Στην Ελλάδα η περίοδος των μνημονίων οδήγησε σε ριζική αναδιάταξη του πολιτικού σκηνικού. Ενα μεγάλο τμήμα του ευρύτερου προοδευτικού, δημοκρατικού, σοσιαλδημοκρατικού χώρου δεν αντιπροσωπευόταν πια πολιτικά, ιδίως από το ΠΑΣΟΚ, το οποίο είχε περάσει οριστικά στη νεοφιλελεύθερη όχθη.
Σε αυτή την κρίση εκπροσώπησης ο ΣΥΡΙΖΑ πρόσφερε συγκεκριμένες και απτές απαντήσεις στα ερωτήματα και τα διλήμματα της εποχής.
Τώρα που ο κύκλος των μνημονίων και της ασφυκτικής εποπτείας έχει πια κλείσει, χάρη στις θυσίες των πολιτών και τις ενέργειες της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, νέες προκλήσεις ανοίγονται.
Από τον Αύγουστο του 2018 έχουμε μπροστά μας μια νέα εποχή με εντελώς διαφορετικά προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Πρόκειται όχι μόνο για τα διακυβεύματα των εκλογών της 7ης Ιουλίου, αλλά γι’ αυτά μιας νέας εποχής.
Στη μεταμνημονιακή Ελλάδα όπου τα σημάδια της κρίσης είναι ακόμη νωπά στον κοινωνικό ιστό ανοίγεται πλέον μπροστά μας ένα νέο σταυροδρόμι.
Από τη μια ο δρόμος της παλινόρθωσης του παλιού, μιας υπερδεξιάς Νέας Δημοκρατίας, του κατεξοχήν εκπροσώπου όλων των παθογενειών που μας οδήγησαν στην κρίση και τη χρεοκοπία: πελατειακό σύστημα, εξυπηρέτηση επιχειρηματικών συμφερόντων, συντήρηση, οπισθοδρόμηση, διασπάθιση του δημόσιου χρήματος. Ο δρόμος των απολύσεων, της περιστολής εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, της παράδοσης της υγείας, της παιδείας και της κοινωνικής ασφάλισης σε ιδιώτες.
Κι από την άλλη ο δρόμος της ανάπτυξης με επίκεντρο τη λαϊκή πλειοψηφία και τις ανάγκες της. Ο δρόμος της δημοκρατίας, της λογικής, του πολιτισμού, της οικολογίας. Της κοινωνικής δικαιοσύνης, της προόδου, της μάχης για τα δικαιώματα, της ισόρροπης ανάπτυξης, της μάχη για το περιβάλλον και της καταπολέμησης κάθε είδους ρατσισμού, εθνικισμού και ξενοφοβίας. Ο δρόμος του ΣΥΡΙΖΑ και της Προοδευτικής Συμμαχίας.
Γιατί η αντίθεση μεταξύ προόδου και συντήρησης, νέων οριζόντων και αντιδραστικής παλινόρθωσης δεν περιορίζεται μόνο στο πεδίο της οικονομίας.
Το διαπιστώσαμε την περίοδο που ακολούθησε την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών. Η Νέα Δημοκρατία αδιαφορώντας για το εθνικό συμφέρον και τις πάγιες θέσεις της εξωτερικής μας πολιτικής προσπάθησε να αποκομίσει πολιτικά οφέλη πυροδοτώντας ένα διχαστικό κλίμα, υποδαυλίζοντας ακροδεξιές συμπεριφορές, εναγκαλιζόμενη τον ακροδεξιό λαϊκισμό.
Το είδαμε ανάγλυφα, όμως, και στην περίπτωση κρίσιμων νομοσχεδίων, όπως η απόδοση ιθαγένειας σε όλα τα παιδιά μεταναστών δεύτερης γενιάς, η θέσπιση του συμφώνου συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια, η νομική κατοχύρωση της ταυτότητας φύλου.
Η διάκριση μεταξύ προόδου και συντήρησης είναι κάθε άλλο παρά ξεπερασμένη στη χώρα μας. Στον χώρο της συντήρησης, μάλιστα, έχουν προσχωρήσει από καιρό φανερά και κάποιες δήθεν προοδευτικές δυνάμεις του κέντρου. Στα λόγια προοδευτικές, στην πράξη οι καλύτεροι σύμμαχοι και συμπαραστάτες της δεξιότερης Νέας Δημοκρατίας των τελευταίων δεκαετιών.
Είναι αυτοί που λοιδορούν και πολεμούν τον ΣΥΡΙΖΑ και την Προοδευτική Συμμαχία.
Ομως, η συνάντηση και συνεργασία της Αριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας που έχει εγκαταλείψει τον νεοφιλελευθερισμό, της οικολογίας, κάθε προοδευτικού πολίτη στη βάση μιας προγραμματικής συμφωνίας, για την υπεράσπιση του κοινωνικού κράτους, την απόκρουση της ακροδεξιάς, του εθνικισμού και του ρατσισμού, για την πραγματοποίηση βαθιών, προοδευτικών μεταρρυθμίσεων στο κράτος, στη δημόσια διοίκηση, στους θεσμούς, για μια ανάπτυξη υπέρ των συμφερόντων της μεγάλης κοινωνικής πλειοψηφίας δεν είναι ούτε ένα απλό προεκλογικό όχημα ούτε μια σημαία ευκαιρίας. Είναι ένα ώριμο αίτημα των καιρών.
Αυτό, άλλωστε, δείχνουν και οι περιπτώσεις της Ισπανίας και της Πορτογαλίας όπου η συνεργασία της Αριστεράς και της σοσιαλδημοκρατίας έχει παράξει και συνεχίζει να παράγει θετικά αποτελέσματα για τη μεγάλη πλειονότητα των πολιτών της Ιβηρικής Χερσονήσου. Οι μόνοι που είτε δεν μπορούν είτε δεν θέλουν να το αντιληφθούν είναι οι «λόγω μεν» προοδευτικοί, «έργω δε» συμπαραστάτες των κ. Σαμαρά, Βορίδη, Γεωργιάδη.
Οσο κι αν εθελοτυφλούν, η διάκριση μεταξύ των δύο στρατηγικών σχεδίων για το μέλλον, αυτό της αριστερής, προοδευτικής κι εκείνο της συντηρητικής, δεξιάς, οικονομικά νεοφιλελεύθερης και κοινωνικά φοβικής αντιδραστικής συμμαχίας, είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού στη χώρα μας.
Η συμφωνία των Πρεσπών αποτέλεσε τον καταλύτη για την παγίωση αυτής της διάκρισης. Η στάση του καθενός και της καθεμιάς απέναντι στη συμφωνία με τη Βόρεια Μακεδονία αναδιάταξε το πολιτικό σκηνικό, αποκαλύπτοντας βέβαια μια προϋπάρχουσα τάση στην ελληνική κοινωνία. Υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις, πολιτικά πρόσωπα αλλά, κυρίως μια μεγάλη πλειοψηφία αριστερών και προοδευτικών πολιτών που αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα της οικοδόμησης ενός δημοκρατικού, προοδευτικού μετώπου στη χώρα μας, μιας ενωτικής διαδικασίας αριστερής και προοδευτικής συμπαράταξης, που θα δώσει από κοινού τις μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές μάχες και η οποία δεν μπορεί παρά να έχει σημείο αφετηρίας αλλά και κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Χωρίς ηγεμονισμούς αλλά με ενότητα και με σεβασμό στη διαφορετικότητα των ιστορικών και ιδεολογικών καταβολών και των πολιτικών και κομματικών προελεύσεων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία είναι το αποτέλεσμα μιας προγραμματικής σύγκλισης που βασίζεται σε ένα κοινό όραμα για τη μεταμνημονιακή Ελλάδα.
Είναι η αρχή μιας μακράς διαδρομής. Διότι η μάχη για την προάσπιση των συμφερόντων της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού είναι συνεχής.
Στις εκλογές της 7ης Ιουλίου κάθε δημοκρατικός, προοδευτικός πολίτης αποφασίζει για τη ζωή και το μέλλον: το δικό του αλλά και των επόμενων γενεών. Στις 7 Ιουλίου είναι στο χέρι μας να μη γυρίσει η Ελλάδα στο σκοτάδι. Η Ελλάδα θα προχωρήσει μπροστά.
*Η Ράνια Σβίγκου είναι υποψήφια βουλευτής στην Α΄ Αθήνας