Τα κάλαντα οργής των υγειονομικών στον Κυριάκο

Τα κάλαντα οργής των υγειονομικών στον Κυριάκο

Παραµονές Χριστουγέννων του 2020 η Ελλάδα είχε ξεπεράσει τους 4.000 νεκρούς ύστερα από ένα θανατηφόρο δεύτερο κύµα της πανδηµίας. Παραµονές Χριστουγέννων του 2021 η Ελλάδα έσπασε το φράγµα των 20.000 νεκρών. Οι λέξεις έχασαν το νόηµά τους. Χιλιάδες οικογένειες καταστράφηκαν και µια κοινωνία… συνήθισε στο άκουσµα της αναγγελίας δεκάδων νεκρών καθηµερινά ψάχνοντας πίσω από αυτούς υποκείµενα νοσήµατα για να δικαιολογήσει τον θάνατο. Μόνιµα µέσα σε αυτό το µακάβριο κάδρο οι νοσοκοµειακοί γιατροί, οι οποίοι συνεχίζουν µε όση δύναµη τους έχει αποµείνει να σώζουν ανθρώπους ενόσω απαξιώνονται, διώκονται και λυγίζουν µπροστά στον ανθρώπινο φόβο. ∆υστοπία.

Κανείς δεν ήθελε να πιστέψει πέρσι τα Χριστούγεννα, µε το εµβόλιο καθ’ οδόν, ότι τα φετινά θα ήταν όχι µόνο ίδια αλλά και χειρότερα. Και όµως οι νοσοκοµειακοί γιατροί το έλεγαν από την αρχή της πανδηµίας, προτού καν η Covid-19 δείξει τις προθέσεις της, ότι «ένα ισχυρό σύστηµα υγείας θα σώσει ζωές». Η κυβέρνηση όµως τους κοιτούσε αφ’ υψηλού, βάζοντας τους τηλε-επιστήµονες να τετραγωνίζουν τον κύκλο. Το αποτέλεσµα τραγικό. Λίγες µέρες πριν από τα φετινά Χριστούγεννα µια µελέτη που συνυπογράφει και ο πιο στενός επιστηµονικός σύµβουλος του πρωθυπουργού σε θέµατα πανδηµίας Σωτήρης Τσιόδρας αποκαλύπτει αυτό που έλεγαν δύο ολόκληρα χρόνια οι νοσοκοµειακοί γιατροί για τους ασθενείς που θα µπορούσαν να ζουν αν το ΕΣΥ δεν ήταν αποδυναµωµένο.

Οι γιατροί µιλώντας στο Documento δεν νιώθουν καµία δικαίωση· αντιθέτως, αισθάνονται ακόµη περισσότερο φόβο. «Φοβόµαστε γιατί έχουµε διαφορετικούς στόχους. Εµείς προσπαθούµε να σώσουµε ζωές, αυτοί προσπαθούν να σώσουν τα ψηφαλάκια τους» λένε και ζητούν µόνο ένα πράγµα: «Στη µνήµη των ανθρώπων που χάθηκαν οφείλει να πάρει ο καθένας προσωπικά το θέµα της ενίσχυσης του ΕΣΥ».

Χριστίνα Κυδώνα: «Υπέρ ανθρώπων και εναντίον αριθμών»

Το πιο αφόρητο είναι οι αριθµοί: «78, 85, 97, 130 άνθρωποι έχασαν σήµερα τη ζωή τους, το 80% είχε ηλικία 70 ετών και άνω». Μπορεί για τους περισσότερους οι νεκροί που ανακοινώνονται καθηµερινά να είναι µια εικόνα στις ειδήσεις, αλλά για το υγειονοµικό προσωπικό του δηµόσιου συστήµατος υγείας και τους δικούς τους ανθρώπους είναι κάτι ανυπόφορο. Μια ψυχική δοκιµασία που το εύρος και η σηµασία της για καθέναν από εµάς που εµπλέκεται σε ρόλο θεραπευτικό είναι εν πολλοίς επί του παρόντος ερµητική, οδυνηρή και ανείπωτη.

Γιατί οι άνθρωποι δεν είναι µόνο «οργανισµοί µε υποκείµενα νοσήµατα» ούτε ακτινογραφίες θώρακος, τιµές καλίου, νατρίου και κορεσµού οξυγόνου. Εχουν πρόσωπο, όνοµα, ταυτότητες και ζωή. Οταν η νόσος εκδηλώνεται µε σφοδρότητα µπορεί να καθηλώσει έναν µέχρι πρότινος πλήρως λειτουργικό άνθρωπο σε ένα κρεβάτι µε ουροκαθετήρα, µε πάνες και µε αδυναµία να σιτιστεί χωρίς βοήθεια.

Ανήµπορος αυτές τις ώρες της αγωνίας, που ο χρόνος συστέλλεται και όλη η ζωή γίνεται µια στιγµή ιερή που όταν παρίστασαι οφείλεις µε όλους τους τρόπους να τη σεβαστείς. Να κάνεις ό,τι µπορείς. Αλλά πώς ανακοινώνεις στον δυσπνοϊκό άρρωστο ότι επίκειται η διασωλήνωσή του γνωρίζοντας πως ίσως πρόκειται για τις τελευταίες του στιγµές στη συνειδητή ζωή; Ποια λόγια να βρεις ώστε να κάνει ένα τηλεφώνηµα στους δικούς του αυτή την ώρα; Κι όταν σε ρωτήσει «µπορεί να πεθάνω, γιατρέ;», πώς και τι απαντάς; Πώς σηκώνεις το βάρος µιας τέτοιας στιγµής; Είσαι ο θεραπευτής και οφείλεις να µιλήσεις µε αλήθεια και ελπίδα. Πώς όµως να το κάνεις όταν κουβαλάς µια ήττα, καθώς τον 21ο αιώνα χάνεις τόσους ανθρώπους από µια ίωση, όταν δεν έχεις τα µέσα για να υποστηρίξεις τον άρρωστό σου, όταν δεν υπάρχει το απαραίτητο προσωπικό που θα µπορούσε να του εξασφαλίσει περισσότερες πιθανότητες επιβίωσης. Οταν νιώθεις µόνη σε µια κοινωνία που θεωρεί ανέφικτο όνειρο το να απαιτήσει ένα δηµόσιο σύστηµα υγείας ασφαλές; Που εµπέδωσε την αντίληψη ότι είναι αδιανόητο να µην πληρώσει για να βρει τη γιατρειά της. Που άφησε το ΕΣΥ έρµαιο στα χέρια των ακραία φιλελεύθερων ενώ αφορά την πλέον ζωτική της ανάγκη. Κι ας είναι πλέον ξεκάθαρο ότι το ΕΣΥ αποτελεί το αποκούµπι όλων και το καταφύγιο την ώρα της µεγάλης ανάγκης όταν το επείγον και βαρύ περιστατικό σε οποιαδήποτε γωνιά της χώρας θα πρέπει να διεκπεραιωθεί.

Στη µνήµη των ανθρώπων που χάθηκαν οφείλει να πάρει ο καθένας προσωπικά το θέµα της ενίσχυσης του ΕΣΥ. Ας κάνει ό,τι κρίνει σωστό, είτε αυτό είναι ριζοσπαστικό είτε ρεφορµιστικό, κοινότοπο ή καινοτόµο· ας κάνει πάντως κάτι έµπρακτα για ένα ΕΣΥ για όλους…

H Χριστίνα Κυδώνα είναι παθολόγος-εντατικολόγος στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης

Μερόπη Μανταίου: «H οσμή του φόβου»

Τους τελευταίους δυο τρεις μήνες το νοσοκομείο, τα σπίτια μας, η Αθήνα, η χώρα ολόκληρη μυρίζει φόβο. Φοβούνται οι εμβολιασμένοι άρρωστοι, τρέμουν οι ανεμβολίαστοι. Πολλοί δεν απαντούν όταν τους ρωτάς αν έχουν εμβολιαστεί γιατί φοβούνται μήπως τους παραμελήσουμε. Οι πιο ηλικιωμένοι φοβούνται ακόμη περισσότερο. Σε κάθε θάλαμο δέχεσαι βροχή τις ερωτήσεις για την αμφοτερόπλευρη πνευμονία, τις επιπλοκές, το οξυγόνο, τα ίδια ακριβώς στον διπλανό άρρωστο, τα ίδια ακριβώς και την επόμενη μέρα. Αλλοι ανυπόμονοι, άλλοι στωικοί, πολλοί παραδομένοι στα κινητά, μερικοί έτοιμοι για καβγά, οι περισσότεροι επιφυλακτικοί, με κοινό παρονομαστή τον φόβο.

Εμείς οι υγειονομικοί; Σαν δρομείς που ξεκίνησαν για 400άρι και τους προέκυψε μαραθώνιος… Λιγοστοί, χωρίς εφεδρείες, αθέατοι, συνέχεια στην τρεχάλα, αμφιβάλλοντας για τον τερματισμό.

Φοβόμαστε για τις ΜΕΘ που δεν επαρκούν. Φοβόμαστε για τα κρεβάτια που δεν προλαβαίνουν να αδειάσουν, για τις δύσκολες αποφάσεις που μπορεί να χρειαστεί να πάρουμε, για το ΕΣΥ που καταρρέει, για το αν θα μπορέσουμε να ξενυχτήσουμε και αύριο.

Φοβόμαστε γιατί οι 20.000 νεκροί είναι πάρα πολλοί… Πολλοί για να τους φορτωθεί η συγκεκριμένη κυβέρνηση στις πλάτες της. Ηδη το κυνήγι μαγισσών έχει ξεκινήσει από κάποιους ψεκασμένους αρνητές και αν τα πράγματα ζορίσουν περισσότερο, τα ευκολότερα θύματα είναι οι υγειονομικοί, κυρίως γιατροί και νοσηλευτές, αυτοί που στα περιφερειακά κυρίως νοσοκομεία πολεμούν ενάντια στον χώρο και τον χρόνο, εξουθενωμένοι και απελπισμένοι.

Φοβόμαστε γιατί βλέπουμε τις –έτσι και αλλιώς λιγοστές– συγκροτημένες επιστημονικές φωνές να εξαφανίζονται από το προσκήνιο σιγά σιγά και τη θέση τους να καταλαμβάνουν «άριστες» φωνές τύπου Σκέρτσου και Πλεύρη!

Φοβόμαστε γιατί έχουμε διαφορετικούς στόχους. Εμείς προσπαθούμε να σώσουμε ζωές, αυτοί προσπαθούν να σώσουν τα ψηφαλάκια τους. Φοβόμαστε γιατί είναι επικίνδυνα τα καθεστώτα που προσλαμβάνουν παπάδες και αστυνομικούς αντί για γιατρούς και νοσηλευτές, που μπετονάρουν την Ακρόπολη αντί να χτίζουν σχολεία και νοσοκομεία, που παίρνουν τα λεφτά των συνταξιούχων και τα δίνουν σε καναλάρχες, που διώχνουν τους καθαριστές – τραπεζοκόμους, που δύο χρόνια τώρα καθαρίζουν την Covid στα νοσοκομεία, για να μοιράσουν λεφτά σε φίλους τους εργολάβους. Φοβόμαστε γιατί είναι επικίνδυνοι οι πρωθυπουργοί που παριστάνουν τους νταήδες στη Βουλή πολεμώντας την κοινή λογική.

Φοβόμαστε γιατί είναι επικίνδυνες οι κυβερνήσεις που επαναφέρουν στα μουλωχτά τα πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, που επικροτούν τον ρατσισμό, που ανέχονται τον φασισμό, που έχουν στο τσεπάκι τους τη Δικαιοσύνη, που στηρίζονται σε πληρωμένους κονδυλοφόρους και αμόρφωτες τηλεπερσόνες, που επαναπροωθούν θύματα πολέμου.

Φοβόμαστε γιατί έχουμε καταλάβει, όπως σχεδόν όλοι οι υπόλοιποι κάτοικοι αυτής της χώρας, ότι ο προϋπολογισμός για την υγεία θα μειώνεται συνεχώς, το ΕΣΥ δεν πρόκειται να ενισχυθεί, οι μεγαλοκλινικάρχες δεν πρόκειται να επιστρατευτούν, τα κανάλια θα συνεχίσουν να παραπληροφορούν και να σιωπούν. Και οι ανώνυμοι νεκροί θα αυξάνονται, χωρίς να βρουν ποτέ δικαίωση…

Η Μερόπη Μανταίου είναι πνευμονολόγος νοσοκομείο «Σωτηρία»

Βασίλης Τσάπας: «Το χειρότερο είναι ότι δεν φαίνεται φως στο τούνελ»

Κλείνουμε αισίως σχεδόν τον δεύτερο χρόνο μας μες στην πανδημία. Δεύτερη φορά Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιά με τον βραχνά του κορονοϊού, με την ανάγκη για κοινωνική αποστασιοποίηση, με το άγχος της μετάδοσης και της νόσησης, με σοβαρά τραυματισμένη την κοινωνική και οικονομική ζωή.

Σε όλα αυτά προστίθεται ένα κλαταρισμένο σύστημα υγείας, το οποίο όλο αυτό το διάστημα ενισχύθηκε μόνο προσχηματικά, με ελλιπές προσωπικό που είναι στην κυριολεξία εξοντωμένο από την υπερεργασία και την παντελή έλλειψη ξεκούρασης και το οποίο δεν μπορεί να αντεπεξέλθει ούτε στην Covid νοσηρότητα αλλά ούτε στην παραμελημένη και συσσωρευμένη λοιπή νοσηρότητα.

Το χειρότερο από όλα όμως είναι ότι δεν φαίνεται φως στην άκρη του τούνελ. Λίγο το κράτος με την παροιμιώδη ανικανότητα και αδιαφορία του, το οποίο λίγο πολύ συμπεριφέρεται σαν να εξαντλούνται οι υποχρεώσεις του απέναντι στην κοινωνία παρέχοντας τη δυνατότητα του εμβολιασμού, λίγο το διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό των συνανθρώπων μας που επιλέγουν να μην εμβολιαστούν, λίγο η κόπωση όλων μας που κάνει την εφαρμογή των γνωστών μέτρων ακόμη δυσκολότερη, λίγο οι άγνωστες μεταβλητές που έχουμε μπροστά μας (νοσηρότητα και θνητότητα της υπερμεταδοτικής μετάλλαξης Ομικρον ή κάποιας μελλοντικής μετάλλαξης)· όλα αυτά κάνουν το μέλλον αβέβαιο.

Γι’ αυτούς τους λόγους θεωρώ πολύ σημαντικά δύο πράγματα:

1 . Ολοι όσοι επιμένουν να μην εμβολιάζονται να το ξανασκεφτούν και να κάνουν αυτό το τόσο μικρό βήμα υπέρβασης, που είναι όμως τόσο μεγάλο για την κοινωνία. Τα δισεκατομμύρια των δόσεων που έχουν γίνει έχουν αποδείξει την άριστη ασφάλεια των εμβολίων. Οι εκατόμβες των νεκρών από τον κορονοϊό έχουν αποδείξει την επικινδυνότητα και μη προβλεψιμότητα αυτής της νόσου, ενώ η πλεονάζουσα λοιπή θνησιμότητα και νοσηρότητα δείχνουν ότι κι αυτοί που θεωρούν εαυτόν ασφαλή από τον κορονοϊό κινδυνεύουν υπέρμετρα από την ελλιπέστατη αντιμετώπιση των υπόλοιπων νόσων σήμερα.

2 . Πρέπει ως κοινωνία να συνειδητοποιήσουμε την αξία του δημόσιου συστήματος υγείας. Είναι αναγκαία συνθήκη για να μπορέσουμε να ορθοποδήσουμε από τη δίνη της πανδημίας αλλά και για το αύριο. Το κράτος, δυστυχώς, εντελώς ξεκάθαρα και απροκάλυπτα, σχεδιάζει και πράττει εντελώς διαχειριστικά, προσχηματικά έως και αντιεπιστημονικά, με γνώμονα δυστυχώς σίγουρα όχι την υγεία της κοινωνίας και με πρόσχημα την περιστολή των δαπανών. Η δημόσια υγεία όντως έχει κόστος, σίγουρα όμως όχι απαγορευτικό, ειδικά για ένα κράτος που ξοδεύει αφειδώς για αεροπλάνα και φρεγάτες. Ας αναλογιστούμε όλοι μας την αξία της ζωής της δικής μας και των αγαπημένων μας και ας αντιδράσουμε απέναντι σε ένα κράτος που ξεκάθαρα έχει εντελώς διαφορετικές προτεραιότητες.

Ο Βασίλης Τσάπας είναι εντατικολόγοςστο ΓΝΘ «Παπαγεωργίου» και μέλος ΓΣ ΟΕΝΓΕ

Δάφνη Κατσίμπα: «Να τα (ξανα)πούμε;»

Φεύγει άλλη µια χρονιά που αφήνει το αποτύπωµά της µε σωρεία ασθενών και νεκρών, λόγω όχι του ορατού και αναγνωρίσιµου «αόρατου εχθρού» αλλά µιας εγκληµατικής διαχείρισης της πανδηµίας από πλευράς της κυβέρνησης. Χωρίς τα απαραίτητα µέτρα προστασίας και ελέγχου της διασποράς στους χώρους υπερµετάδοσης, χωρίς την αναγκαία ενίσχυση των δηµόσιων δοµών υγείας για χιλιάδες ασθενείς Covid και µε τον αποκλεισµό πρόσβασης σε σοβαρά πάσχοντες από τις άλλες νοσηρότητες που οδηγούνται στον Καιάδα. Με τραγική υποστελέχωση του ΕΣΥ και µε διασωληνωµένους εκτός ΜΕΘ που εκτοξεύουν τη θνητότητα, παρά την ανορθολογική αµφισβήτηση από τον πρωθυπουργό στην προσπάθειά του να συγκαλύψει τις κυβερνητικές ευθύνες. Με αντιεµβολιαστική διαχείριση του εµβολιασµού. Με ενίσχυση του ιδιωτικού τοµέα µε ζεστό χρήµα και «πελατεία» αντί για την επίταξή του για την αντιµετώπιση της υγειονοµικής κρίσης. Χρησιµοποιεί την πανδηµία σαν όχηµα για να µας προετοιµάσει γι’ αυτό που στοχεύει. Την πλήρη συρρίκνωση του δηµόσιου συστήµατος υγείας για µια υποτυπώδη λειτουργία και την εκχώρηση των υπηρεσιών του στον ιδιωτικό τοµέα. Αυτό αποδεικνύει και η νέα µείωση του προϋπολογισµού για τα νοσοκοµεία, µε την πιθανότητα ενός νέου, πιο σφοδρού πανδηµικού κύµατος να αυξάνεται. Οι µαχόµενοι υγειονοµικοί τα είπαµε και τα λέµε προς όλες τις κατευθύνσεις, σε όλους τους τόνους και µε κάθε τρόπο. Οι διαρκείς κλαδικοί αγώνες µας έχουν πεπερασµένα όρια. Η υγεία δεν µπαίνει στη ζυγαριά κέρδους και ζηµίας. Είναι δικαίωµα και υπόθεση όλου του λαού, µόνο ο ίδιος ο λαός µπορεί µε τον µαζικό και δυναµικό αγώνα του να την υπερασπιστεί.

Ευχή και ελπίδα ο λαός να σώσει τον λαό.

Η Δάφνη Κατσίμπα είναι γιατρός, μέλος του ΔΣ της ΕΝΙΘ και πρώην πρόεδρος της Ενωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Θεσσαλονίκης (ΕΝΙΘ)

Πάνος Παπανικολάου: «Η πραγματικότητα και η κυβερνητική προπαγάνδα»

Αναυδος ο ιατρικός κόσµος της χώρας, αλλά και κάθε ευαισθητοποιηµένος πολίτης, παρακολουθεί το τελευταίο διάστηµα µια καταιγίδα γελοίων προπαγανδιστικών πυροτεχνηµάτων και fake news εκ µέρους της κυβέρνησης για τα κρίσιµα θέµατα της δηµόσιας περίθαλψης και της εντατικής θεραπείας στην υγειονοµική κρίση της πανδηµίας. Η πραγµατικότητα που επιχειρείται να συγκαλυφθεί είναι σαφέστατη: υπάρχουν πλήθος έγκυρες επιστηµονικές µελέτες (για να προλάβουµε τον κ. Μητσοτάκη) που τεκµηριώνουν πως όταν η πανδηµία Covid-19 εξελίσσεται σε κρίση εντατικής θεραπείας, τότε η θνητότητα της νόσου εκτινάσσεται και από 1-1,5% µπορεί να ξεπερνάει το 5%, ακόµη και το 7%. Το ότι κάτι τέτοιο συνέβη στη Γουχάν τον ∆εκέµβριο του 2019 και τη Λοµβαρδία τον Φεβρουάριο του 2020 ήταν εξηγήσιµο, γιατί τότε επρόκειτο για καινούργια, άγνωστη νόσο που αιφνιδίασε την ανθρωπότητα. Το ότι ξανασυµβαίνει άλλη µια φορά στην Ελλάδα τον ∆εκέµβριο του 2021, σχεδόν δύο χρόνια µετά την έναρξη της πανδηµίας, είναι εγκληµατικά αδικαιολόγητο τη στιγµή που η κυβέρνηση είχε προειδοποιηθεί πολλές φορές από τους νοσοκοµειακούς γιατρούς της χώρας, µε έναρξη τον Φεβρουάριο του 2020, για το τι έπρεπε να πράξει και δεν το έπραξε. Χαρακτηριστικό είναι ότι δεν έχουµε µόνο κρίση εντατικής θεραπείας, έχουµε ακόµη και κρίση οξυγόνου γιατί τα δίκτυα οξυγόνου των νοσοκοµείων δεν επαρκούν αφού η κυβέρνηση δεν φρόντισε να τα εκσυγχρονίσει όπως φώναζαν οι γιατροί από το καλοκαίρι του 2020, γιατί υπήρχε τότε η αυταπάτη ότι ο κ. Μητσοτάκης είχε νικήσει οριστικά την πανδηµία. Από τα παραπάνω προκύπτει και ο λόγος αµηχανίας και πανικού που έχει προκαλέσει στην κυβέρνηση η µελέτη Λύτρα – Τσιόδρα: απλούστατα, αυτά που έλεγαν οι νοσοκοµειακοί γιατροί ήδη από τον Οκτώβριο του 2020 και η κυβέρνηση τα διέψευδε αφ’ υψηλού, τώρα παρουσιάζονται ακριβώς ίδια σε επιστηµονική εργασία που συνυπογράφει ένας µέχρι πρότινος πολύ στενός συνεργάτης της κυβέρνησης.

Οµως όλα αυτά όχι απλώς έχουν «κοντά ποδάρια», αλλά αντί να πείθουν προκαλούν τεράστια οργή τόσο στους υγειονοµικούς όσο και συνολικά στον ελληνικό λαό. Το αίτηµα για πραγµατικά ισχυρό δηµόσιο σύστηµα που θα παρέχει δωρεάν, ισότιµη, σύγχρονη και καθολική περίθαλψη έγινε πλέον οικουµενικό και παλλαϊκό τον καιρό της πανδηµίας και θα τινάξει στον αέρα όλα τα ακρονεοφιλελεύθερα πειράµατα ιδιωτικοποίησης των πάντων καθώς και την ίδια την κυβερνητική πολιτική που προσπαθεί να ιδιωτικοποιήσει τα πάντα πάνω στα ερείπια του ΕΣΥ που η ίδια κατεδαφίζει και πάνω σε χιλιάδες τάφους αδικοχαµένων κοινών θνητών που η ίδια έσκαψε.

Ο Πάνος Παπανικολάου είναι νευροχειρουργός στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Νίκαιας, γενικός γραμματέας της ΟΕΝΓΕ

Δημήτρης Ζιαζιάς: «Η κυβερνητική πολιτική δολοφονεί, είτε αρέσει σε κυβέρνηση και αντιπολίτευση είτε όχι»

Ζούµε τη µεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή της σύγχρονης ιστορίας µας εν καιρώ ειρήνης. Σχεδόν 20.000 αθώες ζωές έχουν χαθεί. Χιλιάδες ακόµη καταγράφονται ως «υπερβάλλουσα» θνησιµότητα λόγω της διάλυσης του ΕΣΥ. Χιλιάδες ακόµη θα χαθούν λόγω των µακροπρόθεσµων επιπτώσεων της πανδηµίας και της «παράλληλης» πανδηµίας.

Η περίφηµη µελέτη Τσιόδρα – Λύτρα αποδεικνύει το προφανές. Οτι χιλιάδες ζωές θα µπορούσαν να έχουν σωθεί εάν η κυβέρνηση είχε ακολουθήσει άλλη στρατηγική, άλλη πολιτική. Εάν είχε πάρει άλλες αποφάσεις. Εάν είχε υλοποιήσει έστω µέρος από αυτά που φωνάζουν οι υγειονοµικοί. Εάν είχε βάλει τις ανθρώπινες ζωές και την υγεία του λαού πάνω από τις καταστροφικές νεοφιλελεύθερες ιδεολογικές της εµµονές και το κέρδος του ιδιωτικού κεφαλαίου.

