Από εκεί που σταμάτησε τη «δυναμική» αντιπολίτευση σε όλα τα θέματα που διαμορφώνουν την επικαιρότητα των πολιτών θα συνεχίσει ο ΣΥΡΙΖΑ, βάζοντας μπροστά το τρίπτυχο πανδημία – ακρίβεια – διαφάνεια στα εξοπλιστικά προγράμματα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι αύριο Δευτέρα η ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ θα επανακαταθέσει την ερώτηση προς τον πρωθυπουργό για τη διαχείριση της πανδημίας (ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει διαμηνύσει ότι θα πάει στη Βουλή να απαντήσει).
Επίσης, την Παρασκευή κατατέθηκε στη Βουλή ερώτηση για τις εξοπλιστικές δαπάνες και συγκεκριμένα για το κέντρο εκπαίδευσης της αεροπορίας στην Καλαμάτα, οι οποίες αυξάνουν τον λογαριασμό σε 10 και πλέον δισ. Είναι χαρακτηριστική η αναφορά του Αλέξη Τσίπρα στο θέμα την Πέμπτη στη Βουλή, στη συζήτηση για την κύρωση της συμφωνίας με τη Γαλλία: «Δεν έχουμε διδαχθεί τίποτε από τη χρεοκοπία; Ξαναγυρίζουμε στη “χρυσή δεκαετία” του Ακη και του Γιάννου;».
Ψηλά θα κρατήσουν στην Κουμουνδούρου και το θέμα της ακρίβειας, θεωρώντας «ψίχουλα» τα όσα ανακοίνωσαν το πρωί της Παρασκευής οι κ. Σταϊκούρας και Σκρέκας.
Συνέχιση των ζυμώσεων για το συνέδριο
Την ίδια ώρα συνεχίζονται οι ζυμώσεις για το συνέδριο του κόμματος, όπου, όπως όλα δείχνουν, όλες οι πλευρές ομονοούν ότι η ημερομηνία διεξαγωγής του δεν μπορεί να πάει πέρα από τον προσεχή Ιανουάριο.
Μετά τη συνάντηση των δώδεκα στο σπίτι του Αλέκου Φλαμπουράρη, τη σκυτάλη έχει πάρει ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Τζανακόπουλος, ο οποίος μέχρι τώρα έχει δει στο γραφείο του στην Κουμουνδούρου εκπροσώπους της Ομπρέλας και της Κίνησης Μελών.
Οι συναντήσεις αυτές γίνονται στη λογική να αποφευχθεί κάθε φαινόμενο εσωστρέφειας είτε στην πορεία είτε κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, με τον γραμματέα να θέτει στους συνομιλητές του συγκεκριμένα επίδικα, όπως για παράδειγμα τους όρους διεξαγωγής του συνεδρίου, τις συμμετοχές, την αντιπροσώπευση, την πολιτική διακήρυξη, το μοντέλο και τη δομή του κόμματος και τις καταστατικές αλλαγές.
Το άρθρο για το «μαξιλάρι» σήκωσε πολλή σκόνη
Πολλή σκόνη σήκωσε εσωκομματικά το άρθρο του βουλευτή Δυτικής Αττικής και αναπληρωτή τομεάρχη εθνικής άμυνας Γιώργου Τσίπρα στο Documento για το περίφημο «cash buffer», το «μαξιλάρι» των 37 δισ. που άφησε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στα ταμεία.
Ο Γ. Τσίπρας στο άρθρο του χρησιμοποίησε παλαιότερες δηλώσεις του Ευκλείδη Τσακαλώτου (από το 2014), σύμφωνα με τις οποίες «δεν είναι εφικτά τα πλεονάσματα συγχρόνως με τους στόχους της ανάπτυξης» γιατί «στερούν βασικούς πόρους που έχει ανάγκη η κοινωνία μας», για να θέσει ένα βασικό ερώτημα:
Με ποια πολιτική απόφαση άλλαξε αυτή η κεντρική θέση του κόμματος (θυμίζοντας στο σημείο αυτό ότι τα δυσθεώρητα πλεονάσματα ήταν κόκκινο πανί για τον ΣΥΡΙΖΑ το πρώτο εξάμηνο του 2015), με αποτέλεσμα μετά την τότε διαπραγμάτευση τα απαιτούμενα μέτρα να είναι χαμηλότερα κατά 20 δισ. ώστε να φτάσουμε στα υπερπλεονάσματα και στο cash buffer;
Ο Γ. Τσίπρας μιλά για «αστοχία» και αν και αναγνωρίζει την αναγκαιότητα ύπαρξης του λεγόμενου «σκληρού μαξιλαριού» των 16,5 δισ. ως προαπαιτούμενου για τη ρύθμιση του χρέους, δεχόμενος μάλιστα «χάριν απλούστευσης», όπως γράφει, την προσθήκη και των 12 δισ. για ενδεχόμενη νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, ρωτά πώς φτάσαμε στα 37 δισ. του συνόλου.
