Eξι καθηγητές πανεπιστημίου επιχειρούν να ερμηνεύσουν την απόφαση του ελληνικού λαού της 21ης Μαΐου
Βατερλό! Μόνο έτσι μπορεί να περιγραφεί το αποτέλεσμα των εκλογών της περασμένης Κυριακής για τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης είδε τα ποσοστά του να μειώνονται δραματικά σε σχέση με τις εθνικές εκλογές του 2019, ενώ ταυτόχρονα η κυβερνώσα παράταξη δεν παρουσίασε την παραμικρή φθορά, παρά τα τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης και τα δεκάδες σκάνδαλα τα οποία αποκαλύφθηκαν – μάλιστα αύξησε ελαφρώς τα ποσοστά της και τις ψήφους που έλαβε. Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ στις εκλογές της 21ης Μαΐου έλαβε ποσοστό 20,07%, χάνοντας 11,46 μονάδες σε σχέση με τον Ιούλιο του 2019. Αυτό σε απόλυτους αριθμούς μεταφράζεται σε απώλεια σχεδόν 600.000 ψήφων. Από τους 1.781.057 πολίτες που ψήφισαν το κόμμα στις προηγούμενες εθνικές εκλογές, αυτήν τη φορά στήριξαν τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ 1.184.415 ψηφοφόροι.
Πρόκειται για φαινόμενο χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Εξάλλου πτώση ποσοστών κόμματος το οποίο βρισκόταν στην αξιωματική αντιπολίτευση είχε παρατηρηθεί με το ΠΑΣΟΚ στις εθνικές εκλογές του 2007, με τη διαφορά ότι τότε η ΝΔ, η οποία κυβερνούσε τη χώρα από το 2004, είχε επίσης απολέσει μέρος του ποσοστού της και η μεταξύ τους διαφορά είχε διαμορφωθεί περίπου στις 3,5 μονάδες. Τι συνέβη όμως και σημειώθηκε αυτό το κατά γενική ομολογία απροσδόκητο αποτέλεσμα; Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ βρέθηκε να χάνει τις δυνάμεις του και η ΝΔ να κερδίζει έστω και λίγο σε σχέση με τις προηγούμενες εκλογές;
Μία εβδομάδα μόλις μετά τις εκλογές η ανάλυση του αποτελέσματος παραμένει ασφαλώς δύσκολη. Το Documento απευθύνθηκε παρ’ όλα αυτά σε έξι επιστήμονες, διδάκτορες ελληνικών πανεπιστημίων, ζητώντας τους μια ερμηνεία για τη διαφορά μεταξύ των δύο πρώτων κομμάτων και για τη δραματική και απρόσμενη πτώση των ποσοστών του κόμματος του οποίου ηγείται ο Αλέξης Τσίπρας. Πού αποδίδουν το αποτέλεσμα; Σε μια σειρά παραγόντων όπως είναι η ακραία προπαγάνδα, αλλά βέβαια και στο γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ κατά τη διάρκεια της τελευταίας εκλογικής περιόδου δεν έδωσε σαφές πολιτικό στίγμα.
