναι πλέον η δεύτερη σούπερ περιπέτεια του νέου «Μικρού Αρχηγού», που και αυτός –το θρυλικό, εµβληµατικό περιοδικό που έδωσε τόση χαρά και υγιή πρότυπα σε εκατοµµύρια αναγνωστών– όχι µόνο δεν λύγισε, αλλά επιστρέφει δριµύτερος και εντυπωσιακός µέσα στην ασάφεια των ηλεκτρονικών καιρών µας.

Η ευθύνη όµως –και η µεγάλη τύχη και τιµή για µένα– παραµένει: κατάφερα άραγε να κάνω καλύτερη την ιστορία που έκανε καλύτερη τη δική µου –και ποιος ξέρει πόσων ανθρώπων ακόµη– ζωή;

INF0

Το νέο βιβλίο του «Μικρού Αρχηγού» των Κωνσταντίνου Ραμπατζή και Βαγγέλη Γεωργάκη κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Oasis

Documento Newsletter