Η νέα κρίση στον δυτικό κόσμο είναι εδώ. Ξεκίνησε στις ΗΠΑ με την κατάρρευση δύο τραπεζών και πέρασε στην Ευρώπη, όπου τρίζει το ελβετικό τραπεζικό μεγαθήριο Credit Suisse. Επανέρχεται στη μνήμη ο κυκλώνας που έπληξε ΗΠΑ – Ευρώπη μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers το 2008. Ηταν τότε που η κυβέρνηση Καραμανλή δανειζόταν αφειδώς και βλακωδώς τερατώδη ποσά για να στηρίξει το «καταναλωτικό όνειρο». Συνολικά οι κυβερνήσεις Καραμανλή δανείστηκαν 130 δισ. ευρώ στην πενταετία. Προστέθηκαν στα 80 δισ. ευρώ που δανείστηκε η χώρα την καταστροφική επταετία Σημίτη. Αυτά πλήρωσε πολύ ακριβά η κοινωνία, μαζί με τις καταστροφικές συμφωνίες της μνημονιακής εποχής των κυβερνήσεων Παπανδρέου και Σαμαρά. Αυτά ετοιμάζονται να πληρώσουν, με τον τόκο που έβαλε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, οι «κόκκινοι» δανειολήπτες που θα χάσουν την ακίνητη περιουσία τους (700.000 ακίνητα) έναντι πινακίου φακής για να κερδοσκοπήσουν οι τραπεζίτες που «σκότωσαν» τότε την ελληνική οικονομία.
Προτού… πηδήξουν πρώτοι από το καράβι που βούλιαζε, το 2009, Κώστας Καραμανλής και Γιώργος Αλογοσκούφης διαβεβαίωναν ότι η οικονομία ήταν θωρακισμένη. Παράλληλα έδιναν στις τράπεζες 50 δισ. ευρώ ως κρατικές εγγυήσεις. Έκτοτε έγιναν τέσσερις ανακεφαλαιοποιήσεις για τη διάσωση των ελληνικών τραπεζών (δόθηκαν δηλαδή κρατικά χρήματα για να διασωθούν ανώνυμες εταιρείες που δεν αναλαμβάνουν το ρίσκο της επιχειρηματικής δραστηριότητάς τους αλλά κοινωνικοποιούν τις ζημιές και ιδιωτικοποιούν τα κέρδη). Το τι επακολούθησε το έχουμε άπαντες βιώσει στο πετσί μας…
Αυτό που ονομάζουμε «συστημικό μπλοκ» έχει ρίξει όλες του τις δυνάμεις ώστε να πείσει ότι η ελληνική και η ευρωπαϊκή οικονομία είναι θωρακισμένες. Για να μην προκληθεί πανικός στις κοινωνίες εστιάζουν στις διαφορές ανάμεσα στην κατάρρευση της Lehman Brothers σε σχέση με την κατάρρευση της Silicon Valley Bank και της Signature Bank και με τους τριγμούς του ελβετικού κολοσσού της Credit Suisse (παρά την κρατική παρέμβαση ύψους περίπου 50 δισ. ευρώ). Υποστηρίζουν ότι το πρόβλημα τώρα είναι οι επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα χαμηλής απόδοσης, ενώ τότε το πρόβλημα ήταν τα κεφάλαια που είχαν επενδυθεί σε δομημένα παράγωγα που στηρίζονταν σε «κόκκινα» δάνεια με κάλυψη ακίνητα. Ουδείς από αυτούς τους συστημικούς πολιτικούς και οικονομολόγους εστιάζει στο «πληθωρισμένο» νόμισμα των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Στον πακτωλό τρισεκατομμυρίων δολαρίων και ευρώ που εκδόθηκαν από Fed και ΕΚΤ χωρίς αντίκρισμα για να καλύψουν τα προβλήματα που έφερε η πανδημία.
Αυτά σε συνδυασμό με τον «πόλεμο» για την αποδολαριοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας φέρνουν τη νέα κρίση σε ΗΠΑ – Ευρώπη, που εκφράζεται ως πιθανή κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος. Το ζήτημα όμως είναι οι αναλογίες μεταξύ των δύο κρίσεων στη δυτική οικονομία και όχι οι διαφορές. Είναι η αθέατη πλευρά της επερχόμενης καταστροφής που θα πλήξει κυρίως τις αδύναμες οικονομίες όπως είναι η ελληνική. Σε κάθε περίπτωση αυτή η νέα κατάσταση λειτουργεί σαν την εισαγωγή ενός άγνωστου δηλητηρίου στο ανθρώπινο σώμα. Τι καταστροφή θα φέρει στα όργανα είναι άγνωστο. Το θέμα μας είναι η Ελλάδα, η οποία είναι πάλι ο αδύναμος κρίκος. Η χώρα παραδίδεται πάλι, αυτήν τη φορά από έναν Μητσοτάκη, γυμνή και απροστάτευτη στη νέα κρίση.
Tο μέγεθος των επιπτώσεων
Από την πλευρά τους οι τεχνοκράτες αναφέρονται σε «υπερβολικές μακροοικονομικές ανισορροπίες» όσον αφορά την ελληνική οικονομία. Στην πραγματικότητα είναι τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας. Ολα περιγράφονται στην έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Ελλάδα που δόθηκε στη δημοσιότητα τον περυσινό Μάιο στο πλαίσιο της αξιολόγησης ενισχυμένης εποπτείας. Τώρα που η νέα κρίση «επελαύνει» οι πληγές επανέρχονται στο προσκήνιο.
Παράλληλα αναδεικνύουν τις εγκληματικές παραλείψεις της διακυβέρνησης Μητσοτάκη. Οι αθρόες απευθείας αναθέσεις σε «ημετέρους», ο υπέρμετρος δανεισμός που έχει αυξήσει το δημόσιο χρέος σε απόλυτα νούμερα, το πρόγραμμα «Ηρακλής» με τις λεόντειες κρατικές εγγυήσεις ύψους 18 δισ. ευρώ σε περίπου 50 funds με κεφάλαιο 100 ευρώ. Το υπέρογκο ιδιωτικό χρέος που αφέθηκε ανεξέλεγκτο, μαζί με την ακρίβεια που τροφοδοτεί διαρκώς τις πληθωριστικές πιέσεις λόγω των εγκληματικών επιλογών στο ρεύμα (απολιγνιτοποίηση και target model υπέρ των 4+1 που απαρτίζουν το καρτέλ φυσικού αερίου) και στα υγρά καύσιμα. Η στρέβλωση στις επενδύσεις που κατευθύνονται σε χαμηλής παραγωγικότητας τομείς όπως οι αγοραπωλησίες ακινήτων. Η ακόμη μεγαλύτερη εμμονή σε στρεβλή ανάπτυξη του τουρισμού που εξακολουθεί να στηρίζεται στη λογική «ελληνικός ήλιος & παραλία». Η ανερμάτιστη λογική του καταστροφέα της ελληνικής οικονομίας Κωστή Χατζηδάκη, ο οποίος μετά τη λαίλαπα που επέφεραν οι επιλογές του στην ενέργεια ανέλαβε να καταστρέψει και τις εργασιακές σχέσεις μειώνοντας τις ετήσιες αποδοχές (με τον θεσμό του ελαστικού οκτάωρου και τις τσάμπα υπερωρίες για να μαζεύουν ελιές οι μισθωτοί). Η λογική Μητσοτάκη και του υπουργού Επικρατείας Ακη Σκέρτσου (έγινε υπουργός με μόνη ιδιότητα αυτήν του υπαλλήλου του ΣΕΒ) να δώσουν γη και ύδωρ στη βιομηχανία, η οποία απλώς συμπιέζει το κόστος μισθοδοσίας στο όνομα της «ιερής αγελάδας», της μείωσης του μοναδιαίου κόστους εργασίας. Αυτό επιφέρει ελάχιστη αύξηση του ρυθμού εξαγωγών (ανίκανη να μειώσει την ψαλίδα του εμπορικού ισοζυγίου) αφού, όπως αναφέρει ενδεικτικά η Κομισιόν, «η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας βελτιώθηκε λόγω της συγκράτησης των μισθών, αλλά παραμένει χαμηλή εξαιτίας του γεγονότος ότι η παραγωγή επικεντρώνεται σε προϊόντα χαμηλής τεχνολογίας». Τι φέρνει αυτό; Μα μια γυμνή οικονομία που δύσκολα θα αποφύγει τον σκόπελο μιας νέας πτώχευσης.
Η μεγάλη πληγή
Εάν κάτι αποδεικνύει το εγκληματικό των κυβερνητικών επιλογών, είναι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Είναι ο δείκτης υγείας μιας οικονομίας. Ο Κυρ. Μητσοτάκης το 2019, εκτελώντας στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας τον προϋπολογισμό που είχε ψηφίσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ από το τέλος του 2018, κατάφερε να εμφανίσει ένα απολύτως διαχειρίσιμο έλλειμμα στον συγκεκριμένο δείκτη της τάξης των 2,5 δισ. ευρώ.
Από εκεί και πέρα αφέθηκε ανεξέλεγκτος. Το 2020 το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ανέβηκε στα 10 δισ. ευρώ, για να κλείσει στα 12,5 δισ. ευρώ το 2021 και να εξακοντιστεί στα 20,145 δισ. ευρώ το 2022!
Το ιδιωτικό χρέος τρομάζει
Οι οφειλές σε εφορία και ΕΦΚΑ έχουν πάρει την ανηφόρα. Το 2022 καταγράφεται αύξηση κατά 25% σε σχέση με το 2021. Σύμφωνα με την ΑΑΔΕ, οι φορολογούμενοι άφησαν απλήρωτους φόρους ύψους 7,29 δισ. ευρώ (5,79 δισ. ευρώ το 2021). Η ΤτΕ έχει ανακοινώσει μείωση 1,4 δισ. ευρώ σε καταθέσεις τον Ιανουάριο. Αρα τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις «τρώνε από τα έτοιμα», δεν πληρώνουν φόρους και ασφάλιστρα ώστε να αντεπεξέλθουν στην κρίση ακρίβειας.
Οσον αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, έρχεται το μπουμ λόγω της αύξησης των επιτοκίων. Με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της ΤτΕ, το υπόλοιπο δανείων στο τέλος του 2022 έφτανε στα 115 δισ. ευρώ. Από αυτά, τα 72 δισ. ευρώ είναι επιχειρηματικά δάνεια, τα 29,38 δισ. είναι στεγαστικά και περίπου 8,6 δισ. είναι καταναλωτικά. Πλέον οι αυξήσεις στα τραπεζικά επιτόκια είναι δυσβάσταχτες (η μηνιαία δόση έχει αυξηθεί περίπου κατά 30%), αφού οι τράπεζες επιμένουν να αισχροκερδούν σε βάρος της οικονομίας μετακυλίοντας όλο το κόστος στον δανειολήπτη.
Στα τραπεζικά δάνεια θα πρέπει να προστεθούν 113 δισ. ευρώ που είναι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία (πάντως το υπουργείο Οικονομικών αναγνωρίζει την ανικανότητα των Σταϊκούρα – Σκυλακάκη και θεωρεί εισπράξιμα τα 86-87 δισ. ευρώ). Αλλα 28 δισ. ευρώ είναι το χρέος προς τα ασφαλιστικά ταμεία. Ολα αυτά μας κάνουν ιδιωτικό χρέος 256 δισ. ευρώ. Ομως πρέπει να προστεθούν τα «κόκκινα» δάνεια ύψους 90 δισ. ευρώ που έχουν περάσει στα funds και εξακολουθούν να βαραίνουν τοκιζόμενα τους «κόκκινους» δανειολήπτες. Επίσης είναι άγνωστο το ποσό που οφείλεται από δάνεια μεταξύ ιδιωτών (π.χ. συναλλαγματικές, επιταγές, ιδιωτικές συμφωνίες δανειοδότησης, αλληλόχρεοι λογαριασμοί κ.λπ.).
Το δημόσιο χρέος
Εδώ έχουμε κάτι, αν μη τι άλλο, αισιόδοξο. Μεγάλο ποσοστό του δημόσιου χρέους (της τάξης του 76%) είναι διακρατημένο από τους δανειστές μας (ΕΚΤ, ESM, Κομισιόν).
Ωστόσο παραμένει τεράστιο. Και η διακυβέρνηση Μητσοτάκη ήταν και εδώ καταστροφική. Ανοιξε την ψαλίδα σε σχέση με αυτά που αποπλήρωσε και με όσα δανείστηκε. Το χρέος της Κεντρικής Διοίκησης στις 31.12.2022 ανερχόταν σε 400,3 δισ. ευρώ. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν τα 3,5 δισ. ευρώ που δανείστηκε το 2023. Ο Κυρ. Μητσοτάκης παρέλαβε τον Ιούλιο τον 2019 δημόσιο χρέος 356,54 δισ. ευρώ. Βλέπουμε ότι η καταστροφική διαχείριση Μητσοτάκη πρόσθεσε στην «καμπούρα» 47 δισ. ευρώ.
