Τα μαύρα μαντάτα έρχονται από όλους τους τομείς της ελληνικής οικονομίας… Στην εστίαση οι προβλέψεις μιλούν για λουκέτο περίπου στο 35% των επιχειρήσεων. Στο λιανεμπόριο κάνουν λόγο για απώλειες τζίρου της τάξης των 10 δισ. ευρώ. Ο τουρισμός έχει κλειδώσει τις απώλειές του στο 80% και ενδεχομένως να μετρηθούν στο τέλος ακόμη μεγαλύτερες.
Οι εξαγωγές το πρώτο πεντάμηνο σημείωσαν μείωση της αξίας τους κατά 13,5% (12,15 εκατ. ευρώ έναντι 14,05 εκατ. ευρώ πέρυσι). Ηδη τα δάνεια σε αναστολή έχουν φτάσει στα 18 δισ. ευρώ, που σημαίνει ότι αρχίζει μεγάλος κλυδωνισμός και στον τραπεζικό κλάδο. Τα κρούσματα έχουν πάρει τη δραματική ανιούσα, κατεβάζοντας ακόμη περισσότερο τον ήδη τείνοντα στο μηδέν πήχη των προσδοκιών για τις εισπράξεις από τον τουρισμό. Η Μύκονος και η Χαλκιδική ήδη βρίσκονται σε κλοιό αποκλεισμού.
Παράλληλα η κυβέρνηση επιλέγει να πορευτεί με τις ίδιες αποτυχημένες στρατηγικές. Αρνείται να αποδεχτεί την αποτυχία της και εξακολουθεί να βάζει την μπάντα (που χρηματοδοτείται από τα… πέτσινα κονδύλια) να στήνει διθυράμβους για τις κυβερνητικές επιλογές. Ωστόσο ακριβώς αυτές οι επιλογές είναι που έχουν φέρει την ελληνική οικονομία στα βράχια. Πρόκειται για καταστροφή τις συνέπειες της οποίας άπαντες θα βιώσουμε από τον Οκτώβριο, όταν και θα έρθει η ώρα της αποτίμησης.
Αγοράζει χρόνο, δεν έχει σχέδιο
Σε κάθε περίπτωση η κυβέρνηση Μητσοτάκη αυτό που κάνει είναι να σπρώχνει διαρκώς τα προβλήματα κάτω από το χαλί ώστε να μη φαίνονται. Ηδη γίνεται λόγος για νέα αποτίμηση της κατάστασης από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Ηδη κυβερνητικοί αξιωματούχοι σε μια λογική κατευνασμού μιλούν για το ότι θα πρέπει να περιμένουμε τον Σεπτέμβριο για να δούμε τι μέτρα θα πάρουμε ώστε να έχουμε πλήρη εικόνα της κατάστασης. Ηδη τροφοδοτείται η ελπίδα ότι θα εισρεύσουν χρήματα από τη φορολόγηση που θα έρθει στο τέλος Αυγούστου.
Ωστόσο διαρρέουν μέτρα δήθεν στήριξης της οικονομίας που είναι ακριβώς τα ίδια που λήφθηκαν και την άνοιξη (αναστολές και παρατάσεις), με μηδαμινό αποτύπωμα στην καθημαγμένη από τα μέτρα κοινωνικού αποκλεισμού πραγματική οικονομία. Ολα αυτά δείχνουν ό,τι ακριβώς έδειχναν και προ ολίγων μηνών. Δεν υπάρχει κεντρικός σχεδιασμός εξόδου από την κρίση παρά μόνο επικοινωνιακή διαχείριση μιας κατάστασης που μας σπρώχνει με δύναμη στα βράχια.
