Ακραία μετεωρολογικά φαινόμενα όπως οι καύσωνες και οι πλημμύρες στοίχισαν τη ζωή σε περίπου 195.000 ανθρώπους και προκάλεσαν ζημίες ύψους σχεδόν 560 δισεκατομμυρίων ευρώ από το 1980, υπολογίζει ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος (ΕΟΠ), ο οποίος καλεί σήμερα να ληφθούν μέτρα.
«Τα ακραία μετεωρολογικά και κλιματικά φαινόμενα προκάλεσαν οικονομικές ζημίες που εκτιμάται πως έφθασαν τα 560 δισεκατομμύρια ευρώ μεταξύ του 1980 και του 2021, από τις οποίες μόνο 170 δισ. ευρώ (το 30%) ήταν ασφαλισμένες», ενώ άφησαν πίσω σχεδόν 195.000 νεκρούς, τονίζει ο θεσμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που δημιουργεί νέα πύλη όπου συγκεντρώνει τα πιο πρόσφατα συναφή δεδομένα για τα φαινόμενα αυτά.
Τον Φεβρουάριο του 2022, ο απολογισμός που παρουσίασε ο ΕΟΠ έκανε λόγο για ζημίες 510 δισ. ευρώ και 142.000 νεκρούς κατά την περίοδο 1980-2020.
Το 2021, οι πλημμύρες στη Γερμανία και στο Βέλγιο προκάλεσαν ζημίες σχεδόν 50 δισ. ευρώ.
Σε ό,τι αφορά τα θύματα, η αλλαγή της μεθοδολογίας που χρησιμοποιείται στη Γαλλία και στη Γερμανία είναι αιτία της μεγάλης διακύμανσης, διευκρινίζει ο ευρωπαϊκός θεσμός.
«Για να αποφευχθούν περαιτέρω απώλειες, πρέπει επειγόντως να περάσουμε από τις αντίδραση στα ακραία μετεωρολογικά φαινόμενα στην προληπτική προετοιμασία», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Αλεξάνδρα Καζμίρτσακ, ειδικός του ΕΟΠ.
Με βάση τη νέα απογραφή, στους καύσωνες οφείλονταν το 81% των θανάτων και το 15% των οικονομικών ζημιών.
Αλλεπάλληλα κύματα καύσωνα έπληξαν το καλοκαίρι την Ευρώπη το 2022 –οι συνέπειές τους δεν περιλαμβάνονται στην απογραφή που δημοσιοποιείται σήμερα–, προκαλώντας πολύ υψηλότερο αριθμό θανάτων από τον μέσο στη Γηραιά Ήπειρο.
Καταγράφτηκαν 53.000 επιπλέον θάνατοι (+16%) τον Ιούλιο του 2022 σε σύγκριση με τον μηνιαίο μέσο όρο της περιόδου 2016-2019 στην Ευρώπη, αν και δεν αποδίδονται όλοι στον καύσωνα, διευκρίνισε ο ΕΟΠ.
Η Ισπανία κατέγραψε 4.600 και πλέον θανάτους που οφείλονταν στην ακραία ζέστη από τον Ιούνιο ως τον Αύγουστο.
Τα κλιματικά μοντέλα προβλέπουν κύματα ακραίου καύσωνα με μεγαλύτερη διάρκεια, ένταση και συχνότητα, κάτι που αναγκάζει την Ευρώπη να δράσει για να προστατεύσει τον γηράσκοντα πληθυσμό της, που είναι ευάλωτος στις αυξημένες θερμοκρασίες.
«Οι περισσότερες εθνικές πολιτικές προσαρμογής αναγνωρίζουν τις συνέπειες της ζέστης στα καρδιαγγειακά και αναπνευστικά συστήματα, αλλά λιγότερες από τις μισές καλύπτουν τις άμεσες συνέπειες της ζέστης όπως η αφυδάτωση ή οι θερμοπληξίες», σύμφωνα με τον οργανισμό της ΕΕ.