Συνέντευξη του Γιώργου Κιμούλη: «Το υπουργείο Πολιτισμού είναι κάποια γραφεία με διαιτητική διάθεση»

Στο καμαρίνι του δεύτερου ορόφου στο Εθνικό Θέατρο βασιλεύει μια αιθάλη. 

Ο Γιώργος Κιμούλης σβήνει μισοκαπνισμένα τσιγάρα το ένα μετά το άλλο. Το καμαρίνι αυτό θα είναι το σπίτι του για τους επόμενους μήνες – τους πρώτους σε κρατική σκηνή. Ο ίδιος, βεβαίως, αισθάνεται ότι κάθε θέατρο από το οποίο πέρασε έγινε σπίτι του· μολονότι σε κανένα δεν κατέληξε μόνιμος κάτοικος, αφού «στενεύει η φαντασία του καλλιτέχνη, χάνονται οι εικόνες από το βλέμμα του». Με το αριστούργημα του Αρθουρ Μίλερ «Ψηλά από τη γέφυρα» να διευρύνει το δικό του, ο Γιώργος Κιμούλης επαναλαμβάνει την ανάγκη του να συνεχίσει να δημιουργεί ως ηθοποιός με παιδικό ενθουσιασμό κόντρα σε όσα σενάρια τον συνδέουν με θεσμικά καθήκοντα.

Αργησε να έρθει το ντεμπούτο στο Εθνικό;

Ποτέ δεν ήμουν σε κατάσταση αναμονής για το πότε θα παίξω στο Εθνικό. Δεν είναι ο χώρος που κάνει μία παράσταση καλή. Με τιμάει, βέβαια, που παίζω τώρα και δεν με αφήνει ασυγκίνητο το γεγονός, αλλά την εμφάνισή μου εκεί την αντιμετωπίζω περισσότερο ως χρέος.

Χρέος προς τον εαυτό σας;

Και προς τον εαυτό μου αλλά και προς τον Στάθη Λιβαθινό. Επί των ημερών του γίνεται μια σημαντική συλλογική προσπάθεια, που έχει ανάγκη τη στήριξή μας.

Νιώθετε πως το Εθνικό σάς προσφέρει ένα credit ή συμβαίνει το αντίθετο;

Μου δίνει τη δυνατότητα να προσφέρω σε αυτήν τη συλλογικότητα. Βρίσκεται σε ελάχιστη απόσταση από τη δημιουργία μιας συλλογικής παραγωγής καλλιτεχνικού προϊόντος.

Τι το εμποδίζει να φτάσει ακριβώς στο σημείο που περιγράφετε;

Χρειάζεται περισσότερος χρόνος. Πιστεύω ότι πρέπει να μείνει ο Στάθης Λιβαθινός στην καλλιτεχνική διεύθυνση. Κανείς δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει ένα έργο σε τρία χρόνια. Ελπίζω και η πολιτεία να το αντιμετωπίσει με τον ίδιο τρόπο.

Είναι οξύμωρο να μιλάτε επιδοκιμαστικά για το Εθνικό τη στιγμή που το όνομά σας συνδέθηκε κατά καιρούς με την ανάληψη καθηκόντων εδώ.

Ποτέ δεν θα δεχόμουν να αναλάβω έναν οργανισμό που διευθύνει κάποιος άλλος προτού ολοκληρώσει τη θητεία του και το όραμά του. Οπως δεν υπήρχε περίπτωση να αναλάβω όταν εκδιώχθηκε με απαράδεκτο τρόπο ο Σωτήρης Χατζάκης, δεν θα αναλάμβανα όταν και ο Στάθης Λιβαθινός είχε συμπληρώσει ελάχιστους μήνες στη διεύθυνση.

Εκτός από το Εθνικό βεβαίως σας προτάθηκαν και άλλοι οργανισμοί.

Δεν θέλω να μιλώ για πράγματα που έχω αρνηθεί.

Σήμερα πώς θα αντιμετωπίζατε μια πρόταση για διοικητική θέση;

Τις περισσότερες φορές δεν συνάδει να παράγεις καλλιτεχνικά και ταυτόχρονα να διοικείς έναν οργανισμό.

