Θετικές αλλά και αρνητικές συνέπειες στην καθημερινότητα κράτους, πολιτών και επιχειρήσεων.
Η επιβολή των capital controls στις συναλλαγές από τις αρχές Ιουλίου 2015 έφερε στην επικαιρότητα τη χρήση του πλαστικού χρήματος (κάρτες) και των ηλεκτρονικών συναλλαγών (e-banking) ως λύση για την αντιμετώπιση των περιορισμών στην κίνηση καταθέσεων και κεφαλαίων.
Το θέμα επανήλθε στην επικαιρότητα με το νομοσχέδιο του υπουργείου Οικονομικών για το πλαστικό χρήμα, το οποίο εισάγει δύο ουσιώδεις περιορισμούς στην κυκλοφορία των τραπεζογραμματίων και των κερμάτων.
Για να ισχύει το αφορολόγητο όριο στην κλίμακα της φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων, ο φορολογούμενος υποχρεούται να πραγματοποιήσει ένα ύψος δαπανών με κάρτα (10-15-20%, ανάλογα με το ύψος του εισοδήματός του).
Από 1/1/2017 όλες οι συναλλαγές άνω των 500 ευρώ θα πραγματοποιούνται υποχρεωτικά με πλαστικό χρήμα ή με ηλεκτρονικά μέσα.
Η διεύρυνση της χρήσης του πλαστικού χρήματος και των ηλεκτρονικών συναλλαγών, η οποία οδηγεί στον αντίστοιχο περιορισμό της χρήσης των τραπεζογραμματίων και των κερμάτων, έχει πολλές πλευρές, θεατές αλλά και αθέατες, οι οποίες αναμένεται να επηρεάσουν την καθημερινότητα των πολιτών και των επιχειρήσεων.
Είναι προφανές ότι ο νέος τρόπος πραγματοποίησης των εμπορευματοχρηματικών πράξεων θα συντελέσει στον περιορισμό της φοροδιαφυγής, η οποία είναι ιδιαίτερα εκτεταμένη στις χώρες της νότιας Ευρώπης. Και αυτό επειδή οι διαδρομές του χρήματος θα είναι πλέον ορατές μέσα από τις οθόνες των PC και τα μηχανήματα πληρωμών (POS).
Θα υπάρξει επίσης επιτάχυνση της κυκλοφορίας του χρήματος και αντίστοιχος περιορισμός της αναγκαίας ποσότητας (του χρήματος) που θα πρέπει να διατηρεί το τραπεζικό σύστημα σε καθημερινή βάση για την εξυπηρέτηση των συναλλαγών.
Πλήρης έλεγχος του χρήματος
Το ερώτημα βέβαια που προκύπτει από ένα τέτοιο υποθετικό σενάριο είναι αν ο πλήρης έλεγχος της κυκλοφορίας του χρήματος, μέσω του τραπεζικού συστήματος, θα δώσει μεγαλύτερη ισχύ και εξουσία στις τράπεζες σε βάρος των ιδιωτών καταθετών και των επιχειρήσεων. Γιατί στην περίπτωση αυτή ακυρώνεται το όπλο που έχει ο καταθέτης να απειλήσει «θα σηκώσω τα χρήματά μου και θα πάω σε άλλη τράπεζα».
Για την ακρίβεια θα μπορεί να το κάνει, αλλά η μεταφορά θα γίνεται ηλεκτρονικά, ενώ δεν θα υπάρχει τρόπος διαφυγής κεφαλαίων και καταθέσεων εκτός τραπεζικού συστήματος.
Ετσι οι τράπεζες γίνονται πανίσχυρες και ανεξέλεγκτες, περισσότερο απ’ ό,τι είναι σήμερα.
Η τιμολόγηση
Για τη διακίνηση των κεφαλαίων και των καταθέσεων μέσω πλαστικού χρήματος και ηλεκτρονικών συναλλαγών οι τράπεζες παρακρατούν προμήθειες από τους συναλλασσόμενους, οι οποίες ξεκινούν από 0,80 λεπτά για μια συναλλαγή σε ευρώ που πραγματοποιείται εντός των ορίων του τραπεζικού συστήματος της χώρας και μπορεί να φτάσουν τα 300 ευρώ, αν η συναλλαγή σε ευρώ ή ξένο νόμισμα γίνει μέσω του εγχώριου τραπεζικού καταστήματος προς τράπεζα χώρας εκτός ευρωπαϊκής οικονομικής ζώνης και αφορά μεγάλα ποσά.
