Στο –κατά κύριο λόγο– πολιτικό φόρουμ και δευτερευόντως επιχειρηματικό που ακούει στο όνομα Πρωτοβουλία των Τριών Θαλασσών και ξεκίνησε ως μια προσπάθεια της πολωνικής κυβέρνησης να βρει συμμάχους και υποστήριξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο ανήκει από αυτή την εβδομάδα η Ελλάδα. Στη σύνοδο του Βουκουρεστίου την Τετάρτη και την Πέμπτη η κυβέρνηση εκπροσωπήθηκε από τον υφυπουργό Εξωτερικών Κώστα Φραγκογιάννη, ο οποίος συνόδευσε την πρόεδρο της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου. Εκεί η Ελλάδα έγινε το 13ο μέλος της πρωτοβουλίας στην οποία συμμετέχουν οι Αυστρία, Βουλγαρία, Κροατία, Τσεχία, Εσθονία, Ουγγαρία, Λετονία, Λιθουανία, Πολωνία, Ρουμανία, Σλοβακία και Σλοβενία. Εκτός από την Ελλάδα, στη σύνοδο έλαβαν καθεστώς εταίρου η Ουκρανία και η Μολδαβία.
Οικονομική συνεργασία
Επισήμως, η πρωτοβουλία, που ξεκίνησε (αν και υπήρχε ως σχέδιο εδώ και πολλές δεκαετίες) το 2015 έχει στόχο να προωθήσει την οικονομική συνεργασία και ανάπτυξη των κρατών-μελών της. Δρα σε σημαντικό βαθμό στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής κατεύθυνσης των χωρών αυτών (όλες τους μέλη ή υποψήφια μέλη της ΕΕ) και εστιάζει κυρίως σε θέματα ενέργειας, μεταφορών και ψηφιακών υποδομών, καθώς και στην ενίσχυση συγκεκριμένα στην ανατολική Ευρώπη του άξονα βορρά – νότου. Από την περιγραφή και μόνο γίνεται ξεκάθαρο ότι η επιρροή της Πολωνίας με τη σκληρή δεξιά κυβέρνηση είναι ξεκάθαρη.
Τα μέλη της πρωτοβουλίας έχουν στην πλειονότητά τους σαφή θέση – με εξαίρεση την Ουγγαρία– σε σχέση με τη Ρωσία και την κατάσταση στην Ουκρανία, όπως υποδεικνύει και ο χρόνος δημιουργίας της – μόλις ένα χρόνο μετά τα γεγονότα του 2013-14 στην Ουκρανία.
Η επιλογή επίσης της γεωγραφικής έκτασης δεν είναι τυχαία, αφού εδράζεται στις αποτυχημένες προσπάθειες των κυβερνήσεων της Πολωνίας την ταραγμένη δεκαετία του 1930 να εντάξει σε αντίστοιχο σχήμα –με την ονομασία Intermarium– χώρες της Βαλτικής, της Μαύρης και της Αδριατικής Θάλασσας στην προσπάθειά της να προσφέρει ενότητα απέναντι στις βλέψεις της ναζιστικής Γερμανίας και της Σοβιετικής Ενωσης του Στάλιν.
ΑΕΠ στο 10% της ΕΕ
Στα παραπάνω ας προστεθεί και το στοιχείο ότι οι χώρες της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης που εκπροσωπούνται στην πρωτοβουλία αποτελούν περίπου το 29% της έκτασης της ΕΕ, ενώ σε αυτές διαβιοί το 25% του πληθυσμού της ΕΕ. Παρά ταύτα, όπως τονίζεται, με σκοπό να καταδειχθεί η αναγκαιότητα της στενότερης συνεργασίας, το σύνολο του ΑΕΠ των συμμετεχουσών χωρών ανέρχεται μόλις στο 10% της ΕΕ. Για τους παραπάνω λόγους τις εργασίες της συνόδου αλλά και τις δραστηριότητες της πρωτοβουλίας παρακολουθούν εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Γερμανίας, των ΗΠΑ και διεθνών οργανισμών, γεγονός που της προσδίδει πρεστίζ, αλλά, επί της ουσίας, πέραν αυτού δεν έχει πρακτικό αντίκτυπο.
Η κατάσταση αυτή μάλιστα για την εν λόγω πρωτοβουλία που αγκάλιασε εσχάτως η Αθήνα είναι γνωστή εδώ και χρόνια. Οι λίγες επενδύσεις που τελικά φέρνει στα μέλη της είναι και επιλεκτικές (κατευθύνονται κυρίως στην Πολωνία) και, όπως σημειώνουν διάφοροι αναλυτές που εντρυφούν στο θέμα, όσες τελικά γίνονται (ανακοινώνονται πολλές που μένουν στα χαρτιά) είναι απλώς επενδύσεις βιτρίνας.