Ωστόσο, έχετε όραμα για τον πολιτισμό.

Ναι.

Αυτό σας φέρνει πιο κοντά σε μια πρόταση για χαρτοφυλάκιο ή πλέον τηρείτε αποστάσεις από τον ΣΥΡΙΖΑ;

Οι αποστάσεις μου από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι εμφανείς. Το ίδιο και από τα χαρτοφυλάκια.

Τι θα λέγατε πως πρέπει να εκπροσωπήσει επιτέλους το υπουργείο Πολιτισμού;

Εφόσον οι κυβερνώντες δεν έχουν τη μόρφωση να χαράξουν μια πολιτιστική πολιτική, πρέπει τουλάχιστον να έχει όραμα ο υπουργός Πολιτισμού. Και αυτό προϋποθέτει τη σωστή επιλογή του προσώπου, όπως είχε πράξει ο Ανδρέας Παπανδρέου όταν εμπιστεύτηκε τον Θάνο Μικρούτσικο. Ηταν ο μόνος με ολοκληρωμένο όραμα που πέρασε από το υπουργείο Πολιτισμού.

Επιμένετε σθεναρά στον παράγοντα της μόρφωσης. Ενας ηθοποιός οφείλει να είναι μορφωμένος;

Σαφέστατα! Η φαντασία έχει ανάγκη τη μόρφωση. «Η φαντασία είναι ξαπλωμένη μεταξύ ενός βιβλίου και μιας λάμπας» λέει και ο Φουκώ.

Θα βάζατε στον εαυτό σας την ετικέτα του διανοούμενου;

Με την έννοια ότι διανοούμενος είναι όποιος κερδίζει τα προς το ζην με τις ιδέες του, ναι.

Την ετικέτα του σοφού;

Επουδενί. Προτιμώ να διατηρώ την παιδικότητά μου. Είναι βασικό εργαλείο για έναν ηθοποιό.

Το παιδί αυτό είχε πιστέψει στη μοναδικότητά του;

Ενα παιδί δεν σκέφτεται ποτέ διαφορετικά.

Συνεπώς, έχουν υπάρξει φορές που πιστέψατε ότι είστε η παράσταση;

Απειρες· και είναι εγκληματικό. Ξεκινά από μια ανόητη υποχρέωση που μπορεί να νιώθει αυτός που άρχει ενός θιάσου και ενδιαφέρεται οι θεατές να φύγουν ευχαριστημένοι. Προσπαθείς τότε να καλύψεις όλα όσα δεν μπορούν να καλυφτούν. Εγκληματείς όμως έτσι και προς τον θίασο και προς το σύνολο της παράστασης. Το θέατρο είναι πληθυντικού αριθμού, όχι ενικού.

Εγκληματείς και προς τον εαυτό σου τοποθετώντας τον σε ένα βάθρο;

Εχω λύσει από καιρό το σύμπλεγμα της ανωτερότητας γιατί είναι σχεδόν ταυτόσημο με το σύμπλεγμα της κατωτερότητας. Ωστόσο, έχω κερδίσει κάποια πράγματα στη ζωή μου τα οποία δεν τα ομολογώ μόνο εγώ στον εαυτό μου αλλά και οι άλλοι μιλώντας για μένα· επομένως είναι σχεδόν πρόστυχη και η σεμνότυφη συμπεριφορά και η επηρμένη στάση.

Είστε υπάκουος ηθοποιός στον εκάστοτε σκηνοθέτη σας;

Υπάκουος; Δεν γνωρίζω αυτήν τη λέξη. Η σχέση σκηνοθέτη – ηθοποιού δεν στηρίζεται στην υπακοή αλλά στην απόφαση τού αν ανήκει κανείς στην κατηγορία του δημιουργικού ή του διεκπεραιωτικού ηθοποιού. Και εγώ δεν αναγνωρίζω τη δεύτερη κατηγορία. Είναι λάθος για έναν ηθοποιό να παράγει ακολουθώντας τη his master voice. Συνεργασία ζητώ, όχι γκουρού.

