Στα κάγκελα βρίσκεται ο κλάδος της εστίασης, οι εμπορικοί σύλλογοι όλης της χώρας καθώς και τα σωματεία των τραπεζοϋπαλλήλων με την απίθανη έμπνευση της κυβέρνησης να μετατρέψει εστίαση, λιανεμπόριο και τράπεζες σε μοχλό πίεσης προς τους ανεμβολίαστους προκειμένου να αυξήσει τα επίπεδα εμβολιασμού στη χώρα.
Στη ρίζα του προβλήματος βρίσκονται τα νέα περιοριστικά μέτρα που τέθηκαν σε ισχύ από χτες Σάββατο 6 Νοεμβρίου, με βάση τα οποία απαιτείται η επίδειξη αρνητικού rapid test για την πρόσβαση των ανεμβολίαστων σε δημόσιες υπηρεσίες, τράπεζες, εμπορικά καταστήματα και εστίαση – ακόμη και για τους εξωτερικούς χώρους, σε αντίθεση με τη διατήρηση της ελεύθερης πρόσβασης όλων, εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων, σε σουπερμάρκετ, φαρμακεία, μέσα μαζικής μεταφοράς και εκκλησίες (καθώς η εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου για εμβολιασμό ή rapid test αποτελεί σύσταση και όχι απαγόρευση).
Συρρίκνωση πελατείας
Κατά την κυβέρνηση τα μέτρα αυτά στοχεύουν στον περιορισμό του αριθμού των κρουσμάτων, αυτό όμως δεν προκύπτει αν ληφθεί υπόψη ότι οι κατεξοχήν χώροι διάδοσης του κορoνοϊού είναι τα μέσα μαζικής μεταφοράς (για τα οποία η κυβέρνηση δεν θέλει να κάνει κουβέντα), οι εκκλησίες, που τις επισκέπτονται ευάλωτες ομάδες, και σε καμία περίπτωση οι εξωτερικοί χώροι εστίασης.
Στην πραγματικότητα βεβαίως τα νέα περιοριστικά μέτρα αποτελούν εργαλείο πίεσης προς όλες εκείνες τις κατηγορίες των ανεμβολίαστων (ελεύθεροι επαγγελματίες, άνεργοι, συνταξιούχοι, άλλες κατηγορίες μη μισθωτών) που μέχρι τώρα μπορούσαν να συνεχίζουν τη ζωή τους χωρίς το κόστος των 80 ευρώ μηνιαίως για rapid.
Το πρόβλημα, ωστόσο, που θέτουν οι εμπορικοί σύλλογοι όλης της χώρας ζητώντας από την κυβέρνηση να πάρει πίσω τα μέτρα, αλλά και ο πολύπαθος κλάδος της εστίασης, είναι ότι είναι τουλάχιστον προβληματικό και εξοργιστικό να καθιστά η κυβέρνηση εργαλείο για την αντιμετώπιση της πανδημίας τις επιχειρήσεις δύο μεγάλων κλάδων και να τους επιβάλλει νέα περιοριστικά μέτρα σε βάρος των τζίρων και της βιωσιμότητάς τους, τη στιγμή που έχει αποσύρει όλα τα μέτρα στήριξης και αρνείται να τα επαναφέρει.
Το πλήγμα είναι πολύ μεγάλο ιδίως για την εστίαση που έμεινε κλειστή ή σε καθεστώς περιοριστικών μέτρων για μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα από κάθε άλλο κλάδο μες στην τελευταία διετία, συσσωρεύοντας ζημιές και χρέη και που με βάση τα νέα μέτρα θα δει την πελατειακή της βάση να συρρικνώνεται δραματικά, ειδικά στον ελληνικό βορρά όπου ο ένας στους δύο είναι ανεμβολίαστος.
Νέο χτύπημα στα μικρά μαγαζιά
Το πλήγμα όμως είναι πολύ μεγάλο και για το λιανεμπόριο, καθώς η κυβερνητική επιλογή των εξαιρέσεων θα στείλει μαζικά τους ανεμβολίαστους για ψώνια σε σουπερμάρκετ και λαϊκές αγορές, τροφοδοτώντας έτσι έναν αθέμιτο ανταγωνισμό ιδίως σε βάρος των πιο ευάλωτων μικρών μαγαζιών της γειτονιάς.
Κι όλα αυτά δρομολογούνται «τη στιγμή που οι επιχειρήσεις βάλλονται ήδη από ένα εκτεταμένο κύμα ανατιμήσεων στην ενέργεια, τις μεταφορές, τις πρώτες ύλες και τα προϊόντα, το οποίο πιέζει τη ρευστότητά τους, αλλά δυσκολεύει και την κάλυψη των υποχρεώσεων που έχουν συσσωρευτεί από τα προηγούμενα lockdowns» τονίζει σε ανακοίνωσή της η ΓΣΕΒΕΕ, προειδοποιώντας για 200.000 λουκέτα στη μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα αν η επαναφορά των περιοριστικών μέτρων δεν συνοδευτεί από επαναφορά των μέτρων στήριξης και αναστολή των πληρωμών για τις επιστρεπτέες έως το 2023.
Αλλά και η ΟΤΟΕ μαζί με πολλά τραπεζικά σωματεία απέστειλαν μήνυμα σε οξείς τόνους ότι δεν θα πληρώσουν οι τραπεζοϋπάλληλοι τα «σπασμένα» του νέου ιδιότυπου lockdown στους ανεμβολίαστους και της συρρίκνωσης καταστημάτων και προσωπικού με τις εθελούσιες, μετακυλίοντας την ευθύνη για τον έλεγχο των πιστοποιητικών στις τραπεζικές διοικήσεις και στην αστυνομία.