Πτώση έως και 94,7% του τζίρου
Τα στοιχεία αυτά ανακοίνωσε προσφάτως η ΕΛΣΤΑΤ και δίνουν την πλήρη εικόνα της κατάρρευσης. Σύμφωνα λοιπόν με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας:
• Για τις 205.984 επιχειρήσεις που τέθηκαν σε αναστολή λειτουργίας ο κύκλος εργασιών το β’ τρίμηνο του 2020 ανήλθε σε 3,2 δισ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 55,9% σε σχέση με το β’ τρίμηνο του 2019 (7,3 δισ. ευρώ). Οι επιχειρήσεις του κλάδου των καταλυμάτων και της παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών, βίντεο και τηλεοπτικών προγραμμάτων, ηχογραφήσεων και μουσικών εκδόσεων παρουσίασαν τη μεγαλύτερη μείωση στον κύκλο εργασιών, κατά 94,7% και 88,4% αντίστοιχα, μεταξύ του β΄ τριμήνου του 2020 και του β΄ τριμήνου του 2019.
• Για τις επιχειρήσεις που τέθηκαν σε αναστολή λειτουργίας με υποχρέωση τήρησης διπλογραφικών βιβλίων, για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σε μηνιαία βάση, ο κύκλος εργασιών τον Ιούνιο του 2020 ανήλθε σε 1,02 δισ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 47,3% σε σχέση με τον Ιούνιο του 2019, που είχε ανέλθει σε 1,9 δισ. ευρώ. Τη μεγαλύτερη μείωση στον κύκλο εργασιών τον Ιούνιο του 2020 σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2019 (95,5%) κατέγραψαν οι επιχειρήσεις του κλάδου των καταλυμάτων, ενώ τη μικρότερη μείωση στον κύκλο εργασιών παρουσίασαν οι επιχειρήσεις του κλάδου τυχερών παιχνιδιών και στοιχημάτων (4,6%).
• Στο σύνολο των επιχειρήσεων του κλάδου παροχής καταλυμάτων ο κύκλος εργασιών το β΄ τρίμηνο του 2020 ανήλθε σε 104,68 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 94,3% σε σχέση με το β΄ τρίμηνο του 2019, όταν είχε ανέλθει σε 1,84 δισ. ευρώ.
• Στο σύνολο των επιχειρήσεων του κλάδου υπηρεσιών εστίασης ο κύκλος εργασιών το β΄ τρίμηνο του 2020 ανήλθε σε 592,7 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 59% σε σχέση με το β΄ τρίμηνο του 2019, όταν είχε ανέλθει σε 1,44 δισ. ευρώ.
• Για τις επιχειρήσεις του κλάδου παροχής καταλυμάτων με υποχρέωση τήρησης διπλογραφικών βιβλίων, για τις οποίες υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία σε μηνιαία βάση, ο κύκλος εργασιών τον Ιούνιο 2020 ανήλθε σε 40,51 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας μείωση 95,3% σε σχέση με τον Ιούνιο 2019, όταν είχε ανέλθει σε 867,79 εκατ. ευρώ.
Επανάληψη αποτυχημένων μέτρων
Η έλλειψη σχεδιασμού και πλάνου διαχείρισης της κρίσης, καθώς περί άλλα τυρβάζουν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και το οικονομικό επιτελείο, φέρνει στο προσκήνιο νέα μέτρα που είναι τα ίδια με τα ισχύοντα, τα οποία έχουν ήδη κριθεί αναποτελεσματικά από το σύνολο της οικονομίας. Ετσι, και με δεδομένη την επιδείνωση λόγω του δεύτερου κρούσματος της πανδημίας Covid-19, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ενόψει του φθινοπώρου σχεδιάζει να ανακοινώσει τα εξής μέτρα:
• Αναστολή πληρωμής φόρων και εισφορών που θα αφορά επιχειρήσεις που κατέγραψαν μεγάλη μείωση του τζίρου. Η αναστολή βέβαια μετατοπίζει το πρόβλημα για μετά και δεν το επιλύει.
• Γενικευμένη εφαρμογή των αναστολών συμβάσεων εργασίας μέχρι το τέλος του 2020 και αποζημίωση των εργαζομένων με 534 ευρώ τον μήνα προκειμένου να αποτραπεί η έκρηξη της ανεργίας. Καθίσταται σαφές ότι όταν ο μέσος μισθός κινείται στα 1.153 ευρώ, τέτοια ραγδαία πτώση της αγοραστικής δύναμης θα φέρει καθίζηση στην αγορά.