Αυτό σημαίνει πως ενεργοποιείτε και τον σκηνοθέτη μέσα σας;

Οταν αποφασίζω να παίξω έναν ρόλο σε σκηνοθεσία κάποιου άλλου δεν κρυφοσκηνοθετώ. Η ανάγνωση του έργου και οι ιδέες ανήκουν απολύτως στον σκηνοθέτη. Με έναν όρο όμως: πρέπει να συμφωνώ με αυτές.

Κι αν δεν συμφωνείτε;

Τότε ο σκηνοθέτης πρέπει να βρει μια άλλη ιδέα. Αν όχι, είναι προτιμότερο να σταματήσει η συνύπαρξη αυτή.

Μα αυτό δεν μεταφράζεται σε παρέμβαση στη σκηνοθετική δουλειά;

Καθόλου. Είναι η απόλυτη συνεργασία. Είμαι 40 και πλέον χρόνια στη δουλειά και ο κάθε σκηνοθέτης –από τη στιγμή που αποφασίζει να συνεργαστεί μαζί μου– μάλλον ξέρει ή έχει ακούσει κάτι και για μένα. Οτιδήποτε άλλο θα ήταν ανόητο ή ψέμα.

Τελικά, είστε δύσκολος στο να σκηνοθετηθείτε;

Δεν νομίζω. Ισως μόνο αν κάποιος σκηνοθέτης είναι ιδιαίτερα συμπλεγματικός.

Με τα δικά σας συμπλέγματα τι γίνεται;

Μια χαρά πάνε.

Αυτό σημαίνει ότι τα έχετε εντοπίσει;

Δεν είμαι φίλος της ερασιτεχνικής ψυχανάλυσης.

Eχει ακουστεί πως αντιδράσατε βίαια εν μέσω κάποιων συνεργασιών.

Αρκετές φορές. Πουθενά δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά…

Μετανιώνετε γι’ αυτό;

Οχι! Η μετάνοια είναι επικίνδυνο πράγμα. Νομίζεις ότι διορθώνεις κάτι, αλλά στην πραγματικότητα το μόνο που κατορθώνεις είναι να συγχωρείς τον εαυτό σου.

Πόσο σας απασχολεί το διακύβευμα ενός ρόλου;

Πάρα πολύ. Γι’ αυτό και συνδέω πάντα τον προηγούμενο με τον επόμενο ρόλο. Το «Μαυροπούλι», λόγου χάρη, ήταν εισαγωγή στο «Ψηλά από τη γέφυρα».

Πού εντοπίζετε την αλήθεια του Εντι Καρμπόνε, του ήρωά σας, στο «Ψηλά από τη γέφυρα»;

Στην αγωνία του να κατέχει κάτι. Ο άνθρωπος νομίζει πως αποκτά υπόσταση βάσει αυτού που κατέχει. Οτιδήποτε κι αν είναι αυτό: χώρα, ανθρώπους, πράγματα. Αυτό είναι το μεγαλύτερο λάθος του. Ο Εντι Καρμπόνε είναι μετανάστης και ενώ ως τέτοιος θα μπορούσε να απελευθερωθεί από την ανάγκη κτητικότητας, δεν το κάνει. Ενας μετανάστης, από τη στιγμή που αποφασίζει να απεκδυθεί την ανάγκη να ανήκει σε μια χώρα και ο καινούργιος τόπος που πάει ποτέ δεν θα γίνει δικός του, είναι ο μόνος που μπορεί να μας μάθει πόσο μεγάλη ανοησία είναι η αγωνία του κατέχειν. Και όμως οι αυτόχθονες κάνουν τα πάντα όχι μόνο να μη μάθουν κάτι, αλλά να αλλοτριώσουν και τον μετανάστη, κάνοντάς τον να κυνηγάει ξανά την κτητικότητα. Το ότι βλέπουμε, ας πούμε, το μεταναστευτικό ως πρόβλημα αποδεικνύει τον λανθασμένο τρόπο σκέψης μας. Ολα τα έθνη μέσω μεταναστεύσεων δημιουργήθηκαν.

