Συνέντευξη του Σπύρου Σοφού: Η αναγνώριση της Ιερουσαλήμ αυξάνει την επιρροή της Ρωσίας

Αναγνωρίζοντας την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ, ο πρόεδρος Τραμπ άναψε το πιο επικίνδυνο, ίσως, φιτίλι των τελευταίων ετών σε ένα ήδη εύφλεκτο σκηνικό. Το Documento ζήτησε τη γνώμη ενός ειδικού περί τη Μέση Ανατολή, του πανεπιστημιακού Σπύρου Σοφού.

Οι υπουργοί Εξωτερικών του Αραβικού Συνδέσμου ανακοίνωσαν ότι οι ΗΠΑ «χάνουν τον ρόλο του μεσολαβητή και του αναδόχου στη διαδικασία ειρήνευσης», μεταξύ Ισραηλινών και Αράβων. Θεωρείτε ότι η φωνή των ΗΠΑ θα ακούγεται όλο και λιγότερο σε κρίσιμα ζητήματα της διεθνούς πολιτικής σκηνής στο εξής;

Αν ήθελα να φανώ κυνικός θα έλεγα ότι ο πολιτικός λόγος του Αραβικού Συνδέσμου δεν είναι αντιπροσωπευτικός των προθέσεων των περισσότερων αραβικών κυβερνήσεων. Πολλές κυβερνήσεις τον χρησιμοποιούν ως άλλοθι στα εσωτερικά ακροατήριά τους, ενώ ακολουθούν αντιδημοφιλή εξωτερική πολιτική. Δεν πιστεύω ότι η Σαουδική Αραβία, η Ιορδανία ή η Αίγυπτος θα επανεξετάσουν τις συμμαχίες τους με τις ΗΠΑ. Τούτου λεχθέντος, πιστεύω ότι θα τους είναι εμφανώς πιο δύσκολο να «πουλήσουν» στους πολίτες τους ορισμένες πλευρές της συμμαχίας τους με τις ΗΠΑ και της συνεργασίας τους με το Ισραήλ.

Ορισμένες αραβικές κυβερνήσεις ίσως θεωρήσουν ότι η παρατηρηθείσα μεροληψία των ΗΠΑ και η αυξανόμενη διείσδυση της Ρωσίας στην περιοχή, τους δίνει την ευκαιρία να κερδίσουν μια σχετική αυτονομία από τις ΗΠΑ και να επιδιώξουν συμφωνίες σχετικές με την ενέργεια, τα όπλα και την εξωτερική πολιτική με τους Ρώσους. Η Ρωσία θα κερδίσει περαιτέρω αξιοπιστία στην περιοχή, δεδομένου ότι έχει ήδη εδραιώσει την παρουσία της στη Συρία και την επιρροή της στο Ιράκ, ενώ διατηρεί μια τεταμένη συμμαχία με το Ιράν και την Τουρκία. Θα είναι πιο δύσκολο να την αποκλείσουν από οποιοδήποτε σχέδιο επίλυσης της ισραηλινο-παλαιστινιακής διαμάχης και ίσως ακόμη δυσκολότερο να μην την υπολογίσουν στην επόμενη μέρα της Υεμένης, ίσως και της Λιβύης. Ο χρόνος θα δείξει.

Η πολιτική των ΗΠΑ στο Ιράν, το Ιράκ και τη Συρία έχει δημιουργήσει κενά που δίνουν τη δυνατότητα στη Ρωσία να οχυρώσει την παρουσία και την επιρροή της στην περιοχή. Η πρόσφατη εξέλιξη με την Ιερουσαλήμ ίσως προσφέρει στη Μόσχα την αναγκαία νομιμοποίηση για να αναμιχθεί περισσότερο ενεργά στην περιοχή. Ισως να ενισχύσει περαιτέρω την προσέγγιση Ρωσίας – Χαμάς.

Παρότι η Ρωσία στερείται μιας περιφερειακής στρατηγικής με ξεκάθαρους στόχους, είναι εμφανές ότι έχει επιδιώξει να βελτιώσει τα βραχυπρόθεσμα οικονομικά, στρατιωτικά και πολιτικά πλεονεκτήματά της. Η συντονισμένη προσπάθειά της να διεκδικήσει το ρόλο του προτιμώμενου προμηθευτή όπλων των αραβικών κυβερνήσεων και η απόφαση να διατηρήσει την παρουσία της στη Συρία πιθανόν να επιφέρει μακροπρόθεσμες σχέσεις στα πεδία της οικονομίας, της ενέργειας και των όπλων.

Το ζήτημα της Ιερουσαλήμ έχει τη δυναμική να μειώσει περαιτέρω την όποια αξιοπιστία απολάμβαναν οι ΗΠΑ ως μεσολαβητή και παίκτη στη Μέση Ανατολή και να αφήσει χώρο στη Ρωσία να αυξήσει την επιρροή της.

Βλέπετε την απόφαση Τραμπ ως μια σπασμωδική κίνηση λόγω του Russia Gate ή ως προσπάθεια συσπείρωσης υπερσυντηρητικών σουνιτικών κυβερνήσεων εναντίον του Ιράν;

Καταρχάς, νομίζω ότι η κίνηση αυτή απευθύνεται στο εσωτερικό του ακροατήριο: τα συντηρητικά τμήματα του εβραϊκού λόμπι, τους ευαγγελιστές χριστιανούς στο Νότο και την ισλαμοφοβική Δεξιά.

