Κάθε μέρα που περνά γίνεται πιο εμφανής η βαθιά κρίση του πολιτικού συστήματος που συνδυάζεται με απανωτά πλήγματα στο κράτος δικαίου από την κυβέρνηση της ΝΔ αλλά και με τον κατακερματισμό του συρρικνωμένου κεντροαριστερού χώρου. Οι πρόσφατες εξελίξεις στην υπόθεση των υποκλοπών επανέφεραν στο προσκήνιο συζητήσεις για συγκλίσεις των κομμάτων της αντιπολίτευσης με επίδικο την προάσπιση της δημοκρατικής λειτουργίας των θεσμών, περιλαμβανομένης της Δικαιοσύνης. Το Documento συνεχίζει τον διάλογο για τις προοπτικές ανασύνθεσης του χώρου της κεντροαριστεράς.
Για την αριστερή μελαγχολία που… είναι ατελέσφορη αλλά και για τις δυνατότητες να δοθούν αριστερές απαντήσεις στα αιτήματα των καιρών και στις ανάγκες των ανθρώπων μιλά στο Documento η Χριστίνα Κουλούρη, πρύτανις του Παντείου Πανεπιστημίου και καθηγήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας. Αναλύει με ιστορικούς και κοινωνιολογικούς όρους τις εξελίξεις στον χώρο της κεντροαριστεράς και προσδιορίζει ότι προϋποθέσεις για να επιτύχουν ενιαία μέτωπα του χώρου είναι «η ειλικρινής διάθεση για συνεργασία και η υποβάθμιση κάθε προσωπικής ατζέντας σε όφελος των συλλογικών στόχων».
Η κεντροαριστερά… ζει και αναπνέει ή αποτελεί κατασκευή σε ένα βαθμό;
Η κεντροαριστερά στην Ελλάδα έχει ισχυρή παράδοση και οπωσδήποτε δεν αποτελεί κατασκευή. Ωστόσο, ποιους περιλαμβάνει η κεντροαριστερά, πώς εξελίχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες και γιατί τα κόμματα που την εκπροσωπούν βρίσκονται σε πτώση θα πρέπει να είναι αντικείμενο σοβαρής συζήτησης και αναστοχασμού. Να σημειώσω πάντως ότι δεν θα πρέπει να συγχέουμε την τύχη της κεντροαριστεράς αποκλειστικά με την πορεία των κομμάτων που την εκπροσωπούν. Πρόσφατη έρευνα (ΔιαΝΕΟσις, Μάιος 2024) έχει δείξει ότι οι αξίες της κεντροαριστεράς έχουν ισχυρή απήχηση στην ελληνική κοινωνία, η οποία δεν ταυτίζεται με τις εκλογικές επιδόσεις των κομμάτων του χώρου.
Η συζήτηση για ανασύνθεση του λεγόμενου προοδευτικού χώρου επανέρχεται κάθε φορά που αναζητούνται δεξαμενές υποδοχής της λαϊκής δυσαρέσκειας. Λείπει σήμερα ένα πολιτικό αριστερόστροφο success story απέναντι στη ΝΔ;
Κατ’ αρχάς θα πρέπει να θυμίσουμε ότι η νίκη της ΝΔ στις τελευταίες βουλευτικές εκλογές στηρίχτηκε σε μεγάλο βαθμό στην προβολή ενός ελληνικού success story, στο αισιόδοξο αφήγημα μιας Ελλάδας που τα κατάφερε παρά τις αντιξοότητες και τις δοκιμασίες. Η κοινωνία, συντετριμμένη από την οικονομική κρίση και τη δοκιμασία του Covid, είχε ανάγκη αυτό το success story που είχε απήχηση όχι μόνο στη Δεξιά και την κεντροδεξιά αλλά και σε ευρύτερα εκλογικά κοινά. Απέναντι σε αυτό το success story, η Αριστερά αντιπαρέθεσε αυτό που ο Βάλτερ Μπένγιαμιν περιέγραψε ως αριστερή μελαγχολία. Ο Στέφανος Κασσελάκης φάνηκε προς στιγμή ότι θα μπορούσε να παρουσιάσει ένα εναλλακτικό success story κι έτσι κέρδισε την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Μην ξεχνάμε ότι το ΠΑΣΟΚ, που πρόβαλλε το αριστερό success story από τη δεκαετία του ’80, είχε συντριβεί το 2012.
