Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας με αφορμή την παρουσίαση της Ενδιάμεσης Έκθεσης για τη Νομισματική Πολιτική, έκανε παρέμβαση στο θέμα της διαπραγμάτευσης της Κυβέρνησης με τους δανειστές, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης.
Όπως αναφέρει ο διοικητής της ΤτΕ «η πρόοδος που έχει σημειωθεί στην ελληνική οικονομία δεν πρέπει με κανένα τρόπο να ανακοπεί, για το λόγο αυτό οι όποιες διαφορές πρέπει να εξομαλυνθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, σε πνεύμα καλής συνεργασίας με τους θεσμούς και τους εταίρους».
Η συνεπής εφαρμογή του προγράμματος, σύμφωνα με τον διοικητή της ΤτΕ, θα διευκολύνει τη λήψη αποφάσεων για τα μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα που θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους και την ένταξη των ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Κάτι τέτοιο θα προλειάνει το έδαφος για την πλήρη επάνοδο του Ελληνικού Δημοσίου και των ελληνικών επιχειρήσεων στις διεθνείς κεφαλαιαγορές.
Η ΤτΕ προβλέπει ότι το ΑΕΠ της χώρας θα αυξηθεί κατά 2,5% το 2017 ενώ προβλέπει επιτάχυνση της ανάπτυξης το 2018 και 2019 με τον ρυθμό να φθάνει το 3%.
Κινδύνους από τα μέτρα για τους συνταξιούχους διαβλέπει η ΤτΕ
Κινδύνους από τα μέτρα για τους συνταξιούχους και τον ΦΠΑ στα νησιά που εξήγγειλε η Κυβέρνηση διαβλέπει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική.
Όπως αναφέρεται η επίτευξη του δημοσιονομικού αποτελέσματος του 2016 υπόκειται σε επισφάλειες, που συνδέονται με τις παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση της δημοσιονομικής χαλάρωσης ύψους περίπου 0,4% του ΑΕΠ που εξήγγειλε η κυβέρνηση στις 8 Δεκεμβρίου του 2016. Οι παρεμβάσεις αυτές, μειώνουν σημαντικά το εκτιμώμενο περιθώριο ασφαλείας στην επίτευξη του στόχου του 2016. Παράλληλα, η εκτέλεση του Προϋπολογισμού του 2016 δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη και το τελικό αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης για το 2016 δεν έχει οριστικοποιηθεί.
Επιπροσθέτως, η ενδεχόμενη αναβολή των αποφάσεων για τη διατύπωση συγκεκριμένων μέτρων με στόχο τη διασφάλιση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, εκ μέρους των εταίρων, θα αποτελούσε τροχοπέδη για τη βελτίωση των οικονομικών και επενδυτικών προοπτικών της χώρας και θα εξασθενούσε τις προοπτικές διατηρήσιμης πρόσβασης του Ελληνικού Δημοσίου και των ελληνικών επιχειρήσεων στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων και κατ’ επέκταση τις προοπτικές οριστικής εξόδου από την κρίση.
Η ΤτΕ διαβλέπει ότι στο εσωτερικό εξακολουθούν να υφίστανται πολλά εμπόδια που επιβαρύνουν το επιχειρηματικό κλίμα και δυσχεραίνουν την υλοποίηση επενδύσεων. Ορισμένα από αυτά τα οποία αν δεν αντιμετωπιστούν, τότε οι προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας μπορεί να μην επιβεβαιωθούν, καθώς ένας από τους βασικούς πυλώνες ανάπτυξης της οικονομίας τα επόμενα χρόνια είναι η προσδοκώμενη άνοδος των επενδύσεων.
Στο δημοσιονομικό σκέλος η ΤτΕ επισημαίνει ότι με δεδομένο ότι ή προσαρμογή στηρίζεται ως επί το πλείστον σε μέτρα από την πλευρά των εσόδων, υπάρχει ο κίνδυνος η αυξημένη φορολόγηση να έχει μεγαλύτερες του αναμενομένου αρνητικές συνέπειες στην οικονομική δραστηριότητα. Συνεπώς, θα ήταν ευκταία η βελτίωση του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής.