Λίγες μέρες μετά την κυκλοφορία του νέου της σινγκλ με τίτλο «Girl supreme» και ενώ το ευρωπαϊκό tour της βρίσκεται σε εξέλιξη, η Σtella είναι ήδη έτοιμη για τα επόμενα βήματα. Η Στέλλα Χρονοπούλου εμφανίστηκε στην εναλλακτική αθηναϊκή μουσική σκηνή γύρω στο 2010. Είναι ποπ τραγουδίστρια, συνθέτρια και ζωγράφος. To «Up and away» ήταν το ντεμπούτο της στην ιστορική δισκογραφική εταιρεία Sub Pop, εταιρεία των Nirvana και των Mudhoney. Ένα άλμπουμ με το οποίο παρουσίασε μια νέα προσέγγιση στην αυθεντική ελληνική ποπ, χρησιμοποιώντας παραδοσιακές μελωδίες και όργανα, όπως το μπουζούκι και το κανονάκι, σε συνδυασμό με ένα κράμα από 80s ποπ στοιχεία, synths, χαλαρούς ψυχεδελικούς και ρετρό ρυθμούς.
Υπάρχει μια σύνθεση δυτικής μουσικής και ελληνικού λαϊκού τραγουδιού στο «Up and away». Ποιος ήταν ο στόχος του δίσκου;
Γενικά δεν προγραμματίζω πράγματα στη ζωή μου. Σε ό,τι αφορά τη μουσική, τα πράγματα προκύπτουν. Για τον συγκεκριμένο δίσκο είχα την τύχη να συνεργαστώ με έναν παραγωγό από το Λονδίνο με τον οποίο είχαμε την ίδια ανάγκη να κάνουμε κάτι ποπ –τη μουσική που αγαπώ να υπηρετώ– που παράλληλα να ακούγεται vintage. Υπήρχε η σκέψη από τον προηγούμενο δίσκο μου να κάνω πιο λαϊκό το άκουσμα σε κάποια τραγούδια μου, αλλά όχι να χρησιμοποιήσω μπουζούκι. Ηταν πρόταση του Tom –aka Redinho– να δοκιμάζαμε να γράφαμε μπουζούκι σε κάποια από τα κομμάτια και έτσι προσέγγισα τον φοβερό στο είδος Χρήστο Σκόνδρα. Μετά σκέφτηκα πως αφού φτάσαμε ως εδώ μπορεί να ήταν ωραία να το πάμε λίγο παραπέρα και να ηχογραφήσουμε τη Σοφία Λαμπροπούλου, που μόλις είχα γνωρίσει και την είχα δει να παίζει φανταστικό κανονάκι. Αλλά τίποτε δεν ήταν προμελετημένο.
Αναγνωρίζεις στον συγκεκριμένο δίσκο κάτι διαφορετικό από προηγούμενες δουλειές σου;
Ηταν απολαυστικό ότι σε αυτό το άλμπουμ δεν είχα αναλάβει το κομμάτι της παραγωγής, γεγονός που μου επέτρεψε να αφιερωθώ απολύτως στο δημιουργικό κομμάτι. Ξεκάθαρα υπάρχει διαφορετικός ήχος. Είναι πιο vintage, τα τύμπανα είναι διαφορετικά, όλα είναι γραμμένα με έναν τρόπο εντελώς καινούργιο. Επίσης και η φωνή μου είναι διαφορετική γιατί έπρεπε να προσαρμοστεί σε πιο απαλούς ήχους.
Ποιες είναι οι μουσικές αναφορές σου;
Εχω ποικιλόμορφες αναφορές ήδη από την παιδική μου ηλικία. Ο παππούς μου είχε ένα παλιό μουσικό κουτί που έβαζε τους δίσκους και γύριζε τη μανιβέλα. Ακουγα με τους δικούς μου τραγούδια του ’40 και του ’50, για παράδειγμα Μπιθικώτση. Στα ακούσματά μου περιλαμβάνονταν επίσης και οι Ohio Players ή ο Χούλιο Ιγκλέσιας. Μετά άκουσα Nirvana και προσανατολίστηκα σε άλλες μουσικές και ήχους, αλλά υπάρχουν στοιχεία που σκέφτομαι ότι μου θυμίζουν πράγματα από το παρελθόν μεγαλώνοντας. Επίσης άκουγα Queen, Κέιτ Μπους, Μάικλ Τζάκσον και Τζορτζ Μάικλ, όλα τα γνωστά ιερά τέρατα, των οποίων έχω «σκανάρει» τη μουσική.
Η αγάπη και η ενασχόλησή σου με τη μουσική πώς προέκυψαν;
Από μικρή είχα δείξει την αγάπη μου για τη μουσική και οι γονείς μου το αντιλήφθηκαν νωρίς. Ετσι ο πατέρας μου αποφάσισε όταν ήμουν πέντε χρόνων να μου πάρει ένα πιάνο. Τελικά το εγκατέλειψα για να καταπιαστώ με την κιθάρα γύρω στα δεκατρία μου. Τελειώνοντας το σχολείο σπούδασα στη Σχολή Καλών Τεχνών και επανήλθα στην κιθάρα με ένα συγκρότημα που φτιάξαμε εκείνη την εποχή. Γνώρισα τους Expert Medicine που η συνεργασία μαζί τους με έβαλε στη διαδικασία να ασχοληθώ εκ νέου με τη μουσική και να δουλέψω το κομμάτι της περφόρμανς. Ολα όμως έγιναν αργά και σταδιακά.
Περιοδείες εκτός Ελλάδας και συνεργασίες με ξένους μουσικούς. Σε σκέφτεσαι κάτοικο Κυψέλης ή σε ενδιαφέρει πλέον η προοπτική να ζήσεις στο εξωτερικό;
Πέρα από έξι μήνες που πέρασα στο Λονδίνο και ένα μήνα που έζησα στη Νέα Υόρκη και στο Λος Αντζελες, δεν έφυγα ποτέ από την Αθήνα. Μπορώ να δουλέψω από οποιοδήποτε σημείο του κόσμου. Σκέφτομαι συχνά πως αν ήμουν στο κέντρο της Ευρώπης, ίσως να ήταν ευκολότερα τα πράγματα. Από την άλλη πλευρά, αν κάτι θα με ωθούσε να φύγω είναι το πώς εξελίσσονται τα πράγματα σε αυτήν τη χώρα σε συνολικό επίπεδο. Ο τρόπος που συμπεριφέρονται στους καλλιτέχνες είναι ένα πολύ απτό παράδειγμα. Κανένας σε επίπεδο πολιτείας δεν σε βοηθάει να κάνεις κάτι δημιουργικό – απεναντίας, ακόμη και στα πιο απλά ζητήματα σε αποθαρρύνουν.
Πώς προέκυψε το Σtella;
Κάποτε συμμετείχα σε μια λέσχη σχεδίου η οποία είχε το όνομα «ούτε ίσια γραμμή». Σε αυτή την ομάδα που είχαμε συγκροτήσει με άλλους συμφοιτητές στην Καλών Τεχνών διοργανώναμε events και fanzine. Σε μια από τις συναντήσεις μας μια κοπέλα από την ομάδα έγραψε το όνομά μου έτσι. Μουσικά τότε δεν υπήρχε τίποτε στο μυαλό μου ούτε σαν ιδέα, αλλά μου άρεσε αυτό που είδα και το καθιέρωσα.