«Το 60% ψηφίζει κάτω από ένα καθεστώς ασύμμετρης προπαγάνδας και πολιτικής αδιαφορίας» γράφει χαρακτηριστικά στο Documento ο ομότιμος καθηγητής και πρώην αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου Κώστας Ζώρας, ενώ ο Μιχάλης Ταστσόγλου, ο οποίος διδάσκει Ιδεολογία και Προπαγάνδα στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας, σημειώνει ότι «παρότι παρέδωσε (σ.σ.: ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ) μια Ελλάδα καλύτερη από αυτήν που παρέλαβε, πλέον δεν μπορεί να υποστηρίξει σκληράδα, όπως δεν μπορεί και να εμφυσήσει ασφάλεια και εμπιστοσύνη». Παράλληλα, ο συνταγματολόγος Ακρίτας Καϊδατζής επισημαίνει τον κίνδυνο να προκύψει μονοκομματική παντοκρατορία. «Αποτελεί θεσμική και δημοκρατική ανάγκη από τις επόμενες εκλογές να μην προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση μονοκομματικής παντοκρατορίας» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ακρίτας Καϊδατζής
Αν. καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΑΠΘ
Η εκλογική ευθύνη που δεν αποδόθηκε
Κράτος δικαίου, δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη γνώρισαν δραματική υποβάθμιση την τελευταία τετραετία. Δεν το λένε μόνο πολιτικοί αντίπαλοι. Το επιβεβαιώνουν ανεξάρτητοι παρατηρητές και οργανισμοί και ευρωπαϊκοί θεσμοί. Διαχείριση της πανδημίας. Υποβάθμιση δημόσιας υγείας και παιδείας. Διαχείριση δημόσιου χρήματος και απευθείας αναθέσεις. Ενεργειακή φτώχεια και ακρίβεια. Αναδιανομή πλούτου από τους πολλούς στους λίγους. Χειραγώγηση της ενημέρωσης. Και κυρίως το μέγα σκάνδαλο των παρακολουθήσεων.
Πολιτικές ευθύνες για τις εγκληματικές αστοχίες και παραλείψεις δεν αποδόθηκαν. Και η διερεύνηση τυχόν νομικών ευθυνών παρακωλύθηκε με κάθε τρόπο. Η δικαστική εξουσία φάνηκε διστακτική. Ανεξάρτητες αρχές που διανοήθηκαν να διεξαγάγουν έρευνες δέχτηκαν πρωτοφανείς επιθέσεις. Οταν δεν αποδίδεται πολιτική ευθύνη απομένει η εκλογική ευθύνη. Οι πολίτες μπορούν με την ψήφο τους να αποδοκιμάσουν όσους ενεργούν σε βάρος των συμφερόντων των πολλών.
Συνέβη το ακριβώς αντίθετο. Οι πολίτες επιβράβευσαν. Ξεκάθαρα. Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις ότι η δικαστική εξουσία ή ανεξάρτητοι θεσμοί θα κάνουν αυτό που απέρριψε το εκλογικό σώμα. Η ψήφος λειτουργεί ως άφεση αμαρτιών. Το μήνυμά της είναι σαφές: καμία ευθύνη για κανένα σκάνδαλο.
Ετσι όμως δεν λειτουργεί δημοκρατία. Η δημοκρατία προϋποθέτει ευθύνη. Αν το ίδιο αποτέλεσμα επιβεβαιωθεί στις επόμενες εκλογές, θα διαμορφωθεί εν τοις πράγμασι ένα πολίτευμα όπου οι κυβερνώντες θα μπορούν να κάνουν κυριολεκτικά ό,τι θέλουν χωρίς να ευθύνονται για τίποτε.
Ενα πολίτευμα που μόνο στο όνομα θα είναι δημοκρατικό.
Μια εκλεγμένη δικτατορία. Αποτελεί θεσμική και δημοκρατική ανάγκη από τις επόμενες εκλογές να μην προκύψει αυτοδύναμη κυβέρνηση μονοκομματικής παντοκρατορίας.
Μιχάλης Ταστσόγλου
Διδάκτωρ (δρ) Ιδεολογίας και Προπαγάνδας στο τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του ΕΚΠΑ
Η οπτική του πολιτικού branding
Στην αλλαγή του αιώνα, σε μια εποχή που αφενός η κομματική ταύτιση μειωνόταν και αφετέρου οι ιδεολογίες διήγαν κρίση, στρατηγικές του μάρκετινγκ άρχισαν να εφαρμόζονται στην πολιτική επικοινωνία. Μια από αυτές είναι και η σύλληψη του πολιτικού προσώπου ή του κόμματος υπό τη λογική της ετικέτας (brand). Μια ετικέτα ουσιαστικά αποτελεί αντανάκλαση της ταυτότητας και της προσωπικότητας ενός προϊόντος.
