Ογδόντα χρόνια από τη Μάχη της Αθήνας, σταχυολογούμε τις αναμνήσεις έξι σημαντικών προσωπικοτήτων του 20ού αιώνα για τις δραματικές στιγμές που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία της Ελλάδας.
Ογδόντα χρόνια συμπληρώνονται φέτος από το ξέσπασμα των Δεκεμβριανών στην Αθήνα. Μέσα από τις γραπτές μαρτυρίες έξι σημαντικών προσωπικοτήτων του 20ού αιώνα ξεδιπλώνονται μνήμες από την ένοπλη σύγκρουση ανάμεσα στον ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και τις κυβερνητικές και βρετανικές δυνάμεις η οποία ξεκίνησε στις 3 Δεκεμβρίου 1944 με την αιματηρή κατάληξη του συλλαλητηρίου διαμαρτυρίας του ΕΑΜ στο Σύνταγμα στο οποίο συμμετείχαν περίπου 60.000 άνθρωποι. Οι συγκρούσεις που κράτησαν συνολικά 33 μέρες κόστισαν τη ζωή σε χιλιάδες ανθρώπους και καθόρισαν την πορεία της μεταπολεμικής Ελλάδας.
Οδυσσέας Ελύτης
Οι σφαίρες που σφύριζαν
«Εν λευκώ» (εκδ. Ικαρος)
Τώρα πρέπει από ένα δαίδαλο μικρών παρόδων να βγούμε ως την οδό της 3ης Σεπτεμβρίου, που έχω ακούσει ότι δε βάλλεται σχεδόν καθόλου. Πραγματικά, όταν φτάνουμε, βρίσκουμε πολύ πιο ήρεμη την ατμόσφαιρα. Κυκλοφορούν μερικοί άνθρωποι σιωπηλοί, άκρη άκρη, σχεδόν κολλητά στους τοίχους, κι όλοι τους με κατεύθυνση προς το κέντρο. Οι περισσότεροι έχουν ύφος μυστηριώδες, είναι τυλιγμένοι με κασκόλ και φοράνε μαύρα γυαλιά. […] Υπάρχουν εδώ κι εκεί Εαμίτες στις γωνιές, όλοι τους με γενειάδα, φυσεκλίκια κι αυτόματα στο χέρι, που μας κοιτάν με περιέργεια. Θα ’θελαν πολύ να μας σταματήσουν, υποθέτω, αλλά δεν υπάρχει ανώτερος να τους δώσει την εντολή. Καλά πάμε. Τους κοιτάω κατάματα, δείχνω να υποβαστάζω με δυσκολία τον αδελφό μου, και με βήματα ομαλά προχωρούμε. Μακριά οι εκρήξεις εξακολουθούν να ακούγονται. Κάποτε και μερικές ριπές πλησιέστερα.
Μίκης Θεοδωράκης
Από διμοιρίτης έως καπετάνιος
«Οι δρόμοι του Αρχάγγελου» (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης)
[…] Τελικά πολεμούσαμε χωρίς να γνωρίζουμε ποιος είναι ο τελικός μας σκοπός με μόνη εντολή να προχωρήσουμε όσο γίνεται προς το κέντρο της πόλης, όπου είχε την έδρα της η Κυβέρνηση. Για όσους αιχμαλώτους πιάναμε, Ελληνες και Αγγλους, είχαμε την εντολή να τους αφήνουμε ελεύθερους. Και σε ό,τι αφορά τις σημαντικές πολιτικές, στρατιωτικές και οικονομικές προσωπικότητες που γνωρίζαμε ότι ανήκαν στο αντίπαλο στρατόπεδο, δεν υπήρχε καμία απολύτως απόφαση για την τύχη τους. Και γενικά υπήρχε η εντύπωση ότι θα έπρεπε να τους αφήσουμε ήσυχους και ασφαλείς. Οπως και έγινε. Το γεγονός αυτό αποδεικνύει ότι δεν υπήρχε ούτε ίχνος ταξικού –ιδεολογικού αγώνα αλλά μια γενική και θολή αίσθηση ότι ο χαρακτήρας του αγώνα μας δεν ήταν στο βάθος παρά μια διαμαρτυρία και μια εκδίκηση για τα αθώα θύματα της 3ης και 4ης του Δεκέμβρη.