• Επέκταση του προγράμματος «Συν-Εργασία» μέχρι τον Δεκέμβριο του 2020 (ισχύει μέχρι τις 15 Οκτωβρίου). Πρόκειται για τη μεγάλη αποτυχία του υπουργού Εργασίας Γιάννη Βρούτση, ο οποίος προσφάτως επιβραβεύτηκε για τις αποτυχίες του από τον πρωθυπουργό με την παραμονή του στην κυβέρνηση.
• Την εφαρμογή νέου κύκλου επιστρεπτέας προκαταβολής συνολικού ύψους 1,2 δισ. ευρώ, με μεγαλύτερη ευελιξία σε σχέση με τους δύο πρώτους, και τη χορήγηση ρευστότητας για κεφάλαια κίνησης σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ύψους 3,5 δισ. ευρώ. Πρόκειται για δανεισμό που δεν λύνει το πρόβλημα, καθώς αφενός θα πρέπει να επιστραφούν αυτά τα χρήματα, αφετέρου όλα τα δάνεια μέχρι τώρα δεν έχουν φτάσει στις επιχειρήσεις της πραγματικής οικονομίας, αφού οι τράπεζες τα κατευθύνουν εγείροντας προσκόμματα στους μεγάλους παίκτες του κάθε κλάδου.
10 δισ. ευρώ ετήσια μείωση του τζίρου αναμένεται στο λιανεμπόριο
40.000 επιχειρήσεις από τις 120.000 συνολικά φαίνεται να οδηγούνται σε λουκέτο
13,5% μείωση της αξίας των εξαγωγών το πεντάμηνο του 2020
50.000 μισθωτούς μόλις από τους 2,4 εκατομμύρια συνολικά ενέταξε στο πρόγραμμα «Συν-Εργασία» η κυβέρνηση
Ο ασφυκτικός βρόχος του τουρισμού
Ο τουρισμός που είχε εξελιχθεί σε ατμομηχανή της ελληνικής οικονομίας έχει καταρρεύσει. Μάλιστα, είναι τέτοια η καθίζηση που οι εαρινές προβλέψεις του αρμόδιου υπουργού Χάρη Θεοχάρη για μείωση της τάξης του 60% μπαίνουν στο κάδρο της γελοιότητας.
Ο Ιούλιος έκλεισε στο -71% (επιβεβαιώνοντας πλήρως το ρεπορτάζ του Documento της 26ης Απριλίου στο οποίο είχαμε προβλέψει ότι θα υπάρξει πτώση του άμεσου τουριστικού προϊόντος κατά 80%), ενώ για τον Αύγουστο και προ της αύξησης των κρουσμάτων από την πορεία των κρατήσεων προκύπτει ότι η καθίζηση των εισπράξεων κινείται στο 80%.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) εκτιμούσε, προ του δεύτερου κύματος της πανδημίας, ότι θα χαθούν 15,5 δισ. ευρώ (από 18,5 δισ. ευρώ πέρυσι). Αρα μιλάμε για πτώση λίγο πάνω από το 80%.
Εξαγωγές χωρίς πυξίδα
Ο αρνητικός αντίκτυπος στις εξαγωγές καταγράφεται από την Alpha Bank. Το μέγιστο θέμα είναι ότι οι αιτίες της καθίζησης του 13,5% παραμένουν. Αυτές είναι:
• Η κλιμάκωση της πανδημικής κρίσης κατά τους πρώτους μήνες του 2020 που επανέρχεται δριμύτερη.
• Η διάσπαση της διεθνούς εφοδιαστικής αλυσίδας και η επιβράδυνση του παγκόσμιου εμπορίου, οι οποίες ακόμη υφίστανται. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Ιταλίας, η οποία δέχτηκε σοβαρό οικονομικό πλήγμα (ΑΕΠ α΄ τριμήνου 2020 -5,5% και ΑΕΠ β΄ τριμήνου 2020 -17,3% σε ετήσια βάση) και αποτελεί τον πρώτο εξαγωγικό μας προορισμό. Η ετήσια πτώση των ελληνικών εξαγωγών προς τη γειτονική χώρα άγγιξε το 12% το πεντάμηνο του 2020.
