Από τις ΗΠΑ ως το Βέλγιο και το Ηνωμένο Βασίλειο η βίαιη απομάκρυνση αγαλμάτων του ρατσιστικού παρελθόντος αναζωπυρώνει τον δημόσιο διάλογο
Η ουσία βρίσκεται στην αναγνώριση των ρατσιστικών πρακτικών που διαποτίζουν το παρόν κι όχι ο απλός εντοπισμός τους στο (αποικιοκρατικό) παρελθόν.
«Οι δημόσιες συζητήσεις γύρω από τα σύμβολα της ιστορικής αδικίας έχουν νόημα αν παρουσιάζονται όχι σαν συζητήσεις για την κληρονομιά του παρελθόντος, αλλά για το πώς αυτή η κληρονομιά διαμορφώνει ακόμη το παρόν» γράφει η καθηγήτρια Πολιτικής Θεωρίας στο γνωστό πανεπιστήμιο London School of Economics Λία Γούπι.
Στο πλαίσιο του μαζικού κινήματος διαμαρτυρίας «Black lives matter» (Οι ζωές των μαύρων έχουν αξία), το οποίο αναζωπυρώθηκε σε όλο τον κόσμο μετά τη δολοφονία του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ, διαδηλωτές επιτέθηκαν σε μνημεία δουλεμπόρων, αποικιοκρατών και άλλων προσωπικοτήτων στενά συνδεδεμένων με το ρατσιστικό παρελθόν κρατών όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, το Βέλγιο και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Στο Ρίτσμοντ, πρωτεύουσα της αμερικανικής πολιτείας της Βιρτζίνια, γκρέμισαν το άγαλμα του Τζέφερσον Ντέιβις, προέδρου των Συνομόσπονδων Πολιτειών της Αμερικής. Σε πόλεις του Βελγίου βανδάλισαν αγάλματα του αποικιοκράτη βασιλιά Λεοπόλδου Β΄. Στο Μπρίστολ του Ηνωμένου Βασιλείου ακτιβιστές έριξαν στο λιμάνι το άγαλμα του δουλεμπόρου Εντουαρντ Κόλστον.
Το πρόβλημα δεν είναι μόνο στο χθες, αλλά και στο σήμερα
Η βίαιη απομάκρυνση μνημείων προκάλεσε τη μήνη ακροδεξιών ομάδων που έσπευσαν να υπερασπιστούν το –ένδοξο γι’ αυτούς– παρελθόν. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι ότι πυροδότησε μια ευρεία συζήτηση, ιδιαίτερα στη βρετανική δημόσια σφαίρα, για την αναγκαιότητα οι νέες γενιές να έρθουν αντιμέτωπες με τις ρατσιστικές πτυχές του αποικιοκρατικού παρελθόντος.
Μερίδα αναλυτών εξηγεί ότι το γκρέμισμα των εν λόγω μνημείων δεν διαγράφει την Ιστορία, όπως πολλοί συντηρητικοί και υπερεθνικιστές πολιτικοί διατείνονται, αλλά γράφει ιστορία υπενθυμίζοντας στους πολίτες του σήμερα τις αδικίες του χθες εις βάρος μειονοτήτων. Αλλοι υποστηρίζουν ότι αυτό δεν αρκεί, αλλά ότι επιβάλλεται να αναγνωριστούν και να αντιμετωπιστούν ο ρατσισμός και οι ανισότητες που επικρατούν στο παρόν.
«Παρότι η αποικιοκρατία έχει επισήμως τελειώσει, οι νεοαποικιακές σχέσεις διαποτίζουν τη σημερινή παγκόσμια τάξη, από την ισορροπία δυνάμεων στους διεθνείς οργανισμούς και τις εμπορικές διαπραγματεύσεις ως την ανάμειξη στις εσωτερικές υποθέσεις των πρώην αποικιών. Η απομάκρυνση των συμβόλων της αποικιακής βίας εγκυμονεί τον κίνδυνο μιας πύρρειας νίκης, αν ο στόχος της περιοριστεί σε μια εκστρατεία επανόρθωσης των ιστορικών αδικιών» διευκρινίζει η Γούπι.
Ποιος είναι πρόθυμος να αγωνιστεί για την αλλαγή;
Η ουσία κρύβεται στο πώς διδάσκεται η Ιστορία στα σχολεία και τα πανεπιστήμια, στο τι μαθαίνουν δηλαδή οι νέες γενιές για τους προγόνους τους και πώς οι μετανάστες τη μαθαίνουν από τα βιβλία για τις εξετάσεις ιθαγένειας.
Ο αγώνας που κάνουν τώρα οι ακτιβιστές πρέπει να ξεφύγει από τα όρια της απομάκρυνσης των ρατσιστικών συμβόλων του παρελθόντος. Το πρόβλημα, ωστόσο, είναι ότι οι περισσότερες πολιτικές δυνάμεις δεν είναι πρόθυμες να κάνουν το γενναίο βήμα που χρειάζεται, επιλέγοντας αντ’ αυτού στην καλύτερη μια λογική πολιτικής ορθότητας. Πώς αλλιώς να εξηγήσει κανείς τη δήλωση του νέου επικεφαλής των Εργατικών ότι «ήταν εντελώς λάθος» ο τρόπος που έριξαν το άγαλμα του Κόλστον στο Μπρίστολ, αλλά ότι θα έπρεπε να έχει ήδη απομακρυνθεί κοινή συναινέσει;
Ο Μπόρις εργαλειοποιεί τον Τσόρτσιλ
Για προσπάθεια υποκίνησης πολιτισμικού πολέμου (culture war) κατηγόρησαν αναλυτές και πολιτικοί του αντίπαλοι τον Βρετανό πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον, με αφορμή τόσο άρθρο του στην εφημερίδα «Telegraph» όσο και σειρά αναρτήσεών του στo Twitter όπου βάλλει κατά όσων επιτέθηκαν σε αγάλματα του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Οι επικριτές του κατηγορούν τους Συντηρητικούς ότι προσπαθούν να αποσπάσουν την προσοχή των πολιτών από τις αποτυχίες της διακυβέρνησής τους.
«Προτού ζητήσει τη διενέργεια μιας νέας έρευνας για τις ρατσιστικές πρακτικές [του σήμερα], ας εφαρμόσει τις υπάρχουσες συστάσεις για την αντιμετώπισή τους» υποστήριξε για τον Τζόνσον ο τομεάρχης δικαιοσύνης των Εργατικών Ντέιβιντ Λάμι. «Οταν ο Μπόρις Τζόνσον ξεκινά να αντιγράφει την κίνηση κατατεθέν του Ντόναλντ Τραμπ –να παίρνει θέση σε έναν πολιτισμικό πόλεμο με μια σειρά από tweets– ξέρεις ότι η παγκόσμια κυριαρχία της Αμερικής παραμένει τόσο πλήρης, σε βαθμό που μετατρέπει ένα από τα πιο γκροτέσκα ελαττώματά της σε εξαγώγιμο πολιτιστικό προϊόν» σχολίασε δηκτικά ο Βρετανός δημοσιογράφος Τζόναθαν Φρίντλαντ.