Συνέντευξη Candlemass: «Είναι πολύ σημαντικό να βλέπουμε νέα παιδιά στις συναυλίες μας»

Ο Mats «Mappe» Björkman (αριστερά) με τον τραγουδιστή των Candlemass Johan Längqvist στο AthensRocks 2023

O κιθαρίστας Mats «Mappe» Björkman μιλάει λίγο πριν από την επιστροφή των Candlemass στην Ελλάδα για μια συναυλία στο Fuzz Club, το Σάββατο 2 Νοεμβρίου.

Φωτογραφίες: Παύλος Μαυρίδης

Ενάμιση χρόνο μετά την τελευταία εμφάνισή τους στην Ελλάδα στο πλαίσιο του AthensRocks 2023 οι πατέρες του επικού doom metal, Candlemass, επιστρέφουν στη χώρα μας για μία συναυλία. Το συγκρότημα που έγινε συνώνυμο ενός ολόκληρου είδους θα ανέβει στη σκηνή του Fuzz Club το Σάββατο 2 Νοεμβρίου και το Documento μίλησε με τον κιθαρίστα των Σουηδών Mats «Mappe» Björkman.

Πριν από δύο χρόνια κυκλοφορήσατε το 13ο άλμπουμ σας. Τελικά τι είναι πιο σημαντικό για ένα συγκρότημα που κουβαλάει περισσότερα από 40 χρόνια ιστορίας; Να ανεβάζει νέους οπαδούς στο άρμα του ή να συντηρεί το όνομα που έγινε συνώνυμο ενός ολόκληρου είδους;

Νομίζω και τα δύο. Η ερώτησή σου είναι ωραία γιατί συνειδητοποιώ ότι μετά το «The Door to Doom» και την υποψηφιότητά μας στα βραβεία Grammy το 2020 με το τραγούδι «Astorolus – The Great Octopus» στο οποίο συμμετείχε ο Tony Iommi, το όνομα των Candlemass ακούγεται πολύ περισσότερο. Την ίδια χρονιά βέβαια κερδίσαμε και το αντίστοιχο βραβείο στη Σουηδία, το δεύτερο μετά από αυτό του 2006, σίγουρα όμως το γεγονός ότι βρεθήκαμε στην ίδια λίστα με συγκροτήματα όπως οι Tool και οι Killswitch Engage έπαιξε μεγάλο ρόλο στο να διευρύνουμε το ακροατήριό μας, ειδικά στην Αμερική. Κατά βάθος όμως ξέρουμε ότι για τον περισσότερο κόσμο που μας ακολουθεί από την αρχή παραμένουμε η καλτ μπάντα που τη δεκαετία του ’80 κυκλοφόρησε δίσκους που καθόρισαν το doom metal.

Μιας και ανέφερες τα σουηδικά Grammi, δεν είναι λίγο οξύμωρο το γεγονός ότι δεν κερδίσατε βραβείο για κάποιο από τα κλασικά σας άλμπουμ; Θέλω να πω, μήπως τελικά εκείνα τα δύο βραβεία ήταν περισσότερο κάτι σαν αναγνώριση της προσφοράς σας;

Συμφωνώ. Ειδικά το πρώτο του 2006 νομίζω ότι ήταν ένα βραβείο με το οποίο η επιτροπή και ο κόσμος μας καλωσόρισαν μετά την επανένωσή μας και την κυκλοφορία του «Candlemass», που ήταν το πρώτο άλμπουμ με τον Messiah στα φωνητικά μετά το 1989, κάτι που κάποτε φάνταζε απίθανο. Και μπορεί σήμερα να μην παίζουμε ζωντανά κάποιο κομμάτι μέσα από αυτό αλλά σε κάθε περίπτωση ήταν ένα πολύ καλό άλμπουμ, για την ακρίβεια ήταν αυτό ακριβώς που έπρεπε να κάνουμε εκείνη τη χρονική στιγμή για να βγούμε από τον τάφο και να κάνουμε αυτό που αγαπάμε και να δώσουμε χαρά στους οπαδούς μας.

«Έχουμε εστιάσει σχεδόν αποκλειστικά στο υλικό μέχρι το 1989 με ένα setlist που πραγματικά “σκοτώνει”» λέει ο Mats «Mappe» Björkman

Ποιες είναι κατά τη γνώμη σου οι σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία των Candlemass;

Αναμφίβολα η υποψηφιότητα για Grammy. Με ακούς να επιμένω γιατί υπάρχουν μόνο δύο μπάντες από τη Σουηδία που έχουν καταφέρει κάτι τέτοιο. Εμείς και οι Ghost. Και μιλάμε για μια χώρα με τεράστια παράδοση στον σκληρό ήχο. Ούτε καν οι Europe με το «The Final Coundtown» ή οι Opeth που είναι μια πραγματικά σπουδαία μπάντα δεν έφτασαν να διεκδικήσουν ένα τέτοιο βραβείο. Και γίνεται ακόμα πιο σημαντικό αν λάβουμε υπόψη μας ότι η μουσική των Candlemass δεν έχει παιχτεί ποτέ στο ραδιόφωνο. Από εκεί και πέρα θα έλεγα ότι η πρόσφατη περιοδεία μας ως support των Ghost ήταν πολύ σημαντική στιγμή για εμάς γιατί παίξαμε σε μεγάλες αρένες, όπως επίσης και κάθε φορά που καταφέρνουμε να αναγεννηθούμε από τις στάχτες μας.

