Σήμερα η απόφαση για τους δύο κατηγορούμενους στη δίκη για τη δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραιβάζ

Τα φώτα σήμερα είναι στραμμένα στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών καθώς περίπου το μεσημέρι αναμένεται η απόφαση που θα κρίνει την τύχη των δυο κατηγορουμένων για την δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραιβάζ, έξω από το σπίτι του στον Άλιμο τον Απρίλιο του 2021.

Στο εδώλιο ως φυσικοί αυτουργοί του εγκλήματος κάθονται δύο αδέρφια 41 και 49 ετών, που συνελήφθησαν δύο χρόνια μετά τη δολοφονία. Τα δύο αδέρφια σχετίστηκαν ωστόσο ένα μήνα μετά το έγκλημα, όπως ισχυρίστηκε αστυνομικός του ανθρωποκτονιών που κατέθεσε στη δίκη, καθώς το βαν της εταιρίας καθαρισμού του 49χρονου τοποθετείται στην περιοχή πέριξ της δολοφονίας.

Αυτό είναι και το στοιχείο που έχει φέρει τα δύο αδέλφια στη θέση να αντιμετωπίζουν την ισόβια κάθειρξη. «Αν δεν υπήρχε το βαν σήμερα δεν θα ήμασταν εδώ» έχουν πει χαρακτηριστικα οι συνήγοροι υπεράσπισης, άποψη που δεν φάνηκε να διαψεύδει κατά την εξέτασή του και αστυνομικός που κατέθεσε ενώπιον του δικαστηρίου.

Ο 49χρονος εκ των δύο αδελφών έχει παραδεχτεί πως βρισκόταν στον Άλιμο την επίμαχη ημερομηνία οδηγώντας το λευκό βαν, για διαμοιρασμό φυλλαδίων μαζί με τον 18χρονο σήμερα ανιψιό του, ισχυρισμό που η πολιτική αγωγή δεν δέχθηκε. Ζήτησε, μάλιστα, τη σύλληψη του 18χρονου που κατέθεσε ως μάρτυρας στη δίκη, υποστηρίζοντας όσα έχει καταθέσει και ο θείος του, για ψευδορκία.

Ο έτερος αδελφός δεν τοποθετείται στον τόπο του εγκλήματος, το στοιχείο όμως με το οποίο τον συνέδεσαν με την ανθρωποκτονία είναι πως για περίπου μία ώρα (κοντά στην ώρα του φόνου) δεν είχε κλήσεις από το συμβατικό δίκτυο, ένδειξη που κατέρριψε η υπεράσπιση διά του δικαστικού πραγματογνώμονα Καραθανάση επιδεικνύοντας τα επίσημα στοιχεία από την εταιρία κινητής τηλεφωνίας. Άλλοθι στο 41χρονο έδωσε φιλικό του πρόσωπο, που υποστήριξε πως βρίσκονταν μαζί λίγη ώρα μετά τη δολοφονία. Και για αυτόν τον μάρτυρα η ζητήθηκε από την πολιτική αγωγή η σύλληψή του για ψευδορκία.

Και οι δύο πλευρές εισέφεραν όσα μπορούσαν για να στηρίξουν τα πειστήρια της δικογραφίας και να τα οδηγήσουν στην πλευρά την οποία ήθελαν να αναδείξουν. Η πολιτική αγωγή πάντα κατευθυνόταν στη θέση πως τα άλλοθι των δύο κατηγορούμενων είναι φτιαχτά και ως εκ τούτου είχε ως σκοπό να αποδομήσει τους μάρτυρες υπεράσπισης. Από την άλλη μεριά η υπεράσπιση αντέτεινε στηριζόμενη στην πληθώρα αιτημάτων που απέρριψε ο ανακριτής αλλά και την επισφαλή- κατά την κρίση τους- κατάθεση του αστυνομικού του ανθρωποκτονιών, ο οποίος μεταξύ άλλων παραδέχτηκε πως έγινε αυτοψία στον χώρο παρουσία ανακριτή χωρίς να συνταχθεί επίσημη έκθεση. Ακόμα, στάθηκαν στο γεγονός πως στην δικογραφία εισφέρθηκαν μόνο 72 κάμερες από το σύνολο των 300 που ήλεγξε η ΕΛ.ΑΣ., με αποτέλεσμα σημαντικά στοιχεία να μην είναι σε γνώση της υπεράσπισης.

