Όταν έφτασα στο Θέατρο «Μικρό Χορν» που θα φιλοξενήσει την παράσταση «Ανθρώπινη Φωνή» του Ζαν Κοκτώ, σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη, είχε αρχίσει να βρέχει. Στην πρόβα δοκίμαζαν τα φώτα και το πρώτο πράγμα που μου τράβηξε την προσοχή ήταν το σκηνικό. Ένα δωμάτιο με πολλούς καθρέπτες, σκορπισμένες φωτογραφίες, αποκόμματα από εφημερίδες και στη μέση ένα κρεβάτι.
Κι αφού έκλεψα την πρώτη εντύπωση της παράστασης βρέθηκα μπροστά στο φως της Λουκίας Μιχαλοπούλου. Δεν ξέρω πόσα μπορώ να αποκαλύψω λίγες ημέρες πριν την πρεμιέρα για όσα είδα και ένιωσα στο φιλόξενο θέατρο της Βουκουρεστίου. Το μόνο που μπορώ μετά βεβαιότητας να πω είναι πως δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από τη σκηνή.
Μέσα από παραμορφωμένα είδωλα και πολλαπλές αντανακλάσεις βλέπουμε μια γυναίκα. Δεν έχει όνομα παρόλα αυτά μας είναι ιδιαίτερα οικεία. Είμαστε εμείς. Μπορεί όχι τώρα αλλά σίγουρα σε κάποια αν όχι σε κάθε στιγμή της ζωή μας. Το σκηνικό της Αρετής Μουστάκα εκμεταλλεύεται κάθε πόντο της σκηνή στο «Μικρό Χορν». Δεν υπάρχει τόπος για να κρυφτεί η ηρωίδα του Κοκτώ. Η Λουκία Μιχαλοπούλου είναι εκτεθειμένη, διερρηγμένη σε κάθε ανάσα και παύση της. Είναι μόνη της και την ίδια στιγμή πολλαπλασιάζεται, διαιρείται αλλά ποτέ δεν μπορεί να κρυφτεί. Παίζει με το καλώδιο του πράσινου τηλεφώνου, με τις αντοχές της, το χρόνο και την αλήθεια της. Το έργο του Ζαν Κοκτώ μιλάει για την απώλεια. Για αυτούς που φεύγουν μα μένουν μέσα μας, τη μνήμη. Θαρρώ πως μετά την ερμηνεία της Λουκίας Μιχαλοπούλου υπό την σκηνοθετική ανάγνωση του Νικορέστη Χανιωτάκη θα έχουμε ένα έργο που θα μιλάει, κυρίως, για την αλήθεια.
Σε όλη τη διάρκεια της συζήτησης μας η Λουκία Μιχαλοπούλου ήταν εκεί κι όχι δεν μιλώ μεταφυσικά. Ήταν εκεί! Έπαιζε με τον κόκκινο αναπτήρα της, κουλουριαζόταν στον μαύρο καναπέ του «Μικρού Χορν» διόρθωνε τις τούφες από τα μαλλιά που έπεφταν μπροστά στα μάτια της και κάποιες στιγμές το βλέμμα της χανόταν στους καθρέπτες του σαλονιού. Ένας ζωντανός διάλογος ανάμεσα στο φουαγιέ του θεάτρου και τη σκηνή. Μου φαίνεται πως σκηνοθέτης, ηθοποιός και σκηνογράφος έχουν σκοπό με αυτή την παράσταση να μας κάνουν να δούμε λίγο πιο μέσα μας.
Η συζήτηση με την Λουκία Μιχαλοπούλου
Υπάρχει κάτι που να σε φοβίζει σε αυτό τον ρόλο;
Αυτό που σκέφτομαι και τον τελευταίο καιρό γίνεται ολοένα και πιο έντονο είναι μην τυχόν από το φόβο μου επιτρέψω στον εαυτό μου να καταφύγει σε ερμηνευτικά «κόλπα». Μην στερηθώ την αλήθεια ενός ρόλου, ενός κειμένου που με κοιτάει κατάματα με μια αλήθεια που δεν μπορώ να προσπεράσω. Το συγκεκριμένο έργο έχει ερμηνευτικές περιοχές που γνωρίζω, μου είναι οικείες. Αυτό σε πρώτο επίπεδο σου δίνει μια ασφάλεια αλλά την ίδια στιγμή σου στερεί την υπέρβαση. Θα ήθελα να μην λειτουργήσω εκ του ασφαλούς. Να βουτήξω στα βαθιά. Να βρω το θάρρος σε αυτή την παράσταση να είμαι αληθινά ανυπεράσπιστη, αληθινά εκτεθειμένη και να καταφέρω να βάλω τη δική μου ταυτότητα σε αυτόν τον ρόλο. Δεν είναι τυχαίο που ο συγγραφέας δεν έχει δώσει όνομα σε αυτή την γυναίκα. Ούτε στον άντρα που βρίσκεται στην άλλη γραμμή έχει δώσει ταυτότητα. Όλοι όσοι αναφέρονται έχουν όνομα εκτός από εκείνη και εκείνον. Πρέπει να τολμήσω να μην φοβηθώ. Δεν πρέπει να παίξω, πρέπει να γίνω. Είμαι εδώ μπροστά σου και πρέπει να μην φοβηθώ να με βρω σε εκείνη τη γυναίκα.
Το σκηνικό σε αφήνει εκτεθειμένη. Υπάρχουν παντού καθρέπτες. Και να θέλεις δεν μπορείς να «κλέψεις»
Χαίρομαι που το «είδες» αυτό. Σημαίνει πως κάτι κάνουμε που είναι προς τη σωστή κατεύθυνση. Αυτός είναι ο σκοπός. Η έκθεση. Αυτοαναιρούμαι και επιβεβαιώνομαι κάθε στιγμή εκεί μέσα. Δεν μπορώ και δεν θέλω να κρυφτώ. Έχω την ερμηνευτική εμπειρία να φέρω το ρόλο στα μέτρα μου. Έχει πατήματα και κόλπα που δεν μου είναι ούτε δύσκολα ούτε ξένα. Έχει όμως και ένα φως. Μια αλήθεια που σε αρπάζει. Ο Κοκτώ σε αφήνει να επιλέξεις. Επιλέγω το φως, την αλήθεια. Επιλέγω τον δύσκολο δρόμο και νιώθω πως ήρθε η στιγμή που μπορώ να σταθώ πάνω στη σκηνή με τον μεγαλύτερο σεβασμό χωρίς να με νοιάξει αν είμαι καλή. Αν θα αρέσω. Έχω δουλέψει πάρα πολύ. Δεν θέλω να είναι επιτηδευμένο αυτό που θα βγει κι ας είναι πιο ασφαλές για εμένα. Θέλω να είμαι αληθινή.
Ποια είναι η διαδρομή που ακολούθησες; Που συναντήθηκαν η ηθοποιός με τη Λουκία, χωρίς να σημαίνει πως η μία αναίρεσε την άλλη
Έχω ξεκινήσει ένα δύσκολο ταξίδι κι έχω πολύ δρόμο ακόμα. Δεν είναι εύκολο. Ούτε για την ηθοποιό, ούτε για την Λουκία. Και όχι, δεν αναιρεί η μία την άλλη. Μάλλον, την επιβεβαιώνει. Ακουμπάει η μία στην άλλη και βαδίζουν μαζί. Αλλά έχουν πάει από το δρόμο που έχει στροφές και αυτό είναι ζόρικο. Υπάρχει μια δύναμη σε αυτό το κείμενο που ή θα σε καταπιεί ή θα το σεβαστείς και θα αναμετρηθείς μαζί του στα ίσια. Πρέπει να περάσεις από το σκοτάδι αν θες να βγεις στο φως.
Πως θα είσαι μετά την παράσταση;
Λυτρωμένη θέλω να πιστεύω, ήσυχη, δυνατή. Όταν κάτι το αγαπάς πολύ, όταν είναι το παιδί σου δεν σε νοιάζουν οι κόποι. Είναι σαν μια γέννα. Μέσα από την οδύνη έρχεται η αποκάλυψη. Έτσι, είναι και η σχέση μου με αυτό τον ρόλο. Θέλω κάτω στην πλατεία να φαίνεται κάτι πολύ απλό και πάνω στη σκηνή να γίνεται μάχη. Για εσάς η πνοή και για εμένα ο αγώνας για να πάρω ανάσα. Για αυτό δεν θέλω να φοβηθώ. Καμιά φορά οι ηθοποιοί επειδή κάτι το ξέρουμε εγκλωβιζόμαστε στο «είμαι καλή;» βάζοντας στεγανά. Δεν το θέλω αυτό. θέλω να αντιμετωπίσω με γενναιότητα αυτόν τον ρόλο.
Όλη η δράση συμβαίνει μέσα από ένα τηλέφωνο. Συναισθήματα, ματαιώσεις, λίγος χρόνος ακόμα. Γράφει ο Κοκτώ για το σήμερα;
Είναι φοβερό το πώς έχει συλλάβει ο Κοκτώ το χρόνο. Είναι εκνευριστικά διαχρονικό έργο. Είναι απίστευτο το πως έχει περικυκλώσει ο συγγραφέας τις ανθρώπινες σχέσεις. Αν το δούμε με ειλικρίνεια θα παραδεχτούμε πως έχουμε υπάρξει όλοι μας και στην θέση της γυναίκας και στη θέση του άντρα. Επίσης, αυτό που συμβαίνει με την τεχνολογία. Υποτίθεται πως έχουμε την ευκολία του να βρίσκουμε ο ένας τον άλλον αλλά στην πραγματικότητα είμαστε πιο μόνοι από κάθε άλλη φορά. Αγαπάμε μέσα από μια οθόνη, πληγωνόμαστε, επιθυμούμε, χωρίζουμε, πονάμε και στην ουσία δεν υπάρχουμε. Ζούμε σε μια φούσκα, μια ψευδαίσθηση.
Τι περιμένει εκείνη από αυτό το τηλεφώνημα;
Το μόνο που ζητάει, το μόνο που θέλει είναι λίγος χρόνος ακόμα. Ο βασικός μου πυρήνας, αυτό που παίζω είναι μην τυχόν και κλείσει το τηλέφωνο. Δεν περιμένω να γυρίσει, δεν τον παρακαλάω. Ξέρω ότι έχει φύγει. Μόλις, κλείσει το τηλεφώνημα είναι game over. Τέλος. Ένας μικρός θάνατος. Πως όταν ήμασταν παιδιά και λέγαμε μια ζωή ακόμη και συνεχίζαμε να παίζουμε; Εδώ παίζω την τελευταία μου ζωή.
Έχουν αυτή την οδύνη οι σχέσεις μας;
Ρώτας έναν άνθρωπο που δεν αντέχει τους αποχαιρετισμούς. Δεν μπορώ να τους διαχειριστώ. Όση δύναμη έχω να αφοσιωθώ και να στηρίξω μια σχέση τόσο δύσκολο μου είναι όταν πρέπει να φύγουν άνθρωποι από τη ζωή μου. Δεν μπορώ να συμφιλιωθώ με τον θάνατο, όταν κάποιος φεύγει βίαια, ξαφνικά. Για την ηρωίδα του Κοκτώ αυτός ο άντρας είναι όλη της η ζωή.
Φεύγουν ποτέ οι άνθρωποι στα αλήθεια από τη ζωή μας;
Όχι! Μπορεί εκείνοι να φεύγουν μα ένα κομμάτι τους μένει πάντα μέσα μας. Τους κουβαλάμε, τους αναπνέουμε κι όσο δύσκολο κι αν είναι αυτή είναι η ομορφιά και η δύναμη της αγάπης. Ακόμα κι ας πονάει. Μωρέ, είναι ωραίο να αγαπάς κάποιον τόσο πολύ. Τόσο καθαρά. Κι ας πονάει, δεν πειράζει. Δεν τα μπορώ τα λίγα και τα μισά.
Πως αντέδρασες όταν ο Νικορέστης Χανιωτάκης σου έκανε την πρόταση να ανεβάσετε την «Ανθρώπινη Φωνή»;
Αυτό το έργο πάντα το είχα στην καρδιά μου. Έρχεται ο Νικορέστης στο καμαρίνι, στην προτελευταία παράσταση της «Γίδας ή Ποια είναι η Σύλβια» και μου λέει «Λου, κοίταξε να δεις, μίλησα με τα Αθηναϊκά Θέατρα και νομίζω πως πρέπει να κάνουμε την «Ανθρώπινη Φωνή. Πάμε να το κάνουμε». Ο Νικορέστης έχει κάτι πολύ φωτεινό που σε παρασύρει. Αφήνεσαι στα χέρια του και νιώθεις ασφαλής. Έχει κάτι πολύ ήρεμο, κάτι παιδικό και την ίδια στιγμή σε προστατεύει. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν χαρά. Το ένιωσα αμέσως μέσα μου. Το κείμενο το ήξερα πολύ καλά. Από το Τέχνης ακόμα. Μόλις έφυγα από το θέατρο άρχισα να περπατάω γρήγορα προς το σπίτι. Παίρνω δυο ανάσες και αμέσως άρχισαν οι φόβοι. Και πως; Και είναι μονόλογος; Και έχουμε βγει από δύο χρόνια καραντίνας και όλα αυτά τα φίλτρα που μας κάνουν να χαμηλώνουμε. Μέσα μου όμως είχα χαρά. Είχα πάρει ήδη την απόφαση μου και ένιωθα μέσα μου χαρά.