Πώς είναι αλήθεια να παίζετε support σε μια μπάντα που κάποτε άνοιγε εκείνη τις συναυλίες σας;

Θα σου φανεί αστείο αλλά έχω στο σπίτι μου παλιά πόστερ από συναυλίες που οι Candlemass είναι πάνω από τους Ghost και δίπλα ακριβώς τα πιο πρόσφατα που το λογότυπο των Ghost δεσπόζει και το δικό μας είναι μια σταλιά. Πέρα από την πλάκα, είναι εκπληκτικό και δεν το λέω αυτό επειδή ο Tobias είναι φίλος μου ή επειδή ο ίδιος είναι μεγάλος φαν των Candlemass. Τον παρακολουθώ από την αρχή και βλέπω πόσο σπουδαία δουλειά έχει κάνει, πόσο έξυπνη είναι όλη αυτή η radio friendly προσέγγισή του. Τα έχει κάνει όλα σωστά και είμαι πραγματικά περήφανος για αυτόν.

Θα φανταζόσουν ποτέ τους Candlemass με ένα setlist που να βασίζεται στα πρόσφατα άλμπουμ, με ελάχιστες ή και καθόλου αναφορές στο ένδοξο παρελθόν;

Το συζητάμε συχνά αυτό και έχουμε προσπαθήσει κατά καιρούς να ισορροπήσουμε ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν. Εγώ θα ήθελα π.χ. να παίζουμε πιο πολλά τραγούδια από τα άλμπουμ που έχουμε κάνει με τον Rob Lowe στα φωνητικά, ειδικά από το «Death Magic Doom» το οποίο λατρεύω, αλλά είναι φανερό ότι ο κόσμος περιμένει να ακούσει το παλαιότερο υλικό όπου οι αντιδράσεις και η ανταπόκριση είναι εντυπωσιακή. Αυτός είναι και ο λόγος που τώρα έχουμε εστιάσει σχεδόν αποκλειστικά στο υλικό μέχρι το 1989 με ένα setlist που πραγματικά «σκοτώνει».

Και πώς να κάνεις διαφορετικά όταν η συντριπτική πλειονότητα του κοινού αποτελείται από φαλακρούς και γκριζομάλληδες…

Χαχαχα, είναι αλήθεια αυτό, το καλό όμως είναι ότι πολλοί από αυτούς έρχονται μαζί με τα παιδιά τους και αυτό είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της διαχρονικής αξίας της μουσικής που γράφτηκε πριν από 35-40 χρόνια και σήμερα γίνεται κομμάτι των ακουσμάτων της νέας γενιάς. Είναι πολύ σημαντικό για εμάς να βλέπουμε νέα παιδιά στις συναυλίες μας και μάλιστα να συμμετέχουν πολύ δυναμικά.

Σε λίγες μέρες θα παίξετε, αν δεν κάνω λάθος, για 13η φορά στη χώρα μας. Πόσο σημαντική είναι η Ελλάδα για τους Candlemass;

Η Ελλάδα και οι Έλληνες οπαδοί ήταν πάντα εκεί για εμάς. Η συναυλία που δώσαμε το 1989 ήταν από τις πρώτες έξω από την comfort zone των Candlemass εκείνη την περίοδο (Σκανδιναβία, Αγγλία, Γερμανία και Ολλανδία). Είναι τόσο πιστό και ενθουσιώδες το κοινό που έγινε αμέσως ένα από τα αγαπημένα μας μέρη για να παίζουμε. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι το ένα από τα δύο live DVD που έχουμε κυκλοφορήσει είναι από τη συναυλία που δώσαμε το 2009 στην Ελλάδα. Αισθανόμαστε πραγματικά σαν στο σπίτι μας και αυτός είναι και ο λόγος που πάντα φροντίζω να έρχομαι μία μέρα πριν από κάθε συναυλία και να κάθομαι μια μέρα μετά. Έχει τόσα πολλά να κάνει και να δει κάποιος που δεν φτάνει μια μέρα, ενώ εγώ έχω και φίλους που ανυπομονώ να συναντήσω.


INFO
Σάββατο 2 Νοεμβρίου, Fuzz Club