Στο τραπέζι πρόταση για 450.000 νέες θέσεις εργασίας

Στο τραπέζι πρόταση για  450.000 νέες θέσεις εργασίας

Τη δημιουργία 450 χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας έως το 2020, με στοχευμένα προγράμματα απασχόλησης ανά ηλικία και επαγγελματική δραστηριότητα, προτείνει η κυβέρνηση στους θεσμούς για να βρει λύση στο μεγαλύτερο πρόβλημα που προκάλεσαν τα μνημόνια και η οικονομική κρίση: την ανεργία. 

Με δαπάνη που ανέρχεται στο τεράστιο ποσό των 3 δισ. ευρώ και με άγνωστη ακόμη τη χρηματοδότηση του εγχειρήματος, στις διαπραγματεύσεις της περασμένης εβδομάδας τέθηκε από την αναπληρώτρια υπουργό Εργασίας Ράνια Αντωνοπούλου επίσημα το ζήτημα της αναγκαιότητας δημιουργίας 100-150 χιλιάδων θέσεων εργασίας ανά έτος για την επόμενη τριετία. Οι θεσμοί αποδέχτηκαν το μέγεθος του προβλήματος και τη δυσκολία επανένταξης στην αγορά εργασίας για όσους χάνουν τη δουλειά τους. Δεν έδωσαν ωστόσο κάποια λύση στο ζήτημα της χρηματοδότησης των προγραμμάτων.

Πώς διαρθρώνεται η πρόταση

Η ελληνική πλευρά πάντως προσήλθε στις διαπραγματεύσεις με συγκεκριμένη πρόταση, που ορίζει οι μισές από τις νέες θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν (50-75 χιλιάδες) να αφορούν προγράμματα κοινωφελούς απασχόλησης. Αλλες 55 χιλιάδες θέσεις ετησίως θα μπορούσαν να προκύψουν από στοχευμένα προγράμματα για νέους ηλικίας 22-29 ετών και για άνεργους ηλικίας άνω των 55 ετών. Εμφαση θα δίνεται στους μακροχρόνια άνεργους, που αντιμετωπίζουν και το μεγαλύτερο πρόβλημα επανένταξης στην αγορά εργασίας. Οι υπόλοιπες 20.000 θέσεις απασχόλησης ετησίως θα μπορούσαν να προέλθουν από προγράμματα που θα απευθύνονται στον ιδιωτικό τομέα και θα καλύπτουν το μη μισθολογικό κόστος ούτως ώστε οι επιχειρήσεις να προσλαμβάνουν ανέργους.

Σημαντική παράμετρος της ελληνικής πρότασης είναι ότι όλα τα προγράμματα θα συνοδεύονται από ξεχωριστή διαδικασία εκπαίδευσης και κατάρτισης που θα παρέχει στον άνεργο τη σχετική πιστοποίηση στον τομέα στον οποίο θα απασχολείται. Ετσι εκτιμάται ότι ο άνεργος θα έχει τη δυνατότητα να βελτιώσει τις δεξιότητές του, ενώ παράλληλα θα μπορέσει πιο εύκολα να επιστρέψει στην αγορά εργασίας διαθέτοντας και πιστοποίηση για τις γνώσεις του.

Η ελληνική πρόταση στηρίχτηκε σε στοιχεία που έχουν αντληθεί από τον νεοσύστατο μηχανισμό διάγνωσης των αναγκών στην αγορά εργασίας, τα οποία δείχνουν ότι παρά τους ρυθμούς ανάπτυξης που εκτιμάται ότι θα έχει η χώρα εφεξής, η ανεργία πολύ δύσκολα θα υποχωρήσει αισθητά κάτω από τα επίπεδα του 23% στα οποία βρίσκεται σήμερα. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπάρχουν περίπου 170 χιλιάδες άνεργοι, οι οποίοι βρίσκονται χωρίς δουλειά για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των πέντε ετών. Χωρίς επιπλέον εκπαίδευση και κατάρτιση, οι άνεργοι αυτής της κατηγορίας είναι πολύ δύσκολο να επιβιώσουν στο νέο καθεστώς που επικρατεί στην αγορά εργασίας.

Οι δυσκολίες συνεχίζονται

Τα υπόλοιπα ζητήματα της διαπραγμάτευσης παραμένουν ανοιχτά. Ειδικότερα, στο σκέλος του ασφαλιστικού οι θεσμοί και κυρίως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) επιμένουν σε παρεμβάσεις ύψους έως 1% του ΑΕΠ ή 1,8 δισ. ευρώ από το 2019 και μετά. Αυτό μεταφράζεται σε ενδεχόμενη κατάργηση του μοντέλου της προσωπικής διαφοράς που ισχύει για όλες τις συντάξεις, σταδιακά από το 2020 έως το 2025. Αρα, εάν οι συνταξιούχοι των οποίων οι συντάξεις θα επαναϋπολογιστούν με τον νέο τρόπο έχουν μικρότερες συντάξιμες αποδοχές σε σχέση με τον παλιό τρόπο υπολογισμού, η διαφορά που θα προκύψει θα είναι αρνητική, άρα θα ισοδυναμεί με περικοπή.

Με τροπολογία συντελεστής για τις συντάξεις

Θέμα προέκυψε με τον νέο τρόπο υπολογισμού των συντάξεων, καθώς μόλις την περασμένη Παρασκευή η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε επίσημα ότι έχει πρακτική αδυναμία να προσδιορίσει τον απαραίτητο συντελεστή. Για τον λόγο αυτό, το υπουργείο Εργασίας κατέφυγε στη λύση της τροπολογίας, που κατατέθηκε το απόγευμα της ίδιας ημέρας, με την οποία ορίζεται ότι έως το 2020 οι νέες συντάξεις θα υπολογίζονται σύμφωνα με τον Γενικό Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.

Η ΕΛΣΤΑΤ ξεκαθάρισε ότι δεν διαθέτει τα στοιχεία που απαιτούνται για να δημιουργηθεί ο επίμαχος συντελεστής. Για να συμβεί κάτι τέτοιο, προτείνει στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων και στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή να προβούν στη «μελέτη και αξιολόγηση των μεθοδολογιών που χρησιμοποιούνται σε άλλες χώρες, προκειμένου να ληφθούν υπόψη στην ανάπτυξη της εθνικής μεθοδολογίας κατάρτισης του συντελεστή μεταβολής μισθών».

Σημειώνεται ότι στην τροπολογία προβλέπεται κάτι τέτοιο, αφού ξεκαθαρίζεται ότι από το 2021 και μετά θα υπάρχει ο συγκεκριμένος συντελεστής μισθών βάσει του οποίου θα προκύπτουν οι συντάξεις στο μέλλον.  

Documento Newsletter