Με το «Βερολίνο, Αντίο» ο Φατίχ Ακίν επιστρέφει στο πιο μινιμαλιστικό και ανθρωποκεντρικό σινεμά του, με ήρωες δύο 14χρονους πιτσιρικάδες που ψάχνουν να βρουν τρόπο και μέρος για να πραγματοποιήσουν την επανάσταση τους αλλά έχουν προφανώς ζήτημα προσανατολισμού και αναζήτησης ταυτότητας…
Πριν από μερικά χρόνια σας είχα ρωτήσει τι αισθάνεστε περισσότερο ότι είστε, Γερμανός ή Τούρκος.
Ναι, το θυμάμαι. Αλλά δεν θυμάμαι τι σας είχα απαντήσει γιατί αναλόγως σε τι διάθεση και φάση βρίσκομαι αλλάζω ταυτότητα. Τι σας είχα απαντήσει;
Ελληνας! Τώρα πως νιώθετε;
Το ίδιο (γελάει)… Αλήθεια σας λέω και όχι λόγω κρίσης ή επειδή όλοι σχεδόν ασχολούνται με την Ελλάδα. Τα τελευταία χρόνια έχω πάθει την πλάκα μου με την Ελλάδα με την καλή έννοια. Όλη αυτή η ενέργεια και η δύναμη που βγαίνει από τη στάση σας – κυρίως στο προσφυγικό αλλά και στην προσπάθεια σας να ξεπεράσετε την οικονομική ασφυξία στην οποία έχει περιέλθει- είναι πολύ γενναία και αξιοθαύμαστη.
Τη στάση της Γερμανίας πώς την κρίνετε με την έννοια ότι επιχειρεί να έχει ένα ηγεμονικό ρόλο με πρόσχημα τη σωτηρία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά προφανώς δεν τα καταφέρνει και τόσο καλά αφού εκτός των έντονων αντιδράσεων από τους εταίρους της έχουμε και φαινόμενα απόσχισης όπως έγινε με την Αγγλία;
Κοιτάχτε, αυτά είναι δύσκολα ερωτήματα που δεν έχουν ξεκάθαρες απαντήσεις. Εδώ διάσημοι οικονομολόγοι και δεν μπορούν να βγάλουν άκρη με δαύτα και θα το κατορθώσουμε εμείς? Όμως θέλω να πω το εξής. Η Γερμανία βγήκε από δύο καταστροφικούς πολέμους που σε μεγάλο βαθμό είχε την ευθύνη για τη δημιουργία τους και κατανόησε τα λάθη της. Οι γερμανοί κλείστηκαν στο καβούκι τους, έκαναν την αυτοκριτική τους, πέρασαν πολλά χρόνια με ανοιχτό τραύμα του Β Παγκοσμίου Πολέμου και του Ναζισμού αλλά έμαθαν από τα λάθη τους. Δεν λέω ότι η πολιτική τους σήμερα που έχουν και σημαντικό – αν όχι τον ηγετικό όπως λέτε- ρόλο στη διαμόρφωση των συνθηκών ζωής των πολιτών της είναι η καλύτερη ή η δικαιότερη. Αναπόφευκτα γίνονται λάθη αλλά είμαι βέβαιος 100% πως δεν υπάρχει σκοπιμότητα σε αυτά. Οι βασικές αρχές της σημερινής ιδεολογίας των γερμανών είναι στοχευμένη στο όραμα της ενωμένης και δημοκρατικής Ευρώπης. Ο πυρήνας των αξιών τους είναι η ελευθερία, η ανοχή στη διαφορετικότητα και ο σεβασμός στα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το Βερολίνο ως κέντρο της Γερμανικής εξουσίας και άσκησης πολιτικής αλλά και ως ιδεατό φόντο της ταινίας σας πως το προσεγγίζετε;
Το Βερολίνο είναι μια όμορφη, ανθρώπινη και φιλική πόλη αλλά δεν βρίσκεται στα γούστα μου. Είμαι παιδί του Αμβούργου και λατρεύω την ένταση, τις διαρκείς αλλαγές αλλά και τα βρώμικα στέκια του. Είναι μια πόλη με πάθος που συμβαίνουν διαρκώς νέα πράγματα. Μια τέτοια πόλη είναι και η Αθήνα. Στην πόλη σας έχω περάσει υπέροχες στιγμές. Η Αθήνα είναι και αρκετά cool. Σαν την Κωνσταντινούπολη. Άλλη μια πόλη που την αγαπώ πολύ.
Πώς και μετά την «Μαχαιριά» ένα βαρύ ιστορικό δράμα επιλέξατε ένα πιο ανάλαφρο και μικρό στόρι;
Διαφωνώ μαζί σας. Η παιδική ηλικία μάς χαρίζει τις πιο έντονες και βαθιές μνήμες μας ενώ σε μεγάλο βαθμό καθορίζει την ενήλικη ζωή μας. Ναι, είναι πιο μικρή κι ανθρώπινη ιστορία το «Βερολίνο» αλλά έχει βάθος και συναισθηματικό πλούτο. Πάντα ήθελα να κάνω μια ταινία σαν αυτή. Απλώς όταν διάβασα το βιβλίο του Χέρντορφ συγκλονίστηκα και είπα ότι αυτή είναι η ιδανική ιστορία για το επόμενο φιλμ μου.
Τι προτιμάτε: Κωμωδία ή δράμα;
Το δράμα είναι ίσως πιο ασφαλής δρόμος για ένα σκηνοθέτη. Αντίθετα στην κωμωδία δεν υπάρχει τίποτε δεδομένο. Και ακόμη λιγότερο δεδομένο πρέπει να θεωρείται το πώς θα αντιδράσει το κοινό. Με άλλα λόγια: πιο εύκολα κάνεις το κοινό να κλάψει παρά να γελάσει. Είναι πιο δύσκολη η κωμωδία.
Τι είναι αυτό που σας αρέσει περισσότερο στα road movies;
Ο ανοιχτός ορίζοντας και o αέρας ελευθερίας.