«Αντιμετωπίζουμε με αισιοδοξία και με θετικές σκέψεις και εκτιμήσεις τις επόμενες ευρωεκλογές, όπου στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι να βγει πρώτο κόμμα», δήλωσε ο γραμματέας της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, Πάνος Σκουρλέτης, μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό 24/7.
Πρόσθεσε ότι «υπάρχουν και μια σειρά μηνύματα στο επίπεδο των καθημερινών προσλαμβανουσών από την επαφή μας με τον κόσμο, που μας πείθουν ότι η επόμενη εκλογική μάχη θα δοθεί επί ίσοις όροις με τη ΝΔ παρά τα όσα λένε κάποιες δημοσκοπήσεις».
«Το κάλεσμα που απηύθυνε και ο πρωθυπουργός προς αριστερές ανένταχτες δυνάμεις, προοδευτικές δυνάμεις, οικολογικές δυνάμεις, για τη διαμόρφωση αυτού που ονομάζεται αριστερός-προοδευτικός πόλος θα αποτυπωθεί και στη σύνθεση του ευρωψηφοδελτίου και νομίζω ότι αυτό είναι που πρέπει να γίνει, αλλιώς θα ήταν μια ρητορική χωρίς αντίκρισμα», σημείωσε και πρόσθεσε: «κάποια από τα ονόματα που έχουν προεξοφληθεί έχουν διατελέσει κατά καιρούς υπουργοί. Ενδεχομένως να υπάρχουν και κυβερνητικά στελέχη».
«Η πρόσκληση προφανώς απευθύνεται στις δυνάμεις που αυτοπροσδιορίζονται, έστω, ως δυνάμεις της Κεντροαριστεράς κι όχι μόνο σε αυτές. Η απεύθυνση έχει μια αμφίπλευρη οπτική, δεν έχει μονοδιάστατη αναφορά. Από εκεί και πέρα το πιο ουσιαστικό απ’ όλα αφορά το ποια θα είναι η βάση της συνάντησης, της σύγκλισης και της συνεργασίας αυτών των δυνάμεων. Κι αυτό κατά τη γνώμη μας πρέπει να είναι μια προγραμματική πρόταση για την Ελλάδα και την Ευρώπη με κάποια χαρακτηριστικά. Ένα από αυτά τα χαρακτηριστικά είναι να έχει ένα σαφές μέτωπο στον νεοφιλελευθερισμό και τις πολιτικές του. Απέναντι σε αυτό δεν έχουν τοποθετηθεί με σαφήνεια, μάλλον το αντίθετο θα έλεγα, ούτε το ΠΟΤΑΜΙ ούτε το ΚΙΝΑΛ. Πολύ περισσότερο που σε αυτή την ανοιχτή πρόσκληση απαντούν -και αυτό αφορά κυρίως την κ. Γεννηματά – με κραυγές πολεμικής και με μια στείρα αντισυριζαϊκή διάθεση. Εντελώς διαφορετικοί τόνοι υιοθετούνται όταν απευθύνονται στη ΝΔ, όπου εκεί δεν βλέπω να υπάρχει το ίδιο μένος και η ίδια αντιπαλότητα που εμφανίζεται απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ», δήλωσε επίσης ο κ. Σκουρλέτης.
Ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ επισήμανε πως «τουλάχιστον ένα μεγάλο κομμάτι της σημερινής ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας αντιλαμβάνεται την ανάγκη να αλλάξει επιλογές, να οριοθετηθεί απέναντι στον νεοφιλελευθερισμό, δεν ξέρω αν ακούσατε προχθές και την παρέμβαση του κ. Μπούλμαν, ήταν πολύ σαφής ως προς αυτό. Δεν βλέπω αντίστοιχες δημόσιες τοποθετήσεις εκ μέρους της κ. Γεννηματά, αντίθετα, βλέπουμε ότι υιοθετεί αυτή τη στρατηγική των ίσων αποστάσεων απέναντι στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα να προτάσσει και την ανάγκη της στρατηγικής ήττας του ΣΥΡΙΖΑ. Άρα ποιος αποκλείει ποιον;»
Ο κ. Σκουρλέτης υπογράμμισε πως στόχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι να είναι πρώτο κόμμα στις ευρωεκλογές, ενώ για τις αυτοδιοικητικές είπε: «Όπως ξέρετε δεν κατεβαίνουν κόμματα και τα πράγματα δεν βρίσκονται σε ευθεία αντιστοίχηση με την κεντρική πολιτική σκηνή. Οι τοπικές κοινωνίες έχουν μια δική τους λογική, προφανώς υπάρχουν κι εκεί διλήμματα, διαφορετικές απόψεις και αντιλήψεις, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι στο επίπεδο της Αυτοδιοίκησης κονταροχτυπιούνται κομματικά ψηφοδέλτια».
Τόνισε, επίσης, πως «τα επίδικα αυτών των ευρωεκλογών είναι πολύ σημαντικά και περίπου ταυτίζονται με τα εθνικά επίδικα».