Η κτητικότητα καθορίζει τη συμπεριφορά των ανθρώπων;

Δυστυχώς. Και αλλοιώνει την επιθυμία τις περισσότερες φορές.

Είστε κτητικός άνθρωπος;

Προσπαθώ να μην είμαι, αλλά δεν το καταφέρνω πάντα.

Τι δικό σας περιφρουρείτε;

Καταρχάς περιφρουρώ τον αξιακό μου κώδικα, την προσωπική μου νομοθεσία, τον προσωπικό μου πολιτισμό. Δεν είμαι διατεθειμένος να χάσω την αξιοπρέπειά μου, όπως την έχω ορίσει για τον εαυτό μου. Δεν θέλω να κάνω κακό στους άλλους αλλά αν μου κάνουν θα το ανταποδώσω χωρίς ενοχές. Πιστεύω ότι έχω ανεπτυγμένη την αίσθηση του δικαίου και όταν κάνω λάθος δεν ντρέπομαι να το παραδεχτώ.

Πού ανήκετε περισσότερο;

Στο θέατρο. Οταν φεύγω από το θέατρο για να γυρίσω σπίτι μου, φαντάζει με αλλόκοτη διαδικασία· όπως όταν ένας άλλος άνθρωπος φεύγει από το σπίτι του για να πάει βόλτα.

ΤΙΤΛΟΣ:

Η καταγγελία για το Ελληνικό Φεστιβάλ

Πού θα βρεθείτε μετά το Εθνικό;

Στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά σκηνοθετώντας και παίζοντας τον «Θείο Βάνια». Ο Νίκος Διαμαντής που διευθύνει το Δημοτικό Θέατρο μου έκανε την πρόταση και με τιμά ιδιαίτερα.

Η πρόθεσή σας βεβαίως για το καλοκαίρι ήταν να βρεθείτε στην Επίδαυρο με μια παραγωγή που δεν έγινε δεκτή αφού, όπως καταγγέλλετε, ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος ενέκρινε αντ’ αυτής μια δική του παραγωγή. Εχει κλονιστεί η εμπιστοσύνη σας στον θεσμό του φεστιβάλ;

Δεν νομίζω ότι ακόμη και όσοι συμμετέχουν στο φεστιβάλ τρέφουν κάποια εμπιστοσύνη.

Είναι έλλειμμα εμπιστοσύνης στον θεσμό ή στη διεύθυνση;

Ο θεσμός από μόνος του δεν φταίει σε κάτι. Οι διευθύνσεις είναι που δημιουργούν το έλλειμμα. Οταν όμως δεν υπάρχει πολιτιστική πολιτική, είναι φυσικό να προτείνονται οι θέσεις αυτές τυχαία. Και όταν δημιουργείται κάποιο πρόβλημα, να μην αντιδρά κανείς και να αφήνουν να περνούν χρόνια για να ασχοληθούν μαζί του.

Αναφέρεστε, υποθέτω, και στο υπουργείο Πολιτισμού που δεν κινητοποιήθηκε.

Δυστυχώς το υπουργείο είναι κάποια γραφεία που έχουν απλώς μια διαιτητική διάθεση να συμβιβάσουν καλλιτέχνες και αρχαιολόγους που συγκρούονται μεταξύ τους.

Είστε διατεθειμένος να κινηθείτε και νομικά;

Ο χρόνος και οι τελικές πράξεις των άλλων θα το δείξει. Εγώ προς το παρόν παρακολουθώ τα δρώμενα.

INFO

«Ψηλά από τη γέφυρα» του Αρθουρ Μίλερ

Σκηνοθεσία: Νικαίτη Κοντούρη.

Διανομή: Γιώργος Κιμούλης, Μαρία Κεχαγιόγλου, Νίκος Χατζόπουλος, Ηλιάννα Μαυρομάτη.

Εθνικό Θέατρο, Κτίριο Τσίλερ – Κεντρική Σκηνή