Αν στην αρχή τα συστήµατα υγείας και οι χώρες της ∆ύσης πιάστηκαν στον ύπνο, δύο χρόνια µετά είναι πολιτική επιλογή της κυβέρνησης Μητσοτάκη να µην παίρνει ούτε ένα µέτρο ουσιαστικής ενίσχυσης του ΕΣΥ, µην τύχει και κληρονοµήσει η ελληνική κοινωνία ένα αξιοπρεπές δηµόσιο σύστηµα περίθαλψης.

∆εν ζήτησε κανείς να κάνει τη χώρα πρώτη στην Ευρώπη σε αναλογία ΜΕΘ – πληθυσµού ούτε να έχει «κάθε πολίτης µια δική του ΜΕΘ». Μπορούσε όµως να πιάσει τον ευρωπαϊκό µέσο όρο για να µην εκτοξεύεται η θνητότητα µε 200+ διασωληνωµένους.

Μπορούσε να µην κοροϊδεύει µε πλασµατικά νούµερα κλινών ΜΕΘ, να προσλάβει γιατρούς και νοσηλευτές, να δώσει κίνητρα επαναπατρισµού σε δεκάδες χιλιάδες που έφυγαν στο εξωτερικό.

Μπορούσε δηλαδή, έστω υπό το βάρος των δεκάδων χιλιάδων νεκρών και της κοινωνικής κατακραυγής, να µην αφήνει πονηρά και υστερόβουλα το σύστηµα υγείας να καταρρέει για να κερδοσκοπεί το ιδιωτικό κεφάλαιο υγείας.

Μπορούσε, αλλά δεν το έκανε, γιατί το σχέδιο είναι, ακόµη και µε κόστος δεκάδες χιλιάδες νεκρούς, να βγει κερδισµένος ο ιδιωτικός τοµέας υγείας σε βάρος του δηµοσίου. Να πολλαπλασιαστεί η ήδη κολοσσιαία ιδιωτική δαπάνη υγείας που µατώνει την ελληνική οικογένεια. Να πριµοδοτηθεί πάση θυσία, πατώντας σε νεκρούς, το ιδιωτικό κεφάλαιο που βλέπει την υγεία ως χώρο λεηλασίας των δηµόσιων υποδοµών και απρόσκοπτης κερδοφορίας.

Αρα οι χιλιάδες νεκροί είναι ή όχι δολοφονίες αθώων µε ηθικό αυτουργό την κυβέρνηση;

ΥΓ.: Ακόµη κι αν ο πρωθυπουργός δεν γνώριζε τη µελέτη Τσιόδρα – Λύτρα, τι προτίθεται να κάνει τώρα που αυτή δηµοσιοποιήθηκε, ενόψει του πέµπτου κύµατος που προβλέπεται δριµύτερο από τα προηγούµενα;

Ο Δημήτρης Ζιαζιάς είναι επικουρικός παθολόγος στο ΠΓΝ Πατρών και πρόεδρος της Ενωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Αχαΐας (ΕΙΝΑ)

Στέλιος Δημητρακόπουλος: «Συνειδητά εγκληματική απέναντι στον λαό η διαχείριση της πανδημίας»

«Ο γιατρός είναι ο φυσικός συνήγορος του φτωχού» είχε πει ο σπουδαίος γιατρός, ανθρωπολόγος, βιολόγος, συγγραφέας και πολιτικός, εκ των ιδρυτών της κοινωνικής ιατρικής Ρούντολφ Καρλ Βίρχοβ. Στην έκθεση που του ανέθεσε να συντάξει η κυβέρνηση της Πρωσίας για τα αίτια µιας επιδηµίας εξανθηµατικού τύφου στην Ανω Σιλεσία το 1847-48, από την οποία πέθαναν 16.000 άνθρωποι, ο Βίρχοβ περιγράφει τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των κατοίκων, τη φτώχεια, την πείνα και την άγνοια. Τα µέτρα που πρότεινε ήταν η καταπολέµηση της φτώχειας, η παιδεία, περιλαµβανοµένου του διαχωρισµού της εκκλησίας από την εκπαίδευση, και η ελευθερία. Ο ίδιος συνοψίζει τις προτάσεις του σε τρεις λέξεις: «πλήρης, απεριόριστη δηµοκρατία». Κάποιος µπορεί να σκεφτεί «τι σχέση έχουν η δηµοκρατία, η φτώχεια και η παιδεία µε την αντιµετώπιση µιας επιδηµίας;». Ας είναι καλά οι µεγάλες φαρµακευτικές εταιρείες που µε τα λεφτά των φορολογουµένων αναπτύσσουν εµβόλια που µετά τα µοσχοπουλάνε σε τιµές πολλαπλάσιες του κόστους παραγωγής τους, ως άλλοι µαυραγορίτες, στα κράτη που πλήρωσαν για την ανάπτυξή τους. Αυτά τα εµβόλια µας τα διαφήµισαν ως τη σύγχρονη πανάκεια που θα έδινε τέλος, λέει, στην πανδηµία. Αλήθεια, είναι πολύ πιο εύκολο να µοιράζεις εµβόλια παρά να επενδύεις στη δηµόσια υγεία, στα δηµόσια συστήµατα υγείας, στην αντιµετώπιση της φτώχειας και των ανισοτήτων, στην ενίσχυση της παιδείας και της δηµοκρατίας, πράγµατα στα οποία ούτως ή άλλως η σηµερινή κυβέρνηση εκδηλώνει έντονη δυσανεξία. Τα χιλιάδες φέρετρα φωνάζουν ότι κάτι δεν πήγε καλά µε τη συνταγή της κυβέρνησης.