Σε κάθε περίπτωση αυτό που έχει καταστεί σαφές κατά την ακροαματική διαδικασία είναι πως η αστυνομική έρευνα λιμνάζει σε πολλά σημεία, ενώ σε αρκετά άλλα οι ενέργειες της ΕΛ.ΑΣ γεννούν πληθώρα ερωτημάτων. Κατά την διάρκεια της δίκης παρουσιάστηκαν οι ενδείξεις ενοχής γεγονός που σταχυολόγησε κατά την αγόρευσή της και η εισαγγελέας της έδρας που πρότεινε την καταδίκη των δύο αδελφών. Μάλιστα όπως είχε πει στην αγόρευση της εντάσσοντας την στυγερή δολοφονία του δημοσιογράφου στα πλαίσια της δράσης του οργανωμένου εγκλήματος:

«Ο Καραϊβάζ ήταν αστυνομικός ρεπόρτερ, είχε γνωριμίες από παλιά με άτομα του οργανωμένου εγκλήματος, είχε πληροφορίες. Είχε σκοπό να κάνει κάποιες αποκαλύψεις σχετικά με άτομα που εμπλέκονται στο οργανωμένο έγκλημα. Ίσως εκεί να βρίσκεται το κίνητρο της δολοφονίας του. Μπορεί να υπήρχε φόβος για αυτά που πρόκειται να αποκαλύψει».

Οι συνήγοροι των κατηγορουμένων απο την πλευρά τους αντέτειναν πως δεν προκύπτει από πουθενά πως οι πελάτες τους εντάσσονται στο οργανωμένο έγκλημα. Αποκορύφωμα της σκέψης τους ήταν το πώς γίνεται δύο άνθρωποι που κατά τα λεχθέντα είναι στο οργανωμενο έγκλημα να υπέπεσαν σε τέτοια λάθη. Να πάνε δηλαδή να δολοφονήσουν με το βαν που αναγράφει τα προσωπικά στοιχεία του ενός εκ των δύο αδελφών (σ.σ. οι δράστες κατά την εκτέλεση του δημοσιογράφου επέβαιναν σε μαύρο ακούτερ και θεωρείται πως το βαν των κατηγορούμενων χρησιμοποιήθηκε ως μεσο διαφυγής). Οι συνήγοροι της οικογένειας του δημοσιογράφου είχαν πει νωρίτερα σχολιάζοντας το ίδιο γεγονός πως «δεν υπάρχει τέλειο έγκλημα» και πως η χρήση του επίδικου βαν ήταν αντίμετρο.

 

Φυσικά, υπάρχει και το στοιχείο φωτιά που προέκυψε κατά την διάρκεια της δίκης. Δεν είναι αλλό παρά το CD που περιείχε επαφές του Γ. Καραιβάζ με σημαίνοντα πρόσωπα όπως τους Δημητριάδη, Κοντολέων, Καραμαλάκη και όπως αποκαλύφθηκε από την εισαγγελέα της έδρας τρυπήθηκε με συρραπτικό και καταστράφηκε.

Για το συγκεκριμένο στοιχείο έχουν ανοίξει παράλληλοι κύκλοι δημοσιογραφικών συζητήσεων καθώς δεν έχει γίνει ξεκάθαρο από καμία πλευρά τι περιείχε. Αν δηλαδή επρόκειτο απλώς για επαφές ή για συνομιλίες του δημοσιογράφου με τα συγκεκριμένα πρόσωπα. Για του λόγου το αληθές αντιγραφο παραδόθηκε στην έδρα από την πολιτική αγωγή… το οποίο όμως δεν άνοιγε, καθώς επρόκειτο για αρχείο τύπου thumb.

Αν πρόκειται για το γνωστό αρχείο «thumb» αυτό σημαίνει πως μιλάμε απλώς για ψηφιακό ίχνος αρχείου που δημιουργείται ως επισκόπηση ενός προϋπάρχοντος αρχείου και άρα είναι κενό περιεχομένου.

Πάντως στα πηγαδάκια που στήνονται έξω από το Δικαστήριο από ανθρώπους που δεν έχουν χάσει ούτε λεπτό της ακροαματικής διαδικασίας, σχολιάζεται συνεχώς η έλλειψη στοιχείων αλλά και η αδυναμία –με την έννοια της νομικής απόδειξης- των συνηγόρων προς υποστήριξη της κατηγορίας να στοιχειοθετήσουν πέραν πάσης αμφιβολίας πως στο εδώλιο κάθονται πράγματι οι δράστες της δολοφονίας Καραιβάζ.

Μένει να δούμε κατά πόσο τελικά το δικαστήριο θα θεωρήσει ή όχι ως σοβαρές ενδείξεις τα όσα κατέθεσε ο αστυνομικός του ανθρωποκτονιών (υπεύθυνος για την ανάλυση βιντεοληπτικού υλικού από την περιοχή του εγκλήματος) αλλά και τα λοιπά στοιχεία της δικογραφίας.

Διαβάστε επίσης: