Εχοντας την τιμή να είμαι μέλος της Προανακριτικής Επιτροπής για τον Νίκο Παππά ως εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία ομολογώ ότι για πρώτη φορά στην πολυετή κοινοβουλευτική μου πορεία δεν ήμουν σίγουρη αν το περιεχόμενο της αίτησης για τη συγκρότησή της αποτύπωνε ορθά το θέμα για το οποίο συζητούσαμε. Αντελήφθην ότι το ίδιο ένιωθαν δεκάδες ακόμη συναδέλφων μου και με αυτό το άρθρο θέλω να μοιραστώ μαζί σας το συμπέρασμά μου.
Στη Βουλή ασχοληθήκαμε με το προπέτασμα καπνού και όχι με τη βόμβα. Ως προπέτασμα χρησιμοποιήθηκε ένα κατηγορητήριο-οπερέτα, παντελώς αβάσιμο νομικά και πραγματικά, με σημείο αναφοράς τον Νίκο Παππά. Στην ίδια αίθουσα βρισκόταν και η βόμβα της ανηθικότητας, του θράσους και της φαλκίδευσης των δημοκρατικών θεσμών.
Κι ενώ το προπέτασμα καπνού διαλύθηκε εύκολα με τις τοποθετήσεις όλων μας και, κυρίως, του Αλέξη Τσίπρα, η βόμβα δεν εξερράγη αλλά και δεν απενεργοποιήθηκε με ευθύνη της κυβέρνησης. Η προανακριτική, όσο κι αν καταχραστεί την αυτοδυναμία της η κυβέρνηση, όσο μακριά κι αν φτάσει, είναι αδύνατον από το αποδεικτικό υλικό που έχει προσκομιστεί στη Βουλή να οδηγήσει σε οποιαδήποτε κρίση περί ενοχής. Διότι η Δικαιοσύνη δεν παίζει παιχνίδια.
Ο Νίκος Παππάς θα αθωωθεί γιατί έβαλε το χέρι του κράτους στην τσέπη της διαπλοκής και έβγαλε επιτέλους τα βρόμικα χέρια της διαπλοκής από την τσέπη του κράτους.
Θα αθωωθεί γιατί ανέλαβε την αυτονόητη νομοθετική πρωτοβουλία να υποχρεωθούν οι επιχειρηματίες των ραδιοτηλεοπτικών σταθμών, που επί δεκαετίες κερδοσκοπούσαν από τη χρήση των δημόσιων τηλεοπτικών συχνοτήτων, να πληρώσουν, προκηρύσσοντας δημόσιο διαγωνισμό για την έκδοση τηλεοπτικών αδειών όπως υπαγορεύει το δημόσιο συμφέρον και επιβάλλει η συνταγματική τάξη και δεν προχώρησε σε χαριστικές απευθείας αναθέσεις, χωρίς αντιπαροχή, προκειμένου να τους γίνει αρεστός και να εξασφαλίσει πελατειακές σχέσεις μαζί τους.
Στην πραγματικότητα έπρεπε να συσταθεί προανακριτική γι’ αυτούς που επί δεκαετίες έκαναν τα αντίθετα. Οι σημερινοί κατήγοροι του Νίκου Παππά είναι μέλη της παράταξης και τρόφιμοι της κουλτούρας που λεηλάτησε και πτώχευσε οικονομικά και ηθικά τη χώρα και την παρέδωσε ερείπια στη δημοκρατική παράταξη, αδιαφορώντας παγερά για την τύχη του λαού.
Η πραγματική προανακριτική έπρεπε να διερευνήσει τις ευθύνες αυτών που οδήγησαν σε κατάρρευση το τραπεζικό σύστημα ως φυσικοί συναυτουργοί στη σύναψη παράνομων δανείων που ουδέποτε αποπλήρωσαν και ως συμμέτοχοι χωρίς μάσκα αρχικά σε πολυετή πάρτι μίζας και τώρα πια στο κυβερνητικό «κορονοπάρτι» σπατάλης και αδιαφάνειας που οδηγεί ξανά την Ελλάδα στα βράχια.
Από αυτήν τη διαδικασία θα προκύψει όμως και ένα μεγάλο καλό: ότι μέσα από κάποιους ελάχιστους τηλεοπτικούς σταθμούς και μέσα από την αναπαραγωγή της αλήθειας στα social media η κοινωνία θα αντιληφθεί οριστικά ποιοι είναι οι αιώνιοι θύτες και ποια είναι τα αιώνια θύματα. Ποιοι είναι οι εντολοδόχοι των μεγάλων συμφερόντων και ποιοι είναι αυτοί που αντιστάθηκαν και τώρα τιμωρούνται προς παραδειγματισμό ημών των υπολοίπων.
Ολο αυτό το θέατρο σκιών στήθηκε για δύο λόγους: ο πρώτος είναι για να στείλουν οι –κατά Καραμανλή– «νταβατζήδες» μήνυμα συμμόρφωσης στους απείθαρχους και ο δεύτερος λόγος για να αποστρέψει το βλέμμα της η κοινωνία από την καταστροφική διαχείριση της πανδημίας, από την οικονομική γενοκτονία της μεσαίας τάξης και των φτωχότερων στρωμάτων και από τους περισσότερους από 8.000 νεκρούς, οι περισσότεροι από τους οποίους θα μπορούσαν σήμερα να ζουν αν δεν είχε εγκαταλείψει τόσο κυνικά η κυβέρνηση Μητσοτάκη το Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Ενα είναι βέβαιο. Τη δεύτερη φορά –με την κοινωνία να γνωρίζει τα πάντα– θα καταφέρουμε να ξαναστήσουμε την Ελλάδα όρθια και να θωρακίσουμε τη δημοκρατία έναντι κάθε απειλής και κάθε κινδύνου που μπορεί να προκύψει από την ατιμωρησία των συμφερόντων και των πολιτικών τους υπαλλήλων.
Η Θεοδώρα Τζάκρη είναι βουλευτής Πέλλας και αναπληρώτρια τομεάρχης εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία, αρμόδια για τον ελληνισμό της διασποράς και το εξωτερικό εμπόριο