Το 2015 ο Αλέξης Τσίπρας ήταν μια ετικέτα πλήρης. Μοναδική, ικανή να προσελκύει πελάτες-πιστούς στο προϊόν. Ενέπνεε επίσης κάποιες αρετές πολύ ιδιαίτερες: τιμιότητα, σκληράδα, φιλοδοξία και εργατικότητα. Ολα αυτά ήταν και αποτέλεσμα του ίδιου του προϊόντος, δηλαδή της ιδεολογίας και των αξιών που έφερε. Η ουσία βρισκόταν στο προϊόν.
Το 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης ήταν μια ετικέτα πλήρης. Από κορυφαία πανεπιστήμια και καλοζωισμένος, πρώην υπουργός, εκπροσωπούσε μια πολιτική οικογένεια που σημαίνει πολλά για τους ψηφοφόρους του. Η δική του ετικέτα στηρίχτηκε στο να αποπνέει ασφάλεια, αξιοπιστία, φιλοδοξία αλλά και σκληράδα (προς τα χαμηλότερα κοινωνικά στρώματα). Μια ετικέτα απολύτως συμβατή με τις ιδέες και τις αξίες τού προϊόντος εκείνου που είναι γνωστός θιασώτης του νεοφιλελευθερισμού, ομοουσίω τω πατρί.
Το 2023 η ετικέτα Αλέξης Τσίπρας δεν θυμίζει σε τίποτε εκείνη του 2015. Η μοναδικότητά του έχει χαθεί λόγω της φθοροποιού πρωθυπουργικής του θητείας αλλά και επειδή συχνά πυκνά φάνηκε να ανατρέχει σε τετριμμένες επιλογές στο μη λεκτικό πεδίο. Παρότι παρέδωσε μια Ελλάδα καλύτερη από αυτή που παρέλαβε, πλέον δεν μπορεί να υποστηρίξει σκληράδα, όπως δεν μπορεί και να εμφυσήσει ασφάλεια και εμπιστοσύνη. Αυτό οφείλεται –και– στον προσανατολισμό του ως ετικέτας σε αξίες και ιδέες. Η στροφή προς τη σοσιαλδημοκρατία και τον φιλελευθερισμό άλλαξε άρδην το ίδιο το προϊόν. Γίνεται μια ετικέτα να αναγράφει τις ίδιες ιδιότητες για δύο διαφορετικά προϊόντα;
Δημήτρης Καλτσώνης
Καθηγητής Θεωρίας Κράτους και Δικαίου Πάντειο Πανεπιστήμιο
Τα πάντα ρει
Από τα ποικίλα συμπεράσματα που μπορούν να αντληθούν από την εκλογική αναμέτρηση επισημαίνω τρία, κατά τη γνώμη μου βασικά.
Πρώτο: Οι πρόσφατες εκλογές επιβεβαίωσαν ότι ο συνδυασμός φτώχειας και προεκλογικών μικροπαροχών από την κυβέρνηση και η έλλειψη πραγματικής εναλλακτικής λύσης στρέφουν τμήματα του λαού στην αγκαλιά των συντηρητικών δυνάμεων. Το ίδιο έχει συμβεί και σε άλλες χώρες, από την Τουρκία μέχρι τη Βραζιλία. Οι ίδιοι πάνω κάτω παράγοντες στρέφουν επίσης ένα άλλο τμήμα προς την ακροδεξιά.
Δεύτερο: Οταν η αντιπολίτευση αποδέχεται το ευρωενωσιακό και νατοϊκό πλαίσιο, όταν ακολουθεί συντηρητική πορεία και ταυτίζεται ολοένα και περισσότερο με την παραδοσιακή Δεξιά γίνεται μοιραία αναξιόπιστη στα λαϊκά στρώματα. Προδιαγράφει την ήττα της. Θα έλεγα ότι στην πραγματικότητα παίρνει αυτό που της αξίζει.
