Σουδάν: Ενός πραξικοπήματος μύρια έπονται

Άλλη μια εστία αστάθειας προστίθεται στην περιοχή της υποσαχάριας Αφρικής

Την περασμένη Δευτέρα ο στρατός ανέτρεψε τη δημοκρατική τάξη στο Σουδάν, φυλακίζοντας την πολιτική ηγεσία της χώρας και επιβάλλοντας κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Η κατάσταση είναι δραματική: οι διαμαρτυρίες των δημοκρατικών πολιτών για αυτή την ανάσχεση της πορείας προς την ομαλότητα καταπνίγηκαν στο αίμα από τον στρατό, με τους ισλαμιστές στρατιωτικούς να ψάχνουν την ιδανική στιγμή για να χτυπήσουν.

Η κατάληψη της εξουσίας από τον στρατό ήρθε μετά από αρκετές εβδομάδες εντάσεων μεταξύ των πολιτικών και των στρατιωτικών ηγετών για την κατεύθυνση και το ρυθμό της μετάβασης της χώρας προς μια ομαλή δημοκρατική πραγματικότητα. Έτσι, η κίνηση του στρατού έρχεται να εκτροχιάσει την διαδικασία, η οποία ήδη μετά την εκτόπιση του αυταρχικού ηγέτη Ομάρ αλ-Μπασίρ από λαϊκές διαδηλώσεις το 2019 προχωρούσε με σκαμπανεβάσματα.

Απρόθυμοι στρατηγοί

Μετά την πτώση του Μπασίρ, ως λύση στο αδιέξοδο μεταξύ διαδηλωτών που ήθελαν δημοκρατία και των δυνάμεων ασφαλείας, δημιουργήθηκε το Συμβούλιο Εθνικής Κυριαρχίας στο οποίο μαζί με πολιτικούς συμμετείχαν οι κεφαλές του σουδανικού στρατού με εμφανή όμως απροθυμία να αποδεχτούν τη διαδικασία χωρίς ναι μεν αλλά.

Τις τελευταίες εβδομάδες, οι στρατιωτικοί αύξησαν τις πιέσεις στο πολιτικό κομμάτι του Συμβουλίου στηρίζοντας διαδηλωτές  που ζητούσαν, μεταξύ άλλων, την διάλυση του πολιτικού συμβουλίου το οποίο, όπως υποστήριζαν, είχε αποτύχει να επανεκκινήσει την οικονομία.

Παράλληλα, στα ανατολικά του Σουδάν, ένα μπλόκο από εθνοτικές ομάδες που ζητούσαν περισσότερη εκπροσώπηση στην κυβέρνηση, με βάση ένα σύμφωνο ειρήνης του Οκτωβρίου του 2020, προκάλεσε περαιτέρω ελλείψεις σε βασικά είδη. Οι πολιτικοί ηγέτες κατηγόρησαν τους στρατιωτικούς ότι στήριξαν το μπλόκο για να προκαλέσουν ταραχές στους δρόμους. Το αίσθημα της σήψης ενέτεινε στις 21 Σεπτεμβρίου και η απόπειρα πραξικοπήματος το οποίο αποδόθηκε σε ισλαμιστές στρατιωτικούς φίλα προσκείμενους στον Μπασίρ, ενέτεινε το αίσθημα  σήψης.

Ο ρόλος των δυτικών κεφαλαίων

Μετά την πτώση του Μπασίρ αλλά κυρίως μετά την κίνηση των ΗΠΑ να βγάλουν το Σουδάν από την λίστα των χωρών που υποθάλπουν την τρομοκρατία, ξένα κεφάλαια και οικονομική βοήθεια έχει εισρεύσει στο Σουδάν. Το ΔΝΤ ενέκρινε τον περασμένο Ιούλιο δάνειο ύψους 2,07 δις ευρώ και περικοπή του 90% του εξωτερικού χρέους της χώρας, περίπου 43 δις ευρώ. Με τα χρήματα αυτά το Σουδάν δεν έκανε επενδύσεις στην οικονομία αλλά πλήρωσε παλαιότερα χρέη ύψους 2,58 δις ευρώ σε διεθνείς πιστωτές. Με ΑΕΠ μόλις 22,5 δις ευρώ και δημόσια έσοδα που υπολογίζονται στο 1,5 δις, η πληρωμή αυτή ήταν  δυσβάσταχτη για τα δημόσια οικονομικά της χώρας.

