Σοβαρές είναι οι καταγγελίες της Αντιφασιστικής Κίνησης Καλαμάτας κατά των αστυνομικών της Αστυνομικής Διεύθυνσης Μεσσηνίας σχετικά την απαράδεκτη, επιθετική, προσβλητική και προκλητική – όπως την χαρακτηρίζουν – συμπεριφορά τους κατά τη διάρκεια εκδήλωσης που πραγματοποιήθηκε, με όλα τα προβλεπόμενα μέτρα προστασίας κατά του κορονοϊού, στη μνήμη του δολοφονημένου Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.
Σε επιστολή τους περιγράφουν με κάθε λεπτομέρεια την σε βάρος τους αστυνομική βία:
«Στις 6/12, ως μέλη της Αντιφασιστικής Κίνησης Καλαμάτας, παραβρεθήκαμε στην κεντρική πλατεία της πόλης στις 11:00 π.μ. με σκοπό να πραγματοποιήσουμε εκδήλωση μνήμης για τον δολοφονημένο Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο. Η εκδήλωση θα πραγματοποιούνταν σε εξωτερικό χώρο και είχε ως προϋπόθεση την τήρηση όλων των μέτρων ασφαλείας και τις απαραίτητες αποστάσεις. Αυτό που αντικρύσαμε όταν φτάσαμε στην πλατεία ήταν πρωτοφανές για την πόλη της Καλαμάτας: δεκάδες πάνοπλοι αστυνομικοί, υπερ πολλαπλάσιοι από τους διαδηλωτές, με εμφανή την παρουσία της Ο.Π.Κ.Ε, είχαν κάνει κατάληψη στην πλατεία της πόλης μας παρενοχλώντας τους συμπολίτες μας, διατάζοντας τους να φύγουν από το σημείο. Κάθε προσπάθεια για εξηγήσεις κατέληγε σε απειλές και κάθε νομικό/ιατρικό επιχείρημα έπαιρνε την απάντηση ΄εμείς είμαστε ο νόμος’.
Όταν ένας από εμάς (Σ.Κ.), ενώ αστυνομικοί έκαναν λεκτική επίθεση σε παρευρισκόμενη νομικό που προσπαθούσε να τους εξηγήσει το πόσες παρανομίες εκτελούν εκείνη τη στιγμή, τους είπε ότι ειδικά αυτή τη μέρα θα έπρεπε να μην παρενοχλούν τους διαδηλωτές, αντέδρασαν ωσάν πατήθηκε το πιο ευαίσθητο νεύρο τους. Με εντολή του διοικητή έπεσαν τέσσερις αστυνομικοί επάνω σε εγχειρισμένο άνθρωπο που τηρούσε όλα τα μέτρα ασφαλείας, τον χτύπησαν και τον έσυραν 40 μέτρα ως το αμάξι της ΟΠΚΕ για να τον μεταφέρουν στο αστυνομικό τμήμα. Μάλιστα καθώς τον τραβούσαν δίχως να φέρει καμία αντίσταση και παρόλο που τους φώναζε πως το χέρι του ήταν εγχειρισμένο, αστυνομικός της ασφάλειας τραβούσε το χέρι αυτό με μεγαλύτερη μανία. Οι παρευρισκόμενοι αμέσως διαμαρτυρήθηκαν για την απρόκλητη χρήση βίας και την προσαγωγή, για να λάβουν ως μόνη απάντηση τους τραμπουκισμούς των οργάνων «ασφαλείας». Λίγα λεπτά αργότερα, οι Σ.Γ. και Δ.Ν. έπιασαν το πανό για να το τοποθετήσουν στο παρακείμενο παγκάκι και δέχθηκαν εξίσου άγρια επίθεση από πολυάριθμους αστυνομικούς. Στις ψευδείς μαρτυρίες των αστυνομικών αναφέρεται για να δικαιολογήσουν την απρόκλητη βία ότι ο Σ.Γ. έφερε αντίσταση και ότι ο Σ.Κ. απείλησε τους αστυνομικούς. Είναι άξιο απορίας τί αντίσταση μπορεί να φέρει ένας άνθρωπος όταν του επιτίθενται από πίσω ρίχνοντάς τον κάτω και πόσο απειλητικός μπορεί να γίνει ένας άλλος, μη-αρτιμελής, απέναντι σε δεκάδες πάνοπλους αστυνομικούς.