Στην κόψη του ξυραφιού το λιανεμπόριο
Οι προβλέψεις στο λιανεμπόριο μιλούν για ετήσια μείωση του τζίρου στις επιχειρήσεις της τάξης των 10 δισ. ευρώ. Ολα αυτά φέρνουν πολλούς επιχειρηματίες (ο κλάδος πάσχει από έλλειψη κεφαλαιακής επάρκειας λόγω του μικρού μεγέθους των επιχειρήσεων) στο όριο της ασφυξίας. Σύμφωνα με το Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), η εξέλιξη των πωλήσεων δίνει αρνητικό πρόσημο 10 μονάδων. Ταυτόχρονα έχουν διογκωθεί τα αποθέματα αφού αυξήθηκαν κατά 31 μονάδες, με αποτέλεσμα οι προβλέψεις των παραγγελιών προς προμηθευτές να υποχωρούν κατά 23 μονάδες. Αυτό σημαίνει μετακύλιση μέρους του προβλήματος τόσο στο χονδρεμπόριο όσο και στη βιομηχανική παραγωγή (άρα και στις μεταφορές, καθώς ισχύει ο κανόνας πως ό,τι παράγεται μεταφέρεται).
Εστίαση, ο μεγάλος ασθενής
Στον κλάδο της εστίασης μιλούν για λουκέτο σε 40.000 επιχειρήσεις (σε σύνολο 120.000). Το μεγάλο πρόβλημα βέβαια έρχεται στην απασχόληση στον συγκεκριμένο κλάδο, αφού 170.000 εργαζόμενοι υπολογίζεται ότι βρίσκονται στον αέρα ενόψει του επερχόμενου χειμώνα. Μέχρι τώρα ο κλάδος έχει απολέσει περί το 50% του τζίρου του (πτώση κατά 42,2% τον Ιούνιο και 59% συνολικά στο διάστημα Απριλίου – Ιουνίου), ενώ οι νέοι περιορισμοί που ανακοινώθηκαν θα φέρουν μείωση τζίρου κατά περίπου 20%. Την ίδια ώρα στα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης το μειωμένο ωράριο ισοδυναμεί με νέο lockdown, που σε επίπεδο μόνο απασχόλησης σημαίνει ότι στέλνει χιλιάδες εποχικούς σε απόλυση. Μόνο η εστίαση με βάση τις προβλέψεις θα φέρει πτώση του ΑΕΠ κατά περίπου 3 δισ. ευρώ (όταν το 2019 είχε εισφέρει στον κρατικό κορβανά περί τα 5 δισ. ευρώ).
«Συν-Εργασία»: η τεράστια αποτυχία
Αν σε κάτι έχουν αποτύχει παταγωδώς η κυβέρνηση και ειδικά ο υπουργός Εργασίας Γ. Βρούτσης, είναι το πρόγραμμα «Συν-Εργασία». Εχουν ενταχθεί σε αυτό περί τις 50.000 μισθωτοί όταν το σύνολό τους ανέρχεται σε περίπου 2,4 εκατομμύρια. Ο κύριος λόγος είναι ότι η κυβέρνηση δεν θέλησε να εντάξει και τις συμβάσεις ελαστικών μορφών απασχόλησης (κυρίως τη μερική απασχόληση και το ημερομίσθιο) αλλά μόνο εκείνες πλήρους απασχόλησης (όταν μόλις το 40% των μισθωτών της χώρας ανήκει σε αυτή την κατηγορία). Αλλο μεγάλο θέμα είναι η προϋπόθεση για μείωση του τζίρου κατά 20%, κάτι που δεν «φαίνεται» σε πολλές επιχειρήσεις (ειδικά στις πολύ μικρές, κάτω των εννέα εργαζομένων, που όμως αποτελούν το 92% της πραγματικής οικονομίας).