Στο Ηρώδειο έρχεται το… χάος

Στο Ηρώδειο έρχεται το… χάος
Εφτά χρόνια χρειάστηκε ο Γκόντφρεϊ Ρέτζιο για να γυρίσει το «Koyaanisqatsi», ενώ ο Φίλιπ Γκλας, ο οποίος έγραψε τη μινιμαλιστική μουσική του, βραβεύτηκε από τους κριτικούς του Λος Αντζελες και απέκτησε τεράστια φήμη

Στις 30 Σεπτεμβρίου θα ακουστεί στο αρχαίο ωδείο το εμβληματικό σάουντρακ του Φίλιπ Γκλας για το ψυχεδελικό φιλμ «Koyaanisqatsi».

Το εμβληματικό σάουντρακ του Φίλιπ Γκλας για τη συγκλονιστική ταινία του Γκόντφρεϊ Ρέτζιο «Koyaanisqatsi», η οποία θα προβάλλεται ταυτόχρονα, θα παρουσιάσει στις 30 Σεπτεμβρίου στο Ηρώδειο το Philip Glass Ensemble με τη σύμπραξη της Academia Athens Youth Choir υπό τη διεύθυνση του Μάικλ Ρίσμαν.
Τα γυρίσματα της ταινίας «Koyaanisqatsi» διήρκεσαν επτά χρόνια, από το 1975 έως το 1982. Ο γεννημένος στις 29 Μαρτίου 1940 στη νοτιοδυτική Λουιζιάνα σκηνοθέτης Γκόντφρεϊ Ρέτζιο όταν ήταν νέος ήθελε να γίνει καλόγερος. Πέρασε σχεδόν μια δεκαετία μες στη νηστεία, τη σιωπή και την προσευχή. Ηδη από παιδί ανήκε σε μια ρωμαιοκαθολική ομάδα νέων, τους Χριστιανούς Αδελφούς, ενώ όταν έγινε 20 ετών μετακόμισε στο Νέο Μεξικό. Εκεί ανέλαβε έντονη φιλανθρωπική δράση, δημιουργώντας οργανώσεις που βοηθούσαν τα ανήλικα μέλη συμμοριών του δρόμου και παρείχαν ιατρική περίθαλψη σε φτωχές κοινότητες στη Σάντα Φε.
Το 1972 συνίδρυσε το Ινστιτούτο Περιφερειακής Εκπαίδευσης στη Σάντα Φε, μη κερδοσκοπικό ίδρυμα που επικεντρώνεται στην ανάπτυξη των μέσων ενημέρωσης, στις τέχνες, στην κοινοτική οργάνωση και την έρευνα. Δύο χρόνια μετά ξεκίνησε μια εκστρατεία σχετικά με την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής και τη χρήση της τεχνολογίας στον έλεγχο της συμπεριφοράς. Σε όλα τα παραπάνω εντοπίζεται ο σπόρος από τον οποίο φύτρωσε το «Koyaanisqatsi». Η συγκεκριμένη λέξη στη γλώσσα των ιθαγενών Χόπι σημαίνει ζωή εκτός ισορροπίας. Ζωή δηλαδή που βρίσκεται σε ηθική πτώση, σε χάος. Το επίτευγμα του Ρέτζιο ήταν ότι δημιούργησε ένα ψυχεδελικό καλειδοσκόπιο εικόνων, συνοδεία της εντυπωσιακής μινιμαλιστικής μουσικής που συνέθεσε ο Φίλιπ Γκλας. Την παραγωγή είχε αναλάβει ο Φράνσις Φορντ Κόπολα.
Το θέμα του φιλμ είναι η σύγκρουση του ανθρώπου με τη φύση. Η χρήση της τεχνολογίας ορίζεται ως ένας αόρατος εχθρός που απειλεί την ανθρωπότητα με οριστική αλλοτρίωση – αν όχι με αφανισμό. Και μπορεί σήμερα να μην μπορεί κάποιος να αγνοήσει την κλιματική κρίση, όμως την εποχή που βγήκε το φιλμ στις αίθουσες (1983) ο κόσμος δεν ήταν έτοιμος να αντικρίσει κάτι τέτοιο.