Γιώργος Θεοτοκάς
Πρόσφυγες κατά γηγενών
«Τετράδια Ημερολογίου 1939-1953» (εκδ. Εστία)
Μια από τις πλευρές του ζητήματος είναι και τούτη, πως ολοένα και περισσότερο έχει κανείς την εντύπωση ότι η επανάσταση αυτή είναι, στην Αθήνα τουλάχιστο, επανάσταση των προσφύγων εναντίον των γηγενών.
Είναι αναμφισβήτητο ότι στους προσφυγικούς συνοικισμούς, που αποτελούν σήμερα την «κόκκινη ζώνη» της περιοχής της Αθήνας και του Πειραιά, η μεγίστη πλειοψηφία του πληθυσμού βρίσκεται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, κάτω από τον έλεγχο του ΚΚΕ, ενώ, αντίστροφα, στις παλαιοαθηναϊκές συνοικίες, όχι μόνο στις αστικές μα και τις λαϊκές και εργατικές, και στα γηγενή κέντρα του Πειραιά, εξίσου μεγάλη πλειοψηφία δυσπιστεί προς τον κομμουνισμό ή βρίσκεται σε φανερή αντίθεση μαζί του. […] Τώρα, που ήρθε στο προσκήνιο μια δεύτερη προσφυγική γενεά, παρατηρούμε πως η διαφορά του ιδεολογικού κλίματος ανάμεσα στην προσφυγική και τη γηγενή μάζα μετατοπίστηκε από το πολιτικό πεδίο στο κοινωνικό. Η προσφυγική μάζα δε συγχωρεί τη μειονεκτική κοινωνική θέση στην οποία έζησε αυτά τα είκοσι χρόνια. Εξάλλου δείχνει ότι δεν έχει ριζώσει ακόμα στον τόπο, δε συνδέθηκε μαζί του ολότελα και δεν αγάπησε την παράδοσή του.
Η γηγενής μάζα παρακολουθεί το κίνημα, βουβή, πεισματωμένη, γεμάτη μνησικακία. Κι αυτή δεν έχει ακόμα συγχωρέσει.
Μενέλαος Λουντέμης
Του λαού το μεγαλείο
«Ο Μεγάλος Δεκέμβρης» (εκδ. Μάρη & Κοροντζή, 1945)
Μίμης Φωτόπουλος
Σκορπίσανε τα όνειρα
«Το ποτάμι της ζωής μου» (εκδ. Καστανιώτη)
Με ρώτησε η γιαγιά μου: «Καλά, παιδάκι μου, αυτοί οι Εγγλέζοι από πού ήρθανε και μας βάλανε φωτιά;»
«Από την Αγγλία!»
«Και κατά πού πέφτει η Αγγλία;» «Είναι πολλά μερόνυχτα από δω, γιαγιά…»
«Χριστός και Παναγιά. Κι ήρθανε από τόσο μακριά που λες να κάψουνε το δικό μας; Δεν έχουν σπίτια εκεί να τα κάψουνε;»
«Ε, είναι ιδιότροποι βλέπεις…» Εκανε το σταυρό της η γριά και συνέχισε να καθαρίζει κάτι σκουληκιασμένα ρεβίθια, το φαγητό μας για το μεσημέρι. Μέναμε στο υπόγειο μιας πολυκατοικίας στο Κολωνάκι. Ο θυρωρός της μας φιλοξενούσε στο δωμάτιό του, από τότε που το μικρό νοικοκυριό μας το ’καψαν εμπρηστικές βόμβες, αφήνοντας το κτίσμα ανέπαφο. Κάτι εγγλέζικα τανκς είχαν σταθεί στη γωνιά του σπιτιού μας και ρίχνανε.
Μάνος Χατζιδάκις
Τα παιδιά της γαλαρίας
«Το Τέταρτο» (τεύχος 3, Ιούλιος 1985)