Επιπροσθέτως αναγνωρίζει και αυτός ότι το υπερπλεόνασμα περασμένων ετών δεν μπορούσε να εγγραφεί στον προϋπολογισμό για κοινωνικές πολιτικές, αλλά λέει ότι «υπήρχαν χρηματοοικονομικοί τρόποι να μετατραπεί έμμεσα σε ενέσεις προς την πραγματική οικονομία. Αρκεί να υπήρχε η (πολιτική) βούληση».
Καταλήγει μάλιστα στην πολιτική εκτίμηση ότι «από το θέατρο του παραλόγου ο ΣΥΡΙΖΑ να υπερασπίζεται τα πλεονάσματα που κατακεραύνωνε το 2015, η δε ΝΔ να τον κατηγορεί γι’ αυτά, ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να βγαίνει μόνο χαμένος».
Η απάντηση του Τσακαλώτου
Η απάντηση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήρθε από τον ίδιο αλλά με άρθρο δύο οικονομολόγων, «μελών της διαπραγματευτικής ομάδας 2015-2019», όπως υπογράφουν στην «Αυγή» της προηγούμενης Δευτέρας.
Τι λένε οι συνεργάτες του πρώην υπουργού Οικονομικών; Οτι η «πολεμική εναντίον της οικονομικής μας πολιτικής» είναι «δυσνόητη» όταν «προέρχεται από τις γραμμές μας, χωρίς τεκμηρίωση και με άγνοια της στρατηγικής που μας οδήγησε στην έξοδο από τα Μνημόνια με την κοινωνία όρθια» και «ακατανόητη όταν τα επιχειρήματα προέρχονται από πρόσωπα που συμμετείχαν στο δικό μας υπουργικό συμβούλιο».
Στο άρθρο-απάντηση γίνεται μια προσπάθεια να αιτιολογηθεί το «μαξιλάρι» με αναφορές σε «υπεραπόδοση προϋπολογισμένων στόχων», «υπέρβαση των εκτιμήσεων των θεσμών τόσο στην ανάπτυξη όσο και στη μείωση της ανεργίας», «απόδοση των λεγόμενων μη παραμετρικών μέτρων» και «εκδόσεις ομολόγων από το καλοκαίρι του 2017 και μετά», που προφανώς φούσκωσαν το «μαξιλάρι».
Το βασικό όμως επιχείρημα των συνεργατών του Ευκλείδη Τσακαλώτου είναι εκείνο που και ο ίδιος έχει πει σε παλαιότερες δηλώσεις του, ότι δεν πιστεύει «πως αν μοιράζαμε κάποια δισ. παραπάνω, θα κερδίζαμε τις εκλογές (είμαι απόλυτα πεπεισμένος ότι ο κόσμος δεν θαμπώνεται από προεκλογικές παροχές)» και δεν μετανιώνει «για το ότι θωρακίσαμε τη χώρα. Αποδείξαμε ότι δεν είμαστε σαν τους άλλους και γλιτώσαμε τη χώρα από μια χρεοκοπία που, αν δεν υπήρχε το μαξιλάρι, σήμερα θα είχε πραγματοποιηθεί».
Οι δύο συνεργάτες του μάλιστα το πάνε πολύ παρακάτω, γράφοντας στην «Αυγή» ότι «όσοι εναντιώνονταν στη λογική του μαξιλαριού σιωπηλά ή μη προέκριναν τη λύση της πιστοληπτικής γραμμής», κριτικάροντας μάλιστα ακόμη και την πιο «light» εκδοχή, όπως γράφουν, του «γιατί όχι 27 δισ.;», καταλήγοντας στο εξής: «Οχι εκλογικά δώρα με τα λεφτά του κόσμου, όπως έκαναν οι προηγούμενες κυβερνήσεις».
Τώρα βέβαια γιατί τα χρήματα του κόσμου θεωρούνται «δώρα» όταν επιστρέφουν στον κόσμο, από το πορτοφόλι του οποίου προήλθαν, είναι ένα θέμα προς αξιολόγηση.