Αναλυτικά οι προμήθειες που χρεώνουν μέσω του e-banking οι τέσσερις συστημικές τράπεζες (Εθνική, Πειραιώς, Alpha Bank, Eurobank) έχουν ως εξής:
Εθνική Τράπεζα
Ο τιμοκατάλογος της Εθνικής Τράπεζας για ιδιώτες είναι ο ακόλουθος:
– Εμβάσματα σε ευρώ προς τράπεζες εσωτερικού (έως 150.000 ευρώ)
– Μεμονωμένο έμβασμα ποσού έως και 12.500, προμήθεια 1 ευρώ
– Μεμονωμένο έμβασμα ποσού 12.500,01 – 50.000, προμήθεια 5 ευρώ
– Μεμονωμένο έμβασμα ποσού 50.000,01 – 150.000, προμήθεια 5 ευρώ
– Για εμβάσματα σε ευρώ προς χώρες της ΕΕ και έως 12.500 η προμήθεια ανέρχεται στο 1 ευρώ, ενώ για χώρες εκτός ΕΕ σε ευρώ και ξένο νόμισμα στα 10 ευρώ.
Alpha Bank
Η τράπεζα ακολουθεί διαφορετική πολιτική τιμολόγησης όταν οι συναλλαγές γίνονται με προδιαγραφές SEPA (ενιαίοι κανόνες πληρωμών για τις χώρες της ΕΕ, της Ισλανδίας, της Νορβηγίας και του Λιχνενστάιν) και διαφορετική για τις άλλες χώρες.
Εντολές προς άλλη τράπεζα εντός ΕΕ (οι προμήθειες είναι κοινές για ιδιώτες και επιχειρήσεις):
– Ως 5.000 ευρώ, πάγια προμήθεια 1 ευρώ
– Από 5.000,01 έως 50.000 ευρώ, 3 ευρώ.
– 150.000 ευρώ (μόνον εντός Ελλάδας), 5 ευρώ.
Εκτός προδιαγραφών SEPA σε ευρώ μόνον εντός Ελλάδας:
– Εως 5.000, πάγια προμήθεια 3 ευρώ
– Από 5.000,01 έως 50.000, 7 ευρώ
– Από 50.000,01 έως 150.000, 14 ευρώ
– Σε συνάλλαγμα επιβάλλεται πάγια προμήθεια 10 ευρώ σε ιδιώτες και 15 ευρώ σε επιχειρήσεις.
Εκτός ΕΕ (ανεξαρτήτως νομίσματος):
Για ποσά που ισοδυναμούν έως 15.000 δολάρια ΗΠΑ επιβάλλεται πάγια προμήθεια 10 ευρώ σε ιδιώτες και 15 ευρώ σε επιχειρήσεις.
Τράπεζα Πειραιώς
Για συναλλαγές ιδιωτών σε ευρώ στα όρια του ενιαίου οικονομικού χώρου:
– Εως 15.000 επιβάλλεται πάγια προμήθεια 1 ευρώ
– Από 15.000,01 έως 50.000 (150.000 ευρώ μόνο για Ελλάδα), προμήθεια 6 ευρώ.
Συναλλαγές σε ευρώ και λοιπά νομίσματα εκτός ευρωπαϊκού οικονομικού χώρου:
– Εως 150 ευρώ επιβάλλεται πάγια προμήθεια 3 ευρώ
– Από 150,01 ευρώ έως 12.500 ευρώ η προμήθεια ανέρχεται στα 30 ευρώ
– Από 12.500,01 ευρώ έως 150.000 ευρώ επιβάλλεται προμήθεια έως 80 ευρώ (για Ελλάδα έως 75 ευρώ).
Eurobank
Για συναλλαγές σε ευρώ εντός Ελλάδας:
– Εως τις 12.500 αναλογεί προμήθεια 0,80 ευρώ
– Από 12.500,01 και άνω, προμήθεια 5 ευρώ.
Για συναλλαγές σε ευρώ ή ξένο νόμισμα με χώρες εκτός ευρωπαϊκού οικονομικού χώρου
– Εως 12.500 ευρώ η προμήθεια ανέρχεται στα 12 ευρώ
– Από 12.500,01 έως 50.000 ευρώ το ποσό της προμήθειας ανέρχεται στα 25 ευρώ.
Η πολιτεία καθυστερεί να βάλει τους κανόνες του παιχνιδιού
Σε μια παρθένα αγορά, όπως αυτή του ηλεκτρονικού εμπορίου, το πλαίσιο λειτουργίας το θέτει το οργανωμένο κράτος, με τη θέσπιση νομοθετικών διατάξεων. Οταν όμως δεν υπάρχει νομοθετικό πλαίσιο, όπως συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας, κάποιοι θεσπίζουν τους δικούς τους νόμους.
