Οι λαϊκιστές πολιτικοί ήρθαν στον πλανήτη για να μείνουν. Και το κόστος της αντιπαράθεσής τους με θεμελιώδεις αρχές του Διαφωτισμού και το σύγχρονο δημοκρατικό κεκτημένο θα είναι υψηλό.
Αυτό υποστηρίζει με άρθρο του στο πρακτορείο Project Syndicate ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς. Και προειδοποιεί ότι «η πιθανή νίκη του Εμμανουέλ Μακρόν στις γαλλικές προεδρικές εκλογές έχει προκαλέσει έναν παγκόσμιο αναστεναγμό ανακούφισης, αλλά οι υποστηρικτές της παγκοσμιοποίησης θα πρέπει να κρατήσουν τη σαμπάνια στον πάγο».
Όπως εξηγεί «οι προστατευτιστές και οι υποστηρικτές της «λαϊκής δημοκρατίας» ενισχύονται σε πολλές χώρες. Το ότι ένας ανοιχτά φανατικός και συνήθης ψεύτης όπως ο Ντόναλντ Τραμπ έλαβε τόσες ψήφους στις ΗΠΑ, καθώς και το ότι η ακροδεξιά Μαρίν Λεπέν θα είναι αντίπαλος του Μακρόν στις 7 Μαΐου, είναι δύο γεγονότα που πρέπει να προκαλούν βαθιά ανησυχία».
«Οσο οι ανεπτυγμένες φιλελεύθερες δημοκρατίες διατηρούν τις πολιτικές του status quo, οι περιθωριοποιημένοι εργαζόμενοι θα συνεχίσουν να αποξενώνονται. Πολλοί θα αισθανθούν ότι τουλάχιστον ο Τραμπ, η Λεπέν και οι όμοιοι τους καταλαβαίνουν τον πόνο τους. Η ιδέα ότι οι ψηφοφόροι θα στραφούν εναντίον του προστατευτισμού και του λαϊκισμού από μόνοι τους, δεν είναι κάτι παραπάνω από κοσμοπολίτικη ευσεβής σκέψη», υπογραμμίζει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια.
«Οι υπέρμαχοι των οικονομιών της ελεύθερης αγοράς πρέπει να αντιληφθούν ότι πολλές μεταρρυθμίσεις και τεχνολογικές εξελίξεις μπορούν να επιδεινώσουν την κατάσταση ορισμένων ομάδων, ενδεχομένως μεγάλων, του πληθυσμού. Κατ’ αρχάς, οι αλλαγές αυτές αυξάνουν την οικονομική αποδοτικότητα, κάτι που θα επέτρεπε στους νικητές να αποζημιώνουν τους ηττημένους. Αλλά αν οι ηττημένοι περιέρχονται σε χειρότερη κατάσταση, γιατί πρέπει να στηρίξουν την πολιτική της παγκοσμιοποίησης και της προώθησης της αγοράς; Πράγματι, είναι προς το συμφέρον τους να στραφούν σε πολιτικούς που αντιτίθενται σε αυτές τις αλλαγές», αναφέρει ο οικονομολόγος.
«Το δίδαγμα θα πρέπει να είναι προφανές: ελλείψει προοδευτικών πολιτικών, συμπεριλαμβανομένων ισχυρών προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας, επαγγελματικής επανακατάρτισης και άλλων μορφών βοήθειας για τα άτομα και τις κοινότητες που η παγκοσμιοποίηση απαξίωσε, οι πολιτικοί τύπου Τραμπ μπορεί να αποτελέσουν ένα μόνιμο χαρακτηριστικό αυτού του τοπίου», τονίζει ο Τζόζεφ Στίγκλιτς.
«Το κόστος που επιβάλλεται από τέτοιους πολιτικούς είναι υψηλό για όλους μας, ακόμα και αν δεν επιτύχουν πλήρως τις προστατευτικές και εγχώριες φιλοδοξίες τους, επειδή λυμαίνονται τον φόβο, φλερτάρουν με τον φανατισμό και ευδοκιμούν σε μια επικίνδυνα πολωμένη προσέγγιση διακυβέρνησης, του τύπου «εμείς εναντίον αυτών». Ο Τραμπ έχει κλιμακώσει τις επιθέσεις του στο Twitter ενάντια στο Μεξικό, την Κίνα, τη Γερμανία, τον Καναδά και πολλούς άλλους – και ο κατάλογος είναι βέβαιο ότι θα μεγαλώσει όσο περισσότερο βρίσκεται στο αξίωμα του. Η Λεπέν έχει βάλει στο στόχαστρο τους μουσουλμάνους, αλλά τα πρόσφατα σχόλιά της που αρνούνται τη ευθύνη των κατοχικών κυβερνήσεων της Γαλλίας για την σύλληψη και μεταφορά γαλλοεβραίων σε στρατόπεδα κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου, αποκάλυψαν τον διαρκή αντισημιτισμό της», αναφέρει ο νομπελίστας οικονομολόγος.
«Το αποτέλεσμα μπορεί να είναι βαθείς και ίσως ανεπανόρθωτοι εθνικοί διχασμοί. Ήδη στις ΗΠΑ ο Τραμπ έχει ήδη μειώσει τον σεβασμό για την προεδρία και πιθανότατα θα αφήσει πίσω του μια πιο διχασμένη χώρα», σημειώνει ο Στίγκλιτς και υποστηρίζει ότι κανείς δεν πρέπει να ξεχνάει ότι πριν τον Διαφωτισμού η επιστήμη και η ελευθερία, τα εισοδήματα και το βιοτικό επίπεδο ήταν στάσιμα για αιώνες. «Ο Τραμπ, η Λεπέν και οι άλλοι λαϊκιστές εκπροσωπούν την αντίθεση στις αξίες του Διαφωτισμού», γράφει.
«Στα τρία τέταρτα του αιώνα, επιχειρήθηκε η δημιουργία μιας παγκόσμιας οικονομικής τάξης βασισμένης σε κανόνες, στην οποία τα αγαθά, οι υπηρεσίες, οι άνθρωποι και οι ιδέες θα μπορούσαν να κυκλοφορούν πιο ελεύθερα, πέρα από τα σύνορα. Για να εισπράξει χειροκροτήματα από τους συναδέλφους του λαϊκιστές, ο Τραμπ πέταξε μία χειροβομβίδα σε αυτή τη δομή», σημειώνει.
«Δεδομένης της επιμονής του Τραμπ και των ακολούθων του ότι τα σύνορα έχουν σημασία, επιχειρήσεις θα σκεφτούν διπλά καθώς κατασκευάζουν παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού. Η προκύπτουσα αβεβαιότητα θα αποθαρρύνει τις επενδύσεις, ιδίως τις διασυνοριακές επενδύσεις, οι οποίες θα μειώσουν τη δυναμική για ένα παγκόσμιο σύστημα βασισμένο σε κανόνες», λέει.
Και καταλήγει: «Το δίδαγμα όλων αυτών είναι κάτι που οι σκανδιναβικές χώρες έμαθαν εδώ και πολύ καιρό. Οι μικρές αυτές χώρες κατανοούσαν ότι το άνοιγμα των συνόρων ήταν το κλειδί για την ταχεία οικονομική ανάπτυξη και ευημερία. Οι πολίτες τους όμως θα έπρεπε να πειστούν ότι σημαντικά τμήματα της κοινωνίας δεν θα εγκαταλειφθούν εάν (οι χώρες) παρέμεναν δημοκρατικές και ανοιχτές. Έτσι, το κράτος πρόνοιας έγινε αναπόσπαστο μέρος της επιτυχίας των σκανδιναβικών χωρών. Κατάλαβαν ότι η μόνη βιώσιμη ευημερία είναι η κοινή ευημερία. Είναι ένα μάθημα που οι ΗΠΑ και η υπόλοιπη Ευρώπη πρέπει τώρα να μάθουν».