Αναγκάζει επίσης το Ιράν να κλιμακώσει την αντι-ισραηλινή και αντι-αμερικανική ρητορική του και κατά συνέπεια να ενισχύσει το επιχείρημα των Σαουδαράβων (και των Ισραηλινών) ότι η Τεχεράνη αποτελεί απειλή για την ασφάλεια της περιοχής. Με αυτή τη λογική ενδεχομένως να συντελέσει στην εδραίωση ενός σουνιτικού μπλοκ κατά του Ιράν ισχυροποιώντας τοιουτοτρόπως τη σαουδαραβική ηγεμονία στην περιοχή.

Αλλά θα δυσκολέψει τη ζωή των σουνιτών ηγετών, καθώς θα αναγκαστούν να αποστασιοποιηθούν από τις ΗΠΑ για να κερδίσουν τη νομιμότητα στο εσωτερικό. Μένει να δούμε εάν και πώς μπορούν να ισορροπήσουν μεταξύ της διατήρησης του φιλοαμερικανικού προσανατολισμού τους, της συνέχισης της σιωπηρής συνεργασίας τους με το Ισραήλ και της κινητοποίησης των λαών τους κατά του κραυγαλέα φιλοπαλαιστινιακού Ιράν.

Πώς πιστεύετε ότι η κίνηση του προέδρου Τραμπ θα αλλάξει τις γεωπολιτικές ισορροπίες στην ευρύτερη περιοχή;

Πολλοί υποστηρίζουν ότι πρόκειται απλώς για μια συμβολική εξαγγελία, καθώς η μεταφορά της πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ έχει ήδη εγκριθεί από τις αμερικανικές αρχές και οι προηγούμενοι πρόεδροι απλώς ανέβαλλαν την υλοποίησή της. Ωστόσο, η πρόθεση που εξέφρασε ο Τραμπ είναι ζωτικής σημασίας σε μια περιοχή όπου οι συμβολικές κινήσεις έχουν επιπλέον βαρύτητα. Σηματοδοτεί την απομάκρυνση των ΗΠΑ από το πνεύμα της συμφωνίας του Όσλο που οραματιζόταν τη λύση των δύο κρατών και αναγνώριζε και σεβόταν τον προβληματικό χαρακτήρα του καθεστώτος της Ιερουσαλήμ.

Οι εκκλήσεις για νέα ιντιφάντα που έγιναν τις προηγούμενες ημέρες εκφράζουν κατά πολύ ευσεβείς πόθους παλαιστινιακών, αραβικών και μουσουλμανικών κινημάτων. Η ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής, εμποτισμένη με δόσεις διαφθοράς και έχοντας λίγο ως πολύ συναινέσει στο παρόν status quo, θα δεχθεί περαιτέρω προκλήσεις τόσο από ήδη υπάρχοντες αντιπάλους, όπως η Χαμάς, όσο και από νέους δυνητικούς παίκτες που θα επενδύσουν στην απορρέουσα από την απόφαση του Λευκού Οίκου δυσαρέσκεια.

Η κατακερματισμένη παλαιστινιακή κοινωνία ενδεχομένως να μεταφράσει ποικιλοτρόπως αυτό το νέο συμβολικό χτύπημα. Θα στραφεί σε λύσεις με ένα κράτος οι οποίες θα συνεπάγονται ριζικές αλλαγές: από ένα πολυεθνικό κράτος όπου Εβραίοι και Άραβες θα απολαμβάνουν από κοινού εγγυήσεις ισότητας και πολιτικών δικαιωμάτων μέχρι ένα ουτοπικό αραβικό κράτος απαλλαγμένο τελείως από τον εβραϊκό πληθυσμό. Τμήματα της παλαιστινιακής κοινωνίας ίσως βρουν παρηγοριά σε άνομες, μεμονωμένες μεθόδους «αντίστασης» παρόμοιες με τις επιθέσεις με μαχαίρι του 2012-2016.

Το βάσανο της Ιστορίας

Ο καθηγητής Σπύρος Σοφός είναι συντονιστής ερευνών στο Κέντρο Μεσανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου της πόλης Λουντ, στη Σουηδία, με ειδίκευση στη Μέση Ανατολή, ειδικότερα στη μελέτη των κοινωνικών ταυτοτήτων, των διαιρεμένων κοινωνιών και των μειονοτήτων της περιοχής. Παράλληλα, διδάσκει διεθνείς σχέσεις στα μεταπτυχιακά προγράμματα του πανεπιστημίου, ενώ στο παρελθόν έχει αφήσει το στίγμα του σε πολλά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, μεταξύ των οποίων το Kingston στο Λονδίνο, όπου σχεδίασε και διηύθυνε μεταπτυχιακό πρόγραμμα για τις Διεθνείς Συγκρούσεις, το πανεπιστήμιο Bilgi στην Κωνσταντινούπολη και το πανεπιστήμιο της Σιένα στην Ιταλία. Το βιβλίο του «Το βάσανο της Ιστορίας» κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Καστανιώτη (2008). Αυτήν την περίοδο συνεπιμελείται μιας σειράς βιβλίων με θέμα «Ισλάμ και Εθνικισμός» για τις βρετανικές εκδόσεις Palgrave Macmilan.

Ετικέτες