Τρίτο: Η χάραξη ενός εναλλακτικού δρόμου απαιτεί συνεπή ενωτικό αγώνα ενάντια στις αντιλαϊκές πολιτικές, χωρίς μισόλογα. Απαιτεί επίσης σύγχρονο κατανοητό λαϊκό λόγο. Κυρίως όμως οφείλει να θεμελιώνεται σε ένα άλλο πλαίσιο πολιτικής, το οποίο θα αμφισβητεί τις συντεταγμένες τού συστήματος. Πρέπει δηλαδή να βασίζεται στη διεκδίκηση διαγραφής του χρέους, την εθνικοποίηση των στρατηγικών τομέων της οικονομίας, την απελευθέρωση από τα δεσμά της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, στον ριζοσπαστικό εκδημοκρατισμό του πολιτικού συστήματος. Αυτοί μόνο μπορούν να είναι οι πυλώνες που θα εξασφαλίσουν την ανόρθωση του βιοτικού επιπέδου του λαού και την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας. Σκιρτήματα αποδοχής του εναλλακτικού δρόμου υπήρξαν στις τελευταίες εκλογές. Αξίζει να γίνουν κραταιά αντιπολιτευτική δύναμη στις επόμενες εκλογές και δύναμη ανατροπής αργότερα. Εξάλλου το φαινομενικά στατικό αλλάζει. Η Ιστορία διδάσκει ότι σε εποχές κρίσης ο συντηρητισμός ανατρέπεται κάποιες φορές εν μια νυκτί και ας φαντάζει σήμερα πανίσχυρος. Τα πάντα ρει, μην το ξεχνάμε.
Κώστας Ζώρας
Ομότιμος καθηγητής, πρώην αντι-πρύτανης του Πανεπιστημίου Αιγαίου
Τα τρία αίτια του εκλογικού αποτελέσματος
Θα αναφερθώ σε τρία μείζονα, κατά τη γνώμη μου, αίτια του εκλογικού αποτελέσματος της 21ης Μαΐου 2023.
1. Στην Ελλάδα παγιώνεται πλέον στις βουλευτικές εκλογές ένα ποσοστό αποχής της τάξης του 40%. Πολύ μεγάλο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα. Το υπόλοιπο 60% ψηφίζει κάτω από καθεστώς ασύμμετρης προπαγάνδας και πολιτικής αδιαφορίας, ως αποτέλεσμα και αυτό της πρώτης. Ημιτελής δημοκρατία.
2. Το σύμπλεγμα της οικονομικής, επιχειρηματικής και μιντιακής εξουσίας, δηλαδή της πραγματικής εξουσίας στη χώρα. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι απλώς ο εκτελεστής των συμφερόντων του, ασκεί επί του κοινωνικού σώματος καταλυτική προπαγάνδα και προδιαμορφώνει, κάτω από συνθήκες πλύσης εγκεφάλου, την εκλογική βούληση της πλειονότητας των πολιτών, προτού αυτή εκφραστεί στην κάλπη και αποτυπωθεί στο εκλογικό αποτέλεσμα.
Πολλά ιστορικά κείμενα αναφέρονται στην πεποίθηση των Γερμανών πολιτών τον Απρίλιο του 1945, όταν στο Βερολίνο άκουγαν από την ανατολή τα σοβιετικά κανόνια και οι πόλεις στα δυτικά σύνορα «δέχονταν» τα αγγλοαμερικανικά στρατεύματα. Η μεγάλη πλειονότητα των Γερμανών λοιπόν πίστευε ότι η πατρίδα τους βρίσκεται μπροστά σε προσωρινή υποχώρηση και θα είναι τελικά η θριαμβευτική νικήτρια του πολέμου. Πίστευε δηλαδή απολύτως την προπαγάνδα του καθεστωτικού Τύπου και ραδιοφώνου, όπως την υπαγόρευε ο γνωστός υπουργός της. Και βεβαίως στην Ελλάδα το σύμπλεγμα της πραγματικής εξουσίας πολέμησε λυσσαλέα, με όπλο την προπαγάνδα, μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ και τον Αλέξη Τσίπρα.