Σύμφωνα με καταγγελίες επιχειρηματιών, οι τράπεζες επιβάλλουν υπέρογκες προμήθειες, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις φτάνουν έως και το 3,5% της αξίας της συναλλαγής που πραγματοποιείται με ηλεκτρονικό τρόπο. Για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, αναφέρουμε ότι τον Μάρτιο του 2015 το Ευρωκοινοβούλιο ενέκρινε ένα νομοσχέδιο σύμφωνα με το οποίο «οι προμήθειες και τα έξοδα που χρεώνουν τα πιστωτικά ιδρύματα στους πωλητές λιανικής για την εκτέλεση και την εκκαθάριση των πληρωμών θα έχουν πλέον ανώτατο όριο 0,3% επί της αξίας οποιασδήποτε διασυνοριακής συναλλαγής με πιστωτική κάρτα και 0,2% επί της αξίας οποιασδήποτε διασυνοριακής συναλλαγής με χρεωστική κάρτα».
Επίσης, τον Γενάρη του 2016 ο τότε υφυπουργός Οικονομικών Τρ. Αλεξιάδης, μιλώντας στη Βουλή, είχε καταγγείλει τις τράπεζες –χωρίς να κατονομάσει– για κερδοσκοπία, αναφέροντας μεταξύ άλλων ότι «με την επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών στόχος είναι να αυξηθούν τα έσοδα του δημοσίου και όχι τα κέρδη κάποιων», ενώ είχε προαναγγείλει νομοθετική παρέμβαση για τον προσδιορισμό του ύψους των τραπεζικών προμηθειών σε ό,τι αφορά τη χρήση μηχανημάτων αποδοχής χρεωστικών και πιστωτικών καρτών, των γνωστών POS.
Αν και έχει παρέλθει ένας χρόνος από τότε, η προαναγγελθείσα νομοθετική παρέμβαση βρίσκεται ακόμη σε εκκρεμότητα.
Ανακόλουθο είναι το υπουργείο Οικονομικών και στο θέμα της ρύθμισης του νομοθετικού πλαισίου που θα προσδιορίζει ποιες επιχειρήσεις και επιτηδευματίες είναι υποχρεωμένοι να διατηρούν μηχανήματα αποδοχής χρεωστικών και πιστωτικών καρτών, καθώς η σχετική εγκύκλιος δεν έχει εκδοθεί ακόμη. Και αυτό σε μια αγορά στην οποία η χρήση του πλαστικού χρήματος αυξάνεται ραγδαία, λόγω των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και των προϋποθέσεων που έχουν τεθεί για την ισχύ του αφορολόγητου ορίου.
Στην πρώτη γραμμή για την υποχρεωτική εγκατάσταση POS βρίσκονται κλάδοι όπως οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι υδραυλικοί και οι ηλεκτρολόγοι, ενώ δεδομένο θεωρείται ότι θα περιλαμβάνονται και επιχειρήσεις του κλάδου εστίασης σε τουριστικές περιοχές (π.χ. στις Κυκλάδες) και στην Αττική.
Εν τω μεταξύ, με το άρθρο 66 του νόμου 4446/2016 προβλέπεται μεταξύ άλλων ότι οι επιχειρήσεις που αποδέχονται ηλεκτρονικές πληρωμές υποχρεούνται από την 1η Φεβρουαρίου του 2017 να ενημερώνουν τους καταναλωτές σχετικά με την αποδοχή καρτών και ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής με σαφή τρόπο, στην είσοδο του καταστήματος και στο ταμείο, καθώς και ότι σε όσους παραβαίνουν την υποχρέωση αυτή θα επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο ύψους 1.000 ευρώ.
Το κόστος αγοράς
Οι επαγγελματίες, ανάλογα με τις ανάγκες τους, μπορούν να επιλέξουν τρεις τύπους τερματικών (POS), είτε να τα αγοράσουν είτε να τα ενοικιάσουν.
-Το ενσύρματο, το οποίο συνδέεται με καλώδιο τηλεπικοινωνιακής σύνδεσης της επιχείρησης και από εκεί με το τραπεζικό ίδρυμα με το οποίο συνεργάζεται για την εκκαθάριση των συναλλαγών που γίνονται μέσω πιστωτικών καρτών.
-Το ασύρματο τερματικό. Για την τηλεπικοινωνιακή σύνδεση χρησιμοποιείται είτε το Wi-Fi της επιχείρησης είτε το δίκτυο κινητής τηλεφωνίας.
