Μια διεθνής πρωτοβουλία με επίκεντρο τους γιους της αδικοχαμένης Ντάφνε Καρουάνα Γκαλίζια, ζητούν θεσμικό πανευρωπαϊκό πλαίσιο για την απόκρουση των στρατηγικών αγωγών που εξοντώνουν οικονομικά και ψυχικά όσους αποκαλύπτουν τη διαφθορά.
Σήμερα κυκλοφορεί πανευρωπαϊκά το παρακάτω κείμενο που ζητεί να τεθεί ένα τέλος στην τακτική SLAPP (στρατηγικές αγωγές με στόχο τη φίμωση της ελευθερίας του Τύπου) που ακολουθούν ολιγάρχες αλλά και η κρατική εξουσία για να φιμώσουν ουσιαστικά την ενοχλητική γι’ αυτούς δημοσιογραφία. Η πρωτοβουλία ανήκει στη διεθνή συμμαχία εναντίον του SLAPP, στην συμμετέχουν οι τρεις γιοι της αδικοχαμένης από βομβιστική επίθεση ερευνήτριας δημοσιογράφου από τη Μάλτα Καρουάνα Γκαλίζια με το Ίδρυμα Δάφνη (DaphneFoundation) μαζί με to Κέντρο Πληροφόρησης για την Ελευθερία των ΜΜΕ της Ευρώπης, το MediaFreedomRapidResponse (MFRR), την Greenpeace κ.ά.
Ακολουθεί το κείμενο που εξασφάλισε αποκλειστικά το Documento:
«Ένα ζεστό ανοιξιάτικο απόγευμα στη Μάλτα, μια δημοσιογράφος έφτασε οδηγώντας στο σπίτι της για να βρει ένα δικαστικό επιμελητή να τυλίγει με μονωτική ταινία εκατοντάδες κόλλες χαρτιού στην μπροστινή πύλη της. Οι δυο οικογενειακοί σκύλοι γάβγιζαν ανεξέλεγκτα και όρμησαν στον επιμελητή μέσα απ’ τα κάγκελα της πύλης, αλλά εκείνος ήταν αποφασισμένος. Οι εντολές από το δικαστήριο ήταν ότι η δημοσιογράφος Ντάφνε Καρουάνα Γκαλίζια έπρεπε να λάβει 19 αγωγές για συκοφαντική δυσφήμηση που κατατέθηκαν, όλες μαζί, εναντίον της από μια πλούσια και ισχυρή στον χώρο των επιχειρήσεων προσωπικότητα. Λίγους μήνες αργότερα βρέθηκε νεκρή, δολοφονημένη από βόμβα που τοποθετήθηκε στο αυτοκίνητό της και πυροδοτήθηκε εξ αποστάσεως.
Είμαστε ένα σύνολο από οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών που θεωρούν ότι αυτή ήταν η πιο εξωφρενική περίπτωση SLAPP που έχουμε δει μέχρι τώρα, η οποία επιδεινώνεται από το γεγονός ότι οι υποθέσεις συνεχίζουν να υφίστανται και μετά τον θάνατο της Ντάφνε Καρουάνα Γκαλίσια, εναντίον του συζύγου της και των τριών γιων της. “SLAPP” είναι το αρκτικόλεξο για τη Strategic Lawsuit Against Public Participation (Στρατηγική Αγωγή Κατά της Συμμετοχής του Κοινού). Είναι μια μορφή νομικής παρενόχλησης σχεδιασμένη να εκφοβίζει επικριτικές φωνές με σκοπό να σιωπήσουν. Ακριβοπληρωμένες και αδίστακτες δικηγορικές εταιρείες διαφημίζουν αυτή την υπηρεσία-«μαντρόσκυλο» στους ισχυρούς και τους πλούσιους που έχουν την οικονομική δυνατότητα να σέρνουν για χρόνια καταχρηστικές διαδικασίες μόνο και μόνο για να προστατέψουν τους εαυτούς τους από τον ανεπιθύμητο δημόσιο έλεγχο.
Ο έλεγχος αυτός είναι ζωτικός για μια υγιή δημοκρατική κοινωνία. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και άλλα εθνικά και περιφερειακά δικαστήρια έχουν αναγνωρίσει με συνέπεια και σαφήνεια στις αποφάσεις τους το σημαντικό ρόλο που παίζει η ελευθερία τουΤύπου, και γενικότερα η κοινωνία των πολιτών, στο να δίνουν λόγο οι ισχυροί. Οι αποφάσεις τους επαναβεβαιώνουν την υποχρέωση που έχουν τα κράτη για να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον ευνοϊκό για τον ελεύθερο λόγο. Γιατί χωρίς αυτόν, η δημοκρατία γίνεται αδύναμη και πεθαίνει.
Οι τρύπες στους νόμους μας που επιτρέπουν στους ισχυρούς να σφυροκοπήσουν τους επικριτές τους μέχρι να τους υποτάξουν είναι ένα κενό στην ευρωπαϊκή δημοκρατία. Οι υποθέσεις παρενόχλησης εκτείνονται σε όλη την ήπειρο. Η δεύτερη μεγαλύτερη ημερήσια εφημερίδα της Πολωνίας “GazetaWyborcza”έχει δεχτεί παραπάνω από 55 νομικές απειλές και αγωγές από έναν αριθμό παραγόντων, συμπεριλαμβανομένου και του κυβερνώντος κόμματος, από το 2015. Ο Γάλλος επιχειρηματίας Βενσάν Μπολορέ και εταιρείες που σχετίζονται με τον Όμιλο Μπολορέ έχουν «θάψει» δημοσιογράφους και ΜΚΟ κάτω από αγωγές για λιβελογραφία προκειμένου να τους σταματήσουν από το να καλύψουν τα επιχειρηματικά του συμφέροντα στην Αφρική. Στην Ισπανία, η εταιρεία παραγωγής κρέατος Κόρεν απαιτεί 1 εκατ. δολάρια για ζημίες από ένα περιβαλλοντικό ακτιβιστή για τις επικρίσεις του αναφορικά με τις πρακτικές διαχείρισης απορριμμάτων, ενώ προηγουμένως είχε απειλήσει ακτιβιστές και επιστήμονες που έλεγχαν τα επίπεδα νιτρικού άλατος στα τοπικά ύδατα.