3. Στις εκλογές αυτές ηττήθηκε και η απλή αναλογική. Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ για σχηματισμό προοδευτικής κυβέρνησης συνεργασίας απορρίφθηκε από τα άλλα κόμματα της Αριστεράς, a priori μάλιστα. Τα οποία προτιμούσαν να εμπλουτίσουν την προπαγάνδα του εξουσιαστικού συμπλέγματος και με το «επιχείρημα» της εκ των πραγμάτων αδυναμίας σχηματισμού προοδευτικής δημοκρατικής κυβέρνησης.
Κωστής Πιερίδης
Διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης του Παντείου Πανεπιστημίου, συγγραφέας
Μια δεύτερη ευκαιρία κατανόησης
Την προηγούμενη εβδομάδα των εκλογών ένας σημαντικός αριθμός ανθρώπων που είτε ανήκουν είτε πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ λειτούργησε στα social media όπως ακριβώς πριν από τις ευρωεκλογές του 2019: διατυμπάνιζαν σε μετρημένους ή έντονους τόνους ότι σε λίγες μέρες η εκλογική νίκη έρχεται. Αφού λοιπόν δεν το κατάφεραν την πρώτη φορά (2019), η εκκωφαντική ήττα της 21ης Μαΐου 2023 που μοιάζει με το τέλος της μεταπολίτευσης ήρθε να τους θυμίσει ότι τα προσδοκώμενα μιας κάλπης δεν καθορίζονται από τον «αυτισμό» της μικροκοινωνίας που εμείς διαμορφώνουμε, πολλώ δε μάλλον από το timeline μας. Αυτή η κάλπη επιβεβαίωσε μια αδιαμφισβήτητη ηγεμονία της Δεξιάς – όχι μόνο με υλιστικούς όρους εξαιτίας των 50 δισ. ευρώ που μοιράστηκαν στους πολίτες, αλλά και αξιακά μέσα από ιδέες περί ασφάλειας και σταθερότητας με γκραμσιανούς όρους.
Θα μπορούσα να αναλύσω αιτίες και παθογένειες που οδήγησαν σε αυτή την ήττα, αλλά προτιμώ να επικεντρωθώ σε λάθη που συνεχίζουν να επαναλαμβάνονται ενώ έχουμε ακόμη μία αναμέτρηση προ των πυλών: 1) Δεν γίνεται ο λαός να είναι «μάγκας» το 2015 –με δύο εθνικές κάλπες και ένα δημοψήφισμα– και «ραγιάς» ή κουτός όταν επιλέγει να σε εγκαταλείψει. Η Αριστερά –φτιαγμένη να είναι δίπλα στον λαό– οφείλει να αφουγκραστεί και όχι να κουνάει το δάχτυλο όποτε το αποτέλεσμα δεν την ικανοποιεί.
Ωρα λοιπόν να εξηγήσει ο ΣΥΡΙΖΑ τι διαφορετικό έκανε στη διακυβέρνηση του 2015-19 και τι ακριβώς σκοπεύει να κάνει εάν ο λαός επιχειρήσει να τον εμπιστευτεί ξανά έτσι ώστε σε πρώτη φάση να επιδιώξει μια ηγεμονία στον χώρο της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
2) Οταν στις αρχές του Μαΐου του 1941 η Βέρμαχτ καταλάμβανε την Αθήνα μερικοί αστοί με τα διαβατήριά τους ζήτησαν τη θαλπωρή της ειρήνης σε άλλες χώρες (και δυστυχώς μερικοί άλλοι υποδέχτηκαν τους κατακτητές). Η Αριστερά έμεινε εκεί, οργάνωσε και πρωτοστάτησε στην αντίσταση.
Δεν επιχειρώ να κάνω κανέναν παραλληλισμό της γερμανικής κατοχής με την κυβέρνηση Μητσοτάκη, αντίθετα θέλω να σημειώσω ότι καμία μάχη δεν εγκαταλείπεται. Ιδίως όταν σου δίνεται η ευκαιρία μέσα από μια οδυνηρή ήττα να φέρεις το παιχνίδι στο δικό σου τερέν. Αυτό της κοινωνίας και των κινημάτων.