Ήδη έχει ανακοινωθεί η κατάργηση της ρήτρας διαφυγής από το 2024 (επανερχόμαστε στα πρωτογενή πλεονάσματα, τα οποία για την περίπτωση της Ελλάδος σημαίνουν μεγαλύτερη λιτότητα). Αυτήν τη ρήτρα αξιοποίησε στο έπακρο ο Κυρ. Μητσοτάκης για να γονατίσει την οικονομία, δανειζόμενος αφειδώς και σκορπώντας, κυρίως σε απευθείας αναθέσεις, βλακωδώς και αλογίστως. Τώρα ενδέχεται να παραδώσει στον επόμενο την εξουσία και την καυτή πατάτα της πτώχευσης που ο ίδιος φρόντισε να υπερμεγεθύνει.
Εάν κάποιος δεν βλέπει τις αναλογίες με τη διακυβέρνηση Καραμανλή έως το 2009 και τι παρέδωσε τότε στον Γιώργο Παπανδρέου, απλώς κοιμάται τον ύπνο με τα όνειρα και όταν σκάσει το τσουνάμι της κρίσης θα είναι αργά. Οπως αργά είναι ήδη για την ελληνική κοινωνία που παραδίδεται απροστάτευτη στην κρίση.
Η ασπίδα του ΣΥΡΙΖΑ
Αν κάτι συνιστά βεβαιότητα, είναι ότι έρχονται δύσκολα χρόνια για την ελληνική κοινωνία. Ισως δυσκολότερα και από αυτά της μνημονιακής εποχής. Τα δημόσια οικονομικά ωστόσο διατηρούν μια ασπίδα προστασίας. Πρόκειται για τη συμφωνία επιμήκυνσης του χρέους που επιτεύχθηκε το καλοκαίρι του 2018 από την κυβέρνηση Τσίπρα. Με αυτήν επεκτάθηκε η περίοδος χάριτος και επιμηκύνθηκε ο ορίζοντας αποπληρωμής του EFSF για μια δεκαετία χωρίς προϋποθέσεις (παράλληλα συμφωνήθηκαν και οι επιστροφές των κερδών από τη διακράτηση ελληνικών ομολόγων και η κατάργηση του επιτοκιακού περιθωρίου). Μάλιστα στη συμφωνία αναγράφεται ρητώς ότι θα ληφθούν πρόσθετα μέτρα εφόσον χρειαστούν μετά το 2032. Αυτό έδωσε αίσθηση σταθερότητας στους επενδυτές που ήθελαν να επενδύσουν σε ελληνικά κρατικά ομόλογα, τα οποία ακόμη βρίσκονται στην κατηγορία «σκουπίδια». Τότε το ΔΝΤ άνοιξε έναν ορίζοντα 20 ετών αφού η ανάλυση βιωσιμότητας χαρακτήριζε το χρέος βιώσιμο μέχρι το 2038. Εκ παραλλήλου η τότε κυβέρνηση Τσίπρα πέτυχε να μετατρέψει το επιτόκιο του χρέους σε σταθερό. Σε όλα αυτά προστέθηκε το μαξιλάρι των τότε 24,5 δισ. ευρώ (το καλοκαίρι του 2019 είχε αυξηθεί σε περίπου 37 δισ. ευρώ).
Παρ’ όλα αυτά, σήμερα τα προσφερόμενα επιτόκια στη δευτερογενή αγορά ομολόγων (αφού οι επενδυτές εξετάζουν τα δεδομένα της πραγματικής οικονομίας και όχι τις πομφόλυγες των Μητσοτάκη – Σταϊκούρα – Σκυλακάκη – Γεωργιάδη περί επιτυχημένης ελληνικής οικονομίας) είναι της τάξης του 4,3-4,7%. Ομως το ελληνικό δημόσιο λόγω αυτού του «μαξιλαριού» δεν έχει ανάγκη άμεσης προσφυγής σε δανεισμό για να χρηματοδοτήσει τις υποχρεώσεις του. Τους πρώτους δε μήνες αυτής της νέας κρίσης τουλάχιστον σε επίπεδο δημόσιων οικονομικών είμαστε προστατευμένοι, έστω κι αν στην τετραετία Τσίπρα χρειάστηκε να γονατίσει η μεσαία τάξη.