Έκρηξη του ελλείμματος του Προϋπολογισμού στο 8% του ΑΕΠ και δραματική αύξηση του δημόσιου χρέους στο 205% του ΑΕΠ, αναμένεται να φέρει το δεύτερο κύμα της πανδημίας, με τα περιοριστικά μέτρα και τις δημοσιονομικές ανάγκες στήριξης των επιχειρήσεων και των εργαζομένων που το συνοδεύουν.
Από την περασμένη Πέμπτη, οπότε αποφασίστηκε το δεύτερο λοκ ντάουν – με διατήρηση των σχολείων και του λιανεμπορίου, όχι όμως της εστίασης στις κόκκινες και πορτοκαλί ζώνες όπως πιθανολογούνταν ακόμη έως την Παρασκευή – στο Υπουργείο Οικονομικών άρχισαν να ξαναγράφουν τον Προϋπολογισμό, ανεβάζοντας τον πήχυ της ύφεσης στο 10%, αντί της προηγούμενης πρόβλεψης του 8.2%. Κατά τις εκτιμήσεις παραγόντων του επιχειρηματικού κόσμου, ωστόσο, και η νέα πρόβλεψη ενδέχεται να αποδειχτεί υπεραισιόδοξη, καθώς το επικείμενο λοκ ντάουν θα νεκρώσει για ένα μήνα την εστίαση, την ψυχαγωγία, τις πολιτιστικές δραστηριότητες κλπ. στην Περιφέρεια Αττικής και τη μισή Βόρεια Ελλάδα, και θα πλήξει κατακόρυφα όχι μόνο την απασχόληση και τα εισοδήματα αρκετών χιλιάδων εργαζομένων και αυταπασχολούμενων, αλλά την παραγωγή αρκετών βιομηχανικών κλάδων που προμηθεύουν αυτές τις δραστηριότητες.
Χαμηλώνουν την ανάπτυξη για το 2021
Παράλληλα, με τις αλλαγές στο Προϋπολογισμό του 2020, θα ξαναγραφτεί και ο Προϋπολογισμός του 2021 για να κατατεθεί στις 20 Νοεμβρίου στη Βουλή. Στο οριστικό σχέδιο η κυβέρνηση θα χαμηλώσει τον πήχυ για την ανάπτυξη στο 5% (αντί εκτίμησης 7.5% που είχε στο προσχέδιο) αλλά δεν θα υιοθετήσει τα σενάρια για ύφεση 2.5%-4% που έδωσε πριν λίγες μέρες στη δημοσιότητα με την τριμηνιαία έκθεση του το ΙΟΒΕ, για λόγους ψυχολογικούς και για λόγους πολιτικής επικοινωνίας.
Επί του παρόντος στο κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο εξακολουθούν να ανησυχούν περισσότερο για τις συνέπειες του νέου λοκ ντάουν στα ελλείμματα του Προϋπολογισμού. Το μηναίο λοκ ντάουν, με τα προσωρινά λουκέτα στις επιχειρήσεις, την απώλεια των μισθών που το συνοδεύουν και τη μείωση του τζίρου και της κατανάλωσης, θα οδηγήσουν σε μείωση ΦΠΑ και φόρων εισοδήματος, αδυναμία αποπληρωμής των φορολογικών υποχρεώσεων, άρα σε υστέρηση δημόσιων εσόδων που θα βαρύνουν τον Προϋπολογισμό και του 2020 και του 2021. Παράλληλα, οι επεκτάσεις των όποιων, έστω και «τσιγκούνικων», υφιστάμενων μέτρων στήριξης των εργαζομένων και των επιχειρήσεων, θα έχουν ένα κόστος που κατά το Υπουργείο Οικονομικών θα φτάσει το 1.5 δις τον μήνα Νοέμβριο και τα 2.3 δις ως τα τέλη του χρόνου.
Έτσι, η εκτίμηση είναι ότι το έλλειμμα του Προϋπολογισμού θα ξεπεράσει το 2020 το 8% του ΑΕΠ, υπέρβαση που δεν αποτελεί επί του παρόντος πρόβλημα αφού, ειδικά για φέτος, λόγω της πανδημίας, δεν ισχύουν οι δημοσιονομικοί κανόνες της Ευρωζώνης. Ούτε και πρόβλημα ρευστότητας προκύπτει καθώς λόγω των μέτρων στήριξης της ΕΚΤ η ελληνική κυβέρνηση δανείζεται με ιστορικά χαμηλά επιτόκια. Το πρόβλημα είναι στην αύξηση του χρέους όπου θα προστεθεί το φετινό έλλειμμα, και το οποίο λόγω και της μεγάλης ύφεσης θα ξεπεράσει στο τέλος του χρόνου το 205% του ΑΕΠ.
Ο Κων. Μίχαλος για την ανάγκη ενίσχυσης του ΕΣΥ
Πέρα από αυτά, όμως, υπάρχει κι ένα πιο βαθύ πρόβλημα: η μεσοπρόθεσμη δυναμική εξασθένισης της ελληνικής οικονομίας που έχει αναπτυχθεί για την οποία η κυβέρνηση δεν έχει καμία λύση. Η κυβερνητική επιλογή «της ευθυγράμμισης στα μέτρα για την προστασία της Δημόσιας Υγείας, με τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης», σε συνδυασμό με τη λήψη εντελώς ανεπαρκών μέτρων οικονομικής στήριξης τύπου Ψωροκώσταινας, όπως εύστοχα σημείωσαν προχθές τα σωματεία της εστίασης, τροφοδοτεί την ύφεση και θέτει την οικονομία σε πτωτικό σπιράλ. Με δεδομένο ότι το ΑΕΠ θα κλείσει φέτος 26%-27% κάτω από το σημείο που ήταν πριν 10 χρόνια και του χρόνου ίσως και 30%-32% χαμηλότερα, δεν είναι τυχαίο ότι αμέσως μετά την ανακοίνωση του δεύτερου λοκ ντάουν, είδαμε παράγοντες του επιχειρηματικού κόσμου όπως τον πρόεδρο του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνο Μίχαλο να ασκούν κριτική στην κυβέρνηση και να ζητούν αλλαγή πολιτικής με αποφυγή των λοκ ντάουν και «περισσότερο πολυδιάστατα μέτρα και κεντρικό άξονα την ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας».