Σχέδιο υπέρβασης και τολμηρές μεταρρυθμίσεις

Σχέδιο υπέρβασης και τολμηρές μεταρρυθμίσεις

Η Ελλάδα της «επόμενης ημέρας» προϋποθέτει, πέρα και πάνω απ’ όλα, τη συνειδητοποίηση της ευθύνης και των δυσκολιών για τη χάραξη ενός σχεδίου υπέρβασης της πολυδιάστατης κρίσης.

Μετά τη λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο ο βίος της χώρας δεν θα είναι ανθόσπαρτος. Καθαρή έξοδος από την κρίση –το γνωρίζουν όλοι– δεν πρόκειται να υπάρξει. Οι δεσμεύσεις που έχει υπογράψει η σημερινή κυβέρνηση είναι πολύ συγκεκριμένες. Η εποπτεία θα συνεχιστεί και η όποια ελάφρυνση του χρέους θα συναρτάται από την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων.

Τι μπορούμε να κάνουμε; Πρώτα απ’ όλα να επιχειρήσουμε να διαμορφώσουμε συναινέσεις για τα αυτονόητα. Υστερα από σχεδόν δέκα χρόνια κρίσης, ύφεσης και στασιμότητας, να σταματήσουμε το blame game για το ποιος ευθύνεται που φτάσαμε ως εδώ. Να σταματήσουμε τους λαϊκισμούς και τα επικοινωνιακά τεχνάσματα, όπως τα Ζάππεια του Σαμαρά και το πρόγραμμα Θεσσαλονίκης ή το παράλληλο πρόγραμμα του Τσίπρα.

Από την κρίση δεν πρόκειται να βγούμε με τις πολιτικές που ασκούνται σήμερα. Η έξοδος από την κρίση απαιτεί αλλαγή πολιτικών και γενναίες τομές: τη μείωση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα για την επόμενη πενταετία από 3,5% σε τουλάχιστον 2%. Γιατί αλλιώς η υπερβολική λιτότητα θα επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη. Την ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους. Τη χάραξη ενός σχεδίου βιώσιμης ανάπτυξης, για να δημιουργήσουμε σταθερές και ποιοτικές θέσεις εργασίας, να προσελκύσουμε επενδύσεις και να παράγουμε νέο πλούτο ώστε να στηρίξουμε το κοινωνικό κράτος και να αυξήσουμε το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.

Οι μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητες, αλλά μεταρρυθμίσεις δεν είναι ούτε τα οριζόντια μέτρα που είναι απορρυθμίσεις ούτε οι ρυθμίσεις που δεν αλλάζουν δομικά ένα σύστημα.

Το σχέδιο για την «επόμενη ημέρα» πρέπει να περιλαμβάνει τολμηρές μεταρρυθμίσεις υπέρ της πλειοψηφίας, οι οποίες να αφαιρούν προνόμια από μικρές αλλά ισχυρές ομάδες που αξιοποίησαν την πρόσβασή τους στο πελατειακό σύστημα, να προωθούν την αποτελεσματικότητα της δημόσιας διοίκησης, την ενίσχυση της αποκέντρωσης. Προοδευτικές ανατροπές που να αναιρούν τις παθογένειες που γέννησαν την κρίση. Βαθιές προοδευτικές αλλαγές παντού, με το βλέμμα στο μέλλον και όχι στο παρελθόν.

Η μείωση της ανεργίας και η βελτίωση των εργασιακών σχέσεων είναι πρώτη προτεραιότητα, γιατί αλλιώς κανένα από τα μεγάλα πολιτικά ζητήματα που αντιμετωπίζουμε δεν θα έχει κοινωνικά δίκαιη λύση. Χρειάζεται αρμονική συνύπαρξη και όχι σύγκρουση μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Να στηρίξουμε την υγιή επιχειρηματικότητα και κάθε ελπιδοφόρα ιδιωτική πρωτοβουλία, επιδιώκοντας ταυτόχρονα τη μείωση των ανισοτήτων που δημιουργεί η ελεύθερη αγορά μέσω του ρυθμιστικού ρόλου του κράτους. Χρειαζόμαστε ένα υγιές παραγωγικό μοντέλο και όχι το στρεβλό καταναλωτικό μοντέλο του παρελθόντος. Με ουσιαστική στήριξη της μισθωτής εργασίας, των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών. Χωρίς τις κρατικοδίαιτες λογικές, τις προνομιακές προσβάσεις του παρελθόντος και την ασυδοσία σε βάρος της κοινωνίας.