Τις πταίει; Εσύ, αγαπητέ πολίτη, που δεν πήγες να εµβολιαστείς και δεν τηρείς τα δεκάδες αντικρουόµενα, αντιφατικά και σε πολλές περιπτώσεις αντιεπιστηµονικά µέτρα της κυβέρνησης, λένε ο πρωθυπουργός και τα φερέφωνά του. Στην Ελλάδα οι λαλίστατοι «ειδικοί» των καναλιών δεν βρήκαν χρόνο µεταξύ των εµφανίσεών τους στα κανάλια και στην επιστηµονική νοµιµοποίηση των προειληµµένων αποφάσεων της κυβέρνησης για να ασχοληθούν µε την επίπτωση της πανδηµίας στις διαφορετικές οµάδες πληθυσµού όχι σε σχέση µε τα νοσήµατά τους αλλά σε σχέση µε τη φτώχεια, τη φυλή, τη θρησκεία, τον τόπο διαµονής και το επίπεδο εκπαίδευσης. Επρεπε να περάσουν δυο χρόνια προτού βγει στη δηµοσιότητα µελέτη που αποδείκνυε τις περιφερειακές ανισότητες αναφορικά µε την περίθαλψη σε ΜΕΘ, παρά τις φωνές και τα στοιχεία που οι µαχόµενοι υγειονοµικοί έβγαζαν αναφορικά µε ΜΕΘ που εµφάνιζαν θνητότητα 100%. Σε άλλα κράτη, όπου οι επιστήµονες ξοδεύουν λιγότερο χρόνο για εµφανίσεις στα κανάλια και λιβάνισµα της κυβέρνησης, τα στοιχεία είναι συντριπτικά: περισσότεροι θάνατοι, περισσότερη αρρώστια στους φτωχούς και τους περιθωριοποιηµένους εκεί που δεν υπήρχε ΠΦΥ, σε αυτούς µε χαµηλό µορφωτικό επίπεδο και υπό κοινωνικό αποκλεισµό. Τα στοιχεία έδειξαν λοιπόν πως πάνω από µισό δισεκατοµµύριο άνθρωποι στον πλανήτη ωθήθηκαν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας πέρυσι, εν µέσω της πανδηµίας, καθώς κλήθηκαν να πληρώσουν τον φουσκωµένο λογαριασµό για τις δαπάνες υγείας από την τσέπη τους (ΠΟΥ). Αυτή η ακραία φτώχεια θα γεννήσει µε τη σειρά της κι άλλη αρρώστια κι άλλο θάνατο. Με αυτά τα δεδοµένα εύκολα αντιλαµβάνεται κανείς πόσο συνειδητά εγκληµατική απέναντι στον λαό είναι η διαχείριση της πανδηµίας στη χώρα µας, που έχει πλέον από τις χειρότερες επιδόσεις παγκοσµίως αναφορικά µε τον ρυθµό αύξησης των θανάτων. Αυτό που δεν αντιλαµβάνεται όµως κάποιος εύκολα είναι η απάθεια της κοινωνίας, η ανοχή στη φαυλότητα, την κοροϊδία, τη φτωχοποίηση. Ενόψει των µαύρων γιορτών του ∆εκέµβρη για τις χιλιάδες των οικογενειών που έχασαν και θα χάσουν δικούς τους ανθρώπους να στοχαστούµε και να θυµώσουµε: «Το µέλλον δεν θα ’ρθει από µονάχο του έτσι νέτο σκέτο αν δεν πάρουµε µέτρα κι εµείς» (Βλ. Μαγιακόφσκι, σε απόδοση Γ. Ρίτσου). «Πότε θ’ ανθίσουνε τούτοι οι τόποι; Πότε θα ’ρθουνε καινούργιοι ανθρώποι να συνοδεύσουνε την βλακεία στην τελευταία της κατοικία;» (Ν. Γκάτσος).

Ο Στέλιος Δημητρακόπουλος είναι γενικός γιατρός στο Κέντρο Υγείας Αγίας Βαρβάρας Ηρακλείου

Θοδωρής Ζδούκος: «Η πεντάπτυχος πολιτική της πανδημίας»

Το τέλος του 2021 βρίσκει την ελληνική κοινωνία βαθιά πληγωµένη και µε το έγκληµα να µην έχει ακόµη ολοκληρωθεί. Είκοσι χιλιάδες νεκροί κατά τη διάρκεια της πανδηµίας, εκ των οποίων οι µισοί τουλάχιστον θα ζούσαν αν είχε ασκηθεί άλλη πολιτική. Που θα υλοποιούσε πέντε παραµέτρους ταυτόχρονα:

Α Γενναία ενίσχυση της χρηµατοδότησης του ΕΣΥ από τον κρατικό προϋπολογισµό για µαζικές προσλήψεις µόνιµων και σωστά αµειβόµενων γιατρών, νοσηλευτών, πληρωµάτων ασθενοφόρων, τραυµατιοφορέων κ.ά., ανάπτυξη και εξοπλισµό των αναγκαίων νέων κλινών, των ΜΕΘ και ΜΑΦ, στελέχωσή τους και επαναλειτουργία όλων των νοσοκοµείων που έκλεισαν τα χρόνια των µνηµονίων.

Β ∆ιακριτό µεγάλο κονδύλι για την αποφασιστική ανάπτυξη της ΠΦΥ, που όχι µόνο θα µπορούσε να φρενάρει τη νόσο στην κοινότητα, αλλά και να εξασφαλίσει σωστή φροντίδα για όλη την παλαιά και νέα νοσηρότητα.

Γ Καθολική επίταξη (και όχι µόνο των ΜΕΘ) του ιδιωτικού επιχειρηµατικού τοµέα υγείας και ένταξή του κάτω από απόλυτο κρατικό έλεγχο σε ενιαίο σχεδιασµό µε το ΕΣΥ και τα στρατιωτικά νοσοκοµεία για την αντιµετώπιση τόσο των Covid-19 περιστατικών όσο και όλης της υπόλοιπης νοσηρότητας. Κάτι που σηµαίνει ότι όλες οι ιδιωτικές κλινικές εντάσσονται στο σύστηµα εφηµεριών και αντιµετωπίζουν όλους τους ασθενείς µε επείγον ή χρόνιο σοβαρό πρόβληµα εντελώς δωρεάν, όπως στα κρατικά νοσοκοµεία.

∆ Πλήρης και συνεχής επιδηµιολογική επιτήρηση, έγκαιρη ανίχνευση των κρουσµάτων και εξονυχιστική ιχνηλάτηση των επαφών τους µε στοχευµένες παρεµβάσεις σε όλους τους µαζικούς χώρους εργασίας και στα µέσα µεταφοράς, µε επιτάξεις ξενοδοχείων για την αποµόνωση των κρουσµάτων και ιδιωτικών λεωφορείων για την πύκνωση των δροµολογίων µε λιγότερο συνωστισµό στα ΜΜΜ.

Ε Πραγµατική έγνοια για τον καθολικό εµβολιασµό, µε οµάδες υγειονοµικών να παρεµβαίνουν καθηµερινά στις γειτονιές και στους χώρους εργασίας και εκπαίδευσης.

Οι µάχιµοι υγειονοµικοί του ΕΣΥ πρόβαλλαν επαρκώς και επανειληµµένα σε κάθε βήµα δηµόσιου λόγου που τους δόθηκε αυτό το πεντάπτυχο ως την αναγκαία και ικανή συνθήκη για τη σωτηρία του λαού, ταυτόχρονα µε την τιτάνια καθηµερινή µάχη πάνω στον βαρέως πάσχοντα ασθενή τους. Εκαναν το καθήκον τους, επιστηµονικό, ηθικό και ιδεολογικοπολιτικό µε το παραπάνω. Καιρός είναι µε το νέο έτος να το κάνει (έστω και καθυστερηµένα) και η Αριστερά, οργανώνοντας µεγάλες µαχητικές διαδηλώσεις για την επιβολή αυτής της άλλης πολιτικής για την υγεία.

Ο Θοδωρής Ζδούκος είναι γενικός γιατρός, διευθυντής ΕΣΥ, Κέντρο Υγείας Νέας Μηχανιώνας

Αχιλλέας Κούμπος: «Είμαστε όλοι νοσηλευτές»

Αν θέλετε να µάθετε ποιος γιατρός ξέρει να χειρουργεί, ρωτήστε έναν εργαλειοδότη. Αν θέλετε να µάθετε αν οι ιατρικές παρεµβάσεις έχουν αποτέλεσµα σε µια µονάδα εντατικής θεραπείας ή µια ογκολογική µονάδα, ρωτήστε ένα νοσηλευτή. Οµως αυτή είναι η µια όψη του νοµίσµατος, η κριτική οξυδέρκεια των νοσηλευτών. Η άλλη είναι η επιστηµονική τους. Οταν στον Κριµαϊκό πόλεµο (1853-56) η Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ ανέλαβε την ευθύνη των νοσηλευτικών καθηκόντων, µέσα σε έξι µήνες η θνητότητα των στρατιωτών έπεσε από το 40% στο 2% (προτού ακόµη επικρατήσει η θεωρία των µικροβίων και η αντισηψία). Αυτή η ηρωίδα απέδειξε την αναγκαιότητα της φροντίδας των ασθενών και πόσο αποτελεσµατική µπορεί να γίνει.

Η ιατρική του 19ου και του 20ού αιώνα επικεντρώθηκε στη θεραπεία των νόσων. Οµως η χρυσή εποχή των µεγάλων ιατρικών ανακαλύψεων του 1930-80 έχει περάσει και η ιατρική τα τελευταία χρόνια καλλιεργεί προσδοκίες που δεν ανταποκρίνονται ούτε στους αριθµούς ούτε στη συνείδηση του κόσµου. Η σύγχρονη ιατρική έχασε το στοίχηµα της προσωπικής επαφής µε τον άνθρωπο/άρρωστο γιατί επικεντρώθηκε σε βιολογικούς µηχανισµούς, απρόσωπη έρευνα, τεχνοκρατικές διαδικασίες και πρωτόκολλα. Η ιατρική έχασε τον στόχο της γιατί παθιάστηκε µε τη θεραπεία και όχι µε τη φροντίδα – και αυτήν τη φροντίδα την προσφέρουν απλόχερα και ανιδιοτελώς οι νοσηλευτές.

Οι νοσηλευτές δεν είναι τα εκτελεστικά όργανα των γιατρών. Κι αν αυτό το στερεότυπο διατηρείται ακόµη στην Ελλάδα, στις χώρες της ∆ύσης τα πράγµατα αλλάζουν ραγδαία. Οι νοσηλευτές ανεξαρτητοποιούνται από το ιατρικό έργο, είναι απόφοιτοι δικών τους πανεπιστήµιων, εκπαιδεύονται σε υψηλό επίπεδο, ενώ συµµετέχουν ενεργά στον σχεδιασµό των πολιτικών υγείας, στις αποφάσεις, στην έρευνα. Οι νοσηλευτές είναι ισάξιοι των γιατρών και ως τέτοιους θα πρέπει να τους αντιµετωπίζουµε. Αυτό οφείλουµε να το αναγνωρίσουµε έµπρακτα δίνοντας το δικαίωµα να αναλάβουν θέσεις ευθύνης (π.χ. στις επιτροπές εµπειρογνωµόνων υγείας, υπουργικές θέσεις), βελτιώνοντας τις εργασιακές συνθήκες και τις αµοιβές τους.

Ο νοσηλευτής θα κρατήσει το χέρι µας όταν παραστεί ανάγκη και θα διατηρήσει την ανθρώπινη υπόστασή µας. Θα στερηθεί την προσωπική του ζωή για να είναι σε όλες τις αργίες και τις γιορτές δίπλα µας. Κι όταν αυτοσαρκάζονται λέγοντας «άντε, του χρόνου σπίτια µας» ξέρουν πολύ καλά ότι και του χρόνου θα είναι στο πλάι µας.

Κάθε φορά που µπαίνω στο χειρουργείο ή στη ΜΕΘ λέω «καληµέρα, αγαπηµένοι µου νοσηλευτές». Το κάνω από σεβασµό και αναγνώριση στο τεράστιο έργο που πρόσφεραν και προσφέρουν στην ανθρωπότητα πολύ πριν η ιατρική αρχίσει να γίνεται αποτελεσµατική. Αν κάποιος σας µιλήσει για ιατρική επιστήµη, να του απαντήσετε ότι η φροντίδα, η ανθρωπιά, η συµπαράσταση, το κουράγιο και τελικά η εµπειρία ανήκουν σε όσους περνούν τον περισσότερο χρόνο µε έναν άνθρωπο/ασθενή. Το δηλώνω απερίφραστα: «Είµαι κι εγώ νοσηλευτής» και περήφανος που συνεργάζοµαι µαζί σας.

