«Σκάψε καλά, γέρο τυφλοπόντικα» – Σουίτα για ηθοποιό και μουσικό αυτοσχεδιασμό

«Σκάψε καλά, γέρο τυφλοπόντικα» – Σουίτα για ηθοποιό και μουσικό αυτοσχεδιασμό

Τεσσεράμισι χρόνια μετά το πρώτο ανέβασμά της (Οκτώβρης 2018) και τρία χρόνια μετά τη ματαίωση του επόμενου κύκλου της, λόγω πανδημίας, η πρωτότυπη σκηνική σουίτα «Σκάψε καλά, γέρο τυφλοπόντικα» επιστρέφει για ένα δεύτερο κύκλο εννέα παραστάσεων.

Το έργο, με τους ίδιους συντελεστές, έχει ξαναδουλευτεί και η διάρκεια της παράστασης έχει μεγαλώσει ελαφρώς.

Πληροφορίες για το έργο, τον συγγραφέα και την παράσταση: www.anoikeiosi.gr

Συντελεστές:

Δραματουργική επεξεργασία – Επίλογος: ΠΕΤΡΟΣ ΓΙΩΤΗΣ

Σκηνοθετική Επιμέλεια: ΠΕΤΡΟΣ ΓΙΩΤΗΣ – ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΛΙΟΝΤΟΥ

Μουσικός σχεδιασμός – Επεξεργασία ήχων: ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΑΡΧΑΚΟΣ – ΝΤΙΝΟΣ ΞΑΡΧΑΚΟΣ

Φωτισμοί: ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΡΑΜΗΤΡΟΣ

Ηχοληψία: ΗΛΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Video: ΠΕΤΡΟΣ ΓΙΩΤΗΣ, ΗΛΙΑΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Αφίσα: ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

 Ιστοσελίδα: ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΣ

Ηλεκτρολόγοι: ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΑΛΑΜΑΤΣΑΣ – ΠΑΝΟΣ ΕΞΑΡΧΟΣ

Μουσικοί: ΓΙΑΝΝΗΣ ΞΑΡΧΑΚΟΣ, ΝΤΙΝΟΣ ΞΑΡΧΑΚΟΣ, ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΣΥΨΑ

Ηθοποιός:  ΤΑΣΟΣ ΡΑΠΤΗΣ

 

Από το πρόγραμμα της παράστασης:

Ένα λογοτεχνικό «τρικ»: Ένα λιμάνι, το λιμάνι της Χάβρης, προσωποποιείται. Γίνεται ο αφηγητής της ίδιας του της ιστορίας.

Μια χειμαρρώδης ποιητική αφήγηση: Ο Ζοζέφ Αντράς, ένα χρόνο μετά την κυκλοφορία του πρώτου του μυθιστορήματος, εκπλήσσει και πάλι. Αποδεικνύεται σπουδαίος μάστορας και σε άλλα είδη και μας παραδίδει ένα αφήγημα υψηλής ποιητικής τέχνης. Αλλά χωρίς φτιασιδώματα και ωραιοποιήσεις. Με λόγο-νυστέρι, που ξύνει πληγές, που χαράζει φιγούρες και περιγράμματα, που σμιλεύει ογκώδεις κοινωνικές συνθέσεις πάνω σε ακατάλυτα βράχια. Το λιμάνι μιλά και ο άνθρωπος γίνεται ο ακροατής του, τοποθετούμενος έτσι ενώπιος ενωπίω με την πραγματικότητα.

Η Ιστορία: Ο Ζοζέφ Αντράς επικεντρώνεται στην ιστορία της πόλης του, όμως η αφήγηση, εν όλω ή εν μέρει, θα μπορούσε να αναφέρεται σε κάθε άλλο μεγάλο λιμάνι οπουδήποτε στον κόσμο. Αμ και μένει πιστός στην ιστορία της Χάβρης, ο συγγραφέας φροντίζει ν’ αποφύγει κάθε τοπικισμό, κάθε στενότητα, ανυψώνοντας την αφήγησή του στο επίπεδο της Ιστορίας. Κινείται μαστορικά ανάμεσα στα επιφαινόμενα και την ουσία, ξεκινώντας από τα πρώτα για να καταλήξει στη δεύτερη. Το τοπικό γίνεται παγκόσμιο, το ατομικό γίνεται κοινωνικό, η πάλη των τάξεων σφραγίζει την αφήγηση καθώς αυτή διατρέχει πέντε αιώνες ιστορίας: ο ύστερος μεσαίωνας, η αποικιοκρατία, το εμπόριο το δουλεμπόριο, η αστική επανάσταση, ο καπιταλισμός, το ξύπνημα του εργατικού κινήματος, η άγρια καταστολή του, η Κομμούνα, ο πρώτος παγκόσμιος και τα επαναστατικά σκιρτήματα, η νικηφόρα ρωσική επανάσταση, ο δεύτερος παγκόσμιος, ο μεταπολεμικός καπιταλισμός, η συντηρητική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, τα κηρύγματα της παγκοσμιοποίησης, η παρακμή του οργανωμένου εργατικού κινήματος… Ολα περνούν σαν κινηματογραφική αφήγηση, ανασκαλεύοντας μνήμες, θυμίζοντας διαβάσματα, εγείροντας ερωτήματα για το σήμερα και το αύριο.

Μια σουίτα: Από τις πρώτες κιόλας σελίδες της ανάγνωσης καταλαβαίνεις ότι το Ακόμα κι αν απομείνει μονάχα ένας σκύλος αποτελεί αφεαυτού έναν θεατρικό-ποιητικό μονόλογο, ενώ η μουσικότητα που διαποτίζει την αλληλουχία των λέξεων «ζητά» την ανάδειξή της και μέσω της μουσικής. Η πρώτη κιόλας σκέψη ήταν να το παρουσιάσουμε σκηνικά ως μια σουίτα για ηθοποιό-αφηγητή και μουσικό αυτοσχεδιασμό. Πρότυπό μας υπήρξαν έργα του Χάινερ Γκέμπελς, όπως για παράδειγμα το Die Befreiung des Prometheus, πάνω στο ομώνυμο ιντερμέδιο από το θεατρικό Zement του Χάινερ Μίλερ. Στο επίμετρο της ελληνικής έκδοσης διαβάσαμε ότι στη γαλλική έκδοση το βιβλίο συνοδεύεται από CD στο οποίο «ραπάρει» ο D’ de Kabal συνοδευόμενος από το Trio-Skyzo-Phony. Ηταν η επιβεβαίωση της πρώτης σκέψης μας: το έργο είναι γραμμένο όχι μόνο για να «διαβαστεί» αλλά και για να «ακουστεί».

Η δική μας προσέγγιση -δραματουργικά, μουσικά και υποκριτικά- πέρασε μέσα από το φίλτρο της αντίληψής μας για το επικό-διαλεκτικό θέατρο, πάνω στην οποία δουλεύουμε ως κολλεκτίβα από τότε που συγκροτηθήκαμε (το 2010). Το κείμενο και η μουσική συνδιαλέγονται, συνεργάζονται, αντιπαρατίθενται επί σκηνής, με στόχο την υπηρέτηση του μύθου της παράστασης. Κι αυτός ο μύθος συμπυκνώνεται στην αισιοδοξία του τίτλου της (παράφραση μιας φράσης του Καρλ Μαρξ) και στο σύντομο επίλογο που προσθέσαμε.

 

Ετικέτες

Documento Newsletter