Οι άνθρωποι από τους οποίους εξαρτόμαστε για να μας δώσουν τις πληροφορίες για το τι συμβαίνει γύρω μας παρενοχλούνται, εμποδίζονται ή μπλοκάρονται εντελώς από το να κάνουν τη δουλειά τους από αυτές τις αυξημένου κόστους και υψηλής έντασης πόρων νομικές επιθέσεις. Η κατάσταση γίνεται στρεβλή πέρα από κάθε αναγνώριση. Όταν πρόκειται για ορισμένα πρόσωπα, κυβερνήσεις, επιχειρήσεις και θέματα, αυτοί που αποφασίζουν για το τι διαβάζουμε, βλέπουμε ή μιλάμε δεν είναι οι συγγραφείς, οι δημιουργοί ταινιών ή οι δημοσιογράφοι. Δεν είναι ούτε καν τα δικαστήρια, αφού οιSLAPPσπάνια φτάνουν σε ακρόαση, πόσο μάλλον σε έκδοση απόφασης. Αντίθετα, είναι οι ολιγάρχες και οι συνεταίροι τους στην πολιτική, μέσω των δικηγόρων που πληρώνουν, που διαμορφώνουν το αφήγημα και εμποδίζουν την ανάδειξη της αλήθειας.
Βλέπουμε ένα ανησυχητικό μοτίβο να αναδύεται στην Ευρώπη, όπου κυβερνητικοί αξιωματούχοι ή εργολάβοι μεγάλων δημόσιων συμβολαίων υιοθετούν τις τακτικές των διασημοτήτων και των ολιγαρχών για να προστατέψουν τους εαυτούς τους από το υψηλό επίπεδο λογοδοσίας που επιτάσσουν οι θέσεις ή οι οικονομικοί δεσμοί τους με την κυβέρνηση. Το γεγονός ότι οι απειλές είναι συχνά διασυνοριακές αυξάνει τα κόστη για δημοσιογράφους και ακτιβιστές, που καλούνται σε δίκη μακριά από την πατρίδα τους στις πιο ακριβές νομικές δικαιοδοσίες της Ευρώπης.
Η επίγνωση αυτού του προβλήματος μεγαλώνει. Η αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Βέρα Γιουρόβα υποσχέθηκε να «εξετάσει όλες τις διαθέσιμες επιλογές» για να αντιμετωπίσει την απειλή που θέτουν οι SLAPPγια την ευρωπαϊκή δημοκρατία. Μια πολλά υποσχόμενη λύση μπορεί να βρεθεί μέσα από τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και θα μπορούσε να επανακαθορίσει την ισορροπία μεταξύ όσων χρησιμοποιούν τις SLAPPκαι το δικαίωμα των πολιτών να ενημερωθούν για θέματα δημόσιου ενδιαφέροντος.
Πρέπει να υιοθετηθεί νομοθεσία που να καλύπτει το σύνολο της ΕΕ έτσι ώστε να προστατευθούν οι πολίτες σε όλα τα μήκη και πλάτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις SLAPP. Αυτό πρέπει να γίνει πρώτη προτεραιότητα. Όπως και σε άλλα μέρη του κόσμου, πρέπει να θεσμοθετηθούν κανόνες σε όλη την ΕΕ ώστε να είναι δυνατό οι SLAPP να απορρίπτονται στα πρώιμα στάδια της διαδικασίας, να επιβάλλονται κυρώσεις σε διάδικους που χρησιμοποιούν SLAPP για νομική και δικαστική κατάχρηση και να παρέχει μέτρα που θα επιτρέπει στα θύματα να υπερασπίζονται τον εαυτό τους. Όταν αναλογιζόμαστε τη σημασία των δημόσιων επιτηρητών όπως οι ερευνητικοί δημοσιογράφοι, οι ακτιβιστές και οι πληροφοριοδότες δημοσίου συμφέροντος (whistleblowers) για το κράτος δικαίου και τη μάχη κατά της διαφθοράς, η απουσία δικλίδων ασφαλείας αποτελεί απειλή όχι μόνο για την ελευθερία του Τύπου αλλά και για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς της Ευρώπης και, όλο και περισσότερο, τον δημοκρατικό βίο της Ευρώπης.
Η πραγματικότητα είναι ότι για κάθε δημοσιογράφο ή ακτιβιστή που απειλείται με βία στην Ευρώπη, εκατό περισσότεροι φιμώνονται διακριτικά με επιστολές που στέλνουν δικηγορικές εταιρείες, διαστρεβλώνοντας νόμους που προορίζονταν να προστατεύσουν την υπόληψη των αθώων από τις επιθέσεις των ισχυρών. Οι SLAPP είναι ένα πολύ λιγότερο βάρβαρο μέτρο φίμωσης κάποιου από μια βόμβα στο αυτοκίνητο ή μια σφαίρα στο κεφάλι, αλλά το αποτέλεσμα σιωπής που επιφέρουν μπορεί συχνά να αποβεί εξίσου καταστροφικό».
Το κείμενο στα αγγλικά (συνημμένο σε pdf)
https://www.documentonews.gr/filegrid/2020/11/15/5fb16154825e6301474d52e2.pdf