Στον μαγικό κόσμο του νερού

Στον μαγικό κόσμο του νερού

Σαράντα τρεις ιχθυολόγοι γράφουν για τα βιώματα που τους σημάδεψαν στη δουλειά τους σε ένα ιδιότυπο ημερολόγιο μνήμης. Εβδομήντα δύο εξομολογήσεις πίστης σε αυτό που διάλεξαν να κάνουν, να παρατηρούν τη σιωπή στην οποία καταδίκασε η φύση το πιο βουβό πλάσμα του σύμπαντος: το ψάρι.

Πίσω από την ιδέα έκδοσης του βιβλίου με τις εκ βαθέων εξομολογήσεις ιχθυολόγων είναι ο ιχθυολόγος, καθηγητής Ιχθυολογίας και συγγραφέας Γιάννης Πάσχος.

Τα περισσότερα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στους ιχθυογεννητικούς σταθμούς, εκεί όπου γίνεται η τεχνητή αναπαραγωγή των ψαριών. Σε έναν τέτοιο σταθμό ο Γιάννης Πάσχος γνώρισε τον Αντρέα, τον φύλακα του σταθμού. «Ηταν τότε γύρω στα εξήντα, σχετικά κοντός, μυώδης, με κατάμαυρα σγουρά μαλλιά, λιγομίλητος και ακούραστος. Μοναχικός και απόμακρος, αλλά πάντα πρόθυμος να βοηθήσει σε οποιαδήποτε δουλειά. Ο σταθμός ήταν το σπίτι του και τα χιλιάδες μικρά ψαράκια, με τον τρόπο που τα φρόντιζε, σου έδινε την εντύπωση ότι ήταν η μοναδική του έγνοια» γράφει σε μία από τις 72 βιωματικές ιστορίες γραμμένες από ιχθυολόγους που διαβάζουμε στο βιβλίο «Συνομιλίες με το πιο σιωπηλό πλάσμα του κόσμου» το οποίο κυκλοφόρησε πριν από μερικούς μήνες και επιμελήθηκε ο ίδιος.

Τους ιχθυολόγους τους αποκαλούν «ψαράδες»

«Μια απαίσια, βαριά μυρωδιά παλιοκαιρισμένης ψαρίλας σε τύλιγε, αν επιχειρούσες να ανοίξεις την πόρτα του δωματίου του. Αλλά και ο Αντρέας άφηνε σε κάθε του βήμα τη γνωστή του μυρωδιά, έτσι που εύκολα μπορούσα να τον βρω και εγώ, και οι γάτες της περιοχής. Ακόμη και τα καθαρά, υποτίθεται, ρούχα του, και αυτά μύριζαν ψαρίλα, λες και είχαν κολλήσει πάνω του τόνοι λέπια και δεν ξεκολλούσαν με τίποτε» συνεχίζει να αφηγείται ο ιχθυολόγος-συγγραφέας. Πώς παλεύεται, αλήθεια, η ψαρίλα είναι το πρώτο που τον ρωτώ. «Αυτό που εννοείτε εσείς “ψαρίλα”, αν καταλαβαίνω καλά, παλεύεται εύκολα» απαντά ευθέως, «αυτό όμως που εννοούμε εμείς “ψαρίλα” δεν παλεύεται με τίποτε. Αν σου κολλήσει, σου κόλλησε για πάντα, σε ακολουθεί μια ζωή, και στον ξύπνιο και στον ύπνο. Ευτυχώς σε μας δεν αφήνει ίχνη και μυρωδιά για να σε κυνηγούν οι γάτες και να σε αποφεύγουν οι άνθρωποι».

«Ολοι με κορόιδευαν πως θα πάω να γίνω ψαράς…» γράφει σε μια άλλη ιστορία του βιβλίου ιστορία η συναδέλφισσά του Αννα Λάτσιου. Ναι, κάποιοι τους ιχθυολόγους τους αποκαλούν «ψαράδες». «Αυτό πολλές φορές ακούγεται άσχημα, ειδικά όταν λέγεται από κάποιους που δεν έχουν ιδέα τι δουλειά κάνουν οι ιχθυολόγοι» σχολιάζει ο Γ. Πάσχος. Οι ιχθυολόγοι ασχολούνται με την παρατήρηση, την έρευνα, την παραγωγή, τη διοίκηση, την εκπαίδευση. «Βασικά πεδία της δουλειάς μας είναι η μελέτη της βιολογίας των υδρόβιων οργανισμών, η αναπαραγωγή και η ανάπτυξή τους, η διατροφή και η αντιμετώπιση των παθολογικών τους προβλημάτων, η προστασία του περιβάλλοντος, η εξέλιξη της τεχνικής και των μεθόδων διαχείρισης των υδάτινων πόρων, η εκπαίδευση. Με μια λέξη αυτό που χαρακτηρίζει τη δουλειά μας είναι η δημιουργία».

Η χώρα μας έχει μεγάλη ποικιλία υδάτινων πεδίων και προσφέρεται για ιχθυοκαλλιέργειες σε όλη την επικράτειά της. Μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας υπάρχουν παντού· στα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου, στη Θεσπρωτία, την Ήπειρο, την Εύβοια, την Μακεδονία. «Η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και οι Ελληνες ιχθυολόγοι διαθέτουν σωρευμένη εμπειρία και γνώση με μεγάλες επιτυχίες στην Ελλάδα και στο εξωτερικό» υποστηρίζει ο συνομιλητής μου. «Η αλιεία όμως αντιμετωπίζει πολλά ζητήματα, χρόνια και δυσεπίλυτα. Δίνονται μεγάλες μάχες σε όλα τα μέτωπα» συμπληρώνει. «Οι συνάδελφοι που στελεχώνουν διοικητικές θέσεις σε πολλές περιπτώσεις υπερβαίνουν τον εαυτό τους, μοιράζονται τις δυσκολίες των παραγωγών, αλλά το ψάρι δυστυχώς βρομάει πάντα από το κεφάλι…».

Πολλές οι δυσκολίες αλλά υπάρχει πίστη

Ο Γ. Πάσχος ζει περισσότερα από τριάντα πέντε χρόνια μέσα στον μαγικό κόσμο του νερού, σε θάλασσες, λιμνοθάλασσες, ποτάμια, σε μονάδες ιχθυοκαλλιέργειας, εργαστήρια, επιτροπές, πανεπιστημιακά έδρανα, επιστημονικά συνέδρια, εκπαιδευτικά προγράμματα για τα ψάρια. Είναι ένας καταξιωμένος επιστήμονας. Τι είναι γι’ αυτόν η δουλειά του; «Είναι κόσμος μαγικός. Αν αφεθείς, γίνεσαι σώμα με κάτι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που λογάριαζες» εξομολογείται. «Προβλήματα υπάρχουν πολλά –δοκιμασίες, απογοητεύσεις, άνθρωποι που σου κάνουν τη ζωή δύσκολη– αλλά μπροστά στη σχέση σου με το ζωντανό πλάσμα, τη φύση, την εικόνα που ανοίγεται μπροστά σου, τη ζώσα επιθυμία τα ξεπερνάς και συνεχίζεις. Αυτή η αίσθηση δεν είναι μόνο δική μου. Ο συνάδελφός μου Γιώργος Σκούφας γράφει: “Προοδευτικά η μοναξιά του πεδίου δεν συνηθίστηκε απλώς, αλλά έγινε ανάγκη. Μια ανάγκη που συνοψίζεται στο ‘‘εγώ και τα ψάρια’’! Κάποια στιγμή όλα γίνονται εμμονή. Φτάνει κανείς να νιώθει τύψεις (με όλη τη βαρύτητα της λέξης) όταν έχει καιρό να πάει στο νερό”».

Δεν είναι σκοπός του ιχθυολόγου να ωραιοποιήσει τα πράγματα και τη δουλειά του στα μάτια μας. «Οι δυσκολίες πολλές, η δουλειά μοναχική, η πίστη όμως σε αυτό που κάνουμε είναι όλη η υπόθεση» τονίζει. «Να σας διαβάσω ένα μικρό απόσπασμα από την ιστορία της Μαρίας Μπαΐρα και θα καταλάβετε: “Μου πήρε μήνες να μάθω τη μοναξιά του δάσους, τη βουή του αέρα και της θάλασσας, τις νύχτες να μη σκιάζομαι. Κι όταν κάποιες μέρες μου πέφτουν βαριά τα δειλινά και κάποιες νύχτες με φεγγάρι η μοναξιά πλακώνει το στήθος μου, λέω μέσα μου ότι ίσως να ήταν καλύτερο να μη με κέρδιζε αυτή η ερημιά”».

Η ιδέα του βιβλίου με τίτλο «Συνομιλίες με το πιο σιωπηλό πλάσμα του κόσμου» ανήκει στον Γ. Πάσχο. Πριν από πέντε χρόνια προσκάλεσε τους συναδέλφους του ιχθυολόγους να γράψουν μια βιωματική ιστορία, να περιγράψουν μια στιγμή στη δουλειά τους που καταγράφηκε στη μνήμη τους ως αξέχαστη. «Δεν θα ήταν ωραίο να τις συμπεριλάβουμε σε ένα βιβλίο;». Οι αντιδράσεις τους αρχικά ήταν πολύ θετικές, στη συνέχεια όμως τα πράγματα δυσκόλεψαν, όπως περιγράφει. «Πέρασαν τέσσερα χρόνια, πολλές συζητήσεις, αναβολές και τελικά οι ιστορίες μας έγιναν φέτος βιβλίο. Ξέρετε, το βιωματικό, το πραγματικό και η δημόσια εξομολόγηση προκαλούν αναστολές. Οσοι όμως εντέλει το τόλμησαν, έγραψαν ελεύθερα από καρδιάς. Δεν είναι ιχθυολογικό βιβλίο, είναι βιβλίο γραμμένο από ιχθυολόγους. Είναι δημόσιες εξομολογήσεις προς τον εαυτό μας. Εξομολογήσεις διαρκούς πίστης σε αυτό που διαλέξαμε να κάνουμε: να παρατηρούμε τα ψάρια και τη σιωπή τους. Είναι η πρώτη φορά που γράφτηκε βιβλίο με τέτοιο περιεχόμενο, δεν γνωρίζω να έχει γραφτεί κάτι παρόμοιο από επιστήμονες άλλου χώρου».

Καθώς κλείνει η κουβέντα μας ο Γ. Πάσχος αφηγείται μια ανάμνησή του από το προσωπικό του ταξίδι με το πιο σιωπηλό πλάσμα του κόσμου. Την ιστορία του αυτή ονομάζει «Το πάρτι». «Η τεχνητή αναπαραγωγή είναι ο ευαίσθητος κύκλος των ιχθυοκαλλιεργειών, είναι διαδικασία που το τελικό της στάδιο εξελίσσεται αργά όλο το 24ωρο και κορυφώνεται συνήθως λίγο πριν από το ξημέρωμα. Θέλοντας και μη την ακολουθείς, παρατηρώντας τα ψάρια όλο το βράδυ σιωπηλός, όπως κι αυτά, προσπαθείς να ερμηνεύσεις τη συμπεριφορά τους, έτοιμος να επέμβεις αν χρειαστεί. Ατέλειωτα βράδια οι συνεργάτες μου κι εγώ μείναμε ξάγρυπνοι δίπλα από τις λεκάνες των γεννητόρων, με συντροφιά το φως του φεγγαριού, το κρώξιμο των βατράχων, το ανοιξιάτικο αεράκι, τα τριζόνια, τα αδέσποτα σκυλιά και τα αρώματα από τα νυχτολούλουδα. Οταν όλα πήγαιναν καλά ξεχνούσαμε κούραση και ταλαιπωρία, όταν όλα πήγαιναν στραβά αρχίζαμε από την αρχή με ακόμη μεγαλύτερη προσοχή, με ακόμη μεγαλύτερο πάθος, κυπρίνια, φυτοφάγα κυπρίνια, στουργιόνια, διακοσμητικά ψάρια, γατόψαρα, γλήνια, αυτή ήταν η φοβερή παρέα πολλές ανοιξιάτικες νύχτες. Αυτά κι εμείς, μόνοι, μακριά από την πόλη και τα φώτα της. Και μετά, τα πάρτι, οι γιορτές, η ανταμοιβή».

Ετικέτες

Documento Newsletter