Ο Σταµάτης Κόκοτας σηκώνεται από τη θέση του στο καφέ της λεωφόρου Συγγρού που είναι το στέκι του και κινείται ανάµεσα στα τραπέζια για να βρούµε τη σωστή γωνία για τη φωτογράφιση. Από όπου περνάει τον χαιρετούν εγκάρδια.
Ενας θαµώνας του πιάνει το χέρι και του τραγουδάει «Ενα µεσηµέρι στης Ακρόπολης τα µέρη» από το τραγούδι «Στου Οθωνα τα χρόνια». Ο τραγουδιστής χαµογελάει και γυρίζει προς το µέρος µου. «Το ακούσατε;» ρωτάει. Του λέω ότι ήµουν στη συναυλία που έκανε στις αρχές του καλοκαιριού στον Αλιµο, όπου δεν τόλµησα να τον πλησιάσω γιατί όσες φορές βρέθηκε εκτός σκηνής άδειαζαν οι θέσεις για να πάει κοντά του ο κόσµος, να του µιλήσει και να φωτογραφηθεί µαζί του. «Ποιον να στενοχωρήσω; Ολοι αυτοί ήρθαν εκείνο το βράδυ µε µια αγάπη κι έναν καηµό να ακούσουν τον Σταµάτη. Αφού άκουσαν τον Σταµάτη ήθελαν φωτογραφία. Αν ήµουν και κολυµβητής, θα ήθελαν να κάνουµε και µπάνιο» λέει µε ένα πλατύ χαµόγελο το οποίο διατηρεί σε όλη τη διάρκεια της συνοµιλίας µας.
Συναντηθήκαµε λίγες µέρες πριν από την εµφάνισή του στο Ηρώδειο και σε αναµονή του νέου του άλµπουµ –έπειτα από 35 χρόνια– σε µουσική Θάνου Γεωργουλά, στίχους Σταύρου Γαλανάκη, µε τίτλο «Ολα για µένα είσαι εσύ».
Θέλετε να ξεκινήσουµε µε κάτι που δεν είναι πολύ γνωστό στο ευρύ κοινό; Το γεγονός δηλαδή ότι ξεκινήσατε την καριέρα σας στη Γαλλία;
Οντως ήρθε έτσι το θέµα να έχω συµβόλαιο στη Γαλλία. Ξεκίνησα να τραγουδάω σε ένα µαγαζί. Από το µαγαζί που τραγουδούσα έφτασα στην τηλεόραση, από την τηλεόραση σε γνωστούς καλλιτέχνες: τον Αζναβούρ, τον Μπεκό, τον Ρισάρ Αντονί, τον Τζόνι Χαλιντέι. Ηµουν φίλος µε όλους αυτούς και έκανα πολλές εµφανίσεις, γραµµοφώνησα κι ένα σουξέ µε το «Τα δάκρυά µου είναι καυτά». Και πάει λέγοντας.
Πώς ήταν τότε η διασκέδαση στη Γαλλία;
Εβγαινε πολύ ο κόσµος, δεν καθόταν σπίτι του. Ολοι βγαίνανε, όπως κι εµείς γλεντούσαµε τότε πάρα πολύ. Τώρα πια λιγότερο και µαζεµένα µπορώ να πω.
Εξαιτίας της κρίσης;
Ούτε εγώ ούτε κανένας δεν µπορεί να πει για ποιον λόγο συµβαίνει. Πάντως δεν βλέπω πλέον να φέρνουνε µωρά παιδιά στα πρώτα τραπέζια. Εχει αλλάξει η νυχτερινή διασκέδαση των Ελλήνων. Παλιότερα ήταν πιο πολύς ο κόσµος, πιο ευδιάθετος. ∆ιαφορετικές νύχτες ήταν εκείνες από τούτες εδώ. Και σήµερα βέβαια δεν λείπει ούτε ο σεβασµός ούτε η αγάπη.
Ισχύει ότι έχετε τραγουδήσει µε την Εντίθ Πιαφ;
Ναι, βέβαια, στο θέατρο Gimnase στη Γαλλία. Την εποχή εκείνη είχε αρραβωνιαστεί έναν Ελληνα, τον Τεό Σαραπό, και ήθελε να µου τον επιδείξει. Τον είχε µαζί της λοιπόν και θυµάµαι ότι ήταν γυµνός από τη µέση και πάνω. Και µου τον έδειχνε λέγοντας: «∆εν είναι ωραίος ο αγαπηµένος µου;». Τέλος πάντων, κάναµε κάποιες συναυλίες µαζί, είχαµε κάνει και κάποιες µε τον Αζναβούρ, ο οποίος µου είχε κάνει και πάλι πρόταση έξι επτά µήνες προτού πεθάνει. Ο Σαρλ είχε κάνει ένα µεγάλο λάθος, πήγε κι έγινε Ελβετός υπήκοος και τον σιχαθήκανε οι Γάλλοι. Οταν µε ζήτησε λοιπόν σκέφτηκα ότι είχαν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ήµασταν στις τηλεοράσεις µαζί και ότι ο κόσµος δεν θα µε θυµόταν κι έτσι δεν πήγα. Από τότε δεν είχα ξανατραγουδήσει στα γαλλικά. Στην πρότασή του απάντησα αρνητικά λόγω ανειληµµένων υποχρεώσεων και του είπα: «∆εν µπορώ, όµως σ’ αγαπώ πάντα, θα είµαστε φίλοι πάντα». Μεγάλος καλλιτέχνης ο Αζναβούρ, πολύ µεγάλος.
