Ολη η τακτική συγκάλυψης με νομικισμούς και καθυστερήσεις για να απαλλαγούν οι κατηγορούμενοι από το σκάνδαλο
Πλυντήριο. Αυτή η λέξη περιγράφει με ακρίβεια τον τρόπο με τον οποίο ένα κομμάτι της Δικαιοσύνης και ένα ακόμη μεγαλύτερο του πολιτικού κόσμου αντιμετώπισαν την υπόθεση Novartis. Από τη σκανδαλώδη αρχειοθέτηση του σκέλους της υπόθεσης που αφορούσε τους πρώην υπουργούς Αδωνη Γεωργιάδη και Δημήτρη Αβραμόπουλου, στους λογαριασμούς των οποίων βρέθηκαν αδιευκρίνιστα ποσά που η προέλευσή τους δεν διερευνήθηκε ποτέ, μέχρι τις συστηματικές απόπειρες απαλλαγής άλλων βασικών εμπλεκομένων, όπως του Ανδρέα Λοβέρδου και του Νίκου Μανιαδάκη, η Δικαιοσύνη φαίνεται ότι ακολούθησε την τακτική της συγκάλυψης. Τα στοιχεία που οδηγούν σε αυτό το συμπέρασμα είναι συνταρακτικά. Στην πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει τους τελευταίους μήνες με την ανακρίτρια του ειδικού δικαστηρίου Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου και τα στημένα κατηγορητήρια σε βάρος μεταξύ άλλων και του Κώστα Βαξεβάνη είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου.
Είχαν προηγηθεί οι προσπάθειες συγκεκριμένων λειτουργών της Δικαιοσύνης να απαλλάξουν εμπλεκόμενους στο σκάνδαλο με πρωτοφανείς ακροβασίες και νομικισμούς, ερμηνείες νόμων κατά το δοκούν και βέβαια με τη χρήση νομικών όρων οι οποίοι είχαν μόλις εφευρεθεί. Χαρακτηριστικό τέτοιο παράδειγμα είναι βέβαια η χρήση του διαβόητου πια όρου «αδιευκρίνιστα» που αφορούσε ποσά τα οποία βρέθηκαν στους λογαριασμούς των Αδ. Γεωργιάδη και Δ. Αβραμόπουλου.
«Καθάρισαν» Γεωργιάδη και Αβραμόπουλο
Στην προσπάθεια αποσιώπησης κάθε αλήθειας που αφορά το μεγάλο σκάνδαλο της Novartis κυριαρχεί ασφαλώς η αρχειοθέτηση του σκέλους που αφορά τους δύο πρώην υπουργούς Υγείας Αδ. Γεωργιάδη και Δ. Αβραμόπουλο. Προκειμένου να γίνει η αρχειοθέτηση, όπως έχει αποκαλύψει το Documento, αγνοήθηκαν ακόμη και στοιχεία από τα πορίσματα των επίκουρων οικονομικών εισαγγελέων. Η πράξη αρχειοθέτησης για τον Αδ. Γεωργιάδη συντάχτηκε παρά το γεγονός ότι οι αρχές είχαν εντοπίσει «πιθανές φορολογικές παραβάσεις» και «αδιευκρίνιστες» καταθέσεις περίπου 350.000 ευρώ σε τραπεζικούς λογαριασμούς εταιρειών συμφερόντων του πρώην υπουργού, οι οποίες όμως δεν διερευνήθηκαν ποτέ.
Ανάλογα προβληματική είναι και η πράξη αρχειοθέτησης που αφορά τον Δ. Αβραμόπουλο. Και στην περίπτωση του «γαλάζιου» πρώην υπουργού Υγείας εντοπίστηκαν «αδιευκρίνιστες πιστώσεις» σχεδόν 1 εκατ. ευρώ, ενώ από τα στοιχεία της πράξης αρχειοθέτησης προκύπτει επίσης ότι η πεθερά του κατέθεσε σε τραπεζικό λογαριασμό 100.000 ευρώ σε χαρτονομίσματα των 500 ευρώ, τα οποία μάλιστα κατατέθηκαν σε μετρητά.
Παράλληλα προέκυψαν ενδείξεις υπερτιμολόγησης επί υπουργίας του σε ό,τι αφορά την προμήθεια αντιδραστηρίων για τον μοριακό έλεγχο του αίματος. Και σ’ αυτή την περίπτωση, παρότι υπήρχαν στοιχεία που παραμένουν «αδιευκρίνιστα», ο εισαγγελέας έκρινε ότι δεν απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση και ότι ο πρώην υπουργός Υγείας δεν χρειάζεται καν να κληθεί για να δώσει εξηγήσεις.
Πώς πήγαν να απαλλάξουν τον Λοβέρδο
Ο μόνος πολιτικός εμπλεκόμενος στο σκάνδαλο Novartis του οποίου η υπόθεση παραμένει ανοικτή, αφού έχει ασκηθεί σε βάρος του ποινική δίωξη, είναι ο Ανδρ. Λοβέρδος. Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει ότι δεν έγιναν προσπάθειες ώστε τα πιθανά αδικήματα που έχει τελέσει ο πρώην υπουργός Υγείας να κριθούν παραγραμμένα.
Συγκεκριμένα, την υπόθεση Λοβέρδου είχε κρίνει παραγραμμένη η ανακρίτρια κατά της διαφθοράς Γλυκερία Ιωαννίδου, η οποία είχε κρατήσει τον φάκελο της δικογραφίας στο συρτάρι της επί δύο χρόνια χωρίς να προβεί σε καμία ανακριτική ενέργεια. Ωστόσο τον περασμένο Μάρτιο το αρμόδιο δικαστικό συμβούλιο με βούλευμα που εξέδωσε υιοθέτησε πλήρως την εισαγγελική πρόταση του εισαγγελέα πρωτοδικών Ιωακείμ Κασωτάκη σχετικά με τη μη παραγραφή των αδικημάτων που βαραίνουν τον πρώην υπουργό και διέταξε τη συνέχιση της ανάκρισης.
Αναλυτικότερα, η ανακρίτρια που κλήθηκε να χειριστεί τη δικογραφία με την ποινική δίωξη στον Ανδρ. Λοβέρδο από την πρώην εισαγγελέα διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη για το αδίκημα της δωροληψίας κατ’ εξακολούθηση πολιτικού προσώπου «απεφάνθη» λίγο πριν από τις εκλογές για πρόεδρο στο τότε ΚΙΝΑΛ (στις οποίες ο Λοβέρδος ήταν υποψήφιος) ότι τα αδικήματα για τα οποία βαρύνεται έχουν παραγραφεί λόγω του εξαμβλωματικού νόμου περί ευθύνης υπουργών. Ειδικότερα, η ανακρίτρια Ιωαννίδου εξέφρασε τη «διαφωνία» της για την ασκηθείσα ποινική δίωξη ερμηνεύοντας τον νόμο περί ευθύνης υπουργών και τούτο μολονότι η Βουλή το 2018 είχε κρίνει ακριβώς τα αντίθετα από τη νομική επιχειρηματολογία της, όπως άλλωστε και η εισαγγελία, η οποία είχε προχωρήσει τον Νοέμβριο του 2019 στην άσκηση δίωξης.
Στη συνέχεια ωστόσο ο εισαγγελέας πρωτοδικών Ιωακ. Κασωτάκης με μια νομική επιχειρηματολογία που δεν άφηνε κανένα περιθώριο παρερμηνείας «άδειασε» την ανακρίτρια για τη «διαφωνία» που είχε εκφράσει με την ασκηθείσα ποινική δίωξη στον πρώην υπουργό Υγείας. Ο Ιωακ. Κασωτάκης στην πρόταση προς το δικαστικό συμβούλιο υπογράμμιζε ότι «παραδεκτώς» ασκήθηκε η ποινική δίωξη στον Ανδρ. Λοβέρδο και ότι δεν έχουν παραγραφεί τα αδικήματα που βαραίνουν τον πρώην υπουργό, καθώς δεν ισχύει ο νόμος περί ευθύνης υπουργών, μια και γι’ αυτό είχε αποφανθεί η ελληνική Βουλή και είχε παραπέμψει την υπόθεση στην τακτική Δικαιοσύνη.