Χρειαζόμαστε προοδευτικές λύσεις για ένα δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα μεταξύ των γενεών και ένα δίκαιο και σταθερό φορολογικό σύστημα. Με μείωση και όχι αύξηση των άδικων έμμεσων φόρων. Με καταπολέμηση και όχι ανοχή του λαθρεμπορίου καυσίμων. Με διαχωρισμό των σχέσεων εκκλησίας – κράτους και δίκαιη φορολόγηση της εκκλησιαστικής και μοναστηριακής περιουσίας. Αυτές δεν μπορεί παρά να είναι οι προτεραιότητες της «επόμενης ημέρας».

Αν δεν υπάρξει υγιές παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης, ανεξάρτητα από ό,τι γίνει ή δεν γίνει στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους, η χώρα σε λίγους μήνες θα αντιμετωπίζει την ίδια και χειρότερη κρίση. Γι’ αυτό οι προοδευτικές μεταρρυθμίσεις δεν είναι αυτοσκοπός ή «μόδα», αλλά έχουν πολιτικό περιεχόμενο και την αποδοχή της κοινωνίας, γιατί τα οφέλη από αυτές βελτιώνουν τη θέση της πλειονότητας των πολιτών.

Κορυφαία προϋπόθεση, όμως, είναι η εθνική συνεννόηση για τις απαραίτητες τομές στο κράτος και η αποκατάσταση της χαμένης αξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος στα μάτια των πολιτών. Οι συνθήκες πόλωσης, ο συνεχής υπολογισμός του πολιτικού κόστους και η νοοτροπία «φύγε εσύ για να έρθω εγώ» δεν συνάδουν με την πολυπλοκότητα και τη σοβαρότητα της κατάστασης.

Γι’ αυτό η συνταγματική αναθεώρηση είναι μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί και να παραμείνουμε στη στασιμότητα για άλλα πέντε τουλάχιστον χρόνια. Χρειάζονται ριζικές εξυγιαντικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, όπως η κατάργηση πολιτικών προνομίων με την αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών και του τρόπου παροχής της βουλευτικής ασυλίας, πλήρης διαφάνεια στη χρηματοδότηση των κομμάτων και αυστηρός έλεγχος της διαχείρισής τους. Να θεσμοθετήσουμε ανώτατο όριο θητειών για την ανανέωση του πολιτικού συστήματος και το ασυμβίβαστο υπουργού – βουλευτή για τον περιορισμό των πελατειακών σχέσεων. Και κυρίως να θεσμοθετήσουμε το ασυμβίβαστο των θέσεων των στελεχών των κομμάτων σε σχέση με το κράτος. Χρειαζόμαστε αποκρατικοποιημένα κόμματα για να έχουμε αποκομματικοποιημένο κράτος.

Η πολιτική σταθερότητα και ένα σύγχρονο αντιγραφειοκρατικό κράτος αποτελούν προϋποθέσεις και προτεραιότητα για την ανάπτυξη. Πρόκειται για αλλαγές οι οποίες κινούνται στη σφαίρα του αυτονόητου, αλλά τα αυτονόητα έχουν καταντήσει ζητούμενο στη χώρα μας υπό συνθήκες ακραίας πόλωσης. Οι αντιδράσεις τόσο της κυβέρνησης όσο και της αξιωματικής αντιπολίτευσης το επιβεβαιώνουν. Γι’ αυτό θέλουμε οι πολίτες να ενισχύσουν το Κίνημα Αλλαγής, ώστε να μπορέσουμε να επιβάλουμε τη συνεννόηση πάνω σ’ ένα προοδευτικό πρόγραμμα τομών και αλλαγών που θα βγάλουν οριστικά τη χώρα μας από την κρίση και θα την καταστήσουν κανονικό ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος δικαίου. Αν δεν συμβούν αυτά, το μεταμνημονιακό μέλλον προδιαγράφεται δυσχερές και δυσοίωνο. Είναι καιρός να διεκδικήσουμε την Ελλάδα της «επόμενης ημέρας», της εξωστρέφειας και της δημιουργικότητας.

Ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος είναι Πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ και μέλος Πολιτικού Συμβουλίου Κινήματος Αλλαγής

Documento Newsletter