Παίζει ρόλο ότι είναι συρρικνωμένος ο χώρος δυνάμεων της σοσιαλδημοκρατίας;
Πρόκειται προφανώς για ρητορική ερώτηση. Ο σημερινός συσχετισμός των πολιτικών δυνάμεων οφείλεται κατεξοχήν στην κρίση της κεντροαριστεράς, κατ’ αρχάς του ΠΑΣΟΚ ήδη από τη βουτιά του 2012 και εν συνεχεία του ΣΥΡΙΖΑ από το 2019. Το ερώτημα που πρέπει να θέσουμε είναι γιατί συρρικνώθηκαν τα κόμματα αυτού του χώρου και μόνο αν αναλύσουμε με αμεροληψία τα αίτια της πτώσης, θα μπορέσουμε να προτείνουμε λύσεις. Διαπιστώνω όμως ότι δεν υπάρχει μεγάλη διάθεση για αυτοκριτική.
Θεωρείτε ότι έχει ιστορικό βάθος η πτώση του ΣΥΡΙΖΑ όπως και η ισχνή ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ τόσο κατά τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές του 2023 όσο και στις ευρωεκλογές του 2024; Πού τοποθετείτε το ορόσημο για το ΠΑΣΟΚ και πού για τον ΣΥΡΙΖΑ;
Τα ορόσημα είναι ξεκάθαρα. Για το ΠΑΣΟΚ ήταν οι εκλογές του 2012, όταν έλαβε μόλις 13,18% έναντι 43,9% το 2009, εισπράττοντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια για την οικονομική κατάρρευση της χώρας. Εκτοτε δεν έχει ανακάμψει. Η πρόσφατη ενίσχυσή του είναι, κατά τη γνώμη μου, αμελητέα αν ληφθεί υπόψη η κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ. Για τον ΣΥΡΙΖΑ ορόσημο ήταν οι εκλογές του 2023, όταν «τιμωρήθηκε» γιατί εφαρμόζοντας τις μνημονιακές πολιτικές παρά τις προεκλογικές του υποσχέσεις διέψευσε τις προσδοκίες όλων εκείνων που είχαν επενδύσει σε αυτό το κόμμα.
Εχει επιδιωχθεί ξανά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία η δημιουργία ενιαίων πολιτικών μετώπων μεταξύ αριστερών/ σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων έως και σχημάτων από το φιλελεύθερο κέντρο. Υπάρχουν προϋποθέσεις που ευνοούν ή εμποδίζουν την υλοποίησή τους;
Οι ιστορικές συγκυρίες προσδιορίζουν την τύχη αυτών των εγχειρημάτων. Για παράδειγμα, η Συμμαχία Προοδευτικών και Αριστερών Δυνάμεων που σχηματίστηκε από πέντε αριστερά κόμματα το 1977 απέσπασε στις εκλογές της ίδιας χρονιάς ποσοστό μόλις 2,72%. Είναι λοιπόν απαραίτητο να είναι σαφείς οι αρχές και οι στόχοι παρόμοιων μετώπων, όπως συνέβη στη Γαλλία με το Νέο Λαϊκό Μέτωπο που πέτυχε να ανακόψει τη βέβαιη νίκη της ακροδεξιάς. Βασικές προϋποθέσεις για να πετύχουν αυτές οι προσπάθειες είναι η ειλικρινής διάθεση για συνεργασία και η υποβάθμιση κάθε προσωπικής ατζέντας σε όφελος των συλλογικών στόχων.
Απέναντι στην ακροδεξιά είναι αριστερή απάντηση ή σύγκλιση με δεξιές δυνάμεις στη βάση κυβερνητικών επιλογών του μη χείρον βέλτιστον;
Δεν υπάρχει μία απάντηση σε αυτό το ερώτημα. Εξαρτάται από το ποια είναι η κυρίαρχη δύναμη σε μια παρόμοια κυβερνητική σύμπραξη, αν δηλαδή το κυβερνητικό πρόγραμμα διαμορφώνεται από δεξιές ή αριστερές δυνάμεις. Επίσης, δεν υπάρχει διακυβέρνηση χωρίς συμβιβασμούς. Το θέμα είναι τι είδους είναι αυτοί οι συμβιβασμοί και αν καταλήγουν εντέλει σε ακύρωση της αριστερής ταυτότητας. Η ακροδεξιά δεν αντιμετωπίζεται με δεξιά στροφή των προοδευτικών δυνάμεων.