Σε αντάλλαγμα, το Σουδάν δεσμεύτηκε να κάνει μεταρρυθμίσεις που θα «διευκολύνουν την ανάπτυξη από τον ιδιωτικό τομέα, θα ενισχύσει την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας και θα θέσει ένα πλαίσιο αποτελεσματικής νομισματικής πολιτικής», σύμφωνα με το σχετικό δελτίο Τύπου του Ταμείου. Στην πραγματικότητα, οι μεταρρυθμίσεις είναι μέτρα αυστηρής λιτότητας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η κατάργηση των επιδοτήσεων στα καύσιμα στις αρχές του καλοκαιριού, που εκτόξευσε στα ύψη την τιμή της βενζίνης. Η ακρίβεια έβγαλε στους δρόμους τους πολίτες στην πρωτεύουσα Χαρτούμ και σε μεγάλες πόλεις, καθώς η κατάσταση ήταν ήδη αβίωτη από τον τεράστιο πληθωρισμό, που ξεπερνούσε το 400%! Η Ένωση Σουδανών Επαγγελματιών που οργάνωσε τις διαδηλώσεις είπε ότι είναι εναντίον των «πολιτικών λιμοκτονίας» της κυβέρνησης.

Η Δύση λοιπόν θα έπρεπε πέρα από την ανέξοδη καταδίκη του πραξικοπήματος να κάνει την αυτοκριτική της για τα αυστηρά μέτρα λιτότητας που επέβαλε στους πολίτες του Σουδάν,  αφού η συνεπαγόμενη αγανάκτησή τους ήταν βούτυρο στο ψωμί των επιδιώξεων των μιλιταριστών, που δεν θέλουν να απολέσουν τα κερδοφόρα κομμάτια της οικονομίας που ελέγχει παραδοσιακά ο στρατός.

Η στάση απέναντι στη Δύση

Άγνωστο είναι ακόμα αν το πραξικόπημα έγινε για να ανακοπεί η προσέγγιση της χώρας με τη Δύση. Λόγω οικονομικών δυσκολιών, το Σουδάν έχει διακόψει τις παραδοσιακές σχέσεις με την Τεχεράνη και έχει στραφεί στην φιλο-αμερικανική Αίγυπτο, την Σαουδική Αραβία και τις χώρες-δορυφόρους της στον Κόλπο. Κορωνίδα αυτής της στροφής είναι οι περίφημες «Συμφωνίες του Αβραάμ», η κίνηση που υποστηρίχτηκε από ΗΠΑ και Σαουδική Αραβία ώστε μια σειρά από αραβικές χώρες να ομαλοποιήσουν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ. Επιπλέον, μετά την προσπάθεια πραξικοπήματος το Σεπτέμβριο, η κυβέρνηση έσπευσε να διαβεβαιώσει τις ΗΠΑ, το Ισραήλ και την Σαουδική Αραβία ότι οι προθέσεις της δεν είχαν αλλάξει και ότι θα δήμευε περιουσιακά στοιχεία ύψους €1,3 δις που υποτίθεται χρηματοδοτούσαν την παλαιστινιακή οργάνωση Χαμάς.

Μια ιδέα για τις προθέσεις των πραξικοπηματιών μπορούμε να πάρουμε από το γεγονός ότι το πραξικόπημα έγινε λίγο πριν ο καθαιρεθείς πρωθυπουργός Αμπντάλα Χαμντούκ ταξιδέψει στην Ουάσινγκτον για να υπογράψει την συμφωνία αποκατάστασης των διπλωματικών σχέσεων με το Ισραήλ. Αν και οι στρατιωτικοί δεν είναι εναντίον της εξομάλυνσης των σχέσεων, θεωρούν ότι σε αυτό το στάδιο θα προκαλέσει αντιδράσεις από τους πολίτες, δίνοντας λαβή στους ισλαμιστές στρατιωτικούς να δράσουν. Σουδανός διπλωμάτης είπε στην ισραηλινή δημόσια τηλεόραση ότι η διαδικασία προσέγγισης των δύο χωρών δεν κινδυνεύει σοβαρά, όμως η σύνδεσή της με το στρατιωτικό πραξικόπημα μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ.

Ετικέτες