Κακόγουστες μινιατούρες σε ένα «χωριό αναψυχής» στέκουν ημιτελείς, συμβολίζοντας την οικονομική κρίση της Τουρκίας.
Η οικοδομή έδινε πάντα διέξοδο στην υψηλή ανεργία και δημιουργούσε κίνηση στην αγορά σε χώρες που η οικονομία τους στηρίζεται σε μη παραγωγική βάση. Η κυβέρνηση του προέδρου της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν όμως υπερέβαλε και σε αυτό το σημείο.
Στήριξε πολιτικά και χρηματοδοτικά εταιρεία που κατασκεύασε ένα κακόγουστο «χωριό αναψυχής» στη μέση του πουθενά, η οποία ξεκίνησε να χτίσει στα βουνά 732 πολυτελείς πύργους-μινιατούρες δημιουργώντας ένα χωροταξικά ασφυκτικό χωριό τύπου Ντίσνεϊλαντ. Οι κατασκευαστές υπολόγιζαν να πουλήσουν τα σπίτια-κάστρα σε ξένους, κυρίως Αραβες από τις χώρες του Κόλπου, παρέχοντάς τους παράλληλα ψυχαγωγία με γήπεδα γκολφ, πρόσβαση σε εμπορικό κέντρο με πολυτελή καταστήματα, χαμάμ, κινηματογράφους και κέντρα διασκέδασης. Κάθε «κάστρο» θα είχε χαμηλό κόστος κατασκευής, περίπου 175.000 ευρώ, και η τιμή πώλησής του θα ήταν μεταξύ 300.000 και 400.000 ευρώ.
Μέσω τοπικών κομματαρχών ο πρόεδρος Ερντογάν ενθάρρυνε την επένδυση επιχειρώντας να δώσει την εντύπωση ότι τέτοια έργα συμβάλλουν στην ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας.
Φτηνά και κακόγουστα
Η επιχείρηση απέτυχε παταγωδώς, μεταξύ άλλων γιατί όλες οι κατασκευές ήταν πανομοιότυπες και φτηνιάρικες, τόσο ακαλαίσθητες και τόσο ξένες με το περιβάλλον ώστε δεν προκάλεσαν κανένα αγοραστικό ενδιαφέρον.
Από αρχιτεκτονική άποψη συνδυάζουν –υποτίθεται– τον μεσαιωνικό πύργο και το ανατολίτικο σαράι. Χτίστηκαν η μια ακριβώς δίπλα στην άλλη, με αποτέλεσμα να δημιουρ- γούν αποπνικτική ατμόσφαιρα, ενώ η «πόλη με τα κάστρα» είναι πολύ απομακρυσμένη από οποιοδήποτε αστικό κέντρο. Βρίσκεται κοντά στην ορεινή πόλη Μουντουρνού που έχει περίπου 20.000 κατοίκους, στο μέσο της απόστασης μεταξύ Κωνσταντινούπολης και Αγκυρας, και δεν υπάρχει κοντινό αεροδρόμιο ούτε σύγχρονο οδικό δίκτυο που να επιτρέπει την άμεση πρόσβαση.
Οι αντιδράσεις
Οι πρώτοι που αντέδρασαν στο φαραωνικό έργο ήταν οι κάτοικοι της περιοχής. Ενώ οι ντόπιοι πολιτικοί διακήρυτταν ότι το έργο θα πρόσφερε δουλειά σε χιλιάδες ανθρώπους, εκείνοι δήλωναν ότι η εταιρεία δεν σεβάστηκε τις παραδόσεις και την τοπική αρχιτεκτονική που έχει παράδοση 600 και πλέον ετών.
«Η μοίρα αυτού του έργου ήταν εξαρχής προδιαγραμμένη. Στον αρχικό κακό σχεδιασμό ήρθε και προστέθηκε η πτώση της αξίας της τουρκικής λίρας. Η εταιρεία είχε δάνεια σε ξένο συνάλλαγμα που ήταν πλέον αδύνατον να αποπληρώσει και όπως ήταν φυσικό οδηγήθηκε σε πτώχευση. Παρέσυρε τους εργαζόμενους, τις εταιρείες μελετών και μηχανικών, τις εταιρείες προμήθειας πρώτων υλών. Σήμερα ίσως η πόλη-φάντασμα να λειτουργεί σαν κώδωνας κινδύνου για άλλες εταιρείες με μεγαλεπήβολα σχέδια» είπε στη βρετανική εφημερίδα «Guardian» ο Τούρκος οικονομικός αναλυτής Ατίλα Γεσιλάντα.
Οι πανομοιότυπες και φτηνιάρικες κατασκευές είναι τόσο ακαλαίσθητες και τόσο ξένες με το περιβάλλον ώστε δεν προκάλεσαν το ενδιαφέρον κανενός