Συγκαλύψεις σκανδάλων με σκάνδαλα

Συγκαλύψεις σκανδάλων με σκάνδαλα

Οι ορισμοί του πολιτικού σκανδάλου ποικίλλουν, αναφερόμενοι ιδίως στην προσβολή της ηθικής, την παράνομη συμπεριφορά, αλλά και την εξ αυτών παραγόμενη κοινωνική οργή. Δεν νομίζω όμως ότι υπάρχει απλούστερος ορισμός από το ότι σκάνδαλο συνιστά η διαφθορά που αποκαλύπτεται (Lowi, 1988).

Η διαχείριση ενός πολιτικού σκανδάλου, που αποκαλύπτει κυρίως την κυβερνητική διαφθορά, θέτει σε κατάσταση συναγερμού την ηγεσία, το κόμμα, τους εμπλεκόμενους.

Η αντιμετώπιση των αποκαλύψεων σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της πολιτικής επιστήμης και των κοινών εμπειριών στρέφεται γύρω από δύο αντιθετικές επιλογές.

Α. Η πρώτη είναι να διαχειριστεί η κυβέρνηση την αποκάλυψη του όποιου σκανδάλου με ειλικρίνεια και ταχύτητα και κυρίως με λογοδοσία και ανάληψη ευθύνης.

Η διαχείριση αυτή αφορά δημοκρατικά καθεστώτα και προϋποθέτει τον σεβασμό του ηγέτη προς την κοινωνία, δηλαδή μια ηθική πρόσληψη της πολιτικής.

Αυτή την τακτική ακολούθησε το ΠΑΣΟΚ επί κυβέρνησης Γιώργου Παπανδρέου το 2010, όταν μία εβδομάδα έπειτα από σχετικά δημοσιεύματα για την περιουσιακή κατάσταση του πρώην υπουργού Ακη Τσοχατζόπουλου ανεστάλη η κομματική του ιδιότητα.

Μάλιστα οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ ζήτησαν τη συγκρότηση προανακριτικής επιτροπής, που αποφάσισε την άσκηση δίωξης κατά του πρώην υπουργού.

Αν δεν είχαν υπερψηφίσει την παραπομπή του οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που ήταν πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, το σκάνδαλο δεν θα είχε διερευνηθεί.

Θα αναρωτηθεί βεβαίως κανείς αν αυτή η στάση του κόμματος του ΠΑΣΟΚ εκτιμήθηκε από την ελληνική κοινωνία. Η απάντηση είναι όχι. Αντίθετα, η ποινική δίωξη του Ακη Τσοχατζόπουλου και όσα ακολούθησαν συνέβαλαν στην κατάρρευση των εκλογικών του ποσοστών.

Το ΠΑΣΟΚ ακολούθησε τον δρόμο της αλήθειας και τιμωρήθηκε γι’ αυτό.

Β. Η δεύτερη επιλογή της αντιμετώπισης πολιτικών σκανδάλων είναι η άρνηση της πραγματικότητας, που προσιδιάζει σε ασθενείς δημοκρατίες ή αυταρχικά καθεστώτα.

Οι κυρίαρχες πρακτικές συγκάλυψης αφορούν ιδίως την άρνηση του σκανδάλου, τη δυσφήμηση του καταγγέλλοντος, την καταστροφή στοιχείων, την καθυστέρηση ερευνών, τις απειλές σε όσους γνωρίζουν την αλήθεια, την εξαγορά της σιγής του Τύπου κ.λπ.

Η κυβέρνηση της ΝΔ διαχειρίστηκε τις συγκλονιστικές αποκαλύψεις των υποκλοπών και του εγκλήματος των Τεμπών με άρνηση κάθε ευθύνης, κυρίως δε:

α) με καταστροφή στοιχείων του τόπου του εγκλήματος στα Τέμπη και με τη (διαρρέουσα) καταστροφή αρχείων παρακολούθησης στο σκάνδαλο των υποκλοπών,

β) με τη δυσφήμηση κάθε αντιπολιτευτικής φωνής ως δήθεν υπονομευτικής για τη σταθερότητα της χώρας,

γ) με τη διάψευση των πραγματικών και τη διαρροή αναληθών στοιχείων από τον κυρίαρχο φιλικό της Τύπο,

δ) με δημόσιες απειλές κατά μαρτύρων, όπως στο σκάνδαλο των υποκλοπών,

ε) κυρίως δε με τη δημιουργία σκανδάλων για τη συγκάλυψη σκανδάλων.

Ετσι, το σκάνδαλο της έλλειψης τηλεδιοίκησης – σηματοδότησης που οδήγησε στο έγκλημα των Τεμπών ακολούθησε το σκάνδαλο της πλαστογράφησης των συνομιλιών σταθμάρχη και μηχανοδηγού.

Και έπειτα ακολούθησε το σκάνδαλο της συγκάλυψης της αλήθειας στην εξεταστική επιτροπή, που ολοκληρώθηκε με τη σκανδαλώδη πρόκληση των βουλευτών της ΝΔ που χειροκροτούσαν όρθιοι τον Κώστα Καραμανλή στη Βουλή.

Παρομοίως, το σκάνδαλο της παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη ακολούθησε το κυβερνητικό σκάνδαλο διαρροών δυσφήμησής του, το οποίο ακολουθήθηκε από το σκάνδαλο των δημόσιων απειλών από σημαίνοντα στελέχη της ΝΔ σε υπαλλήλους της ΕΥΠ, για να ακολουθήσει το σκάνδαλο της παρεμπόδισης της ΑΔΑΕ και του προέδρου της Χρήστου Ράμμου να επιβάλει κυρώσεις.

Τα σκάνδαλα συγκάλυψης –και δεν είναι μόνο τα πιο πάνω– αναδείχθηκαν σε ειδεχθές modus operandi της κυβέρνησης. Η Δικαιοσύνη αναζητείται.

 

Documento Newsletter