Η περίπτωση Λοβέρδου όμως έχει ενδιαφέρον για ακόμη ένα λόγο. Η πρώην εισαγγελέας κατά της διαφθοράς Ελ. Τουλουπάκη είχε εντοπίσει έγγραφο του FBI, το οποίο κατά την ερμηνεία της πιστοποιούσε ότι το 2010 ο Λοβέρδος εισήγαγε δύο νέα φάρμακα της Novartis, διαδικασία για την οποία πήρε 20.000 ευρώ. Η Ελ. Τουλουπάκη απέστειλε αίτημα στην ανακρίτρια του ειδικού δικαστηρίου Κων. Αλεβιζοπούλου ώστε αυτό το έγγραφο να διαβιβαστεί και να συμπεριληφθεί στην ανοιχτή δικογραφία σε βάρος του πρώην υπουργού, ώστε να μην κλείσει η ανάκριση με τυπικές κλήσεις όπως φημολογείται. Η Αλεβιζοπούλου, κατά την πάγια τακτική της, ούτε δέχτηκε ούτε απέρριψε το αίτημα, παρά δήλωσε ότι επιφυλάσσεται. Τελικά δεν έπραξε απολύτως τίποτε.
«Βάφτισαν» τον Μανιαδάκη άτυπο σύμβουλο
Ο Ν. Μανιαδάκης, ένας εκ των βασικότερων εμπλεκομένων στην υπόθεση Novartis, εξακολουθεί σήμερα να ερευνάται από την Οικονομική Εισαγγελία για συνέργεια σε δωροδοκία τρίτων και για ξέπλυμα βρόμικου χρήματος. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός όμως από τότε που το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθηνών επιχείρησε, ακολουθώντας μια προκλητική και εκτός κάθε νομικής λογικής πρακτική, να τον απαλλάξει. Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών και αργότερα και η Εισαγγελία Εφετών, η οποία αφού άσκησε έφεση κατά του κατάπτυστου βουλεύματος τελικά συντάχτηκε με την άποψη του συμβουλίου, έκρινε ότι ο Μανιαδάκης πρέπει να απαλλαγεί από τις κατηγορίες που τον βάρυναν επειδή ήταν άτυπος σύμβουλος των υπουργών Υγείας, δεν είχε διοριστεί δηλαδή επισήμως σε θέση συμβούλου υπουργού, καθώς και ότι οι επιτροπές στις οποίες συμμετείχε δεν είχαν αντικείμενο συναφές με την τιμολόγηση των φαρμάκων.
Βέβαια ο Μανιαδάκης δεν θα μπορούσε ποτέ να έχει διοριστεί σύμβουλος επειδή είναι εκ της θέσεώς του. Επειδή δηλαδή ήταν καθηγητής της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας και επομένως έχει ρόλο συμβούλου υπουργών. Οπως επίσης δεν θα μπορούσε να πληρώνεται ως σύμβουλος υπουργών, διότι κάτι τέτοιο θα ήταν παράνομο, αφού ούτως ή άλλως είναι δημόσιος υπάλληλος και πληρώνεται ως τέτοιος.
Εξάλλου, στην ίδια τη δικογραφία της Novartis εμπεριέχεται πληθώρα στοιχείων –πολλά εκ των οποίων αναφέρονται και στο επίμαχο βούλευμα– βάσει των οποίων σκιαγραφείται σαφώς ότι ο Μανιαδάκης υπήρξε ιδιαιτέρως «στενός σύμβουλος», μεταξύ άλλων, των πρώην υπουργών Υγείας Ανδρ. Λοβέρδου και Αδ. Γεωργιάδη. Επιπλέον, ο ίδιος ο Μανιαδάκης έχει παραδεχτεί τόσο στην προανακριτική επιτροπή της Βουλής όσο και όταν κατέθετε ως προστατευόμενος μάρτυρας (υπό το κωδικό όνομα «Ιωάννης Αναστασίου») ότι υπήρξε συνεργάτης του πρώην υπουργού Υγείας Αδ. Γεωργιάδη αλλά και των Ανδρ. Λοβέρδου και Μάκη Βορίδη. Στις 29 Ιανουαρίου 2018 συγκεκριμένα, ο προστατευόμενος μάρτυρας «Ιωάννης Αναστασίου», που όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, ήταν ο Ν. Μανιαδάκης, είχε περιγράψει τον εαυτό του ως στενό συνεργάτη του Γεωργιάδη, αναφέροντας ότι μεταξύ των συνεργατών του υπουργού ήταν και «ο από πολλά έτη συνεργάτης του Νικόλαος Μανιαδάκης, καθηγητής της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, σύμβουλός του σε θέματα τρόικας και πολιτικής υγείας».
Ακόμη σημαντικότερα στοιχεία της δικογραφίας είναι τα πλείστα mails που στέλνονται από τον Μανιαδάκη στο υπουργικό γραφείο του τότε υπουργού. Αυτά τα mails εμπεριέχουν προσχέδια υπουργικών αποφάσεων τα οποία μόλις λίγα λεπτά μετά την παραλαβή τους αποστέλλονται από τον πρώην υπουργό στα πρόσωπα που είχε ζητήσει ο Μανιαδάκης. Κάποια από αυτά τα προσχέδια αφορούσαν και τιμολόγηση φαρμάκων.
Ο Μανιαδάκης βάσει των καταθέσεων των προστατευόμενων μαρτύρων φέρεται να ήταν ο δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ της Novartis και της ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, την οποία η εταιρεία ήθελε να χειραγωγήσει. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Ν. Μανιαδάκης –σύμφωνα πάντα με τους προστατευόμενους μάρτυρες– φέρεται να έδινε «δώρα» και να παρακρατούσε το 10-20% του ποσού.
Φρουζής και δύο γιατροί οι μόνοι κατηγορούμενοι
Στην Ελλάδα το –βαφτισμένο «σκευωρία»– σκάνδαλο Novartis για τη Δικαιοσύνη αφορά κυριολεκτικά μόνο τρία πρόσωπα: τον πρώην αντιπρόεδρο της φαρμακευτικής πολυεθνικής Κωνσταντίνο Φρουζή και δύο γιατρούς. Πρόκειται για τους τρεις οι οποίοι παραπέμπονται σε δίκη σύμφωνα με απόφαση του δικαστικού συμβουλίου τον περασμένο Φεβρουάριο. Ο Φρουζής παραπέμπεται συγκεκριμένα για το αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα, ενώ οι δύο γιατροί για παθητική δωροδοκία σε βαθμό κακουργήματος.
Οι δύο γιατροί, με ειδικότητα ψυχιάτρου, εμφανίζονται να συνταγογραφούσαν σκευάσματα της Novartis αντί αντιτίμου. Μάλιστα στον ένα από τους δύο βρέθηκαν και τρία εμβάσματα από την εταιρεία συνολικού ύψους 4.000 ευρώ. Αρχικά βεβαίως είχε ασκηθεί ποινική δίωξη σε συνολικά 15 άτομα. Μεταξύ αυτών καρδιολόγοι, παθολόγοι, νευρολόγοι, οι οποίοι φέρονται να είχαν λάβει από τη Novartis ποσά που ξεκινούσαν από τις 3.000 ευρώ και έφταναν μέχρι και τις 78.000, όπως και πρώην ανώτερα και ανώτατα στελέχη της Novartis.
Ωστόσο οι δραματικές καθυστερήσεις στην έρευνα και οι αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα που ψηφίστηκαν λίγο πριν από τις εκλογές του 2019 επέφεραν την παραγραφή των πιθανών αδικημάτων τους, ενώ η ίδια η κυβέρνηση επί τουλάχιστον δύο χρόνια δεν έκανε το παραμικρό ώστε να διεκδικήσει αποζημιώσεις από τον φαρμακευτικό κολοσσό, ο οποίος έχει πληρώσει περί τα 350 εκατ. δολάρια στις ΗΠΑ για όσα έκανε στην Ελλάδα. Παρότι μάλιστα είχε γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους από τον Δεκέμβριο του 2020, σύμφωνα με την οποία μπορούσε να καταθέσει αγωγή κατά της Novartis, το υπουργείο Υγείας προχώρησε σε σύσταση επιτροπής για εξωδικαστικό συμβιβασμό και τελικά ανακοίνωσε διά του αρμόδιου υπουργού Θάνου Πλεύρη ότι θα καταθέσει αγωγή, αφού πρώτα το Documento τους έπιασε με τη γίδα στην πλάτη. Ακόμη και η αγωγή βέβαια δεν έχει πια ουσιαστικό νομικό έρεισμα, αφού η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να εξετάσει σε βάθος τις σκανδαλωδώς αρχειοθετημένες περιπτώσεις των Γεωργιάδη και Αβραμόπουλου ούτε βέβαια τα παραγραμμένα πια αδικήματα των γιατρών.