Κώστας Ελευθερίου
Επίκουρος καθηγητής Πολιτικής Κοινωνιολογίας ΔΠΘ
Ο ΣΥΡΙΖΑ απομονώθηκε από κρίσιμες κατηγορίες εκλογέων
Το υψηλότατο ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας και ο περιορισμός του ΣΥΡΙΖΑ στο 20% αποτελούν δύο εξελίξεις που αναδεικνύουν τις τελευταίες εκλογές σε σημαντικό ορόσημο στην εκλογική ιστορία της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας. Η συρρίκνωση της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ στο ως άνω ποσοστό διαμορφώνει πια ένα πλαίσιο που καθιστά την επιβεβαίωση της θέσης και του ρόλου του ως εναλλακτικού κυβερνητικού πόλου έναντι της Νέας Δημοκρατίας κεντρικό επίδικο των εκλογών της 25ης Ιουνίου. Η εν λόγω εξέλιξη είναι προφανώς απόρροια μιας απ’ ό,τι φάνηκε ανεπαρκούς αντιπολιτευτικής παρουσίας και μιας συγκεχυμένης προεκλογικής στρατηγικής, η οποία απομόνωσε το κόμμα από κρίσιμες κατηγορίες εκλογέων.
Επί της ουσίας, η αδυναμία να αξιοποιηθούν πρακτικά οι δυνατότητες της απλής αναλογικής, η διαρκής αλλαγή προταγμάτων στον προεκλογικό λόγο, το έλλειμμα συντονισμού μεταξύ πολιτικού κέντρου και υποψήφιων βουλευτών, η εν γένει δυσπιστία απέναντι στις έρευνες κοινής γνώμης, που απέκλειε πέρα από την εκτίμηση της πρόθεσης ψήφου και την αξιοποίηση ποιοτικών ευρημάτων που θα εμπλούτιζαν την προεκλογική στρατηγική του συνδυαστικά με την απουσία οργανωμένης γείωσης του ΣΥΡΙΖΑ σε συλλογικούς χώρους έκφρασης της κοινωνίας, λειτούργησαν μεταξύ άλλων ως παράγοντες που συσκότισαν την επαφή της κομματικής ελίτ με τις τάσεις και τη δυναμική που υπήρχαν στο εκλογικό σώμα.
Πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αντιμέτωπος με την πιθανότητα να απολέσει τη θέση και τον ρόλο που διατηρεί μετά τον «σεισμό» του 2012 και ως εκ τούτου τις επόμενες τέσσερις εβδομάδες καλείται να κινηθεί σε μια λογική στεγανοποίησης του χώρου του από διαρροές και επαναπατρισμού ψηφοφόρων που χάθηκαν στην αποσυσπείρωση της 21ης Μαΐου.
Τέσσερις πιθανές κατευθύνσεις για την τακτική του θα μπορούσαν να είναι οι ακόλουθες: α) επαναφορά ορισμένων θεμελιακών ταυτοτικών αναφορών του ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως για να παραμείνει συσπειρωμένος ο σκληρός πυρήνας της επιρροής του κόμματος, β) επισήμανση του κινδύνου αμφισβήτησης βασικών κεκτημένων της Γ΄ Ελληνικής Δημοκρατίας από μια πολύ ισχυρή κυβερνητική πλειοψηφία και παράλληλα προγραμματική αντιπαράθεση με το ΠΑΣΟΚ και το ΚΚΕ, τα κόμματα εκείνα που μαζί με τη ΝΔ αποτελούν τους βασικούς υποδοχείς των εκλογικών απωλειών του κόμματος, γ) σαφής και τολμηρή έκφραση αυτοκριτικής, ιδίως από την ηγεσία του, προκειμένου να αποκατασταθούν έστω και εν μέρει οι δεσμοί εμπιστοσύνης με κάποιες από τις δυνάμεις που μετακινήθηκαν, δ) ένταξη των παραπάνω σε μια στρατηγική θετικής προοπτικής ανασυγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ ως αριστερού κόμματος προοδευτικής κυβερνητικής δυναμικής.