-Το φορητό τερματικό mobile POS (m POS), το οποίο μπορεί να συνδεθεί με smartphone ή με tablet για τη διεκπεραίωση των συναλλαγών.
Το κόστος απόκτησης ενός τερματικού εξαρτάται από την κατηγορία της συσκευής. Τα πιο φθηνά είναι τα m POS, οι τιμές των οποίων ξεκινούν από 100 και φτάνουν τα 150 ευρώ (χωρίς ΦΠΑ). Μεταξύ 200 και 250 ευρώ κυμαίνεται το κόστος για ένα ασύρματο και στα 300-350 ευρώ για τα ενσύρματα τερματικά.
Πέραν της αγοράς του τερματικού, οι επιχειρήσεις επιβαρύνονται και με ένα μηνιαίο κόστος συντήρησης (5 έως 8 ευρώ).
Υπάρχει, τέλος, η δυνατότητα αγοράς τερματικού με δόσεις, οι οποίες ανάλογα με τον τύπο του μηχανήματος κυμαίνονται από 10 έως 30 ευρώ τον μήνα.
Γκρίνια από μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις
Του Μάνου Φραγκιουδάκη
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των ιδιοκτητών περιπτέρου, οι οποίοι αναζητούν διέξοδο. Είναι γνωστό ότι στη συντριπτική πλειονότητά τους οι πωλήσεις τους αφορούν τα τσιγάρα. Από ένα πακέτο τσιγάρα ο ιδιοκτήτης περιπτέρου έχει ποσοστό κέρδους που κυμαίνεται από 1 έως 2%. Το πρωτοφανές είναι ότι με τις υπάρχουσες χρεώσεις αν ο καταναλωτής αγοράσει τα τσιγάρα με χρεωστική κάρτα, η τράπεζα θα κρατήσει προμήθεια περίπου 1%. Συνεπώς το όποιο κέρδος θα είχε ο επαγγελματίας το καρπούται η τράπεζα. Αντίστοιχη είναι η κατάσταση και στα εισιτήρια ή τις κάρτες κινητής τηλεφωνίας. Σε αυτά τα προϊόντα στηρίζεται ο τζίρος των περιπτέρων και από αυτά προκύπτει ένα μικρό κέρδος της τάξης του 2% για τους ιδιοκτήτες.
«Προσπαθώ όσο μπορώ να καθυστερήσω την τοποθέτηση POS γιατί στον δικό μας κλάδο δεν συμφέρει καθόλου. Στην ουσία χάνουμε το όποιο κέρδος μας και το παίρνει η τράπεζα» λέει o κ. Δημήτρης στο Documento, ιδιοκτήτης περιπτέρου.
«Το Επιμελητήριο έχει πάρει θέση υπέρ της χρήσης πλαστικού χρήματος γιατί θεωρούμε σωστό να καταπολεμήσουμε τη φοροδιαφυγή και την εισφοροδιαφυγή» λέει ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, αλλά τονίζει: «Αν θέλουμε να γίνουμε Ευρωπαίοι πρέπει να έχουμε και τους αντίστοιχους τρόπους που έχουν οι Ευρωπαίοι για τη χρήση του πλαστικού χρήματος. Δεν μπορεί να έχουμε χρεώσεις στα POS που ξεκινούν από 0,8% –μια μεγάλη κατηγορία που κάνει πολύ μεγάλους τζίρους– και φτάνουν μέχρι και το 1,5% για τους μικρότερους, όταν στην Ευρώπη η χρέωση είναι 0,2% για τις χρεωστικές και 0,3% για τις πιστωτικές. Είναι παράλογο».
Στις παραπάνω προμήθειες των τραπεζών για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές θα πρέπει να προστεθεί και το κόστος εκκαθάρισης στο τέλος του μήνα, καθώς και το κόστος αγοράς του τερματικού μηχανήματος (POS), έξοδα με τα οποία επιβαρύνεται ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης. Οταν μιλάμε για μεγάλες και πολυεθνικές επιχειρήσεις τα έξοδα μπορούν να χαρακτηριστούν αμελητέα. Τι γίνεται όμως με τους μικρούς και τους μεσαίους επιχειρηματίες;
Τέλος, ένας ακόμη ανασταλτικός παράγοντας για τους ήδη χρεωμένους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες είναι το ακατάσχετο των επιχειρήσεων, καθώς με τη μη νομοθέτηση ακατάσχετου λογαριασμού οι επιχειρηματίες γνωρίζουν ότι τα ποσά από τις ηλεκτρονικές συναλλαγές τους που θα μπαίνουν στον λογαριασμό τους θα τα παίρνει κατευθείαν η εφορία ή η τράπεζα.