Ο Αχιλλέας Κούμπος είναι αναισθησιολόγος – εντατικολόγος στο ΓΟΝΚ «Οι Αγιοι Ανάργυροι»

Παναγιώτης Τζανετής: «Στο Μαξίμου ξαναστρώνουν κουβέρτα»

«Ελα, βρε Μανωλάκη, να τα λιµάρουµε, να στρώσουµε κουβέρτα να τους τα πάρουµε». Το τραγούδι, όπως διευκρινίζει ο Ηλίας Πετρόπουλος στα «Ρεµπέτικα», αναφέρεται στο µπαρµπούτι, που συνήθως παίζεται πάνω σε κουβέρτα. Τα ζάρια είτε τα λιµάρανε σε ορισµένες γωνίες τους ώστε να κυλάνε πιο εύκολα και να φέρνουν τις επιθυµητές ζαριές είτε τα γεµίζανε µε υδράργυρο για παρόµοιους λόγους, οπότε αναφέρονται κι ως «γεµάτα».

Υπάρχει η ακατανίκητη ροπή των γιορτών προς τα παράνοµα ζάρια, παρά την παρεχόµενη ποικιλία µορφών θεσπισµένου τζόγου. Θα ήταν ωστόσο έκπληξη για τους αρίστους του Μαξίµου να έχουν τέτοια έθιµα.

Αν αποκλείονται τα έθιµα των τζογαδόρων, ας δούµε αν αποκλείονται και τα ήθη. Το Μαξίµου ως µπαρµπουτιέρα αναφέρεται στην πανδηµία και στον συνεχιζόµενο κυβερνητικό τυχοδιωκτισµό.

Αναδροµή

Στις 12 Ιουλίου η ∆έλτα είχε από δύο εβδοµάδες δείξει τα δόντια της, ενώ ο τουρισµός είχε ήδη φουλάρει µηχανές. Το διάγγελµα του πρωθυπουργού θα περίµενε κανείς ότι θα ήταν «δυσάρεστο», όπως οι αποφάσεις που είχαν προηγηθεί στη Βρετανία και αλλού. Οποιος µπει στον κόπο να ακούσει ξανά εκείνο το διάγγελµα θα διαπιστώσει µια τριπλή απόκρυψη προκειµένου να δικαιολογήσει την πλήρη έλλειψη επιδηµιολογικών µέτρων:

• Για τον παραπαίοντα εµβολιασµό είπε αυτοεγκωµιαζόµενος: «Πόσοι άραγε θα στοιχηµάτιζαν πριν από έξι µήνες ότι στα µέσα Ιουλίου 5.300.000 Ελληνες θα είχαν εµβολιαστεί µε την πρώτη δόση; Και ότι περίπου 4.300.000 θα ήταν ήδη πλήρως θωρακισµένοι; Κι όµως, τα καταφέραµε!». Η άρνηση των ηλικιωµένων, γνωστή από τον Απρίλιο, παραβλεπόταν.

• Για τη βολική πανδηµία αποκλειστικά ανεµβολίαστων, που θα επέτρεπε στους υπόλοιπους την άκρατη κατανάλωση τουριστικών υπηρεσιών, ανέφερε: «Η χώρα δεν θα ξανακλείσει από τη στάση ορισµένων. Θα δώσει ελευθερία στους πολλούς. Και προστασία σε όλους. Γιατί δεν κινδυνεύει η Ελλάδα αλλά οι ανεµβολίαστοι Ελληνες». Και συµπλήρωσε ότι αυτά «συνιστούν µια πράξη δικαιοσύνης. Ας µην επενδύουν λοιπόν κάποιοι στην άγνοια ή την αγωνία. Πολύ περισσότερο όταν η οικονοµία βάζει ξανά µπροστά τις µηχανές της. Και, όπως είπα και στην αρχή, φέτος ο τουρισµός µπορεί τελικά να µας εκπλήξει ευχάριστα». Η γνώση ότι η διασπορά µπορούσε να συντελεστεί κι από συνωστιζόµενους εµβολιασµένους παρακάµφθηκε.

• Η τρίτη «παράλειψη» αφορούσε την προειδοποίηση Τσιόδρα – Λύτρα για τις περιορισµένες δυνατότητες του ΕΣΥ.

Στα δε µέτρα πέραν του υποχρεωτικού εµβολιασµού των υγειονοµικών περιέλαβε και την υποκριτική προειδοποίηση ότι «στη διάρκεια του καλοκαιριού η ψυχαγωγία, είτε σε ανοικτούς είτε σε κλειστούς χώρους, θα αφορά µόνο καθήµενους και όχι όρθιους, ώστε να µην ευνοείται η µετάδοση του ιού».

Αποτέλεσµα

Την ηµέρα εκείνη ο ΕΟ∆Υ ανακοίνωσε 12.802 απώλειες και σήµερα, 160 ηµέρες µετά, έχουµε αύξηση κατά 70% ενώ την περίοδο αυτή διαθέταµε επάρκεια εµβολίων κι ενώ οι διαγνωστικές και θεραπευτικές πρόοδοι της ιατρικής είναι σηµαντικές. ∆εν βρίσκεται άλλο τόσο καταστροφικό εξάµηνο σε αναπτυγµένη χώρα, πλην του αρχικού αιφνιδιασµού. Οµως µε 4.600 κρούσµατα στις 25 Αυγούστου, τα 8.600 στις 9 του Νοέµβρη µάλλον λίγα ήταν. Η «ζαριά στην κουβέρτα» που έπεσε στις 12 Ιουλίου βγήκε ασόδυο πέραν πάσης αµφιβολίας.

Η αλλαγή πλεύσης συνοδεύτηκε και από µεταπολίτευση στην Αριστοτέλους, αν και τινές αποδεικνύονται παντός καιρού. Η εγκαταλειφθείσα ιατρική προσέγγιση διαφέρει καθοριστικά από εκείνη του προπατζή στο εξής: δεν την ενδιαφέρει το πιθανότερο ενδεχόµενο προκειµένου να τζογάρει επιτυχώς, αλλά το χειρότερο ενδεχόµενο προκειµένου να το καλύψει και να το αποτρέψει κατά το δυνατόν.

Επίµετρον

Σήµερα οι κουτόφραγκοι «κλείνουν». Εδώ, µε διακύβευση την ανοικτή γιορτινή αγορά, στην µπαρµπουτιέρα του Μαξίµου ξαναστρώνουν κουβέρτα! Θα ρίξουν µια ακόµη ζαριά για την Οµικρον. Εύχοµαι να είναι τυχερότεροι.

Ο Παναγιώτης Τζανετής είναι χειρουργός, πρώην πρόεδρος του ΕΚΑΒ

 

Documento Newsletter