Με την κατάθεση στη Βουλή ενός νοµοσχεδίου που φέρνει τα πάνω κάτω στην τοπική αυτοδιοίκηση και θα ψηφιστεί µε συνοπτικές διαδικασίες πέντε µέρες προτού ανοίξουν οι κάλπες η κυβέρνηση της Ν∆ προσθέτει έναν ακόµη κρίκο στην αλυσίδα του αδιεξόδου στο οποίο έχει εγκλωβίσει τη χώρα.
Οι επιµέρους αντιθεσµικές και επικίνδυνες διατάξεις επιδέχονται αυστηρή κριτική σχεδόν στο σύνολό τους, εκπέµποντας ένα πολιτικό µήνυµα ευρύτερου ενδιαφέροντος, που υπερβαίνει κατά πολύ τα όρια των δήµων και των περιφερειών. Η προκλητική περιφρόνηση των συλλογικών οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης µαζί µε τις επιλογές που η κυβέρνηση θέτει ως προτεραιότητα στη συγκεκριµένη νοµοθετική πρωτοβουλία αποτελούν µείζονα ζητήµατα. Είναι εντυπωσιακό πως η κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη έγραψε στα «παλαιότερα των υποδηµάτων της» την Κεντρική Ενωση ∆ήµων Ελλάδας (ΚΕ∆Ε), το ανώτατο αυτοδιοικητικό όργανο, που έχει µάλιστα πλειοψηφία προσκείµενη στη Ν∆. Την αγνόησε µε προκλητικό τρόπο, ενώ δεν ζήτησε παρά το αυτονόητο: την αναβολή του νοµοσχεδίου για µετά τις εκλογές, προκειµένου να έχει τη δέουσα συµµετοχή σε καθοριστικές ρυθµίσεις που επηρεάζουν την καθηµερινότητα των δήµων και εντέλει του πολίτη.
Η επιµονή του κ. Μητσοτάκη να µη θεωρεί την τοπική αυτοδιοίκηση ισότιµο συνοµιλητή της κυβέρνησης, αλλά κάτι σαν οµάδα πίεσης ή σωµατείο, ανατρέπει ένα κεκτηµένο που οικοδοµήθηκε µε κόπο, µια κατάκτηση που σεβάστηκαν διαδοχικές κυβερνήσεις. Φέρνει δε στην επιφάνεια ακόµη ένα πεδίο όπου η δηµοκρατία µας χωλαίνει. Ταυτόχρονα, τα αυτοδιοικητικά θέµατα µε τα οποία καταπιάνεται το νοµοσχέδιο, όχι για να τα βελτιώσει αλλά για να τα επιδεινώσει, αποδεικνύουν έλλειψη στοιχειώδους γνώσης της δηµοτικής πραγµατικότητας και µακρά απόσταση από τις επιτακτικές ανάγκες της κοινωνίας. Σκιαγραφούν γλαφυρά πόσο διαφορετικές είναι οι προτεραιότητές µας. Χαρακτηριστικό παράδειγµα το ενεργειακό κόστος το οποίο απειλεί µε χρεοκοπία αρκετούς δήµους και πολλές δηµοτικές επιχειρήσεις που βλέπουν τον δρόµο των ενεργειακών κοινοτήτων κλειστό, αφού η Ν∆ πριν από ένα χρόνο φρόντισε να κλείσει τον ηλεκτρικό χώρο, δίνοντάς τον στο γνωστό ολιγοπώλιο ενέργειας. Οσοι νοµίζουν ότι τα ανωτέρω συνιστούν περιθωριακά διαχειριστικά ζητήµατα των ΟΤΑ πλανώνται πλάνην οικτράν.
Οι τραγικές καταστροφές στον Εβρο και στη Θεσσαλία έφεραν για πολλοστή φορά στο επίκεντρο την αναποτελεσµατικότητα του «επιτελικού κράτους», αυτήν τη φορά µε ιδιαίτερη ένταση. Κατέστησαν προφανές ότι το σύγχρονο κράτος που µας αξίζει πρέπει να οικοδοµηθεί µε θεµέλιο την έννοια της ανθεκτικότητας, κατεύθυνση προς την οποία ήδη κινείται η Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτή η ξεκάθαρη επιλογή ρίχνει φως στη µεγαλύτερη ειδοποιό διαφορά της πατρίδας µας από το σύγχρονο κράτος, που είναι ο αφόρητος συγκεντρωτισµός, µε καχεκτικούς θεσµούς αποκέντρωσης και αυτοδιοίκησης. Οσο εµµένουµε στο συγκεντρωτικό µοντέλο διακυβέρνησης τόσο θα αποτυγχάνουµε να πετύχουµε φιλόδοξους στόχους, ανεξάρτητα από τις προθέσεις µας.
Η κυβέρνηση, εγκλωβισµένη σε µια αλαζονικά αυτοαναφορική πολιτική και µε τον έλεγχο της επικοινωνίας που της επέτρεπε επί τέσσερα χρόνια να βαφτίζει το κρέας ψάρι, συνεχίζει στον ίδιο αδιέξοδο δρόµο. Τι κι αν, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, σε λίγο θα έχουµε πάρει την επενδυτική βαθµίδα, µια εξέλιξη θετική που υπογραµµίζει την επάνοδο στην περίφηµη «κανονικότητα»; Ο κ. Μητσοτάκης αποδεικνύεται ανήµπορος να παρουσιάσει ένα ολοκληρωµένο σχέδιο για το πώς αντιλαµβάνεται αυτήν τη νέα «κανονικότητα». Μπροστά στην εµβάθυνση των ανισοτήτων και την εντεινόµενη κλιµατική κρίση, όχι απλώς στερείται πειστικών απαντήσεων, αλλά δίνει συστηµατικά εσφαλµένες απαντήσεις, όπως έπραξε πρόσφατα µε τα εργασιακά.
Μία εβδοµάδα πριν από τις δηµοτικές και περιφερειακές κάλπες το ερώτηµα είναι απλό. Χρειαζόµαστε περισσότερη και καλύτερη αυτοδιοίκηση ή όχι; Η Ν∆ ήδη έδωσε τη δική της απάντηση, οι πολίτες θα δώσουν τη δική τους την επόµενη Κυριακή.