Απέραντη ερημιά και φύση
Η σχέση ρεαλισμού και φαντασίας δοσμένη με πρωτοποριακά για την εποχή μέσα (η τεχνική του time-lapse με την ακίνητη κάμερα να καταγράφει πολύωρο υλικό από το ίδιο σταθερό σημείο, στο οποίο στη συνέχεια προστίθεται η ιλιγγιώδης ταχύτητα των περιμετρικών στοιχείων) και η καταλυτική συνδρομή των μυσταγωγικών χορωδιακών ψαλμωδιών του Φίλιπ Γκλας μετέτρεψαν το «Koyaanisqatsi» σε ένα φιλμ που απέκτησε με τον χρόνο μυθικές διαστάσεις.
Οι αισθαντικές εικόνες που συνθέτει ο διευθυντής φωτογραφίας Ρον Φρικ περιλαμβάνουν κυρίως πλάνα πόλεων και φυσικών τοπίων από τις ΗΠΑ. Η ταινία ξεκινά με το εικονόγραμμα της Μεγάλης Πινακοθήκης στο Horseshoe Canyon της Γιούτα που απεικονίζει ψηλές φιγούρες. Ακολουθεί στιγμιότυπο από την εκτόξευση του «Apollo 11». Στη συνέχεια η εικόνα ξεθωριάζει και ερχόμαστε σε επαφή με απέραντα ερημικά τοπία που προκαλούν δέος. Η σχέση ανθρώπου – φύσης δίνεται με πλάνα από τεράστιες καλλιέργειες λουλουδιών, την τεχνητή λίμνη Powell, ηλεκτροφόρα καλώδια που σκεπάζουν ολόκληρες γειτονιές, το φράγμα Glen Canyon κ.ά. Η ποιητική ματιά δεν απουσιάζει από το μακάβριο ονειρικό περίγραμμα: άνθρωποι κάνουν ηλιοθεραπεία σε μια παραλία με φόντο τον πυρηνικό σταθμό παραγωγής San Onofre, σκιές από τοξικά νέφη χορεύουν ανάμεσα σε ουρανοξύστες, πόλεις-φαντάσματα αποτυπώνουν το παλιό μεγαλείο τους μέσα από ερείπια και χαλάσματα που προκάλεσε κάποια φονική επίθεση της φύσης κ.ά. Εδώ ξεχωρίζει η συγκλονιστική καταστροφή μεγάλων κτιρίων στο οικιστικό έργο Pruitt-Igoe του Σεντ Λούις. Είναι εικόνες που αναπαριστούν ανατριχιαστικά το μοντέρνο σκοτάδι που απλώνεται από άκρη σε άκρη σε όλη την υφήλιο.

Απογείωσε την καριέρα του Γκλας
Η ταινία μπήκε σε αρκετές κινηματογραφικές λίστες με τα κορυφαία έργα της δεκαετίας του ’80, ενώ η μουσική του Φίλιπ Γκλας βραβεύτηκε από τους κριτικούς του Λος Αντζελες και απέκτησε τεράστια φήμη. Ο εβραϊκής καταγωγής μουσικοσυνθέτης από τη Βαλτιμόρη λάτρευε το έργο του Ζαν Κοκτώ και φοίτησε στη Σχολή Τζούλιαρντ όπου υπήρξε συμμαθητής του Στιβ Ράιχ, με τον οποίο συνεργάστηκαν σε διάφορα πειραματικά έργα των 60s. Ο Γκλας μελέτησε την ινδική μουσική του Ραβί Σανκάρ, επηρεάστηκε από όσα έβλεπε και άκουγε στο Παρίσι στα 60s, ενώ είχε ήδη ασπαστεί τον βουδισμό. Στα μέσα της δεκαετίας του ’80 εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο δημοφιλείς, περιζήτητους αλλά και παραγωγικούς συνθέτες. Τα έργα που σύνθεσε για τον κινηματογράφο τον έκαναν γνωστό σε ακόμη μεγαλύτερο κοινό («Μισίμα», «Μπεντ», «Δράκουλας» κ.λπ.), ενώ είχε τρεις οσκαρικές υποψηφιότητες για τα «Kundun» (1998), «Ωρες» (2003) και «Ημερολόγιο ενός σκανδάλου» (2007). Συμμετείχε και στα δύο άλλα μέρη της τριλογίας ταινιών «Qatsi»: το «Powaqqatsi» (1988) και το «Naqoyqatsi» (2002).

O Φίλιπ Γκλας (AP Photo/Marco Ugarte)

Τα άλλα δύο μέρη της τριλογίας

Με αφορμή τη συναυλία στο Ηρώδειο στις 30 Σεπτεμβρίου, που θα διοργανωθεί ταυτόχρονα με την προβολή του «Koyaanisqatsi», δύο μέρες νωρίτερα, την Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου, στον κινηματογράφο Ριβιέρα θα παιχτούν τα δύο ακόλουθα μέρη της τριλογίας Κάτσι, το «Powaqqatsi» και το «Naqoyqatsi» (φωτογραφία). Στις προβολές θα παραστεί και ο Μάικλ Ρίσμαν, music director του Philip Glass Ensemble, μόνιμος συνεργάτης του Φίλιπ Γκλας και ενορχηστρωτής των μουσικών του συνθέσεων.

Ετικέτες

Documento Newsletter