Στη Γαλλία γνωρίσατε και τον Σταύρο Ξαρχάκο;
Ναι, µε είδε στη Γαλλία και µου ζήτησε να πάω να τον βρω µόλις ερχόµουν στην Αθήνα. Πήγα, καθίσαµε στο πιάνο, µου έπαιξε ορισµένα πράγµατα και κάποτε µε κάλεσε να γραµµοφωνήσω. Ετσι προέκυψε το «Ενα µεσηµέρι» και άλλα τραγούδια. Η συνάντησή µας µε τον Σταύρο έγραψε ιστορία. Καλά να είµαστε να πάµε και πιο πέρα.
Τώρα που αναφέρετε το «Ενα µεσηµέρι», σας έχω πετύχει πολλές φορές στης Ακρόπολης τα µέρη, κυρίως στην πλατεία Αβησσυνίας. Είναι από τα αγαπηµένα σας σηµεία;
Ναι, πήγαινα συχνά εκεί παλιότερα. Εχω καιρό να πάω.
Σας αρέσουν τα παλιά αντικείµενα;
Μου αρέσουν οι αντίκες.
Από τη µια σας γοητεύει το παρελθόν, από την άλλη η ταχύτητα. Εχουν κυκλοφορήσει κατά καιρούς αρκετές φωτογραφίες σας από αγώνες.
Γιατί, εγώ σαν παιδί δεν είχα δικαίωµα να πάω και στους αγώνες; Κάποια στιγµή είχα κερδίσει στους τρίωρους αγώνες του Τατοΐου, πράγµα που είναι αφύσικα δύσκολο και χρειάζεται τεχνική, στρατηγική και λίγη τύχη. Γραφτήκανε τότε µεγάλα λόγια στις εφηµερίδες από την «οικογένειά» σας. Τόσο µεγάλα λόγια που ντρέποµαι να αναπαραγάγω.
Την εποχή που τρέχατε στους αγώνες φοβηθήκατε ποτέ για τη ζωή σας;
Οχι. Είναι το σπορ τέτοιο που αν νιώσεις φόβο δεν µπορείς να πας παραπέρα. Αρρωσταίνεις και δεν κάνεις τίποτε.
Παλιότερα σας πετύχαινα συχνά να κατεβαίνετε τη λεωφόρο Συγγρού µε τη µηχανή σας. Οδηγείτε ακόµη;
Κάποτε είχα και µηχανή, τώρα δεν οδηγώ. Επαιξα µε όλα, παιδί ήµουνα, ό,τι ήθελα µπορούσα να το κάνω.
Ζήσατε στο φουλ;
Να σας πω, η µία φιλία σε µπλέκει µε την άλλη, η µία δουλειά µε την άλλη και πάει λέγοντας. Ασχολήθηκα µε όλα, έπαιξα όπως έπρεπε. Ε τώρα πια δεν κάνω τίποτε. Τα έχω εγκαταλείψει.
Πώς περνάτε τις µέρες σας;
Με πολλά ραντεβού για σοβαρά πράγµατα. Οχι ότι δεν βγαίνω κιόλας να πιω κι εγώ το τσάι µου, να γελάσω να βρεθώ µε τον Γιάννη, τον Πέτρο, τον Παύλο. Ανθρώπινα.
Κάθε φορά που σας βλέπω στις «∆ιπλοπενιές» να σκαρφαλώνετε µε το αναβατόριο τους ορόφους της οικοδοµής για να βρείτε τον Παπαµιχαήλ και να κάνετε το άλµα σχεδόν στην κορυφή του κτιρίου, µε το Πασαλιµάνι να φαίνεται από κάτω, σφίγγω τα χέρια µου ενστικτωδώς από φόβο µην πέσετε.
(Γελάει) Υπήρχε ένα σίδερο από το οποίο πιανόµουν. Πρώτη φορά το έκανα, µπας και είχα ξαναµπεί ποτέ µου; Ο,τι µου λέγανε έκανα.
Εχετε καλές αναµνήσεις από τη συµµετοχή σας στην ταινία;
Θα ήθελα να µην το συζητήσουµε γιατί δεν έγιναν τα πράγµατα όπως έπρεπε.
Στις αρχές ακόµη της πορείας σας σας ξεχώρισε ο Τσιτσάνης.