Ερωτηθείς για την άποψη Τσακαλώτου ότι πρέπει να γίνει διάλογος για την επόμενη ημέρα της χώρας, είπε: «Αντιλαμβάνομαι ότι ο κ. Τσακαλώτος περιγράφει το νέο πεδίο της προγραμματικής αντιπαράθεσης-συζήτησης απ’ όπου θα προκύψουν και οι συγκλίσεις ή οι αποκλίσεις. Βρισκόμαστε σε μία νέα φάση με άλλες ανάγκες. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια είμαστε έξω από πρόγραμμα, έχοντας ολοκληρώσει το προηγούμενο και έχοντας διαμορφώσει πια διαφορετικές δυνατότητες. Άρα, η συζήτηση πρέπει να επανέλθει στο τι προτείνει η κάθε πολιτική δύναμη για το παρόν και το μέλλον της οικονομίας, των εργαζομένων, τον ρόλο του Δημόσιου Τομέα, τα χαρακτηριστικά της ανάπτυξης, πόσο δίκαιη θα είναι ή αν θα καλύπτει τις ανάγκες των λίγων. Αυτά είναι τα ζητήματα για τα οποία θα πρέπει να υπάρξει διάλογος. […] Είναι ο επιβεβλημένος διάλογος που οφείλουν να κάνουν όλες οι μεγάλες πολιτικές δυνάμεις καταθέτοντας το σχέδιό τους. Μη φαντάζεστε βεβαίως ότι μιλάμε για την ανάγκη οικουμενικών συγκλίσεων και προτάσεων».
Τέλος για την υποτιθέμενη συμβολή της ΝΔ στην επιτυχία του 10ετούς ομολόγου, ο κ. Σκουρλέτης σημείωσε: «Αυτός ο ισχυρισμός πάσχει. Και δείχνει, αν δεν προκαλεί μειδίαμα, μια πραγματική αδυναμία να απαντήσει η Νέα Δημοκρατία σε αυτά που η ίδια έλεγε όλο το προηγούμενο διάστημα. Ακούω και τα στελέχη της αυτές τις τελευταίες μέρες να επαναλαμβάνονται. Βρισκόμαστε ή δεν βρισκόμαστε σε ένα άτυπο τέταρτο μνημόνιο, όπως λέει; Μα αν είμαστε σε τέταρτο μνημόνιο, πώς είναι δυνατόν οι αγορές να αναγνωρίζουν την αξιοπιστία της χώρας και να τη δανείζουν για πρώτη φορά με το καλύτερο επιτόκιο της τελευταίας 12ετίας; Αυτές είναι μεγάλες αντιφάσεις της ΝΔ οι οποίες δείχνουν μια απόλυτη και παταγώδη, θα έλεγα, διάψευση των αναλύσεων και των προσδοκιών της. Η οικονομία και η χώρα έχουν τραβήξει έναν διαφορετικό δρόμο, έναν δρόμο που δεν κατόρθωσαν να ανοίξουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις και που, παρά τα χαρακτηριστικά της μνημονιακής πολιτικής που εμπεριέχονταν και στο τρίτο πρόγραμμα, μπορέσαμε ως μία κυβέρνηση με κορμό την Αριστερά και βάλαμε και κάποια κοινωνικά στοιχεία. Αναφέρομαι στην ενίσχυση των πιο αδύνατων, στην προσπάθεια να ξανασταθεί στα πόδια του το κοινωνικό κράτος, στην επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων, του κατώτατου μισθού, του υποκατώτατου. Πράγματα που έχουν σαφές κοινωνικό πρόσωπο».
«Έχω την αίσθηση ότι υπάρχουν κάποιες περιοχές όπου η Συμφωνία των Πρεσπών έχει λειτουργήσει εις βάρος της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ» τόνισε ο κ. Σκουρλέτης και πρόσθεσε: «Αυτό ήταν γνωστό, δεν μας αιφνιδίασε, και αυτό ακριβώς δείχνει ότι είμαστε μία πολιτική δύναμη η οποία λειτουργεί με βάση το εθνικό συμφέρον, την ευθύνη που πρέπει να έχει απέναντι σε αυτά τα ζητήματα, σε αντιδιαστολή με τον τρόπο που λειτούργησαν οι προηγούμενες πολιτικές δυνάμεις, που επί δεκαετίες άφηναν μια εκκρεμότητα εις βάρος της χώρας. Αυτό μας ενδυναμώνει πολιτικά. Στο σύνολο της χώρας μπορεί να δημιουργεί επιπλέον συσπείρωση μιας και αναδεικνύει μια διαφορετική αντίληψη για τη θέση της χώρας στα Βαλκάνια, για τη σχέση της με τους γειτονικούς λαούς και, επαναλαμβάνω, αναδεικνύει και μια ιστορική στάση ευθύνης, την οποία δεν επέδειξαν άλλες δυνάμεις και παρατάξεις που αυτοπροσδιορίζονταν ως εθνικές όλα τα προηγούμενα χρόνια».