Είναι ένας ρόλος ερμηνευτικής ενηλικίωσης;
Νομίζω, ναι! Νιώθω πως αυτό το έργο ήρθε στη σωστή στιγμή. Κα να σου πω και κάτι; Η αφοσίωση που δείχνει αυτή η γυναίκα σε αυτόν τον άντρα σε εμένα θυμίζει πολύ την αφοσίωση που έχω για το θέατρο. Όσο δύσκολες κι αν είναι οι συνθήκες εγώ νιώθω δυνατή να υπερασπιστώ τη σχέση μου με το θέατρο. Θα επανέλθω σε αυτό που σου είπα πιο πριν. Θέλω να μην φοβηθώ. Να μην με νοιάξει αν είμαι καλή. Θέλω να ανέβω πάνω στη σκηνή και να γίνω, να είμαι εκείνη. Να το φτάσω στα άκρα. Να μην φοβηθώ και καταφύγω σε ευκολίες. Θέλω να ζοριστώ εκεί πάνω. Υπάρχει ένας λογαριασμός για εμάς τους ηθοποιούς. Ένας λογαριασμός που κάθε λίγο σου υπενθυμίζει πως οφείλεις να είσαι καλός. Να αποδεικνύεις συνεχώς πως μπορείς να τα καταφέρεις, να ζητάς την επιβεβαίωση του άλλου κι ας μην σε νοιάζει πάντα. Είναι ένα περίεργο χρέος. Ωριμάζοντας ερμηνευτικά πρέπει να απογαλακτιστείς από αυτό. Πρέπει και λίγο να μην σε νοιάζει να βγάλεις ασπροπρόσωπο κανέναν. Είναι βαρίδι αυτό. Δεν σε αφήνει να πας παρακάτω κι εγώ πια θέλω να πάω παρακάτω, να εξελιχθώ. Θέλω να αναμετρηθώ με έναν πολύ σημαντικό ρόλο χωρίς να έχω την αγωνία αν θα είμαι καλή. Δεν θέλω να δώσω άλλες εξετάσεις. Ήρθε η ώρα να το σπάσω αυτό και να πάω παρακάτω. Έχω πάντα το σύνδρομο της καλής μαθήτριας και επειδή είχα την τύχη να συνεργαστώ με πολύ σπουδαίες προσωπικότητες, όπως ο Καταλειφός, ο Βογιατζής, η Πατεράκη, ο Μιχαηλίδης –φοβάμαι να μην ξεχάσω κανέναν- ήθελα πάντα να τους κάνω περήφανους. Άνθρωποι υπέροχοι που μου στάθηκαν. Όμως, μας το έλεγαν και οι ίδιοι, πρέπει να σπάσετε τα δεσμά αν θέλετε να γίνεται πραγματικοί ηθοποιοί. Έστειλα μήνυμα εχθές στον Βασίλη Παπαβασιλείου και τον ρωτούσα πως θα γίνει να παίξω τη Δευτέρα και να μην δώσω λογαριασμό. Ο Βασίλης Παπαβασιλείου που είναι –θα τολμήσω να πω- από τους τελευταίους σπουδαίους. Είναι βουτηγμένος στο θέατρο, περπατάει και κουβαλάει το θέατρο μέσα του. Και ξέρεις καμιά φορά δεν έχει σημασία εντέλει τι θα καταφέρεις αλλά προς τα πού στρέφεις το κέντρο σου. Εγώ αυτή τη στιγμή απελευθερώνομαι. Ήρθε η ώρα με αυτό τον ρόλο να σπάσω τα δεσμά μου.