Ο Τσιτσάνης µε αγαπούσε πάρα πολύ. Αν πάτε αυτήν τη στιγµή στο δωµάτιό του, υπάρχει ακόµη στο κοµοδίνο του µια µεγάλη φωτογραφία, περίπου 30 εκατοστά, που είµαστε µαζί. Ο Τσιτσάνης ήταν ένας θεός του λαϊκού τραγουδιού, έτσι τον λέω εγώ. Κοσκίνιζε τη µελωδία και ό,τι έκανε ήταν φοβερή επιτυχία. Μεγάλος συνθέτης, όπως ο Ξαρχάκος, ο Μίκης, ο Καλδάρας – προσωπικότητες που θα µείνουν στην αιωνιότητα.
Κάποια στιγµή την ώρα που τραγουδούσατε το «Γιε µου», σε µια εµφάνισή σας στην Αµερική συνέβη κάτι τραγικό.
Αυτός ο άνθρωπος δεν υπάρχει πια, έπεσε κάτω κι αυτό ήτανε. ∆ιότι είχε έναν γιο 24 χρονών ο οποίος είχε µπλέξει µε κακές παρέες και δυστυχώς έχασε τη ζωή του. Ο άνθρωπος µόλις άκουσε το τραγούδι µε αγκάλιασε και την ώρα που πήγε να µε φιλήσει αισθάνθηκα τα δάκρυά του στο µάγουλό µου. Την επόµενη στιγµή έπεσε κάτω, τον πήρε το πρώτων βοηθειών. Αυτό ήταν.
Εχει χυθεί πολύ µελάνι σχετικά µε τη φιλία σας µε τον Ωνάση.
Ο Αρίστος ήταν σοβαρός κύριος, φοβερός επιχειρηµατίας και άνθρωπος που δεν είχε καθόλου ψηλά τη µύτη. Αγαπούσε όλο τον κόσµο. Λίγο βέβαια αγαπησιάρης ήτανε, δεν του έφτανε η µία, ήθελε και την άλλη, τέλος πάντων. Μπορώ να πω ότι όσα ταξίδια κάναµε και µε όποιες προσωπικότητες κι αν µε γνώριζε, ήταν πάντα σοβαρότατος και δεν άφηνε κανέναν να µε απασχολεί περισσότερο απ’ όσο έπρεπε. Θυµάµαι που κάποια στιγµή είπε στον µεγάλο σκηνοθέτη τον Αντονιόνι: «Λίγα λόγια µε τον κύριο Κόκοτα». Αν και είχε δύο παιδιά, είχε µεγάλη αδυναµία στον Αλέξανδρο. Πολύ µεγάλη αδυναµία. Εν πάση περιπτώσει του στοίχισε πάρα πολύ ο θάνατος του Αλέξανδρου. ∆εν την ήθελε τη ζωή του, τίποτε δεν ήθελε.
Απέκτησε και προβλήµατα υγείας.
Ο Ωνάσης αν δεν είχε πεθάνει το παιδί του, η αγάπη του, θα ζούσε µέχρι σήµερα. Είµαι σίγουρος 500%, διότι είχε φίλους όλους τους µεγάλους επιστήµονες.
Πώς γνωριστήκατε;
Με είδε στα ∆ειλινά. Από κει και πέρα δεν ξεκόλλησε από πάνω µου. Στα γλέντια που έκανε, ο «Μουσταφάς» τραγουδιότανε 30 φορές, για να σηκωθεί λίγο η φούστα να χορέψει.
Οταν σας καλούσε ο Ωνάσης να τραγουδήσετε το κοινό αποτελούνταν συνήθως από ανθρώπους διαφορετικής εθνικότητας και ιδιότητας: βασιλείς, καλλιτέχνες, πολιτικοί. Πώς µπορεί να κρατήσει κανείς το ενδιαφέρον ενός τέτοιου κοινού;
Να σας πω, όλα συνήθεια είναι. Από ένα τραγούδι ξεκινούσα και µετά το έλεγε ο άλλος, µετά ο παράλλος και φτάναµε τις 30 φορές και συνεχίζαµε να το λέµε. Αυτές ήταν οι καλές βραδιές µε τις ωραίες παρέες.
Ισχύει ότι οι φαβορίτες σας πήραν τη διάσταση αστικού θρύλου και τα παιδάκια στο σχολείο διέδιδαν ότι τις αφήνετε να µεγαλώσουν γιατί δεν έχετε αυτιά;
(Γελάει) Ισχύει, φυσικά και ισχύει.
Από πού εµπνευστήκατε το στιλ µε το οποίο καθιερωθήκατε;
Από πουθενά, αρέσκεια δικιά µου ήταν. Ετσι µου ’ρθε. Υστερα νοµίζω ότι κάθε καλλιτέχνη κάτι τον συγκινεί. Είχα κι εγώ δικαίωµα να µε συγκινήσει κάτι.
Εχετε ζήσει γεµάτη ζωή. Τι είναι πιο σηµαντικό για σας;
Η ευγένεια και η αγάπη.
Info
Η συναυλία του Σταμάτη Κόκοτα “Στης Ακρόπολης τα μέρη” που ήταν προγραμματισμένη για την Τετάρτη 2/10 στο Ηρώδειο ακυρώθηκε