Στην Ολομέλεια παρέπεμψε το ΣΤ΄ Τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, το θέμα του clawback, δηλαδή την επιστροφή χρηματικών ποσών από τις φαρμακευτικές εταιρείες στον ΕΟΠΥΥ, κρίνοντας ωστόσο ότι είναι συνταγματική η παράταση μηχανισμού αυτόματης επιστροφής (clawback) για τα έτη 2019-2022.
Ειδικότερα στο ΣΤ΄ Τμήμα του ΣτΕ έχουν μπλοκαριστεί 1.500 υποθέσεις που αφορούν το Clawback, καθώς είχαν συζητηθεί το Σεπτέμβριο το 2020 οι πρώτες 10 περίπου υποθέσεις που αφορούσαν το θέμα αυτό, οι οποίες θα ήταν πιλότος για τις υπόλοιπες 1.500 υποθέσεις.
Παράλληλα, οι 1.500 αιτήσεις που εκκρεμούν, δεν έχουν καν προσδιοριστεί, καθώς περιμένουν την έκδοση των πιλοτικών αποφάσεων επί των 10 υποθέσεων που έχουν δικαστεί τον Σεπτέμβριο του 2020.
Τώρα με αυτή την απόφαση (612/2022) που εκδόθηκε κατά πλειοψηφία από την επταμελή σύνθεση του εν λόγω Τμήματος, παρατείνεται η δικαστική εκκρεμότητα τουλάχιστον 10 με 12 μήνες. Και αυτό γιατί πρέπει για την υπόθεση αυτή να προσδιοριστεί η ημερομηνία συζήτησής της, να δικαστεί, να διασκεφθεί η Ολομέλεια του ΣτΕ και εν συνεχεία να εκδοθεί η τελική απόφαση.
Η επταμελής σύνθεσης του ΣΤ΄ Τμήματος (πρόεδρος, ο αντιπρόεδρος Ιωάννης Γράβαρης και εισηγητής ο σύμβουλος Επικρατείας Ιωάννης Σύμπλης), έκρινε ότι είναι σύμφωνή με τις συνταγματικές επιταγές της αρχής της ίσης μεταχείρισης (άρθρο 5 Συντάγματος), η παράταση του μηχανισμού αυτόματης επιστροφής (clawback) για τα έτη 2019-2022.
Η πλειοψηφία των συμβούλων της Επικρατείας του ΣΤ΄ Τμήματος, έκρινε ότι «το Δημόσιο, υπό τον όρο ότι δεν παραβιάζεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης, είναι ελεύθερο να καθορίζει τους γενικούς όρους συναλλαγής του με τους οικονομικούς φορείς, προκειμένου να εξασφαλίσει μακροπρόθεσμη δημοσιονομική ισορροπία και αποδοτικότητα των δημοσίων δαπανών και επομένως το οριζόντιο clawback, ως γενικός όρος συναλλαγής του με τις φαρμακευτικές επιχειρήσεις με τις οποίες δεν θα συναφθεί συμφωνία μετά από διαπραγμάτευση τιμής, δεν πλήττει τον σκληρό πυρήνα της επιχειρηματικής τους ελευθερίας, αφού αυτές έχουν την ευχέρεια να ζητήσουν διαγραφή του προϊόντος από τον θετικό κατάλογο συνταγογραφουμένων φαρμάκων».
Και προσθέτει η πλειοψηφία ότι «το Σύνταγμα ουδόλως επιβάλλει αύξηση προϋπολογισμού ή μείωση παροχών ή προηγούμενη επιστημονική μελέτη, προκειμένου να μην θιγεί η κερδοφορία της φαρμακοβιομηχανίας, ο δε ισχυρισμός ότι εξαναγκάζονται να πωλούν χωρίς εύλογο περιθώριο κέρδους ή και κάτω του κόστους, εν πάση περιπτώσει δεν αποδεικνύεται ούτε ανταποκρίνεται στα δημοσίως γνωστά στοιχεία για τις συνθήκες λειτουργίας της φαρμακευτικής αγοράς».
Τελικά, λόγω σπουδαιότητας το εν λόγω Τμήμα, παραπέμπει στην Ολομέλεια το ζήτημα εάν το μέτρο των αναδρομικών επιστροφών (clawback), παραμένει – και μετά τον νόμο 4549/2018- σύμφωνο προς το Σύνταγμα.