Στο αστυνομικό τμήμα μας τοποθέτησαν όλους σε ένα γραφείο και για αρκετή ώρα μας αγνοούσαν επιδεικτικά. Στις επανειλημμένες εκκλήσεις μας για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη παίρναμε την απάντηση πως σε λίγο τελειώνουμε. Μετά από δύο ώρες, αφού μας έκοψαν τα πρόστιμα των 300 ευρώ παρέχοντας ψευδή στοιχεία (άλλη ώρα και γεγονότα) και τα όργανα κωλυσιεργούσαν επιδεικτικά, μας ενημέρωσαν πως οι προσαγωγές μας μετατρέπονται σε συλλήψεις, με τις κατηγορίες της απείθειας και της παραβίασης των μέτρων για την πρόληψη ασθενειών. Κατά τη διάρκεια δε της εφτάωρης παραμονής μας στο Α.Τ. υπήρξε αρχικά άρνηση της εισόδου δικηγόρου, που από την πρώτη στιγμή βρισκόταν έξω από το κτήριο, άρνηση παροχής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, πληροφόρησή εν μέσω αστεϊσμών ότι υπάρχει κρούσμα covid στο κρατητήριο και πως «συνάδελφοι» που περνούσαν ανάμεσά μας νοσούν, ενώ έγινε προσπάθεια να μας εμπαίξουν ψυχολογικά για το αν ή όχι θα δεχτεί ο εισαγγελέας την αποφυλάκισή μας ή θα μας κρατήσουν το βράδυ στο κρατητήριο μαζί με επιβεβαιωμένο κρούσμα. Αυτή είναι η ‘ασφάλεια’ που βιώσαμε στο κέντρο ασφάλειας του πολίτη.
Στα αδικήματα που μας προσάπτουν στη δικογραφία, ο μάρτυρας της ασφάλειας παράλλαξε τα γεγονότα και τα λεγόμενά μας, ώστε να φαίνεται πως αποτελούσαμε κάποιο σοβαρό κίνδυνο προς τη δημόσια ασφάλεια και υγεία, ενώ στην πραγματικότητα μόνος τέτοιος κίνδυνος αποδείχθηκαν οι ίδιοι οι αστυνομικοί. Επίσης, φορτώθηκε άλλο ένα αδίκημα απείθειας σε έναν από μας επειδή αρνήθηκε να παρέχει τα αποτυπώματά του.
Ήμασταν λοιπόν απείθαρχοι κι επικίνδυνοι για την κοινωνία, σε αντίθεση με τη βόλτα του πρωθυπουργού στην Πάρνηθα και άλλων στελεχών της κυβέρνησης που αποφασίζει για τις ζωές μας. Αυτοί, όπως έχουν παραδεχθεί κατά καιρούς, δεν αποφασίζουν με βάση επιστημονικά δεδομένα αλλά με βάση τα συμφέροντα και τις πολιτικές τους. Ας θυμηθούμε πως ο ιός δεν κολλάει σε εξωτερικούς χώρους, όπως είπε ο Χρυσοχοΐδης για την παντελή έλλειψη μέτρων προστασίας από τους αστυνομικούς, ενώ οι βόλτες στην Πάρνηθα και οι φωτογραφήσεις χωρίς μάσκα είναι ανέμελες στιγμές. Και η αστυνομία φυσικά δεν προστατεύει τον ‘πολίτη’ ή την ‘υγεία’ μας, αλλά ακριβώς αυτά τα συμφέροντα, όπως φάνηκε για άλλη μια φορά με το όργιο καταστολής της 17ης Νοέμβρη και της 6ης Δεκέμβρη απέναντι σε ειρηνικούς διαδηλωτές που τηρούσαν όλα τα μέτρα ασφαλείας ή απέναντι σε ‘λουλούδια’ που αφέθηκαν στη μνήμη δολοφονημένων παιδιών από σφαίρες αστυνομικών. Το ζητούμενο είναι να κρατιέται το ποίμνιο στο μαντρί για να δουλεύει και να καταναλώνει, ενώ οι τοίχοι γύρω μας στενεύουν όλο και περισσότερο, η ζωή μας εξαθλιώνεται, η πανδημία θερίζει και το υπό κατάρρευση δημόσιο σύστημα υγείας δεν δέχεται καμία ουσιαστική ενίσχυση.
Καταγγέλλουμε την αστυνομική αυθαιρεσία που έθεσε σε ξεκάθαρο κίνδυνο την ασφάλεια, την υγεία και τις ζωές μας. Καταγγέλλουμε την αστυνομία κι εκείνα τα τοπικά μέσα που επιχείρησαν να μας διαπομπεύσουν, γλείφοντας την κυβέρνηση κι εξυπηρετώντας πολιτικά συμφέροντα. Τέλος, καταγγέλλουμε την κρατική διαχείριση της πανδημίας από τους ‘άριστους’ και τους ‘τεχνοκράτες’, που έχει οδηγήσει σε 100 νεκρούς τη μέρα, οικονομική και ψυχολογική εξαθλίωση, δεκάδες αυτοκτονίες την εβδομάδα κι έκρηξη στα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, αισχρές συνθήκες διαβίωσης για τους έγκλειστους και κατάργηση μέχρι και των τελευταίων προσχημάτων για δικαιώματα κι ελευθερίες που κρατούσε η αστική δημοκρατία».
πηγή: apokalypseis.com