Πώς κρίνετε ότι σήμερα πολιτικές –και όχι μόνο– δυνάμεις έχουν απεμπολήσει διαχωριστικές γραμμές Δεξιά – Αριστερά, ταξικό – αταξικό, καπιταλισμός – σοσιαλισμός και τις έχουν αντικαταστήσει από τομές τύπου πρόοδος συντήρηση ή κατατμήσεις με απόψεις περί ταυτοτήτων;
Οι διαχωριστικές γραμμές δεν ήταν ούτε είναι ποτέ σταθερές. Είναι λάθος να αναλύουμε την πολιτική με όρους πόλωσης και άσπρου μαύρου, παρόλο που αυτή η εικόνα κυριαρχεί στον δημόσιο λόγο. Ωστόσο, είναι σημαντικό στην ανάλυσή μας να χρησιμοποιούμε έννοιες που επιτρέπουν την κατανόηση της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας. Η βασική αλλαγή που εντοπίζω είναι η υποχώρηση των πολιτικών ταυτοτήτων σε όφελος νέων συλλογικών ταυτοτήτων που έχουν ως πυρήνα τους είτε τον εθνοτικό είτε τον έμφυλο αυτοπροσδιορισμό. Οι κοινότητες ΛΟΑΤΚΙ+ είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας νέας κινηματικής ταυτότητας η οποία ωστόσο, ενώ παραδοσιακά ταυτιζόταν με τον χώρο της Αριστεράς, πλέον εμφανίζεται να έχει υποστεί διείσδυση και από δεξιούς πολιτικούς χώρους. Κάτι παρόμοιο ισχύει και για την οικολογία, την προστασία των ζώων και άλλες εκφάνσεις του χώρου των δικαιωμάτων. Παράπλευρη απώλεια είναι και η υποχώρηση της ταξικής ανάλυσης, εφόσον οι ταυτότητες αυτές χτίζονται πάνω σε μια διαφορετικότητα που διαπερνά οριζόντια την κοινωνική διαστρωμάτωση.
Η διανόηση, ιστορικοί, πολιτικοί επιστήμονες κ.ά. έχουν κατά καιρούς παρέμβει υπέρ ή κατά εφαρμοσμένων πολιτικών αλλά και συχνά συνδιαμορφώνουν τα κυρίαρχα αφηγήματα. Σήμερα είναι αναγκαία η παρέμβασή τους και προς ποια κατεύθυνση;
Ο ρόλος των διανοουμένων έχει επαναπροσδιοριστεί στην εποχή των κοινωνικών δικτύων και σε μεγάλο βαθμό περιοριστεί και αμφισβητηθεί. Εξάλλου, οι διανοούμενοι δεν αποτελούν ομοιογενές σύνολο και έχουν μεταξύ τους σοβαρές πολιτικές διαφορές που κυμαίνονται από τη στράτευση στην ανεξαρτησία. Επομένως, αναλόγως με τον πολιτικό χώρο που εκφράζουν, η παρέμβασή τους μπορεί να είναι διαφορετική. Οπωσδήποτε έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση των κυρίαρχων αφηγημάτων αλλά και στην κριτική τους, ενώ συχνά βρίσκονται πίσω από εφαρμοσμένες πολιτικές. Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντική η δημόσια αντιπαράθεση και η άρθρωση κριτικού λόγου ιδιαίτερα σε σχέση με κρίσιμα πολιτικά ζητήματα γιατί οι διανοούμενοι είναι η συνείδηση μιας κοινωνίας.
Υπάρχει μια διάχυτη κριτική ότι η αμφισβήτηση του καπιταλισμού, σε όποιες μορφές αστικής έκφρασής του, δεν μπορεί να προέλθει από κομματικά σχήματα που κινούνται στη λογική της διαχείρισης του συστήματος. Ο κυβερνητισμός είναι παράθυρο ευκαιρίας ή ο πιο σίγουρος δρόμος για την απογοήτευση του κόσμου;
Εάν η κριτική δεν παράγει αποτελέσματα αλλά ασκείται εκ του ασφαλούς είναι καταδικασμένη να μείνει στη σφαίρα της πολιτικής ρητορείας. Το μεγάλο στοίχημα είναι μια κυβερνητική πολιτική που θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των πολιτών και ιδιαίτερα όσων ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες. Μόνο μέσα από συγκεκριμένες πολιτικές για την υγεία, την παιδεία, τη δικαιοσύνη μπορούμε να ελπίζουμε στη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και την ευημερία των πολλών. Η απογοήτευση δεν προέρχεται από ρητορικά σχήματα υπέρ ή εναντίον του καπιταλισμού αλλά από εφαρμοσμένες πολιτικές που βαθαίνουν τις ανισότητες. Μην ξεχνάμε εξάλλου ότι πλέον η πολιτική ριζοσπαστικοποίηση έχει κυρίως ακροδεξιό πρόσωπο. Η κοινωνική διαμαρτυρία σε όλη την Ευρώπη απορροφάται από την ακροδεξιά.