Σινεμά, ο παράδεισος του Σπίλμπεργκ

Στο «The Fabelmans» o σκηνοθέτης εμπνέεται από τα βιώματά του περισσότερο από ποτέ

Σχεδόν σε όλα τα φιλμ που έχει κάνει μέχρι σήμερα ο Στίβεν Σπίλμπεργκ ενσωμάτωνε προσωπικά στοιχεία στην πλοκή. Ακόμη και τα «Σαγόνια του καρχαρία» έχουν ως αφετηρία ένα ερασιτεχνικό φιλμάκι που είχε κάνει όταν ήταν μαθητής και αποτύπωνε έντονα την αίσθηση απειλής και έντασης που κρυβόταν πίσω από την ιδεατή εικόνα ανεμελιάς στην πλαζ όπου διασκέδαζαν οι συμμαθητές του.

Μοτίβο Ολιβερ Τουίστ

Ωσπου αποφάσισε να τα ενώσει όλα αυτά σε μία και μόνο ταινία, το «The Fabelmans», η οποία θα αποκάλυπτε τις πιο μύχιες σκέψεις που είχε όταν γύριζε εκείνα τα πρώτα φιλμ. Ακόμη και στην περίπτωση του «E.T. ο εξωγήινος» ο νεαρός πρωταγωνιστής σε μια σκηνή στη διάρκεια ενός οικογενειακού δείπνου επιτίθεται άγρια στη μητέρα του, θεωρώντας την υπεύθυνη για το διαζύγιο των γονιών του και τη φυγή του πατέρα του. Το έχει εξομολογηθεί κάποια στιγμή ο Σπίλμπεργκ, αλλά δεν μπαίνει σε λεπτομέρειες για το τι ακριβώς συνέβη στη δική του οικογένεια όταν ήταν ακόμη παιδί. «Ηταν οι δικές μου σκέψεις» έχει εξηγήσει, «που έβαλα στο στόμα του ήρωά μου για να δείξω τη δυσαρέσκειά μου για όσα είχαν συμβεί στο σπίτι μας και στη δική μου οικογένεια όταν ήμουν μικρός». Το μοτίβο του εγκαταλειμμένου παιδιού το οποίο βιώνει μια οδυνηρή αλλά ενίοτε συναρπαστική περιπέτεια είναι κάτι που συναντάμε όχι μόνο στον «E.T.» αλλά και σε άλλα φιλμ του σκηνοθέτη: «Η αυτοκρατορία του ήλιου», «Κάπτεν Χουκ», «A.I.: Τεχνητή νοημοσύνη», «Το άλογο του πολέμου», ακόμη κι ο ακοινώνητος (άλλη μια διάθεση αυτοκριτικής από πλευράς Σπίλμπεργκ) εξερευνητής Ιντιάνα Τζόουνς του Χάρισον Φορντ βιώνει οδυνηρά τη συνθήκη της εγκατάλειψης μέχρι να ξανασυναντηθεί με τον εξαφανισμένο πατέρα του (Σον Κόνερι) στην τρίτη ταινία του, «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και η τελευταία σταυροφορία». Κοινός τόπος σε όλα τα παραπάνω έργα, η εγκατάλειψη της οικογένειας από κάποιο γονιό και οι συνέπειες του διαζυγίου στην τρυφερή παιδική καρδιά.

Μπούλινγκ λόγω καταγωγής

Το δεύτερο στοιχείο που υπάρχει έντονο στη φιλμογραφία του Σπίλμπεργκ είναι η εβραϊκή καταγωγή του. «Μου ήταν δύσκολο να μιλήσω για το συγκεκριμένο ζήτημα. Οταν έφτασε η εποχή να κάνω τη “Λίστα του Σίντλερ” δεν μπορούσα να κλείσω μάτι από το άγχος. Ενιωθα τρομακτική την ευθύνη να μιλήσω για το Ολοκαύτωμα και φοβόμουν ότι μπορεί να έκανα κάποιο ολέθριο λάθος που θα προσέβαλλε τη μνήμη των θυμάτων. Οσο τα γυρίσματα προχωρούσαν η ανασφάλειά μου μεγάλωνε και θεωρούσα ότι η ταινία θα ήταν μια καταστροφή. Ευτυχώς όλα πήγαν καλά στο τέλος» έχει πει στο παρελθόν ο σκηνοθέτης από το Σινσινάτι. Ο ίδιος είχε πέσει θύμα σχολικού εκφοβισμού λόγω της εβραϊκής καταγωγής του όταν μετακόμισε με την οικογένειά του στην Καλιφόρνια. Δύο χρόνια μετά τον οσκαρικό θρίαμβο της «Λίστας» ο Σπίλμπεργκ επέστρεψε στις ρίζες του για να φωτίσει από άλλη γωνία το εβραϊκό ζήτημα. Το «Μόναχο» είναι μια ακόμη σπουδαία δημιουργία που αποδεικνύει έμπρακτα την ψαγμένη και χωρίς στεγανά πολιτική σκέψη του σκηνοθέτη, αλλά κι ένα έργο γεμάτο αμφισημία που προκάλεσε αντιδράσεις από την πιο συντηρητική πλευρά της εβραϊκής κοινότητας.

Το «The Fabelmans» πάντως δεν θα μπορούσε να είχε γυριστεί νωρίτερα. Ο θάνατος του πατέρα του σκηνοθέτη (σε ηλικία 103 ετών παρακαλώ!) το 2020 (είχε προηγηθεί η μητέρα του τρία χρόνια νωρίτερα) και το συναίσθημα του πένθους γέννησαν την ιδέα του πρόσφατου φιλμ. Ο Σπίλμπεργκ θεώρησε ότι η πλέον αυτοβιογραφική ταινία του θα ήταν αφιερωμένη σε εκείνους που με τα λάθη αλλά και την αγάπη τους τον οδήγησαν να βρει τον πραγματικό εαυτό του και τον δρόμο του προς το σινεμά. Από τη βιντεοκάμερα που του χάρισε ο μηχανικός πατέρας του όταν ήταν δώδεκα ετών έως τα πρώτα ερασιτεχνικά (αλλά ψαγμένα) φιλμάκια με το ψεύτικο αίμα που λέρωνε τα ρούχα των πρώτων ηθοποιών του –οι συμμαθητές του εν δράσει– ο Σπίλμπεργκ καταγράφει με αφοπλιστική ειλικρίνεια όλα όσα τον καθόρισαν.

Ξεχωριστή θέση σε όλα αυτά έχει η αγάπη της μητέρας του. Η σχέση τους δίνει το απαραίτητο καύσιμο κάθε φορά που ο πετυχημένος σκηνοθέτης αναγκάζεται να μιλήσει για επώδυνα πράγματα. Από την καθυστερημένη ενηλικίωση κάποιων ανώριμων ηρώων του έως την ανάγκη να δέσει πειστικά τη μυθοπλασία με την πραγματικότητα. Η σεκάνς που η Μισέλ Ουίλιαμς χορεύει σχεδόν ημίγυμνη υπό τη συνοδεία μιας απόκοσμης νυχτερινής μουσικής και υπό το φως των προβολέων του αυτοκινήτου είναι εκτός από σκηνή ανθολογίας και η πιο εμφατική απάντηση στο ερώτημα «τι είναι εκείνο που κάνει τόσο συναρπαστικό το σινεμά του Στίβεν Σπίλμπεργκ;».